Πέτυχαν ή όχι οι Παλαιστίνιοι της Γάζας μια περιφανή νίκη ενάντια στους σιωναζιστές του Ισραήλ; Δεν είναι λίγοι αυτοί που το αμφισβητούν. Και μάλιστα με… αριστερό πρόσημο. Το βασικό τους επιχείρημα είναι πως η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός είναι «εύθραυστη» και πως το Ισραήλ μπορεί να επανέλθει στον πόλεμο.
Υπάρχει καμιά παλαιστινιακή αντιστασιακή πολιτική δύναμη που να ισχυρίζεται ότι η Αντίσταση στη Γάζα πέτυχε την τελική νίκη; Καμία. Υπάρχει έστω και ένας Παλαιστίνιος στη Γάζα που να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο; Κανένας. Οι πάντες λένε πως στόχος τους είναι η απελευθέρωση της Παλαιστίνης και η εξάλειψη του σιωνισμού (του σιωνισμού, όχι των εβραίων). Οσο υπάρχει σιωνιστική οντότητα καμιά συμφωνία δεν μπορεί να είναι σταθερή. Αυτό το ξέρουν καλύτερα απ’ όλους οι Παλαιστίνιοι.
Ουδείς, όμως, διανοείται να μειώσει τη σημασία της τωρινής νίκης, επειδή δεν είναι η τελική νίκη. Εκείνοι που το κάνουν αυτό είναι διάφοροι οπορτουνιστές που είναι αντίθετοι στον ένοπλο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, αλλά δεν τολμούν να το πουν, γιατί θα τους πάρουν με τις πέτρες τα μέλη και οι οπαδοί τους. Αυτοί είναι που «μιζεριάζουν» αναμασώντας συνεχώς τα περί «εύθραυστης εκεχειρίας». Κατασκευάζουν έναν μπαμπούλα και τον βάζουν μπροστά για να κρύψουν το γεγονός της νίκης της Παλαιστινιακής Αντίστασης και τα διδάγματα που βγαίνουν απ’ αυτήν.
Υπάρχουν, όμως, και διανοούμενοι που στέκονται με εντιμότητα μπροστά στις εξελίξεις και θεωρούν αδιαπραγμάτευτο το συμπέρασμα ότι η Παλαιστινιακή Αντίσταση κατήγαγε μια ιστορικής σημασίας νίκη.
Ο καθηγητής Δρ. Μόχσεν Μοχάμαντ Σάλεχ, του λιβανέζικου Al-Zaytouna Centre for Studies and Consultations, σε πρόσφατη ανάλυσή του με τίτλο Μια συμφωνία στην κόψη του σπαθιού, ξεκινά με τον εξής πρόλογο:
Πρόκειται για μια συμφωνία μοναδική στην ιστορία!! Είναι εξαιρετικά σπάνιο, αν όχι πρωτοφανές, μια σημαντική περιφερειακή δύναμη —με την υποστήριξη παγκόσμιων υπερδυνάμεων— να εξαναγκάζεται να αποδεχτεί τους όρους ενός αντιπάλου που θεωρεί αδύναμο, εξαντλημένο, κατεστραμμένο, πεινασμένο και πολιορκημένο. Από λογική άποψη, αυτός ο αντίπαλος κρίνεται ασήμαντος, τόσο σε περιφερειακές όσο και σε διεθνείς εκτιμήσεις, γεγονός που καθιστά τη συμφωνία ακόμα πιο αξιοσημείωτη.
