Μετά τον εκλογικό θρίαμβο της ΝΔ αναμένεται να συνεχιστεί η Οδύσσεια του εκπαιδευτικού κόσμου, που θα ρίχνεται ανελέητα από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη. Το παρελθόν με τους αμέτρητους αντιεκπαιδευτικούς, αντιλαϊκούς νόμους και την διακυβέρνηση με διώξεις και ένταση της καταστολής το έχουμε πολλές φορές σχολιάσει.
Ας δούμε εν τάχει το περιεχόμενο των μαύρων ημερών για την δημόσια Παιδεία, που θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα μέσα από το εκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ και τις δηλώσεις Κεραμέως για τις «προτεραιότητες για το μέλλον», αφού πρώτα υπογραμμίσουμε τον υπ’ αριθμόν ένα, εμβληματικό στόχο της κυβέρνησης της ΝΔ για την επόμενη τετραετία, που είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος, με την πολυπόθητη κατεδάφιση του άρθου 16 και την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ηδη, ο πολυμίλης και ασυγκράτητος τηλεπλασιέ-τηλεμαϊντανός υπουργός Αδωνις τον περιέγραψε: «Ασφαλώς στο νέο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται, βλέπουμε όλοι μας τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο. Ενας διακηρυγμένος στόχος της Νέας Δημοκρατίας είναι η αλλαγή του Συντάγματος. Να πούμε στον κόσμο ότι τώρα το στοίχημα στις δεύτερες εκλογές δεν είναι η Νέα Δημοκρατία να είναι κυβέρνηση αλλά να πάρουμε 180 έδρες μόνοι μας και να πάμε να αλλάξουμε το Σύνταγμα».
Σχολείο για λίγους κι εκλεκτούς
- Με ένταση στο έπακρο των ταξικών φραγμών στο δημόσιο σχολείο: Τράπεζα Θεμάτων, Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, συντελεστές βαρύτητας, «ψαλίδι» στον αριθμό εισακτέων, αυστηροποίηση της απόκτησης του απολυτήριου του Λυκείου με μίνι πανελλαδικές σε όλες τις τάξεις του, ώστε να κοπεί αποφασιστικά η ιστορικά διαμορφωμένη -αντικειμενικά προοδευτική- τάση της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακές σπουδές.
«Προσπαθούνε να κάνουμε το σχολείο πιο απαιτητικό», δήλωσε η Κεραμέως. Γι’ αυτό για την επόμενη τετραετία θα «μετράει η επίδοση στο Λύκειο σ’ ένα βαθμό, σ’ ένα ποσοστό για την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο». Η μετατροπή του Λυκείου σε προθάλαμο για την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο επιτείνεται με την προσμέτρηση της βαθμολογίας του απολυτήριου για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και εντείνεται ο αντιδραστικός και χρησιμοθηρικός -αποκλειστικά για το κεφάλαιο και την καπιταλιστική παραγωγή- ρόλος του.
- Με κατηγοριοποίηση σχολείων, μαθητών και εκπαιδευτικών μέσω της ψευδεπίγραφης «αριστείας»: Ο στόχος προωθείται με την επέκταση του θεσμού των Πρότυπων Σχολείων (150 Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία αναμένεται να ιδρυθούν μέχρι το 2027) και την παράλληλη συρρίκνωση του σχολείου της γειτονιάς και με την «ελεύθερη επιλογή από γονέα της σχολικής μονάδας φοίτησης των μαθητών».
- Με «ενίσχυση του θεσμού της μαθητείας» και με «Αναβάθμιση Επαγγελματικών Λυκείων». Επιδιώκεται το εκ νέου «λίφτινγκ» της λεγόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης, που έχει παραδοθεί στα νύχια των καπιταλιστών, ώστε να προσφερθούν καινούργια «καθρεφτάκια στους ιθαγενείς» και τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων να παραιτηθούν από τη διεκδίκηση μιας θέσης στην ανώτατη εκπαίδευση. Ταυτόχρονα προωθείται η γενίκευση και νομιμοποίηση της παιδικής εργασίας με διετείς δομές που απευθύνονται σε απόφοιτους Γυμνασίων [Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης (Ε.Σ.Κ.) και Επαγγελματικές Σχολές ( ΕΠΑ.Σ.) Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ.].
