O Γιτζάκ Κρόιζερ, βουλευτής του ανοιχτά φασιστικού κόμματος Otzma Yehudit (Εβραϊκή Δύναμη), του οποίου ηγείται ο διαβόητος Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ, ηγείται εκστρατείας για την απομάκρυνση του τάφου του σεΐχη Ιζεντίν αλ-Κασάμ από το κοιμητήριο Κασάμ στην περιοχή του χωριού Μπάλαντ αλ-Σέιχ της Χάιφα, το οποίο έχει καταστραφεί για να χτιστεί ο σιωνιστικός εποικισμός Νέσερ.
Ο Κρόιζερ επισκέφτηκε το κοιμητήριο την περασμένη εβδομάδα και δήλωσε ότι «ο τάφος έχει γίνει ιερός τόπος για υποστηρικτές της τρομοκρατίας» και γι’ αυτό πρέπει να αναληφθεί «άμεση δράση» για την απομάκρυνσή του. «Ηρθε η ώρα να αφαιρεθεί αυτός ο τάφος από τη γη μας. Δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει μνημείο για έναν μαζικό δολοφόνο εντός των συνόρων του Ισραήλ», δήλωσε το σιωναζιστικό γουρούνι. Αποκάλυψε, δε, ότι σκέφτεται να καταθέσει νομοσχέδιο που θα επιτρέπει την απομάκρυνση των τάφων όσων το Ισραήλ θεωρεί «δολοφόνους».
Ο Ρόι Λεβί, δήμαρχος της Νέσερ, υποστήριξε την πρωτοβουλία Κρόιζερ λέγοντας: «Θα είμαστε πολύ ευτυχείς αν συμβεί αυτό. Αν καταφέρει να μεταφέρει τον τάφο από την πόλη, θα τον στηρίξουμε. Αν το αποφασίσει η Κνεσέτ, θα είμαστε επίσης χαρούμενοι».
Ο σεΐχης Ιζεντίν Αλ-Κασάμ βρίσκεται θαμμένος εκεί επί 90 χρόνια. Πολύ πριν από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, καθώς δολοφονήθηκε από τους βρετανούς αποικιοκράτες στις 20 Νοέμβρη του 1935.
Ηταν αυτός που πρώτος έβαλε τα θεμέλια της επανάστασης του παλαιστινιακού λαού ενάντια στη βρετανική κατοχή και το σιωνιστικό σχέδιο εποικισμού που αυτή προωθούσε. Γι’ αυτό και τιμάται από όλο τον παλαιστινιακό πολιτικό κόσμο. Ο μαρξιστής συγγραφέας και δημοσιογράφος Γασάν Καναφάνι, ηγετικό στέλεχος του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε στη σημασία του έργου του σεΐχη Αλ-Κασάμ στην εθνική αφύπνιση των Παλαιστίνιων, που οδήγησε στη Μεγάλη Παλαιστινιακή Εξέγερση του 1936-1939. Η Χαμάς ονόμασε το ένοπλο σκέλος της Ταξιαρχίες του Μάρτυρα Ιζεντίν Αλ-Κασάμ, προς τιμήν του πρωτεργάτη της ένοπλης αντίστασης.
Γεννημένος στη Συρία τον Δεκέμβρη του 1882, ο Αλ-Κασάμ σπούδασε στην Ισταμπούλ και το Κάιρο και πρέσβευε τις ιδέες του πολιτικού Ισλάμ. Ενός Ισλάμ μεταρρυθμιστικού, που θα εγκατέλειπε την αποστέωση και την πρόσδεση στις κυρίαρχες τάξεις, θα δενόταν με τα φτωχά στρώματα του αραβικού πληθυσμού και θα στρεφόταν ενάντια στην αποικιοκρατία διεξάγοντας ιερό αγώνα (τζιχάντ) απελευθέρωσης.
Οταν ξέσπασε ο απελευθερωτικός πόλεμος στη Λιβύη ενάντια στην ιταλική εισβολή, το 1911, άρχισε να συγκεντρώνει χρήματα και να τα στέλνει στους επαναστάτες. Στη συνέχεια, άρχισε να στρατολογεί εθελοντές (με τον όρο να έχουν προηγούμενη στρατιωτική εκπαίδευση στον οθωμανικό στρατό) για να πολεμήσουν στο πλευρό των λίβυων ανταρτών. Εφτιαξε, μάλιστα, και ξενώνα, στον οποίο δια φιλοξενούνταν οι οικογένειές τους, όσο οι εθελοντές θα βρίσκοταν στο μέτωπο.