Ο ισραηλινός στρατός αναμενόταν να καταλάβει τη Λωρίδα της Γάζας (ΛΓ) μέσα σε λίγες ημέρες, όπως είχε κάνει σε μόλις μία ή δύο ημέρες κατά τους πολέμους του 1956 και του 1967, ακόμη και όταν η Λωρίδα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του πιο ισχυρού αραβικού κράτους της εποχής (Αίγυπτος). Ωστόσο, παρά την εκθετική ανάπτυξη των δυνατοτήτων του Ισραήλ, ενώ η Γάζα παρέμενε απομονωμένη και πολιορκημένη για 17 χρόνια, και παρόλο που το Ισραήλ κατέφυγε σε κάθε μέσο βαρβαρότητας, καταστροφής και σφαγής… ο «νεαρός» της Γάζας στάθηκε ανθεκτικός, σαν τζίνι, αντέχοντας 471 ημέρες θρυλικής, συγκλονιστικής αντίστασης, υποστηριζόμενος από μια θυσιαστική, υπομονετική και ακλόνητη λαϊκή βάση. Αυτή η αταλάντευτη αντίσταση εξάντλησε και εξουθένωσε τον ισραηλινό στρατό, αναγκάζοντας τελικά την κυβέρνησή του να υποκύψει σε μια αξιοπρεπή συμφωνία που επιβλήθηκε από την Αντίσταση.
Συνεχίζει ο καθηγητής Σάλεχ:
Το Ισραήλ εξαναγκάστηκε να αποδεχτεί τη συμφωνία και συμφώνησε να εφαρμόσει την πρώτη φάση της. Αυτό περιλαμβάνει την απελευθέρωση 1.904 κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές, εκ των οποίων 296 εκτίουν ισόβια, σε αντάλλαγμα για την απελευθέρωση 33 ισραηλινών αιχμαλώτων. Η συμφωνία προβλέπει επίσης την αποχώρηση του Ισραήλ από το μεγαλύτερο μέρος της Λωρίδας της Γάζας, την επιστροφή των εκτοπισμένων κατοίκων της Γάζας στα σπίτια τους και το άνοιγμα των σημείων διέλευσης για την είσοδο 600 φορτηγών ημερησίως, μαζί με 60 χιλιάδες τροχόσπιτα και 200 χιλιάδες σκηνές. Επιπλέον, θα ξεκινήσει η εκστρατεία ανασυγκρότησης, ενώ η Χαμάς διατηρεί τα όπλα της και τον έλεγχο.
Παράλληλα, οι πολιτικοί, στρατιωτικοί, και λαϊκοί κύκλοι στο Ισραήλ είναι γεμάτοι από πικρία και έντονο αίσθημα αποτυχίας. Η συμφωνία «επιβλήθηκε» όχι μόνο επειδή ο Τραμπ πίεσε για την έγκρισή της, αλλά και επειδή η συνεχιζόμενη φθορά και η αδυσώπητη κατάσταση στη Γάζα δεν έδειχναν να έχουν τέλος. Η αμερικανική παρέμβαση λειτούργησε ως ένας τρόπος για να διαφυλαχτεί η εικόνα του Ισραήλ, προστατεύοντάς το από την αλαζονεία και την άρνηση της ηγεσίας του, που διακινδυνεύει περαιτέρω κατάρρευση του σιωνιστικού σχεδίου. Οι αρχές ασφαλείας και στρατού, μαζί με τις αντιπολιτευτικές δυνάμεις, υποστήριξαν τη συμφωνία και μια πολιτική λύση, την οποία ενέκρινε η πλειοψηφία της ισραηλινής κοινωνίας σύμφωνα με δημοσκοπήσεις.