Δημόσια Παιδεία φθηνή, «ευέλικτη» και με εμπλοκή των καπιταλιστών
- «Διεύρυνση της εφαρμογής του ολοήμερου σχολείου ως τις 17:30 και επέκταση εφαρμογής του διευρυμένου και ενισχυμένου ολοήμερου προγράμματος σε νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία σε όλη τη χώρα». Το Ολοήμερο παιδοφυλακτήριο αποτελεί την φθηνή λύση προσαρμογής του σχολείου στις εργασιακές σχέσεις-λάστιχο των εργαζόμενων γονιών, σε βάρος των πραγματικών αναγκών των μικρών παιδιών και των εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών. Η περαιτέρω διεύρυνση του ωραρίου του υπηρετεί αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση, προσαρμόζοντας το σχολείο-πάρκινγκ παιδιών στην πλήρη μπαχαλοποίηση των όρων εργασίας.
- Περαιτέρω ιδιωτικοποίηση πλευρών της λειτουργίας του δημόσιου σχολείου, μέσω της «αυτονομίας» της σχολικής μονάδας, και της «απελευθέρωσης του σχολείου από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του Υπουργείου Παιδείας», σε συνδυασμό με τη «θεσμική θωράκιση της σχολικής μονάδας» και τον «αναβαθμισμένο ρόλο του διευθυντή».
Δηλαδή μειωμένη κρατική χρηματοδότηση («αυτονομία» οικονομική), αγωνία των σχολικών μονάδων να επιβιώσουν επιδιώκοντας χρηματοδότηση από «τρίτους» και επιβολή των διευθυντών-μάνατζερ. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να εμπλουτίσουν το πρόγραμμα και τον τρόπο διδασκαλίας όχι με μέσα που διαθέτει το δημόσιο σχολείο, αλλά αγοράζοντας πληροφόρηση και δραστηριότητες (θα πήξουμε στα «καινοτόμα προγράμματα») από ιδιώτες, ΜΚΟ και τα ρέστα, που σημειωτέον θα αποτελούν και κριτήριο «αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας».
- «Ανέγερση φοιτητικών εστιών για τη στέγαση 8.500 φοιτητών μέσω ΣΔΙΤ».
Τούτο σημαίνει ότι πρέπει να ετοιμάζονται οι εστιακοί φοιτητές, που θα έχουν το «προνόμιο» να κατοικίσουν σε αυτές τις φοιτητικές εστίες να καταβάλλουν ενοίκιο. Διότι τα ιδιωτικά συμφέροντα που θα συμμετάσχουν στη «μελέτη, χρηματοδότηση, κατασκευή και τεχνική διαχείριση φοιτητικών και άλλων κτιριακών εγκαταστάσεων» δεν θα το πράξουν για την «ψυχή της μάνας τους», ούτε επειδή θέλουν να συνδράμουν αφιλοκερδώς τη δημόσια Παιδεία.
- «Voucher για διεθνώς αναγνωρισμένα πιστοποιητικά γλωσσομάθειας και ψηφιακών δεξιοτήτων σε β-βάθμια και γ-βάθμια εκπαίδευση».
Την πίτα θα αρμέξουν κυρίως καπιταλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτήν την κατεύθυνση.
Αξιολόγηση-καταστολή
Εμμονή και επιμονή από την πλευρά του υπουργείου της Αμάθειας και της Καταστολής στην επαναφορά του επιθεωρητισμού μέσω της «αξιολόγησης» των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών.
Θα συνεχιστεί η ομηρία των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών με άρνηση της μονιμοποίησής τους, παρά το ότι έχει παρέλθει η διετία, και ο εκβιασμός τους να δεχτούν την «αξιολόγηση» ως προϋπόθεση για να μονιμοποιηθούν. Η κυβέρνηση τους χρησιμοποιεί ως δούρειο ίππο για την επιβολή γενικά της αξιολόγησης σε όλη την εκπαίδευση, που αποτελεί, άλλωστε, πρόκριμα εφαρμογής της και σε όλο το δημόσιο.
Σε αυτό το πλαίσιο αναμένεται και η ένταση της καταστολής ώστε να εξασφαλιστεί η υποταγή των εκπαιδευτικών.
Επαναφορά του «διαγωνισμού της ντροπής»
- «Νέο σύστημα διορισμού/επιλογής εκπαιδευτικών στη βάση διαγωνισμού ΑΣΕΠ».
