Ο Βλαντιμίρ Λένιν, στο μνημειώδες έργο του Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, είχε σημειώσει το φαινόμενο της ρεφορμιστικής διαφθοράς του προλεταριάτου των ιμπεριαλιστικών χωρών. Αν θέλει ν’ αναλύσει κανείς σε βάθος το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών της περασμένης Κυριακής, απ’ αυτό θα έπρεπε να ξεκινήσει και όχι από την αριθμολογία.
Η αριθμολογία είναι πλέον σαφής:
- Πρώτο κόμμα η συμμαχία Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών, αλλά χωρίς το 30%+ που τους έδιναν οι δημοσκοπήσεις. Ενα ταπεινό 28,5% έγραψε το αποτέλεσμα, μόλις τέσσερις μονάδες πάνω από το 2021, το δεύτερο χειρότερο ποσοστό της παραδοσιακής Δεξιάς στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας.
- Δεύτερο κόμμα η κρυφο-ναζιστική ΑfD, με διπλασιασμό του ποσοστού της σε σχέση με το 2021 (από 10,4% σε 20,8%).
- Τρίτο κόμμα οι Σοσιαλδημοκράτες, με το ιστορικά χειρότερο ποσοστό τους: μόλις 16,4% (έναντι 25,7% το 2021).
- Τέταρτο κόμμα οι Πράσινοι, με απώλειες (11,6% έναντι 14,7% το 2021).
- Πέμπτο κόμμα το Die Linke με 8,8% (έναντι 4,9% το 2021, όταν είχε μείνει εκτός Βουλής).
- Εκτός Βουλής το FDP με 4,3% (ο «πολύς» Λίντνερ ανακοίνωσε ήδη ότι αποσύρεται από την πολιτική) και το BSW (Συνασπισμός Σάρα Βάγκεκνεχτ) με 4,97%. Η Βάγκεκνεχτ που διέσπασε το Die Linke, νομίζοντας ότι αρκεί το όνομά της για να μαζέψει όλο το «χαρτί», πήρε μια κρυάδα άνευ προηγουμένου, καθώς έμεινε εκτός Μπούντεσταγκ για λιγότερες από 17.500 ψήφους (που αποκλείεται να τις κερδίσει με την επανακαταμέτρηση που λέει ότι θα ζητήσει).
Με τον αποκλεισμό του κόμματος της Βάγκεκνεχτ ο κυβερνητικός «μεγάλος συνασπισμός» έγινε εύκολη υπόθεση. Οι 208 έδρες των CDU/CSU και οι 120 του SPD δίνουν ένα μαξιλάρι 13 βουλευτών πάνω από την πλειοψηφία των 315 (οι έδρες της γερμανικής Βουλής μειώθηκαν σε 630). Δε χρειάζεται να αναζητηθεί βοήθεια από τους Πράσινους, τους οποίους οι βιομήχανοι φίλοι του Μερτς δε θέλουν στην κυβέρνηση. Επομένως, είναι ζήτημα χρόνου να ολοκληρωθεί το παζάρι ανάμεσα στα δυο κόμματα, να γίνει η μοιρασιά και ο νεοφιλελεύθερος τραπεζίτης Μερτς να γίνει καγκελάριος του νέου «μεγάλου συνασπισμού».
Οι εκλογές είχαν συμμετοχή 82,4%, έναντι 76,6% το 2021. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής μετά το 91,1% του 1972, όταν καγκελάριος εκλέχτηκε ο σοσιαλδημοκράτης Βίλι Μπραντ (τότε όμως η Γερμανία ήταν ακόμα διαιρεμένη). Επομένως, ο κοινοβουλευτικός κρετινισμός καλά κρατεί στους κόλπους του γερμανικού προλεταριάτου, που αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας (δεν πρέπει να μπερδεύουμε την έννοια του προλεταριάτου, της εργατικής τάξης δηλαδή, με την έννοια των χειρόνακτων εργατών).
