Σήμερα είναι η επέτειος των σφαγών τουρκοκύπριων αμάχων σε τρία χωριά της επαρχίας Αμμοχώστου και ένα χωριό της επαρχίας Λάρνακα. Μιλάμε για 204 έως 210 νεκρούς αμάχους Τουρκοκύπριους, που δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ από φασιστοκατσαπλιάδες της ΕΟΚΑ Β’, οι οποίοι στη συνέχεια προσπάθησαν να σβήσουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους.
Η Μαράθα, ο Σανταλάρης και η Αλόα ήταν τρία μικρά αμιγώς τουρκοκυπριακά χωριά, βόρεια της Αμμοχώστου, με πληθυσμό (1973) 124, 100 και 46 κατοίκων αντίστοιχα. Τον Ιούλη του 1974, μετά το χουντικό πραξικόπημα κατά του Μακάριου και την πρώτη τουρκική εισβολή στο νησί, άντρες της ΕΟΚΑ Β’ συνέλαβαν όλους τους Τουρκοκύπριους στρατεύσιμης ηλικίας των τριών χωριών και τους μετέφεραν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, πρώτα στην Αμμόχωστο και μετά στη Λεμεσσό (γήπεδο ΓΣΟ).
Τα γυναικόπαιδα τα συγκέντρωσαν στο σχολείο του διπλανού ελληνοκυπριακού χωριού Περιστερωνοπηγή. Αναφέρονται καθημερινοί βιασμοί κοριτσιών, γυναικών και αγοριών από τις 21 Ιούλη μέχρι τις 14 Αυγούστου. Ο δημοσιογράφος Ανδρέας Παράσχος αναφέρει πως οι δράστες κόμπαζαν στον καφενέ του χωριού και καλούσαν συγχωριανούς να βιάσουν Τουρκοκύπριες, ενώ αργότερα βίασαν και παιδιά!
Στις 14 Αυγούστου του 1974 ξεκίνησε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής («Αττίλας 2»). Οι Εοκαβίτες αποφάσισαν να μην αφήσουν «τούρκικο ρουθούνι ζωντανό». Εκτέλεσαν όλο τον πληθυσμό που βρισκόταν στα τουρκοκυποριακά χωριά. Συγκεκριμένα, 89 (ή 84) άτομα από τη Μαράθα και τον Σανταλάρη και 37 από την Αλόα, ανάμεσά τους παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένους.
Προσπαθώντας να εξαφανίσουν τα ίχνη της σφαγής, έκαψαν τα πτώματα και τα έθαψαν με εκσκαφέα σε σκουπιδότοπο! Οι κάτοικοι των τριών χωριών κηρύχτηκαν αγνοούμενοι. Μάταια ο τουρκικός στρατός κατοχής έψαχνε να βρει τους νεκρούς, ώσπου την 1η Σεπτέμβρη ένα παιδί, καθώς έψαχνε στον σκουπιδότοπο της Μαράθας, είδε ένα ανθρώπινο μέλος ανάμεσα στα σκουπίδια. Σε λίγο είχε ανακαλυφτεί ο ομαδικός τάφος.
Στις 3 Σεπτέμβρη, ο τουρκικός στρατός κατοχής και σουηδοί κυανόκρανοι του ΟΗΕ έκαναν την εκταφή. Οι σοροί ήταν σε μαύρο χάλι. Ο Κιαμίλ Μερίτς, κάτοικος της Μαράθας, δήλωσε ότι στον τάφο βρέθηκε η γυναίκα του «να κρατά το μικρότερο παιδί μας, 18 μηνών, και το μωρό μου είχε σαράντα σφαίρες στο σώμα του»!
Ο ΟΗΕ χαρακτήρισε τη σφαγή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και η αποκάλυψη του ομαδικού τάφου των εκτελεσθέντων απασχόλησε το διεθνή αστικό Τύπο της εποχής. Το τουρκικό καθεστώς προσπάθησε να «ισοφαρίσει» τα δικά του εγκλήματα.
