Το συγκλονιστικό γεγονός του λιντσαρίσματος του 24χρονου Κύπριου φοιτητή από λυσσασμένους ασφαλίτες στη Θεσσαλονίκη έχει σκεπάσει τα «σημεία και τέρατα» που συνέβησαν στο φετινό γιορτασμό του Πολυτεχνείου. Ολη η δημόσια συζήτηση έχει περιοριστεί σ’ αυτό το γεγονός και όλα τα υπόλοιπα έχουν παραμεριστεί. Κι όμως, αυτά τα υπόλοιπα ήταν εξίσου εξοργιστικά και σηματοδοτούν πολύ περισσότερα. Η επικέντρωση στο περιστατικό της Θεσσαλονίκης τους βολεύει όλους, για να νομιμοποιήσουν τα υπόλοιπα. Και για να κάνουν το αντιπολιτευτικό κομμάτι τους οι μη κυβερνητικοί, εκμεταλλευόμενοι τους βλακώδεις χειρισμούς που έκανε η κυβέρνηση, μέχρι να καταλάβει ότι έπρεπε να βγάλει από πάνω της τη ρετσινιά. Ολοι, πάντως, συμφωνούν σε ένα πράγμα: ότι το περιστατικό της Θεσσαλονίκης οφείλεται σε κάποιους ασφαλίτες που ξεσάλωσαν και πως πρέπει ο Πολύδωρας να τους μαζέψει τα λουριά. Μια χαρά βολεύει αυτή η ερμηνεία, την οποία επαναλαμβάνουν καθημερινά τα ΜΜΕ, για να την εμπεδώσει ο κόσμος.
Ποια είναι τα γεγονότα που θάφτηκαν;
♦ Το όργιο των προληπτικών συλλήψεων από το πρωί της 17ης Νοέμβρη. Μίλησαν για 50 άτομα. Πρέπει να ήταν πάνω από 200. Πενήντα ήταν αυτοί που αφέθηκαν στο τέλος. Νέα παιδιά στην πλειοψηφία τους, που τα έπιαναν σ’ όλους τους δρόμους του κέντρου, με μοναδικό κριτήριο την εμφάνιση και το αν κουβαλούσαν σακίδιο. Στη ΓΑΔΑ τους δακτυλοσκοπούσαν, τους φακέλωναν, τους απειλούσαν και μετά από μερικές ώρες τους άφηναν.
♦ Η πολιορκία της «Αναρχικής Αρχειοθήκης» από διμοιρίες των ΜΑΤ. Οποιος/α τολμούσε να ξεμυτίσει από τα γραφεία συλλαμβανόταν επιτόπου. Ετσι, οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται γύρω από μια πολιτική συλλογικότητα κρατήθηκαν αιχμάλωτοι στα γραφεία τους και εμποδίστηκαν να πάρουν μέρος στη συγκέντρωση.
♦ Το προκλητικό ζώσιμο από ΜΑΤάδες τμημάτων της πορείας σε όλη τη διαδρομή της.
♦ Η απρόκλητη επίθεση στο μπλοκ της Α.Κ. στο ύψος του «Χίλτον». Πρώτα χτύπησαν με χημικά και την ώρα που ο κόσμος προσπαθούσε να προφυλαχτεί έζωσαν κυκλικά δεκάδες άτομα τα οποία άρχισαν να χτυπούν ανελέητα με τα γκλομπ. Ταυτόχρονα, επιτέθηκαν και σε γειτονικά μπλοκ, τα οποία προσπαθούσαν να προφυλαχτούν από τα χημικά. Μέσα στον πανικό που δημιουργήθηκε κόσμος τσαλαπατήθηκε, πολλοί τραυματίστηκαν (αρκετοί χρειάστηκε να μεταφερθούν στα νοσοκομεία) και κάποιοι συνελήφθησαν.
♦ Η δίκη των εφτά από τους συλληφθέντες που έγινε σε πρωτοφανές κλίμα και κατέληξε με εξοντωτικές ποινές. Εισαγγελέας και πρόεδρος συμπεριφέρονταν ως αστυνομικοί διοικητές. Η εισαγγελέας δεν είχε κανένα πρόβλημα να δηλώσει ότι σκοπός της Δικαιοσύνης είναι «να διαφυλάττει την κοινή ειρήνη και την ασφάλεια των αστυνομικών».! Γι’ αυτό και η απόφαση του δικαστήριου έπρεπε «να είναι αποτρεπτική γι’ αυτούς και προληπτική για άλλους που θέλουν να κάνουν τα ίδια»! Ας σημειωθεί ότι όλα αυτά (καθώς και τα επαινετικά λόγια του προέδρου για τους μπάτσους) λέγονταν ενώ είχε γίνει γνωστό και είχε κατά κόρον συζητηθεί από τις τηλεοράσεις το περιστατικό της Θεσσαλονίκης! Το συγκεκριμένο δικαστήριο δεν δίστασε να χαρακτηρίσει ως όπλα ένα σπρέι ζωγραφικής, μια χεβιμεταλλάδικη ζώνη, έναν ελβετικό σουγιά (πολυεργαλείο) και ένα κοπίδι σχεδίου! Ασορτί με το μήνυμα αλληλεγγύης προς τους μπάτσους ήταν και οι ποινές: σε δύο άτομα φυλάκιση 20 μηνών και χρηματική ποινή 500 ευρώ, σε άλλα δύο σε φυλάκιση 15 μηνών και χρηματική ποινή 500 ευρώ, και στα υπόλοιπα τρία φυλάκιση 16, 12 και 5 μηνών αντίστοιχα.