Μολονότι κάνει το λάθος να παίρνει τοις μετρητοίς τις «καουμπόικες» δηλώσεις του Νετανιάχου ότι «θα συντρίψει τη Χαμάς και θα την αποτρέψει από τον έλεγχο της Γάζας», καθώς και την προφορική δέσμευσή του στον Σμότριτς «ότι το Ισραήλ θα επιστρέψει στον πόλεμο για να καταστρέψει τη Χαμάς» (τέτοιου είδους λάθη είναι ίδιον των ακαδημαϊκών σε όλο τον κόσμο), ο καθηγητής Σάλεχ δεν έχει αμφιβολία ότι η Αντίσταση μπορεί να αντιμετωπίσει τους κινδύνους. Γράφει:
Η Χαμάς και οι δυνάμεις της Αντίστασης αναδείχτηκαν νικηφόρες στη σύγκρουση των θελήσεων. Οι στόχοι του Ισραήλ —η συντριβή και παράδοση της Χαμάς, η κατάληψη της Λωρίδας της Γάζας, η απελευθέρωση ισραηλινών αιχμαλώτων, ο καθορισμός του μέλλοντος της Γάζας και η διασφάλιση των εποικισμών γύρω από τη Γάζα— ματαιώθηκαν όλοι. Επιπλέον, τα σχέδια για τον εκτοπισμό των Παλαιστινίων, το Σχέδιο των Στρατηγών για την εκκένωση της βόρειας Γάζας και τα σχέδια για την ανέγερση εβραϊκών εποικισμών εντός της Λωρίδας της Γάζας αποτράπηκαν.
Η Χαμάς εξασφάλισε μια έντιμη συμφωνία ανταλλαγής κρατουμένων, καθώς και μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου και την πλήρη αποχώρηση του Ισραήλ από τη Γάζα. Αυτό το επίτευγμα ενισχύει την επιτυχία της Αντίστασης στη διάλυση της ισραηλινής θεωρίας ασφάλειας και της ιδέας ενός ασφαλούς καταφυγίου για τους Σιωνιστές Εβραίους στην Παλαιστίνη. Επιπλέον, το παλαιστινιακό ζήτημα επέστρεψε στο προσκήνιο των παγκόσμιων θεμάτων, σηματοδοτώντας την πτώση της ισραηλινής αφήγησης και την άνοδο της παλαιστινιακής. Ως αποτέλεσμα, το Ισραήλ έχει μετατραπεί σε μια απομονωμένη οντότητα, ενώ τα προγράμματα εξομάλυνσης έχουν διακοπεί. Αυτή η επιτυχία ενέπνευσε τους Παλαιστίνιους, τους Αραβες, τους Μουσουλμάνους και την ανθρωπότητα, δείχνοντας ότι το σιωνιστικό σχέδιο μπορεί πράγματι να ηττηθεί.
Επιπλέον, η Χαμάς συνεχίζει να απολαμβάνει πρωτοφανή δημοτικότητα ανάμεσα στον παλαιστινιακό λαό, τόσο εσωτερικά όσο και στο εξωτερικό. Παρά τα συνεχιζόμενα εγκλήματα και τις σφαγές του Ισραήλ, η λαϊκή υποστήριξη για τη Χαμάς παραμένει ισχυρή. Το Κίνημα έχει στρατολογήσει με επιτυχία χιλιάδες μαχητές στις Ταξιαρχίες Αλ-Κασάμ και διατηρεί τον αδιαμφισβήτητο έλεγχο στη Λωρίδα της Γάζας.
Το συμπέρασμά του είναι:
Βρισκόμαστε σε μια τεταμένη κατάσταση και μια εύθραυστη ανακωχή, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε αναζωπύρωση της επιθετικότητας στη Λωρίδα της Γάζας. Ωστόσο, το γενικό συναίσθημα ευνοεί την παύση του πολέμου και την πρόοδο στις επόμενες φάσεις της συμφωνίας. Από την πλευρά του Ισραήλ, υπάρχει ένα συναισθηματικό μείγμα πίκρας και μια σιωπηρή, αντικειμενική παραδοχή ότι η συνέχιση του πολέμου κατά της Γάζας δεν έχει νόημα και δεν υπάρχει προοπτική ήττας της Χαμάς. Σύμφωνα με το κανάλι i24 News του Ισραήλ (17/1/2025), «Η Γάζα είναι η Χαμάς, ο κόσμος τη στηρίζει… Δεν θα υπάρξει καμία μαγική λύση από τον Τραμπ για να αλλάξει την κατάσταση». Ως αποτέλεσμα, η επόμενη φάση μπορεί να επικεντρωθεί στην εντατικοποίηση της πίεσης, χρησιμοποιώντας εκβιαστικά και πολιορκητικά μέτρα για να υπονομεύσει τα κέρδη της Χαμάς και της Αντίστασης στις δεύτερη και τρίτη φάσεις, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αφοπλίσει, να περιθωριοποιήσει και να απομακρύνει την υποστήριξή τους από τον λαό τους.
