Αν τον Δεκέμβριο του 1944 (του οποίου χθες ήταν η επέτειος) είχαμε τίποτα κωλοφεράντζες απέναντι στους κομμουνιστές, αν δεν υπήρχαν ο Τσόρτσιλ, ο Παπανδρέου και μετά ο Πλαστήρας, αν είχαμε ανήσυχους ναυάρχους κι όχι άγγλους στρατηγούς μαζί με τον (σωστό) Τσακαλώτο, η Αθήνα θα είχε σαλπάρει για Τίρανα. Κι αν η Ουκρανία δεν πολεμούσε με τον ηρωισμό που όλοι της αναγνωρίζουν, ο Πούτιν θα έκοβε σήμερα βόλτες με την Μποφίλιου στο Λονδίνο.
Ι.Κ. Πρετεντέρης
(Ας αφήσουμε τη Μποφίλιου, η αναφορά στην οποία είναι ένα ακόμη δείγμα χολερικής πρετεντέρειας δημοσιογραφίας. Ο ωμός, απροκάλυπτος, εμετικός αντικομμουνισμός, γνωστό ιδίωμα του εν λόγω, φτάνει σε άλλα επίπεδα. Σαν αυτά που είχε φτάσει το Συγκρότημα Λαμπράκη στη διάρκεια της ναζιφασιστικής κατοχής, για τα οποία έγραψε αναλυτικά χθες η εφημερίδα μας. Ο Πρετεντέρης διανύει όλο το φάσμα του ραγιαδισμού και της ξενοδουλείας. Από τον Τσόρτσιλ, που ξέροντας ότι ο ελληνικός λαός είναι με το ΕΑΜ, είχε τηλεγραφήσει στον Σκόμπι δίνοντάς του εντολή να συμπεριφέρονται στην απελευθερωμένη Ελλάδα σαν να είναι χώρα υπό κατοχή, μέχρι τον Παπανδρέου, τον απόντα από την αντικατοχική Αντίσταση, τον δοτό πρωθυπουργό, που τον κουβάλησαν οι Βρετανοί για να νομιμοποιήσει το αντι-εαμικό όργιό τους με στόχο μια δεύτερη κατοχή της χώρας. Και μέχρι τον Πλαστήρα. Γιατί ειδική αναφορά σ’ αυτόν; Γιατί ήταν αυτός που διέταξε την εκτέλεση του Μπελογιάννη, ενός κομμουνιστή-σύμβολο, που για τη σωτηρία του, για να σταματήσουν οι εκτελέσεις αγωνιστών από το αμερικανόδουλο μοναρχοφασιστικό καθεστώς, είχε ξεσηκωθεί όλος ο προοδευτικός κόσμος, στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Ασία. Από μια άποψη καλύτερα. Οταν οι Πρετεντέρηδες λυσσάνε, διευκολύνεται η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας. Πριν από 14 χρόνια, η εξεγερμένη νεολαία, μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, φώναζε στους δρόμους συνθήματα με το όνομα του Πρετεντέρη. Την οδηγούσε το αλάνθαστο κριτήριο που αναπτύσσεται σε συνθήκες εξέγερσης και κοινωνικής πόλωσης. Τον εχθρό απέναντι τον βλέπεις καθαρά)