Μολονότι υπήρχε ρεύμα διαμαρτυρίας (μάλλον δυσφορίας), αυτό δεν εκφράστηκε με αποχή, αλλά με αλλαγή προτίμησης στην ψήφο, η οποία φούσκωσε τα πανιά της κρυφο-νεοναζιστικής ΑfD, ενώ από τα αριστερά του αστικού φάσματος υπήρξε μια σαφώς μικρότερη ενίσχυση του Die Linke, του γερμανικού ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου ηγείται μια νέα στην ηλικία ροζ σοσιαλδημοκράτισσα που μοστράρει ένα τατού με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ στο χέρι της.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η Αλις Βάιντελ της ΑfD, δηλωμένη λεσβία, προσπάθησε να μιμηθεί τη Μελόνι, κρύβοντας τους κραυγαλέους νεοναζί πίσω από την κουρτίνα. Αποκηρύσσει την κατηγορία του αντι-συστημισμού και δηλώνει θεσμική συνέπεια στο καθεστώς της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Με το που βγήκε το εκλογικό αποτέλεσμα πρότεινε στον Μερτς να κάνει κυβερνητικό συνασπισμό με το κόμμα της. Μπορεί μερίδα των οπαδών της ΑfD να σηκώνει το χέρι σε ναζιστικό χαιρετισμό, όμως η Βάιντελ ξέρει πολύ καλά ότι η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης λειτουργεί σαν πλυντήριο. Ετσι λειτούργησε και για την Μελόνι, χωρίς μάλιστα να υπάρχει για τη Μελόνι ο Μασκ που «σπρώχνει» απροκάλυπτα την ΑfD και τη Βάιντελ.
Ποιο ήταν το βασικότερο διακύβευμα των γερμανικών εκλογών; Το μεταναστευτικό! «Να φύγουν οι ξένοι που παίρνουν τις δουλειές από τους Γερμανούς» ήταν ο πυρήνας της προεκλογικής καμπάνιας της ΑfD που σάρωσε στα ανατολικά κρατίδια, παίρνοντας την πρώτη θέση σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες. Το 2021, σ’ αυτά τα κρατίδια νίκησε το SPD, γεγονός που δείχνει την καθαρά οπορτουνιστική συμπεριφορά της πλειοψηφίας των φτωχότερων εργατικών στρωμάτων της Γερμανίας.
Η Γερμανία μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο υπήρξε χώρα συγκέντρωσης εργατικού δυναμικού μεταναστών, το οποίο κινούσε τη βιομηχανία της με αμοιβές κατώτερες απ’ αυτές των γερμανών εργατών και με άθλιες συνθήκες διαβίωσης τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Η τελευταία μαζική εισροή μεταναστών έγινε με το «πρόσφυγες καλωσορίσατε» της Μέρκελ, η οποία «έβλεπε» τις ανάγκες ανανέωσης του εργατικού δυναμικού του γερμανικού μονοπωλιακού καπιταλισμού.
Τότε η Γερμανία ήταν ακόμα σε καπιταλιστική άνθιση, ενώ τώρα έχει μπει σε ύφεση. Η γερμανική βιομηχανία ασθμαίνει, η ζήτηση σε εργατικά χέρια έχει μειωθεί, τα επιδόματα ανεργίας και τα κοινωνικά επιδόματα το ίδιο. Η ΑfD έκανε προεκλογικό σλόγκαν την τάση που υπάρχει σε σημαντικό μέρος της γερμανικής εργατικής τάξης. Ο Μερτς έκανε το ίδιο, φτάνοντας στο σημείο να ψηφίσει μαζί με την ΑfD ένα αντιμεταναστευτικό ψήφισμα στη Μπούντεσταγκ. Ο Μερτς δε δίστασε καθόλου να διακηρύξει προεκλογικά ότι θα κλείσει τα σύνορα της Γερμανίας στους μετανάστες. Δεν ανταμείφθηκε όσο το πρωτότυπο (η ΑfD), κέρδισε όμως την πρώτη θέση.
