Την Παρασκευή, 8 Μαΐου, ψηφίστηκε το νομοσχέδιο που επιφέρει καίριες αλλαγές στη νομοθεσία σχετικά με τους πρόσφυγες (έχει ήδη δημοσιευτεί στο ΦΕΚ 96Α/12.5.2020). Oπως είχαμε γράψει και σε ρεπορτάζ στις 14 Απριλίου (Σχέδιο νόμου για προσφυγικό: «Αίτηση – απόρριψη – απέλαση»), με βάση τα όσα είχαν ήδη κυκλοφορήσει για τις μεταρρυθμίσεις που εκκολάπτονταν, η γραμμή της κυβέρνησης ήταν να διενεργείται ουσιαστικά η διαδικασία του ασύλου μόνο για το θεαθήναι και να μετατραπεί επί της ουσίας σε διαδικασία παραγωγής απορριπτικών αποφάσεων. Ενα «εργοστάσιο» που θα λύνει τα χέρια της κυβέρνησης για να διώχνει σωρηδόν τους πρόσφυγες έξω από τη χώρα.
Τα ζητήματα που ανακύπτουν από το νέο νομοσχέδιο είναι πολλά και πολυεπίπεδα. Η κυβέρνηση έστησε ένα μηχανισμό που βάζει διαρκώς «τρικλοποδιές» με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. Ξεκινώντας από την παντελή υποτίμηση του ρόλου της πραγματικής επικοινωνίας με έναν πρόσφυγα, ο οποίος δε γνωρίζει τη γλώσσα (είναι χαρακτηριστική η χρήση της φράσης «σε γλώσσα που ευλόγως κατανοεί» σε όλες τις σχετικές διατάξεις, ακόμα και στο πρώιμο στάδιο της καταγραφής των προσωπικών στοιχείων), περνώντας στη «συμπίεση» των προθεσμιών προκειμένου να εκδοθούν αποφάσεις σε πρώτο και δεύτερο βαθμό ακόμα πιο γρήγορα (και στην ουσία πιο πρόχειρα, χωρίς έρευνα και επαρκή αιτιολόγηση) και καταλήγοντας στις αποφάσεις για απελάσεις και «επιστροφές» το συντομότερο δυνατό.
Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, που αφορά το σύνολο των αιτούντων, μπαίνουν ωστόσο και διατάξεις για ιδιαίτερες ομάδες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ανήλικοι πρόσφυγες. Με το παλιό νομοθετικό καθεστώς, ένας πρόσφυγας θεωρούνταν ανήλικος (και άρα λογιζόταν ως ευάλωτη ομάδα) μέχρι την έκδοση του ιατρικού πορίσματος για την ηλικία του. Πλέον, αυτή η ρύθμιση αντικαθίσταται και ισχύει το αντίθετο: ο πρόσφυγας θεωρείται ενήλικος μέχρι να διαπιστωθεί ότι είναι ανήλικος! Αυτό, φυσικά, δεν είναι ένα απλό ηλικιακό νούμερο που θα αναγραφεί στο έγγραφο του πρόσφυγα, αλλά αντίθετα μια ουσιαστικότατης σημασίας συνθήκη που θα του επιτρέψει π.χ. να αιτηθεί επανένωση με την οικογένειά του σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα (είναι εξαιρετικά θολό κατά πόσο θα επηρεάζεται ή όχι) ή να αιτηθεί διαμονή σε δομή φιλοξενίας ανηλίκων (ειδικά αν πρόκειται για ασυνόδευτο παιδί).