Το ειδεχθές αυτό έγκλημα ενταφιάστηκε «για εθνικούς λόγους» σε Κύπρο και Ελλάδα, αφού προηγουμένως έγινε μια κακοσχεδιασμένη προβοκάτσια: ένας έλληνας δημοσιογράφος άφησε ένα μενταγιόν στη σορό μιας νεαρής γυναίκας, τραβήχτηκε φωτογραφία και έγινε απόπειρα να υποστηριχτεί ότι «εις Ελληνας ανήκουν μάλλον τα πτώματα τάφου εις Μάραθαν». Αργότερα, η προβοκάτσια αποκαλύφτηκε. Το ίδιο το ΡΙΚ αναγκάστηκε να αναφέρει πως «ίσως να ήταν μία επιπόλαιη ενέργεια της στιγμής, που επέφερε αρνητικό αποτέλεσμα».
Τον Αύγουστο του 2009, η τουρκοκυπριακή εφημερίδα Volkan δημοσίευσε ονόματα 15 Ελληνοκυπρίων, κατοίκων των χωριών Περιστερώνας και Πηγή, κατονομάζοντάς τους ως δράστες της σφαγής. Διατάχτηκε έρευνα, ο φάκελος πήγαινε και ερχόταν μεταξύ εισαγγελίας και αστυνομίας, καμία δίωξη δεν ασκήθηκε.
Την ίδια μέρα (14 Αυγούστου του 1974), μια άλλη σφαγή έγινε στο χωριό Τόχνη της επαρχίας Λάρνακας. Εοκαβίτες και μπάτσοι συνέλαβαν 83 ή 84 Τουρκοκύπριους, συμπεριλαμβανόμενων και ανήλικων αγοριών (άνω των 13 ετών). Τους κράτησαν για ένα βράδυ στο ελληνικό σχολείο και μετά τους φόρτωσαν σε λεωφορεία και τους γάζωσαν με αυτόματα σε τοποθεσία κοντά στην Παλώδια, αποτελειώνοντάς τους με χαριστικές βολές.
Επέζησε ένας, ο 19χρονος τότε Σουάτ Καφαντάρ, ο οποίος διηγήθηκε πώς έγινε η σφαγή. Ο Καφαντάρ ανέφερε πως όσο ήταν κρατούμενοι στο σχολείο, συνάντησαν ελλαδίτη αξιωματικό ο οποίος τους διαβεβαίωσε ότι ήταν αιχμάλωτοι του στρατού και τους καθησύχασε λέγοντάς τους πως «στον στρατό, δεν υπάρχει κακομεταχείριση των αιχμαλώτων».
Και αυτό το έγκλημα έμεινε ατιμώρητο. Μέχρι τον Μάρτη του 2014, η Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων είχε καταφέρει να ταυτοποιήσει τα οστά 46 από τα θύματα. Οταν στις 16 Αυγούστου του 2016, η Ερατώ Κοζάκου-Μαρκουλλή, διπλωμάτης καριέρας που διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών επί προεδρίας Τάσσου Παπαδόπουλου και επί προεδρίας Δημήτρη Χριστόφια, ζήτησε δημόσια συγγνώμη από την τουρκοκυπριακή κοινότητα με ανάρτησή της σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, ξέσπασε σάλος από το εθνικιστικό σκυλολόι της Κύπρου. Κατά την άποψη των εθνικιστών, τα εγκλήματα των φασισταριών της ΕΟΚΑ Β’ και των χουντικών αξιωματικών κατά Τουρκοκυπρίων πρέπει να ενταφιαστούν και να αναφέρονται μόνο τα εγκλήματα του τουρκικού στρατού και των τουρκοκύπριων φασιστών κατά Ελληνοκυπρίων.
Λαός χωρίς μνήμη είναι λαός χωρίς μέλλον. Η ρήση ταιριάζει γάντι σ’ εκείνους που ανέχονται το θάψιμο τέτοιων ειδεχθών εγκλημάτων στο όνομα «εθνικών αναγκών».