Ολα αυτά απαιτούν προετοιμασία για την πιθανότητα πολέμου και επιθετικότητας, ενίσχυση των εσωτερικών γραμμών και στενότερη ευθυγράμμιση με τον παλαιστινιακό λαό και τις ανησυχίες του. Χρειάζεται να παρουσιαστούν ανοιχτές πρωτοβουλίες για την προώθηση της εθνικής ενότητας. Ο παλαιστινιακός λαός πρέπει να είναι υπομονετικός, σοφός και αποφασισμένος να επανακαθορίσει την εθνική προτεραιότητα, δίνοντας έμφαση στην αναδιοργάνωση του παλαιστινιακού πολιτικού σπιτιού, στην εργασία για το τέλος της κατοχής και στην απελευθέρωση της γης και των ιερών τόπων.
Ο παλαιστίνιος δημοσιογράφος και συγγραφέας Ράμζι Μπαρούντ (γεννημένος και μεγαλωμένος στον Προσφυγικό Καταυλισμό της Νουσεϊράτ στη Λωρίδα της Γάζας, αλλά εδώ και χρόνια Παλαιστίνιος της διασποράς με αμερικάνικη ιθαγένεια), χωρίς να κάνει την παραμικρή αναφορά στις στρατιωτικές ικανότητες της Γάζας (!), με αρκετές αντιιστορικές αναφορές (φτάνει στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου!), είναι ξεκάθαρος ότι ο πόλεμος τελείωσε επειδή νίκησε ο ακατάβλητος λαός της Γάζας. Γράφει σε άρθρο του με τίτλο: Η μακρά ιστορία του σαμούντ της Γάζας: Γιατί τελείωσε ο πόλεμος, που δημοσιεύτηκε στο Palestine Chronicle:
Το πρόβλημα με την πολιτική ανάλυση είναι ότι συχνά στερείται ιστορικής προοπτικής και περιορίζεται κυρίως σε πρόσφατα γεγονότα.
Η τρέχουσα ανάλυση του ισραηλινού πολέμου στη Γάζα πέφτει θύμα αυτής της στενής σκέψης. Η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, που υπογράφηκε μεταξύ παλαιστινιακών ομάδων και Ισραήλ υπό αιγυπτιακή, καταριανή και αμερικανική μεσολάβηση στη Ντόχα στις 15 Γενάρη, είναι ένα τέτοιο παράδειγμα.
Ορισμένοι αναλυτές, συμπεριλαμβανομένων πολλών από την περιοχή, επιμένουν να ερμηνεύουν το αποτέλεσμα του πολέμου αποκλειστικά ως άμεσο αποτέλεσμα της πολιτικής δυναμικής του Ισραήλ. Υποστηρίζουν ότι η πολιτική κρίση στο Ισραήλ είναι ο κύριος λόγος που η χώρα απέτυχε να επιτύχει τους δηλωμένους και αδήλωτους πολεμικούς στόχους της — δηλαδή, την πλήρη «ασφαλή κυριαρχία» στη Γάζα και την εθνοκάθαρση του πληθυσμού της.
Ωστόσο, αυτή η ανάλυση προϋποθέτει ότι η απόφαση να γίνει ή να μην γίνει πόλεμος είναι αποκλειστικά στα χέρια του Ισραήλ. Συνεχίζει να παρουσιάζει το Ισραήλ ως τη μοναδική οντότητα που μπορεί να διαμορφώσει τα πολιτικά αποτελέσματα στην περιοχή, ακόμα και όταν αυτά δεν το ευνοούν.