Αποτελεί μέρος των ανακοινώσεων Κεραμέως για τις «προτεραιότητες του μέλλοντος» (Σεπτέμβρης 2022). Προαναγγέλλεται, λοιπόν, η επαναφορά του «διαγωνισμού της ντροπής». Από το σύστημα συνεχούς κυνηγητού «προσόντων», με μεταπτυχιακά, διδακτορικά, ξένες γλώσσες, πιστοποιήσεις για υπολογιστές και σεμινάρια κάθε είδους -που εδώ που τα λέμε ελάχιστοι είχαν το προνόμιο να τα αποκτήσουν, καθώς απαιτούνταν και χρόνος και χρήμα- του Γαβρόγλου, πάμε σε έναν τρίωρο διαγωνισμό «πιστοποίησης» (λέμε τώρα) της επιστημονικής επάρκειας, της παιδαγωγικής κατάρτισης και της διδακτικής ικανότητας των μελλοντικών εκπαιδευτικών, ενάντια στην πρώτη επιβολή του οποίου από τον Αρσένη, οι εκπαιδευτικοί πολέμησαν και έχυσαν αίμα.
Πρόκειται για τον εξευτελισμό κυριολεκτικά του βασικού πτυχίου και των σπουδών και στις δύο περιπτώσεις και στην ντε φάκτο ελαχιστοποίηση των όποιων μόνιμων διορισμών στο μέλλον.
Διαφαίνεται μάλιστα, ότι για να μετρήσουν στη συνέχεια για τον διορισμό και τα άλλα κριτήρια (προϋπηρεσία, ακαδημαϊκά προσόντα, κοινωνικά κριτήρια), προϋπόθεση θα είναι οι εκπαιδευτικοί να έχουν τη βάση στο «διαγωνισμό της ντροπής».
«Αναδιοργάνωση» του ακαδημαϊκού χάρτη, έμφαση στα τμήματα εφαρμοσμένων επιστημών και πλήρης εφαρμογή του νόμου-πλαίσιο
- «Οι αντιδράσεις, όπως ξέρετε, δεν μας αποθάρρυναν ποτέ, προκειμένου να υλοποιήσουμε τις δεσμεύσεις μας, οι οποίες θεωρούμε ότι κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, όπως ο εξορθολογισμός του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας. Ο αριθμός των εισαχθέντων που αναφέρετε αποτελεί ένα από τα πολλά κριτήρια βιωσιμότητας κάθε τμήματος ΑΕΙ που εξετάζει η Εθνική Αρχή των ΑΕΙ (ΕΘΑΑΕ), η οποία μας υποβάλλει αναλύσεις σχετικά με τα τμήματα της Επικράτειας που εμφανίζουν πολλαπλές αδυναμίες. Σας θυμίζω ότι έχουμε ήδη προβεί στη συγχώνευση, κατάργηση ή αναστολή λειτουργίας άνω των 50 πανεπιστημιακών τμημάτων, τα οποία είχαν δομικά προβλήματα βιωσιμότητας και δεν εξυπηρετούσαν τις ακαδημαϊκές ανάγκες. Η αναδιοργάνωση του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας με βάση και τις διεθνείς τάσεις της επιστήμης, της κοινωνίας, της οικονομίας, και η απαιτούμενη έμφαση στα τμήματα εφαρμοσμένων επιστημών περιλαμβάνονται στις προτεραιότητες της επόμενης τετραετίας, εφόσον ο ελληνικός λαός ανανεώσει την εμπιστοσύνη του στη Νέα Δημοκρατία»: Νίκη Κεραμέως συνέντευξη στο «Βήμα».
Τα θεμέλια της «αναδιοργάνωσης», δηλαδή του πετσοκόμματος Τμημάτων των Πανεπιστημίων, βασίζονται πάνω στην καρμανιόλα της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, που ήδη κάθε χρόνο ξεκληρίζει περίπου το 1/3 των υποψήφιων των ΓΕΛ και καθιστά αδειανά πουκάμισα δεκάδες Τμήματα των ΑΕΙ -ειδικά των περιφερειακών-, στην δραστικότατη μείωση του αριθμού εισακτέων, στην σταθερή υποχρηματοδότηση των ΑΕΙ ακόμη και για τις ανελαστικές τους δαπάνες, στην μη επαρκή στελέχωσή τους σε εκπαιδευτικό, ερευνητικό, διοικητικό, τεχνικό προσωπικό. Τα παραπάνω αποτελούν προετοιμασία του κατάλληλου εδάφους, ώστε στη συνέχεια η αποκλειστικά υπεύθυνη γι’ αυτήν την κατάσταση κυβέρνηση να έρχεται ως τιμητής και να θέτει πρόβλημα «βιωσιμότητας» των Τμημάτων των ΑΕΙ, αδιαφορώντας ακόμα και για τις ιδιαιτερότητες (δημογραφικές, κοινωνικο-οικονομικές) που μπορεί να τους προσδίδει η γεωγραφική τους θέση.
