Χτες το απόγευμα, ο Αυγενάκης με τον Χαρδαλιά ανακοίνωσαν το άνοιγμα των γηπέδων στους θεατές, «ύστερα από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής», όπως έλεγε η κοινή ανακοίνωση της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. «Μένουμε ασφαλείς – Φίλαθλοι στα γήπεδα» ήταν ο τίτλος της πανηγυρικής ανακοίνωσης, η οποία είναι ακόμα αναρτημένη στην ιστοσελίδα της ΓΓΑ.
Σήμερα το πρωί, λίγο μετά τον πρωινό καφέ, ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι παίρνει πίσω την απόφαση. Το Γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού ανακοίνωσε: «Με εντολή του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ανακαλείται η απόφαση για την παρουσία περιορισμένου αριθμού φιλάθλων στους ποδοσφαιρικούς αγώνες. Ο Πρωθυπουργός λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση κρουσμάτων παντού στην Ευρώπη κάτι που δεν μπορεί να αποκλειστεί και στην Ελλάδα, έκρινε ότι η διεξαγωγή αγώνων έστω και με λίγους φιλάθλους, τη στιγμή που απαιτείται η αποφυγή κάθε συγχρωτισμού και η αυστηρή τήρηση των υγειονομικών κανόνων, θα έστελνε το λάθος μήνυμα στους πολίτες».
Δεν ήξερε ο Κούλης για την απόφαση Αυγενάκη-Χαρδαλιά και την έγκριση που είχε δώσει η περιβόητη επιτροπή των λοιμωξιολόγων; Ασφαλώς και γνώριζε. Αλλωστε, σήμερα το πρωί, στο πρωινάδικο του Παπαδάκη, ο Πέτσας υπερασπιζόταν με πάθος το άνοιγμα των γηπέδων. Kι όταν μιλάει ο Πέτσας μιλάει ο πρωθυπουργός, έτσι;
Προφανώς κάτι μεσολάβησε και άλλαξε τη γνώμη του Κούλη. Γράφτηκε ότι του τηλεφώνησε ο Τσιόδρας. Καλά, ο Τσιόδρας δεν ήξερε ότι η Επιτροπή, στην οποία συμμετέχει έχει δώσει έγκριση; Δεν πήρε μέρος στη συνεδρίαση για ένα θέμα που είχε τεθεί από μέρες; Κι αν δεν ήταν παρών, δεν του τηλεφώνησαν να ρωτήσουν τη γνώμη του; Δύσκολο να το πιστέψει κανείς. Ισως κάποιος πιο ψύχραιμος συνεργάτης του Κούλη να τον έπεισε ότι θα εισπράξουν πολιτικό κόστος απ’ αυτή την απόφαση, δεδομένου ότι αναμένεται έτσι κι αλλιώς παραπέρα έξαρση της πανδημίας.
Σημασία δεν έχουν οι διαδικασίες μέσα από τις οποίες «είπαν» και μετά «ξείπαν» τα στελέχη του… «επιτελικού κράτους», ούτε η εικόνα παιδικής χαράς που δίνουν οι… «άριστοι», αλλά αυτό που καθοδηγεί τις σκέψεις τους: η εξυπηρέτηση ακόμα και των πιο παράλογων απαιτήσεων των καπιταλιστών.