Μια άλλη ομάδα αναλυτών εστιάζει αποκλειστικά στον αμερικανικό παράγοντα, ισχυριζόμενη ότι η απόφαση να τελειώσει ο πόλεμος ανήκε τελικά στον Λευκό Οίκο. Λίγο μετά την επίσημη ανακήρυξη της κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα, ένα παναραβικό τηλεοπτικό κανάλι ρώτησε μια ομάδα ειδικών αν αξίζει τα εύσημα η κυβέρνηση Μπάιντεν ή η κυβέρνηση Τραμπ για την υποτιθέμενη «πίεση στο Ισραήλ» ώστε να συμφωνήσει σε εκεχειρία.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήταν ο απεσταλμένος του Τραμπ στο Ισραήλ, Στιβ Γουίτκοφ, που δεν έδωσε στον ισραηλινό πρωθυπουργό, Μπενιαμίν Νετανιάχου, περιθώριο ελιγμών, αναγκάζοντάς τον, έστω και απρόθυμα, να αποδεχτεί τους όρους της κατάπαυσης του πυρός.
Άλλοι αντεπιχειρηματολογούν ότι η συμφωνία προτάθηκε αρχικά από την κυβέρνηση Μπάιντεν και ότι η υποτιθέμενη ενεργή διπλωματία του τελικά οδήγησε στην εκεχειρία.
Η τελευταία ομάδα αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ότι η άνευ όρων υποστήριξη του Μπάιντεν προς το Ισραήλ ήταν αυτή που διατήρησε τον πόλεμο. Η συνεχής απόρριψη εκκλήσεων για κατάπαυση του πυρός από τον εκπρόσωπό του στον ΟΗΕ κατέστησε άνευ σημασίας τις διεθνείς προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου.
Η πρώτη ομάδα, ωστόσο, αγνοεί το γεγονός ότι η ισραηλινή κοινωνία βρισκόταν ήδη σε οριακό σημείο. Ο πόλεμος στη Γάζα είχε αποδειχτεί αδιέξοδος. Αυτό σημαίνει ότι, είτε ο Τραμπ πίεσε τον Νετανιάχου είτε όχι, η έκβαση του πολέμου ήταν ήδη προδιαγεγραμμένη. Η συνέχιση του πολέμου θα σήμαινε την κατάρρευση της ισραηλινής κοινωνίας.
Από την παλαιστινιακή πλευρά, ορισμένοι αναλυτές — που συνδέονται με τη μία ή την άλλη παράταξη — εκμεταλλεύονται το αποτέλεσμα του πολέμου για πολιτικά οφέλη. Αυτή η λογική είναι εξαιρετικά ανάλγητη και πρέπει να απορριφθεί πλήρως.
Υπάρχουν επίσης εκείνοι που ελπίζουν να παίξουν ρόλο στην ανοικοδόμηση της Γάζας για να αποκτήσουν πολιτική και οικονομική επιρροή. Αυτή είναι μια ντροπιαστική στάση, δεδομένης της ολικής καταστροφής της Γάζας και της επείγουσας ανάγκης για ανάκτηση των χιλιάδων σορών που βρίσκονται κάτω από τα ερείπια, καθώς και για θεραπεία των τραυματιών και του συνόλου του πληθυσμού.
Ένα πράγμα που παραβλέπουν όλες αυτές οι αναλύσεις είναι ότι το Ισραήλ απέτυχε στη Γάζα επειδή ο πληθυσμός της αποδείχτηκε άκαμπτος. Τέτοιες έννοιες συχνά αγνοούνται στις κυρίαρχες πολιτικές συζητήσεις, οι οποίες τείνουν να ακολουθούν μια ελιτίστικη προσέγγιση. Αυτή η προσέγγιση είναι εντελώς αποκομμένη από τις καθημερινές μάχες και τις συλλογικές επιλογές των απλών ανθρώπων, ακόμα και όταν αυτοί επιτυγχάνουν εξαιρετικά κατορθώματα.
Η ιστορία της Γάζας είναι γεμάτη τόσο με πόνο όσο και με περηφάνια. Εκτείνεται πίσω στους αρχαίους πολιτισμούς και περιλαμβάνει σπουδαία αντίσταση ενάντια σε εισβολές, όπως η τρίμηνη πολιορκία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του μακεδονικού στρατού του το 332 π.Χ.
Τότε, οι κάτοικοι της Γάζας αντιστάθηκαν και άντεξαν για μήνες πριν ο ηγέτης τους, Μπάτης, συλληφθεί, βασανιστεί μέχρι θανάτου και η πόλη λεηλατηθεί.
Αυτή η θρυλική αντοχή και το σαμούντ (σταθερότητα) αποδείχτηκαν καθοριστικά και σε πολλές άλλες μάχες εναντίον ξένων εισβολέων, όπως η αντίσταση στον στρατό του Ναπολέοντα Βοναπάρτη το 1799.
Ακόμα κι αν ένα μέρος του σημερινού πληθυσμού της Γάζας δεν γνωρίζει αυτή την ιστορία, είναι άμεσο προϊόν της. Από αυτή την οπτική γωνία, ούτε η πολιτική δυναμική του Ισραήλ, ούτε η αλλαγή της αμερικανικής κυβέρνησης, ούτε οποιοσδήποτε άλλος παράγοντας είναι καθοριστικός.
Αυτό είναι που ονομάζεται «μακρά ιστορία» ή longue durée. Μακριά από το να είναι απλώς μια ακαδημαϊκή έννοια, η μακρά παράδοση αντίστασης απέναντι στην αδικία έχει διαμορφώσει τη συλλογική νοοτροπία του παλαιστινιακού πληθυσμού της Γάζας όλα αυτά τα χρόνια. Πώς αλλιώς μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός ότι ένας μικρός, απομονωμένος και φτωχός πληθυσμός, ζώντας σε ένα τόσο μικρό κομμάτι γης, κατάφερε να αντέξει πυρά ισοδύναμα με πολλές πυρηνικές βόμβες;
Ο πόλεμος τελείωσε επειδή η Γάζα άντεξε — όχι λόγω της καλοσύνης ενός αμερικανού προέδρου. Είναι κρίσιμο να τονίζουμε αυτό το σημείο ξανά και ξανά, αντί να αναζητούμε αδιέξοδες και παράλογες εξηγήσεις.
Λίγη σημασία έχει πώς ορίζουμε τη νίκη και την ήττα για έναν λαό που εξακολουθεί να υποφέρει από τις συνέπειες ενός πολέμου εξόντωσης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα παρέμειναν όρθιοι, παρά τις τεράστιες απώλειες, και επικράτησαν. Αυτό μπορεί να πιστωθεί μόνο σε αυτούς — έναν λαό που ιστορικά έχει αποδείξει ότι είναι ακατάβλητος. Αυτή η αλήθεια, ριζωμένη στη «μακρά ιστορία», παραμένει έγκυρη έως σήμερα.
Επιλέξαμε αναφορές σε δύο αναλυτές που δεν είναι μαρξιστές. Δεν εξετάζουν τα γεγονότα με αναλυτικό εργαλείο τον διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό, όπως εμείς. Επειδή, όμως, είναι έντιμοι, παρά τη στενότητα στην αναλυτική οπτική τους, παρά τα λάθη, τις υπερβολές και τις παραλείψεις στις αναλύσεις τους, δε λαθεύουν στο βασικό συμπέρασμα: ο τερματισμός του πολέμου στη Γάζα αποτελεί νίκη του παλαιστινιακού λαού.