♦ Οι ηθικοί αυτουργοί
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρούνται τέτοια μέτρα. Προληπτικές συλλήψεις έχουν γίνει και άλλη φορά. Εισβολή σε στέκια συλλογικοτήτων του αντιεξουσιαστικού χώρου έγινε και το 1994 (επί Παπαθεμελή, αν θυμόμαστε καλά). Αυτή τη φορά τα είχαμε όλα μαζεμένα. Και το σημαντικότερο: όλα αυτά έγιναν κατόπιν προτροπών των ΜΜΕ και του αστικού πολιτικού κόσμου.
Τα ΜΜΕ επί μέρες μιλούσαν για «αναποτελεσματικότητα της Αστυνομίας» και έφτιαχναν κλίμα, δίνοντας χώρο στον Πολύδωρα να επιχειρήσει εφαρμογή του δόγματος της «μηδενικής ανοχής». Η ηγεσία του Περισσού, ελάχιστες μέρες πριν το Πολυτεχνείο, επισκέφτηκε το υπουργείο Δημόσιας Τάξης (επικεφαλής της αντιπροσωπείας το μέλος του ΠΓ Ορ. Κολοζόφ) και έκανε συμφωνία με τον Πολύδωρα για τη φύλαξη του Πολυτεχνείου (ΜΑΤ και ΚΝΕ έκαναν βάρδιες, μέρα τα ΚΝΑΤ, νύχτα τα ΜΑΤ) και την εξέλιξη της πορείας. Το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε δύναμη κρούσης με κρανοφόρους και ματσουκοφόρους νεολαίους, που έδρασαν σε συνεννόηση με τα ΜΑΤ. Και η πρυτανεία του Πολυτεχνείου, σε αγαστή συνεργασία με Αστυνομία και Περισσό, σιγοντάριζε όλη αυτή την καμπάνια. Από κοντά και οι διάφοροι αρθρογράφοι που με περισπούδαστο ύφος αποφαίνονταν για πολλοστή φορά ότι «το Πολυτεχνείο, πέθανε, ας το αφήσουμε στην ησυχία του».
Ολοι αυτοί δημιούργησαν το κατάλληλο κλίμα για την αχαλίνωτη αστυνομική τρομοκρατία. Δημιούργησαν μια ιδεολογική ηγεμονία της κατασταλτικής αντίληψης, που θέλει την πορεία του Πολυτεχνείου ήσυχη, αποστειρωμένη, λες και το να σπάσει καμιά βιτρίνα ή να πέσει καμιά πέτρα στην αμερικάνικη πρεσβεία είναι έγκλημα καθοσιώσεως. Βάζουν στη ζυγαριά κάποιες μικροζημιές με το γενικό «γυψάρισμα» μιας πόλης και μιας μεγάλης διαδήλωσης.
Μ’ αυτή την ιδεολογική ηγεμονία εξασφαλισμένη, ο Πολύδωρας διέταξε την εφαρμογή του δόγματος της «μηδενικής ανοχής». Και θα κατήγαγε μεγάλη επιτυχία, αν δεν του τα χάλαγαν οι ασφαλίτες της Θεσσαλονίκης. Γιατί τι θα είχε μείνει; Το ότι δεν έγιναν εκτεταμένα επεισόδια, δεν έσπασε καμιά βιτρίνα και αυτό χάρη στην προληπτική δράση των μπάτσων. Και πάλι, όμως, έτσι όπως διεξάγεται η συζήτηση για τα της Θεσσαλονίκης και με τις διορθωτικές κινήσεις που αναγκάστηκε με καθυστέρηση να κάνει η κυβέρνηση, τα τεράστια ζητήματα που άνοιξαν στις 17 Νοέμβρη παραμένουν ανοιχτά.
