Να ξεκαθαρίσουμε καταρχάς πως ούτε ο Ανδρουλάκης ούτε κανένας άλλος θα πληροφορηθεί ποτέ για ποιο λόγο τον είχε βυσματώσει η ΕΥΠ/ΚΥΠ του Μητσοτάκη (και όχι του Γρηγοριάδη ή του Κοντολέοντα). Γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν αρχεία. Το πολύ που θα βρει ο Ανδρουλάκης (αν βρει) είναι ότι τον παρακολουθούσαν για λόγους «εθνικής ασφάλειας». Τρέχα γύρευε, δηλαδή, καθώς –όπως καλά γνωρίζουμε- στον όρο «εθνική ασφάλεια» χωράνε «τα πάντα όλα».
Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ δεν αλλάζει αυτόματα ένα νόμο. Από την άλλη, το αίτημα Ανδρουλάκη θα πρέπει να γίνει δεκτό από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ, που πλέον ελέγχεται από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Κι αν το αίτημα γίνει δεκτό (για ξεκάρφωμα), η ΑΔΑΕ θα πρέπει να ζητήσει από την ΕΥΠ/ΚΥΠ να της χορηγήσει τα έγγραφα που σχετίζονται με την παρακολούθηση Ανδρουλάκη.
Τι θα κάνει η ΕΥΠ/ΚΥΠ; Ο,τι είχε κάνει και τον Αύγουστο-Σεπτέμβρη του 2022. Οπως είχε αποκαλυφθεί τότε στη Βουλή, η ΑΔΑΕ είχε απευθυνθεί και τότε στην ΕΥΠ/ΚΥΠ ζητώντας το φάκελο Ανδρουλάκη. Και τι είχε απαντήσει τότε η ΕΥΠ/ΚΥΠ; Οτι άλλαξαν τα συστήματα στους υπολογιστές της και τα δεδομένα της παρακολούθησης του Ανδρουλάκη… καταστράφηκαν! Ε, το ίδιο θα απαντήσει και τώρα.
Αξίζει εδώ να θυμίσουμε πως η πλειοψηφία της ΑΔΑΕ ετοιμαζόταν να επιβάλει πρόστιμο 100.000 ευρώ στην ΕΥΠ/ΚΥΠ, όμως πρόλαβε η κυβέρνηση Μητσοτάκη να αλλάξει τη σύνθεση και να πάρει την πλειοψηφία της ΑΔΑΕ, με αποτέλεσμα το πρόστιμο να μην επιβληθεί ποτέ.
Δεν το ξέρει αυτό ο Ανδρουλάκης; Φυσικά και το ξέρει, όμως έκανε σήμερα βίζιτα στον Ράμμο της ΑΔΑΕ για να κάνει πολιτικό ντόρο. Και σωστά έκανε από την πλευρά του. Τώρα που ο Τσίπρας δεν «παίζει μπάλα» στην κεντρική πολιτική σκηνή, για να του αρπάζει τη μπουκιά από το στόμα, όπως έγινε το 2021-22, όλο το κέρδος (ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του) μπορεί να είναι δικό του.
Οπως ξεκαθάρισε σήμερα ο Δουδωνής, στέλεχος στο στενό επιτελείο του Ανδρουλάκη, από εδώ και πέρα θα κινηθούν νομικά. Δηλαδή, θα προσπαθήσουν με νομικές κινήσεις να κρατήσουν το θέμα στον αφρό της επικαιρότητας, τουλάχιστον μέχρι τις ευρωεκλογές. Στη Βουλή δεν θα το ξαναπάνε (εκτός αν στο μεταξύ αλλάξουν γνώμη).
Αλλά ο Ανδρουλάκης δεν ήταν ο μόνος βυσματωμένος. Ηταν και άλλοι πολλοί. Μεταξύ αυτών υπουργοί (πρώτος και καλύτερος ο Χατζηδάκης), αλλά και ανώτατοι στραταίοι, με πρώτον και καλύτερο τον τότε αρχηγό ΓΕΕΘΑ Φλώρο. Θα πάει άραγε κανένας απ’ αυτούς στην ΑΔΑΕ για να ζητήσει να μάθει το λόγο για τον οποίο τον παρακολουθούσαν; Για τους υπουργούς το αποκλείουμε, για τους ανώτατους στραταίους κρατάμε μια επιφύλαξη, γιατί δεν ξέρουμε ποια είναι η σχέση του καθένα απ’ αυτούς με τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ μετά την αποστράτευσή τους. Εκτιμούμε, όμως, πως ο Μητσοτάκης πρέπει να έκανε τις κατάλληλες «κινήσεις», για να μην τους βρει μπροστά του.
Τι μένει απ’ αυτή την ιστορία; Μια απόφαση του ΣτΕ που εκθέτει τον Μητσοτάκη, καθώς βγάζει το νόμο του 2021 αντισυνταγματικό. Δεν έχει καμιά σημασία πως ο νόμος ξανάλλαξε το 2022, όπως λέει η κυβερνητική προπαγάνδα. Σε τελευταία ανάλυση, το ΣτΕ γνωρίζει και το νόμο του 2022, οπότε θα μπορούσε να αναφερθεί σ’ αυτόν και να κλείσει την υπόθεση.