Ακόμα ένα σημαντικό στοιχείο που αλλάζει με το νέο νόμο είναι το καθεστώς των επιδόσεων αποφάσεων. Δεδομένου ότι ο αιτών διεθνούς προστασίας, μετά τη διενέργεια της συνέντευξής του σε πρώτο βαθμό, θα χρειαστεί να λάβει γνώση της απόφασης, ώστε να προχωρήσει στην άσκηση προσφυγής και εξέτασης της υπόθεσής του σε δεύτερο πλέον βαθμό (διαδικασία που πολλές φορές συναντά εμπόδια λόγω της αδυναμίας σταθερής επικοινωνίας των υπηρεσιών με τους πρόσφυγες), η κυβέρνηση αποφάσισε να ρυθμίσει «ρηξικέλευθα» το θέμα. Πάντα με γνώμονα την άμεση έκδοση (απορριπτικών) αποφάσεων. Γιατί ποια άλλη αξία θα έχει η πρεμούρα για επίδοση ακόμα και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή μέσω ειδικής εφαρμογής της Υπηρεσίας Ασύλου; Κι ακόμα περισσότερο, ποια άλλη αξία έχει η ρύθμιση, ότι η επίδοση θα θεωρείται ότι έγινε νομίμως μετά την παρέλευση 48 ωρών από την ηλεκτρονική αποστολή της; Κάπως έτσι, το βασικό στάδιο της λήψης γνώσης της απόφασης σε πρώτο βαθμό (ίσως του πιο σημαντικού, μιας και ο πρόσφυγας παρίσταται ο ίδιος και λέει τους λόγους για τους οποίους ζητά να προστατευθεί στη χώρα) και περαιτέρω της έναρξης της προθεσμίας για εμπρόθεσμη άσκηση προσφυγής πετιέται στα σκουπίδια και καταλήγει να είναι διακοσμητικό.
Οπως είναι λογικό, όλη αυτή η κυβερνητική ζέση για επιτάχυνση των διαδικασιών δεν αφήνει ανέγγιχτους και τους ανθρώπους που εργάζονται κοντά στους πρόσφυγες και κυρίως τους συμβασιούχους της Υπηρεσίας Ασύλου, οι οποίοι κατέβηκαν σε απεργία διαρκείας από τις 23 Απριλίου και οι οποίοι τη μέρα της ψηφοφορίας βρίσκονταν έξω απ’ τη Βουλή, μαζί με άλλους εργαζόμενους στον τομέα του Προσφυγικού, σε παράσταση διαμαρτυρίας. Με τα κενά σε προσωπικό να είναι κάτι περισσότερο από εμφανή στα περιφερειακά Γραφεία Ασύλου της χώρας, το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου λογαριάζει να θριαμβολογήσει για τις απορρίψεις που θα μοιράζει στους πρόσφυγες, ενώ ταυτόχρονα όχι απλώς δεν προβαίνει σε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, αλλά απολύει!
Κλείνουμε τονίζοντας ένα πράγμα: όσο πιο δυσχερείς κάνει τις συνθήκες το υπουργείο και η κυβέρνηση τόσο θα πρέπει να ετοιμάζεται να δεχτεί τις συνέπειες. Με τις υπάρχουσες άθλιες συνθήκες διαβίωσης στις πάσης φύσεως δομές (που έγιναν ακόμα χειρότερες την περίοδο της πανδημίας) και με εξαντλημένους εργαζόμενους δε θα έχει πια σημασία αν είσαι πρόσφυγας ή ντόπιος. Γιατί θα είσαι αντιμέτωπος με τον ίδιο εχθρό.
ΥΓ. Σε ανακοίνωσή του στις 10 Μάη, το Σωματείο Εργαζομένων Συμβασιούχων της Υπηρεσίας Ασύλου (ΣΕΣΥΑ) αναφέρει ότι «ολοκληρώνει τον πρώτο κύκλο κινητοποιήσεών του, έχοντας κερδίσει την ενότητα των εργαζομένων συμβασιούχων και δίνοντας τη δυνατότητα η φωνή τους να ακουστεί, όχι μόνο στο υπουργείο αλλά και ευρύτερα. Εν αναμονή της συνάντησης της επόμενης εβδομάδας με τον Υπουργό κ. Μηταράκη και ελπίζοντας ότι επιτέλους τα υποτιθέμενα κωλύματα θα αρθούν, δηλώνουμε με σαφήνεια ότι, εάν οι συνάδελφοί μας δεν επιστρέψουν στις θέσεις τους, θα μας βρουν ξανά μπροστά τους. Στον αγώνα μας αυτό καλούμε το σύνολο των εργαζομένων στο χώρο του προσφυγικού αλλά και εν γένει να σταθούν στο πλάι μας.
Προχωράμε σε:
Στάση εργασίας την ημέρα συνάντησης με τον Υπουργό κ. Μηταράκη και παράσταση διαμαρτυρίας στο χώρο του Υπουργείου.
Εικοσιτετράωρη Απεργία στις 18 Μαΐου, ημέρα επαναλειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου.
Ο αγώνας μας συνεχίζεται μέχρι τη δικαίωση και επιστροφή των συναδέλφων μας στις θέσεις τους. Καμία/Κανείς δεν περισσεύει».