Τεράστιο πολιτικό ζήτημα
Για μας υπάρχει ένα τεράστιο πολιτικό ζήτημα που αφορά κάθε συλλογικότητα και κάθε άτομο που θέλει πραγματικά ν’ αντισταθεί στην καπιταλιστική βαρβαρότητα (συνολικά ή σε επιμέρους όψεις της). Μπορεί να αποδεχόμαστε να εξελίσσονται πορείες και μάλιστα πορείες μαζικές με ομάδες ασφαλιτών να περιφέρονται προκλητικά μέσα στα μπλοκ και με τα ΜΑΤ να αποκόβουν κατά το δοκούν τη ροή τους, ζώνοντας τμήματα της πορείας και ξυλοκοπώντας όσους έχουν σταμπάρει, ακόμα και χωρίς καμιά αφορμή από τη μεριά τους;
Αυτό είναι ένα πρακτικό ερώτημα που σηκώνει μόνο πρακτικές απαντήσεις. Δυστυχώς, στην πορεία του Πολυτεχνείου κυριάρχησαν από τη μια η συμπαιγνία των ηθικών αυτουργών και από την άλλη ο στρουθοκαμηλισμός. Η πορεία δεν έπρεπε να ξεκινήσει αν τα ΜΑΤ δεν απομακρύνονταν εντελώς από τον ορίζοντα των διαδηλωτών. Η πορεία έπρεπε να σταματήσει, όταν έγινε γνωστό ότι τα ΜΑΤ έζωσαν προκλητικά τμήματά της και τα πήγαιναν «κωλοφεράτζα» βρίζοντας και προκαλώντας και αναζητώντας την κατάλληλη συγκυρία για να τα λιανίσουν. Και όμως η πορεία δεν σταμάτησε. Λες και κάθε κομμάτι της ενδιαφερόταν μόνο για τη δική του ασφάλεια (δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που εμφανίστηκαν οι γνωστές «αλυσίδες», που απαγόρευαν στους κυνηγημένους να βρουν καταφύγιο), αδιαφορώντας για όσα υφίσταντο άλλοι. Η πορεία ξεκίνησε, μολονότι ήταν γνωστό ότι τα γραφεία μιας συλλογικότητας ήταν πολιορκημένα από τα ΜΑΤ και όσοι βρίσκονταν εκεί ήταν αιχμάλωτοι.
Αν αυτό παγιωθεί, τότε θα γυρίσουμε σε πολύ παλιότερες εποχές. Τότε θα κάνουμε πορείες όταν θέλει η Αστυνομία, όπου θέλει η Αστυνομία και με τον τρόπο που θα υπαγορεύει η Αστυνομία. Είναι αφελής όποιος πιστεύει πως όσα έγιναν στις 17 Νοέμβρη είναι άσχετα από την απόπειρα του καλοκαιριού να τεθούν οι διαδηλώσεις υπό αστυνομική επιτήρηση-απαγόρευση (κατά τα πρότυπα των αλήστου μνήμης Μπάλκου-Καραθανάση) ή από την άγρια καταστολή των διαδηλώσεων των φοιτητών, των δασκάλων, των συμβασιούχων (για να θυμηθούμε μόνο γεγονότα των τελευταίων μηνών). Οσοι τηρούν στάση Πόντιου Πιλάτου, σηκώνοντας αδιάφορα τους ώμους επειδή αυτού του είδους η καταστολή στρέφεται κυρίως ενάντια σε τμήματα του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού χώρου, ή δεν έχουν καταλάβει τι γίνεται, τι διακυβεύεται, ή είναι αποφασισμένοι να κινηθούν στα όρια της αστικής νομιμότητας, υποτασσόμενοι σ’ αυτό που ο αστικός κόσμος βάζει μπροστά μας.
Αν μια τηλεοπτική κάμερα δεν είχε καταγράψει το πρώτο μέρος του λιντσαρίσματος του Κύπριου σπουδαστή από ασφαλίτες, αν μια ομάδα πανεπιστημιακών που περνούσε τυχαία από το σημείο δεν είχε γίνει μάρτυρας του δεύτερου μέρους του λιντσαρίσματος, πού θα βρισκόμασταν τώρα;
Ο νεαρός σπουδαστής θα ήταν κατηγορούμενος με το μισό ποινικό κώδικα στην πλάτη του, ο τραυματισμός του θα αποδιδόταν σε πέσιμο στη ζαρντινιέρα και στο μηχανάκι και ο Πολύδωρας θα εξακολουθούσε να μοιράζει συγχαρητήρια στους μπάτσους για το έργο τους.
Τι νόημα έχουν, λοιπόν, τα όσα ακολούθησαν με καθυστέρηση πέντε ημερών; Η συγνώμη του Ρουσόπουλου και οι μεταθέσεις κάποιων μπάτσων; Πρόκειται για καθαρά υποκριτικές κινήσεις, που έτσι όπως έγιναν αποτελούν κλείσιμο του ματιού προς τους μπάτσους: «μην ανησυχείτε, εμείς είμαστε πάντα μαζί σας».
Αλλωστε, όπως δήλωσε ο Ρουσόπουλος, ο Πολύδωρας χαίρει της απολύτου εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού!