Αίσθηση προκάλεσε τουίτ του Στέφανου Τσιτσιπά πως «είναι καιρός πια να ανοίξει ένα πολυκατάστημα Harrods στην Ελλάδα». Το Harrods, για όσους δε γνωρίζουν, εδρεύει στο Λονδίνο και είναι ένα από τα μεγαλύτερα και ακριβότερα πολυκαταστήματα στην Ευρώπη. Οπως ήταν λογικό, το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατακλύστηκαν από αρνητικά και ειρωνικά σχόλια, ενώ η δήλωση του πατέρα του και προπονητή του ότι «πρέπει οι Ελληνες να επιδιώκουν την ποιότητα στη ζωή τους» μάλλον έκανε τα πράγματα χειρότερα.
Τη στιγμή που η χώρα μετράει καθημερινά εκατό και πλέον νεκρούς, η ανάρτηση του Τσιτσιπά έμοιαζε κυριολεκτικά εκτός τόπου και χρόνου και πολλοί έσπευσαν να συγκρίνουν τον τενίστα με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και τα τρόφιμα που μοίρασε πριν λίγες μέρες στην εκκλησία του Αγίου Μελετίου στα Σεπόλια. Αστοχα συνθήματα, όπως το «είμαστε με τους Αντετοκούνμπο αυτού του κόσμου και όχι με τους Τσιτσιπάδες», γνώρισαν μεγάλη διάδοση, λες και η νεολαία και οι εργαζόμενοι έχουν καμιά δουλειά να ταυτίζονται με εκατομμυριούχους αστέρες του μπάσκετ και του τένις.
Είναι όμως το τένις ό,τι το μπάσκετ; Είναι ο Τσιτσιπάς ό,τι ο Αντετοκούνμπο;
Το τένις είναι ένα ατομικό άθλημα με την ομαδικότητα και τη συνεργασία να απουσιάζουν, ενώ παραδοσιακά θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το άθλημα των πλουσίων. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα ο πρόδρομος του σημερινού τένις αποτελούσε παιχνίδι αναψυχής των ευγενών, ενώ κατά την εμφάνισή του στην Αγγλία τον 16ο αιώνα, πρωταθλητής ήταν ο βασιλιάς Ερρίκος ο 8ος. Το 1874 δημιουργήθηκε στην Αγγλία η πρώτη λέσχη (Leamington Tennis Club), ενώ από το 1881 και μετά διαθόθηκε σε όλη την Ευρώπη. Και στις μέρες μας, όμως, το τένις είναι ξεκάθαρα άθλημα των αστών και των ταξικά ανώτερων στρωμάτων.
Από την άλλη, το μπάσκετ γεννήθηκε από τον καναδό πάστορα και καθηγητή φυσικής αγωγής Τζιμ Νέισμιθ στο κολλέγιο Σπρίνκγφιλντ της Μασσαχουσέττης στα τέλη του 19ου αιώνα και διαθόθηκε ταχύτατα σε όλα τα αμερικάνικα κολλέγια . Πρόκειται για ένα άθλημα στο οποίο παγκοσμίως πρωταγωνιστούν οι Αφροαμερικανοί και βασικό του χαρακτηριστικό είναι η συνεργασία και η ομαδικότητα. Και αυτό έχει τη σημασία του.
Ας δούμε όμως και τους δύο αθλητές. Εχουν τις ίδιες αφετηρίες; Ο μεν Τσιτσιπάς προέρχεται από ένα τουλάχιστον μεσαίο κοινωνικό στρώμα, μεγαλωμένος στον Αστέρα της Βουλιαγμένης, όπου ο μεν πατέρας του ήταν εκπαιδευτής τένις, ενώ η μητέρα του, με καταγωγή από τη Σοβιετική Ενωση, ήταν επίσης επαγγελματίας τενίστρια. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του συμμετείχε σε παιδικά τουρνουά τένις του εξωτερικού περνώντας μεγάλο μέρος της ζωής του στη Γαλλία.
Από την άλλη ο Αντετοκούνμπο και τα αδέρφια του, παιδιά μεταναστών από τη Νιγηρία, μεγάλωσαν μέσα στη φτώχεια και στην ένδεια στα Σεπόλια, πουλώντας cd και γυαλιά ηλίου στις λαϊκές αγορές.
Η πλούσια φιλανθρωπική δράση και οι προσεκτικές και συνεχείς δηλώσεις του Αντετοκούνμπο ότι δεν ξεχνάει τον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε και από πού ξεκίνησε θα μπορούσε να πει κάποιος ότι εντάσσονται στη τακτική που ακολουθεί ένας αθλητής μέσω των μανατζαραίων του, στο πλαίσιο του συνολικού image making που απαιτείται. Αυτό όμως θα ίσχυε περισσότερο αν μιλούσαμε για έναν αθλητή που η φήμη του και η εμβέλειά του περιορίζεται στα πλαίσια της Ελλάδας άντε και της Ευρώπης. Οταν μιλάμε, όμως, για αυτόν που αναδείχτηκε δύο συνεχόμενες φορές MVP στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι δεν έχει καμία μα καμία ανάγκη να είναι αρεστός στην «ψωροκώσταινα» και εμπορικά αυτό του εξασφαλίζει ελάχιστα πράγματα σε σχέση με την παγκόμια φήμη και τα πανάκριβα διαφημιστικά συμβόλαια που απολαμβάνει έτσι κι αλλιώς.
Αυτό που εξηγεί λοιπόν τη διαφορετική εικόνα του Αντετοκούνμπο σε σχέση με τον Τσιτσιπά δεν είναι ότι έχει απλά καλύτερο μάνατζερ. Μπορεί και να ισχύει, αλλά δεν είναι αυτό το κύριο. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι το άλμα του ταλαντούχου Αντετοκούνμπο από τον Φιλαθλητικό της Α2 κατηγορίας προς το NBA ήταν τόσο μεγάλο και απότομο που οι μνήμες της φτώχειας είναι ακόμα νωπές. Εχουν περάσει μόλις επτά χρόνια από όταν το 2013 επιλέχθηκε από τους Μιλγούοκι Μπακς στη θέση 15 των ντραφτ και το χρονικό διάστημα είναι πολύ μικρό για να ξεχάσει την αφετηρία του. Το μέλλον θα δείξει.