Τα χρήματα που δεν μπόρεσε να στείλει στη Λιβύη, όπως δεν μπόρεσε να στείλει και τους εθελοντές που είχε στρατολογήσει, ο Αλ-Κασάμ τα χρησιμοποίησε για να οργανώσει ένοπλο τμήμα και να πολεμήσει τους γάλλους αποικιοκράτες που είχαν διαδεχτεί τους Οθωμανούς στη Συρία. Οι Γάλλοι προσέγγισαν τους σύριους φεουδάρχες που άρχισαν να συνεργάζονται μαζί τους με σκοπό να απομονώσουν τους αντάρτες. Μετά την ήττα τους στο Αλέπο (Χαλέπι), ο Αλ-Κασάμ και αρκετοί από τους αντάρτες του κατάφεραν να φτάσουν με καΐκια στην Ταρτούς και από εκεί να περάσουν κυνηγημένοι στην υπό βρετανική διοίκηση Παλαιστίνη.
Ο Αλ-Κασάμ εγκαταστάθηκε στη Χάιφα, όπου άρχισε να διδάσκει σε Ισλαμικό Ινστιτούτο. Σύντομα, όμως, προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των διοικούντων τα ισλαμικά ιδρύματα, λόγω του μεταρρυθμιστικού του πνεύματος και επειδή ήθελε να μορφώσει τους φτωχούς. Ιδρυσε ένα νυχτερινό σχολείο για ανειδίκευτους εργάτες και έκανε και νυχτερινά κηρύγματα στο τζαμί. Μάζευε τους εργάτες γυρίζοντας στους δρόμους, στα μπορντέλα του λιμανιού και στα χασισοποτεία. Αυτοί οι εργάτες ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία κατεστραμμένοι αγρότες, που δεν είχαν δική τους γη και τη γη που νοίκιαζαν προηγούμενα τους την άρπαξε το Εβραϊκό Εθνικό Ταμείο.
Ο Αλ-Κασάμ άρχισε να γίνεται δημοφιλής ανάμεσα στη φτωχολογιά της βόρειας Παλαιστίνης. Οταν έγινε ληξίαρχος γάμων στο θρησκευτικό δικαστήριο της Χάιφα, απέκτησε τη δυνατότητα να περιοδεύει στα χωριά, όπου παρακινούσε τους φτωχούς αγρότες να δημιουργήσουν συνεταιρισμούς.
Ως πρόεδρος της Ένωσης Νέων Μουσουλμάνων στη Χάιφα ανέπτυξε σχέσεις με τα αστικά κόμματα της Παλαιστίνης. Ιδιαίτερα με τον Ρασίντ αλ-Χατζ Ιμπραήμ, ηγέτη του Κόμματος της Ανεξαρτησίας στη Χάιφα. Ενας μουσουλμάνος και ένας κοσμικός συνέκλιναν στην κοινή άποψη ότι ο αγώνας ενάντια στη βρετανική αποικιοκρατία είναι αδιαχώριστος από τον αγώνα ενάντια στη σιωνιστική επέκταση. Αυτές οι σχέσεις επέτρεψαν στον Αλ-Κασάμ να συγκεντρώνει χρήματα από πλούσιους, με τα οποία χρηματοδοτούσε τις δραστηριότητές του για τους εργάτες της Χάιφα και τους φτωχούς αγρότες της βόρειας Παλαιστίνης.
Το 1930-31 ο Αλ-Κασάμ είχε καταφέρει να δημιουργήσει μια ισχυρή οργάνωση, η οποία ήταν δομημένη σε ομόκεντρους κύκλους για λόγους συνωμοτικότητας. Ολα τα μέλη της ήταν εργάτες και φτωχοί αγρότες. Αυτή η οργάνωση άρχισε ένοπλες ενέργειες και έγινε γνωστή σαν Μαύρο Χέρι. Ο Αλ-Κασάμ θεωρούσε πρόωρο να ξεκινήσουν με ένοπλες ενέργειες, λέγεται όμως πως επικράτησε η τακτική του συντρόφου του Αμπού Ιμπραήμ αλ-Καμπίρ. Αυτό δεν είναι επιβεβαιωμένο.
Επιβεβαιωμένο είναι ότι οι μαχητές του Αλ-Κασάμ εκπαιδεύονταν στρατιωτικά και ήταν οργανωμένοι σε μικρούς πυρήνες, ο καθένας εκ των οποίων διέθετε όπλα και εκρηκτικά. Οταν τον Οκτώβρη του 1935 πιάστηκε στο λιμάνι της Γιάφα (σημερινό σιωνιστικό Τελ Αβίβ) ένα φορτίο με όπλα από το Βέλγιο, που προορίζονταν για τη σιωνιστική τρομοκρατική οργάνωση Χαγκάνα, το ποτήρι ξεχείλισε και ο Αλ-Κασάμ αποφάσισε να ξεκινήσει ένοπλη εξέγερση.