Το ΣτΕ, το «δικαστήριο του μονάρχη», σπανιότατα βγάζει νόμο αντισυνταγματικό. Κι όταν το κάνει, ο πολιτικός αντίκτυπος είναι μεγάλος. Ενα από τα ισχυρότερα πλήγματα που δέχτηκε η κυβέρνηση Τσίπρα ήταν όταν το ΣτΕ, έστω και με οριακή πλειοψηφία, κήρυξε αντισυνταγματικό τον «νόμο Παππά» για τις τηλεοπτικές άδειες. Μπορεί η γραμμή από το Μαξίμου προς τα κυβερνητικά στελέχη να είναι ότι πρέπει να παριστάνουν τους αδιάφορους («δεν τρέχει τίποτα, εμείς αλλάξαμε το νόμο το 2022 και η απόφαση του ΣτΕ είναι άνευ ουσιαστικού περιεχομένου»), όμως ο Μητσοτάκης και οι επιτελείς του ακόμα τρίβουν το μάγουλο από το χαστούκι.
Η απόφαση του ΣτΕ είναι μια ένδειξη ότι ο Μητσοτάκης θεωρείται τελειωμένος. Ας σημειωθεί ότι η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ήταν ομόφωνη. Και λέει τα εξής:
«Η ρύθμιση του άρθρου 87 του Ν. 4790/2021, με το οποίο θεσπίστηκε στην περίπτωση επιβολής του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας η πλήρης απαγόρευση της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγομένου, μετά τη λήξη του μέτρου, ακόμη και όταν δεν υφίσταται διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφάλειας που οδήγησαν στην επιβολή του, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας, που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δικαίου, και, συνεπώς, αντίκειται στα άρθρα 9 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 παρ. 1 και 15 παρ. 1 της οδηγίας 2002/58, 7, 8 και 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης και 8 της ΕΣΔΑ και είναι ανίσχυρη».
Το πνεύμα και το γράμμα αυτής της απόφασης, καταρχάς, δικαιώνει τον Ράμμο της ΑΔΑΕ, στον οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ανοίξει πόλεμο. Δεύτερο, ευθυγραμμίζεται (και ως προς το γράμμα της ακόμα) με ψηφίσματα όπως το πρόσφατο του Ευρωκοινοβούλιου και το παλαιότερο της Επιτροπής PEGA του ίδιου ευρωπαϊκού οργάνου, καθώς κάνει ευθεία αναφορά σε παραβιάσεις του «κράτους δικαίου».
Δεν υπήρχε περίπτωση το ΣτΕ να βγάλει τέτοια απόφαση ενάντια σε μια ισχυρή αστική κυβέρνηση. Κι αν ήθελε να βγάλει το νόμο αντισυνταγματικό, θα έβρισκε πιο ήπιες διατυπώσεις. Τον Οκτώβρη του 2016, που η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικό το άρθρο 2α του «νόμου Παππά» για τις τηλεοπτικές άδειες, η κυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων δεν ήταν κοινοβουλευτικά και πολιτικά όσο ισχυρή φαίνεται σήμερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Επίσης, αντίπαλός της στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν ήταν ένα κόμμα της ελάσσονος αντιπολίτευσης (όπως το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ), αλλά ισχυροί καπιταλιστικοί-μιντιακοί όμιλοι που έχουν «άκρες» στην αστική Δικαιοσύνη. Τέλος, εκείνη η απόφαση πάρθηκε με ορισκή πλειοψηφία (14-11), που έσωνε κάπως τα προσχήματα για τους Τσίπρα-Παππά.
Τώρα έχουμε μια απόφαση ομόφωνη που δεν αφήνει στον Μητσοτάκη ούτε ένα χερούλι για να πιαστεί. Δεν βρέθηκε ούτε ένας δικαστής να υποστηρίξει την κυβερνητική θέση και πρακτική. Μπορεί νομικά να μην πρόκειται για σημαντικό ζήτημα, πολιτικά όμως πρόκειται για ένα ηχηρό ράπισμα στον Μητσοτάκη προσωπικά, που –μην το ξεχνάμε- ήταν και παραμένει άμεσος πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ/ΚΥΠ.
Στην τελική ευθεία προς τις ευρωεκλογές, ο Μητσοτάκης βλέπει το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, που νόμιζε ότι το είχε θάψει βαθιά, να γίνεται ζόμπι και να τον κυνηγάει. Οι δικαστές του ΣτΕ, που πήραν ομόφωνα τη συγκεκριμένη απόφαση, το ήξεραν πολύ καλά αυτό. Προχώρησαν στη συγκεκριμένη κίνηση στο συγκεκριμένο χρόνο επειδή θεωρούν τον Μητσοτάκη τελειωμένο. Αυτά είναι και τα μηνύματα που παίρνουν από κύκλους «με επιρροή», γι’ αυτό και δεν έγινε «μάχη», δεν υπήρξε καν μειοψηφία.