Αν δούμε τις εξελίξεις υπ’ αυτό το πρίσμα, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο Λένιν επιβεβαιώνεται για μια ακόμα φορά για τις θεωρητικές επισημάνσεις του για τη ρεφορμιστική διαφθορά του προλεταριάτου στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Οταν υπάρχει ανάγκη για φτηνά εργατικά χέρια, «καλωσορίσατε γκασταρμπάιτερ». Οταν μειώνονται οι θέσεις εργασίας, «γκασταρμπάιτερ έξω από εδώ, μας παίρνετε τις δουλειές». Ταξικός αγώνας ενάντια στο γερμανικό μονοπωλιακό κεφάλαιο ούτε κατά διάνοια.
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, μπορούμε να βρούμε στοιχεία της περιόδου του Μεσοπολέμου, όταν φούντωνε ο ναζισμός. Μόνο που τότε υπήρχε μια ισχυρή πολιτική-ταξική πόλωση. Υπήρχε ένα ρωμαλέο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, η Κομμουνιστική Διεθνής, η σοσιαλιστική κοιτίδα Σοβιετική Ενωση. Η γερμανική μονοπωλιακή αστική τάξη έδωσε το σκήπτρο στον Χίτλερ ως πιο ικανό να αντιμετωπίσει τον κομμουνιστικό κίνδυνο, με την εφαρμογή σκληρής ναζιστικής δικτατορίας.
Σήμερα δεν υπάρχει τέτοια πολιτική-ταξική πόλωση. Γι’ αυτό και οι κρυφο-νεοφασιστικές και κρυφο-νεοναζιστικές δυνάμεις ενισχύονται, όχι για να επιβάλουν μαύρες δικτατορίες, αλλά για να τραβήξουν όλο το αστικό πολιτικό φάσμα προς τα δεξιά. Οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες, στις οποίες ομνύουν οι κρυφο-νεοφασιστικές και κρυφο-νεοναζιστικές δυνάμεις λειτουργούν σαν τεράστια πλυντήρια νονιμοποίησής τους. Οι παραδοσιακές αστικές πολιτικές δυνάμεις αντιδρούν, όχι γιατί έχουν άλλη πρακτική πολιτική, αλλά γιατί βλέπουν ότι όλο αυτό το φάσμα που από δημοσιολόγους και πολιτικούς ονομάζεται «ακροδεξιά» τους αδυνατίζει, τους παίρνει ζωτικό πολιτικό χώρο.
Δεν αλλάζουν πολιτική, όμως, γιατί είναι πιστοί υπηρέτες του καπιταλιστικού συστήματος. Για τους καπιταλιστές είναι αδιάφορο ποιος θα διαχειρίζεται την κυβέρνηση, φτάνει να υπηρετεί τα άμεσα και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους. Η επιλογή της «ακροδεξιάς» ως εναλλακτικής λύσης είναι τελειωμένη υπόθεση για τους καπιταλιστές. Χτες η Μελόνι στην Ιταλία, αύριο ίσως η Λεπέν στη Γαλλία, μεθαύριο -γιατί όχι;- η Βάιντελ στη Γερμανία.
Ο Μερτς δήλωσε ότι φιλοδοξεί να συμφωνήσει με τους σοσιαλδημοκράτες σε ένα κυβερνητικό πρόγραμμα σε τρεις άξονες:
- Εξωτερική πολιτική και «αμυντική» πολιτική με προτεραιότητα την ταχεία ενίσχυση της ικανότητας της ΕΕ να διαχειρίζεται αυτά τα ζητήματα.
- Μεταναστευτική πολιτική.
- Οικονομική πολιτική με μείωση των φόρων προς τη βιομηχανία, ώστε να παραμείνουν οι βιομηχανικές μονάδες σε γερμανικό έδαφος και να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας.
Είναι βέβαιο ότι θα τα βρουν με εκατέρωθεν υποχωρήσεις, με στόχο την πολιτική πελατεία του κάθε κόμματος. Οσο όμως θα συνεχίζεται η καπιταλιστική ύφεση, θα βαθαίνει η κοινωνική κρίση και η κρυφο-νεοναζιστική AfD θα ασκεί ανέξοδη κριτική από τα δεξιά. Κι όπως δείχνουν τα πράγματα, θα ενισχύεται, πατώντας πάνω στη ρεφορμιστική διαφθορά και στο συντηρητισμό της σημερινής γερμανικής εργατικής τάξης.