Οι βρετανοί αποικιοκράτες ρίχτηκαν στο κυνήγι του αντάρτη σεΐχη και με τη βοήθεια της δωσιλογικής παλαιστινιακής αστυνομίας επέβαλαν σκληρή τρομοκρατία. Εχοντας περάσει στην παρανομία, ο Αλ-Κασάμ και δώδεκα συμμαχητές του κατάφεραν να περάσουν νοτιότερα, προς τη σημερινή Δυτική Οχθη. Πέρασαν δέκα μέρες στους λόφους ανάμεσα στη Τζενίν και τη Νάμπλους, μετακινούμενοι συνεχώς. Οι κάτοικοι των χωριών φρόντιζαν να τους δίνουν τροφή και καταφύγιο. Ο κλοιός, όμως, έσφιγγε συνεχώς και οι Βρετανοί, μαζί με την προδοτική παλαιστινιακή αστυνομία, κατάφεραν να τους περικυκλώσουν σε μια σπηλιά κοντά στο χωριό Σεΐχ Ζαΐντ.
Ο αμερικανός ιστορικός Αμπντάλα Σλάιφερ περιγράφει πως πριν από την ύστατη μάχη ο σεΐχης Αλ-Κασάμ κάλεσε τους συμμαχητές του να πεθάνουν ως μάρτυρες και αμέσως άνοιξε πυρ. Από την ανταλλαγή πυρών σκοτώθηκε ο Ιζεντίν Αλ-Κασάμ (μια σφαίρα τον βρήκε στο μέτωπο) και τρεις από τους αντάρτες. Πέντε τραυματίστηκαν και συνελήφθησαν.
Η κηδεία του ήταν ένα ηχηρό χαστούκι στους αποικιοκράτες, τους σιωνιστές και τους παλαιστίνιους φεουδάρχες και θρησκευτικούς ηγέτες. Χιλιάδες λαού, εργάτες, φτωχοί αγρότες, νέοι από μικροαστικά, ακόμα και από πατριωτικά αστικά στρώματα έσπασαν την αστυνομική απαγόρευση και συνόδευσαν τις σορούς του σεΐχη και των συντρόφων του, συγκλονισμένοι από το επαναστατικό μήνυμά του: λευτεριά ή μαρτυρικός θάνατος.
Η κηδεία του ήταν η μεγαλύτερη πολιτική συγκέντρωση που είχε γίνει ως τότε στη βρετανοκρατούμενη Παλαιστίνη. Οι σοροί του Αλ-Κασάμ και των συντρόφων του ήταν σκεπασμένες με τις σημαίες της Υεμένης, της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράκ, των μόνων ανεξάρτητων αραβικών χωρών εκείνη τη στιγμή. Ακόμα και τα κόμματα της εθνικής αστικής τάξης χαρακτήρισαν τον σεΐχη Ιζεντίν Αλ-Κασάμ σύμβολο της αντίστασης.
Απεργίες έγιναν στη Χάιφα, στη Γιάφα, στη Νάμπλους και σε άλλες παλαιστινιακές αλλά και συριακές πόλεις. Ενα επιτάφιο επίγραμμα, δημοσιευμένο στην αιγυπτιακή Αλ-Αχράμ στις 22 Νοέμβρη του 1935, απέδωσε με τον καλύτερο τρόπο τη σημασία του θανάτου του Ιζεντίν Αλ-Κασάμ:
«Σε άκουσα να κηρύττεις ψηλά από τον άμβωνα, καλώντας το σπαθί… Με το θάνατό σου έγινες πιο εύγλωττος απ’ όσο ήσουν ποτέ στη ζωή σου».
Να γιατί οι σιωναζιστές θέλουν να καταστρέψουν, να εξαφανίσουν τον τάφο του σεΐχη Ιζεντίν Αλ-Κασάμ. Για πάρα πολλούς από εμάς στη Δύση είναι απλά ένα αραβικό όνομα που το γνωρίζουμε από τον τίτλο της ένοπλης πτέρυγας της Χαμάς. Για τους Παλαιστίνιους, όμως, ανεξάρτητα από θρησκευτικές πεποιθήσεις, ιδεολογία και πολιτικό προσανατολισμό, είναι ένα σύμβολο της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης. Γι’ αυτό και κάποιοι σκεπτόμενοι σιωνιστές χτυπάνε καμπανάκι κινδύνου: «η εξαφάνιση του ταφικού μνημείου του Αλ-Κασάμ μπορεί να προκαλέσει τρίτη Ιντιφάντα».