Χρησιμοποιεί δε τις δυνατότητες που της προσφέρει ο νέος νόμος-πλαίσιο, με τον οποίο καταργείται ουσιαστικά το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων, αφού οι συγχωνεύσεις-καταργήσεις-μετονομασίες ακαδημαϊκών μονάδων γίνονται με Προεδρικό Διάταγμα και απαιτείται μόνο η γνώμη της Συγκλήτου του ΑΕΙ. Με τον τρόπο αυτό, τα πανεπιστημιακά Τμήματα ή και ολόκληρα Πανεπιστήμια μένουν έκθετα σε αυθαίρετες αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΑΙΘ, που μπορεί να τα εξαφανίσει από τον ακαδημαϊκό χάρτη χωρίς κανένα ακαδημαϊκό κριτήριο.
Η «αναδιοργάνωση», ο «εξορθολογισμός», ή παλιότερα το «σχέδιο Αθηνά», όπως κατά καιρούς βαφτίζεται το πετσόκομμα των ΑΕΙ, καμιά σχέση δεν έχει με την ακαδημαϊκότητα των πανεπιστημιακών σπουδών, την ουσιαστική, ανοιχτοχέρα χρηματοδότηση, την κατανομή, δομή και λειτουργία των Πανεπιστημίων ώστε να προωθείται απρόσκοπτα η επιστήμη και η έρευνα, την «παραγωγή» επιστημόνων με πλατιά και στέρεα επιστημονικά εφόδια και πραγματικά άξια και «βαριά» πτυχία, αλλά έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τον δραστικό περιορισμό της κρατικής χρηματοδότησης και την υποταγή στις ανάγκες της αγοράς.
- Τα Τμήματα Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας θεσπίστηκαν ήδη με τον κακόφημο νόμο-πλαίσιο. Είναι αυτά για τα οποία δηλώνει η Κεραμέως ότι αποτελούν την προτεραιότητα της νέας τετραετίας της ΝΔ. Ουσιαστικά πρόκειται για την νεκρανάσταση των ΤΕΙ κάτω από την ομπρέλα των Πανεπιστημίων, που βαδίζει χέρι χέρι με την γενικότερη υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών (προγράμματα σπουδών-σούπα με επιλογή μαθημάτων-πιστωτικών μονάδων από διάφορα επιστημονικά αντικείμενα, δυνατότητα παρακολούθησης μαθημάτων και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων των κοινών προγραμμάτων σπουδών, προγράμματα δευτερεύουσας κατεύθυνσης, σύντομης διάρκειας, πιστοποιήσεις για όλα τα βαλάντια με δίδακτρα, στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης, αναγνώριση από το ΔΟΑΤΑΠ με διαδικασίες fast track των τριετών πτυχίων της αλλοδαπής και βεβαίως ισοτίμηση των «πτυχίων» των κολλεγίων.).
Τα προγράμματα σπουδών αυτών των Τμημάτων έχουν διάρκεια 7 ακαδημαϊκών εξαμήνων και αντιστοιχούν σε 210 πιστωτικές μονάδες. Προβλέπεται η διεξαγωγή υποχρεωτικής πρακτικής άσκησης των φοιτητών συνολικής διάρκειας 6 μηνών, που αντιστοιχεί σε 30 πιστωτικές μονάδες (ECTS). Η επιτυχής ολοκλήρωση προγραμμάτων σπουδών οδηγεί στην απονομή τίτλου σπουδών επιπέδου έξι (6) σύμφωνα με το Εθνικό και Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων, όπως ακριβώς και τα τετραετή προγράμματα σπουδών των ελληνικών ΑΕΙ (240 πιστωτικές μονάδες)! Ετσι δημιουργούνται εντός των ίδιων των Πανεπιστημίων φοιτητές και καθηγητές δεύτερης κατηγορίας.
Σημειώνουμε επίσης ότι ενώ στα Τμήματα Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας δεν δίνεται η δυνατότητα να οργανώνουν προγράμματα τρίτου κύκλου σπουδών (διδακτορικές σπουδές), εν τούτοις αυτά θεωρούνται ότι ανήκουν στο επίπεδο 6 του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων, όπως ακριβώς και τα τετραετή προγράμματα σπουδών των ελληνικών ΑΕΙ.
Το κίνδυνο Τμήματα που δεν θα συγκεντρώσουν επαρκή αριθμό φοιτητών – ανεξάρτητα αν αυτό οφείλεται στο αντικείμενο τους ή στην γεωγραφική τοποθέτηση τους – να υποβιβαστούν σε Τμήματα Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας, ώστε να απορροφήσουν αποτυχόντες των Πανεπιστημίων υπογράμμισε και η Ενωση Διδασκόντων του Ιόνιου Πανεπιστήμιου, σε παλαιότερη ανακοίνωσή της με αφορμή το νόμο-πλαίσιο Κεραμέως.
- Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί σε ό,τι έχει να κάνει με την μετατροπή του δημόσιου Πανεπιστήμιου σε επιχείρηση ΑΕ: Αξιολόγηση και πενιχρή κρατική χρηματοδότηση υπό την αίρεσή της, απελευθέρωση των μεταπτυχιακών και γενίκευση των διδάκτρων, βιομηχανικά διδακτορικά και επαγγελματικά μεταπτυχιακά, πτυχία-σούπα στο πνεύμα της Μπολόνια, ξενόγλωσσα προπτυχιακά για προσέλκυση φοιτητών-πελατών (σ.σ. αποτελούν μορφή λειτουργίας ιδιωτικών ΑΕΙ), κ.ά.
Διορισμοί εκπαιδευτικών και αύξηση μισθών
Είναι το «τυράκι στη φάκα», ώστε να περάσει ανενόχλητος ο οδοστρωτήρας στην εκπαίδευση.
Οι υποσχέσεις, όμως, έχουν μια βασική προϋπόθεση, που ο ίδιος ο Μητσοτάκης φρόντισε να την υπογραμμίσει κατά την παρουσίαση του προγράμματος της ΝΔ και που οι κολαούζοι στα μίντια την πέρασαν στο ντούκου, για ευνόητους λόγους. Είπε πως τα πάντα εξαρτώνται από την «αναπτυξιακή πολιτική», η οποία δεν θα θέσει σε καμιά περίπτωση σε κίνδυνο την δημοσιονομική σταθερότητα: «Για εμένα (είπε) η διαφύλαξη της δημοσιονομικής σταθερότητας αποτελεί όρο απαράβατο», φανερώνοντας ότι τα ταξίματα είναι φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Σε κάθε περίπτωση πάντως πρόκειται για πενιχρά φιλοδωρήματα που θα συνδέονται με την αξιολόγηση. Εξ ου και αναφέρεται ότι η αύξηση των μισθολογικών απολαβών αφορά κυρίως τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς και τα στελέχη εκπαίδευσης με αυξημένες αρμοδιότητες.
Οσο δε για τους διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών (διορισμοί 4.000 με 5.000 μόνιμων εκπαιδευτικών κάθε χρόνο, σύμφωνα με τα όσα είπε πλειοδοτώντας ο αδίστακτος Κούλης) κρατείστε πολύ μικρό καλάθι, καθώς καραδοκεί ο πέλεκυς της δημοσιονομικής σταθερότητας, ενώ οι πραγματικές ανάγκες των δημόσιων σχολείων είναι τεράστιες και αυτά που τάζει ο Μητσοτάκης είναι σταγόνα στον ωκεανό.
Συμπέρασμα: Μαύρες κι άραχνες μέρες ξημερώνουν και πάλι για την δημόσια Παιδεία. Αν ο κόσμος της δεν θέλει να αλεστεί στις μυλόπετρες που του έχουν στήσει και αυτές που του ετοιμάζουν οφείλει να αναμετρηθεί με την αστική τάξη, το κράτος της και το πολιτικό της προσωπικό «στο δρόμο», διεκδικώντας τα δικαιώματά του. «Στο δρόμο» θα κριθεί το μέλλον, εκεί που οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί δεν παίζουν κανένα ρόλο.
Γιούλα Γκεσούλη