Κάτι… κουτοπονηρούληδες το ψάχνουν… σε βάθος και ανακαλύπτουν… ισαποστάκηδες στην αντιμετώπιση του πολέμου της Ουκρανίας. Οσοι καταγγέλλουμε τον ρωσικό και τον δυτικό ιμπεριαλισμό είμαστε… ισαποστάκηδες.
Εχουν και ανάλυση οι κουτοπονηρούληδες. Μιλούν για την περικύκλωση της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ που οδηγεί το καθεστώς Πούτιν σε μια κίνηση φαινομενικά επιθετική, αλλά επί της ουσίας αμυντική.
Δε θα συζητήσουμε εδώ το συγκεκριμένο ζήτημα (θα το κάνουμε λίαν συντόμως αναλυτικά), αλλά θα υπενθυμίσουμε την επί της αρχής τοποθέτησή μας, κατευθείαν βγαλμένη από τη διδασκαλία του Λένιν και των Μπολσεβίκων (και του Στάλιν, φυσικά, που την επανέλαβε πολλές φορές, στη θεωρία και στην πράξη), όπως την παραθέσαμε στο άρθρο μας: Μια ακόμη ιμπεριαλιστική σύγκρουση για το ξαναμοίρασμα αγορών και σφαιρών επιρροής.
«Ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με βίαια μέσα» είχε γράψει ο Κλάουζεβιτς και στον Λένιν άρεσε να υπενθυμίζει αυτήν τη φράση για να αναπτύσσει την κομμουνιστική προσέγγιση των πολέμων: δεν έχει σημασία ποιος αμύνεται και ποιος επιτίθεται, δεν έχει σημασία πού βρίσκονται τα στρατεύματα, δεν έχει σημασία ποιος άρχισε πρώτος και ποιος ακολούθησε, σημασία έχει ποια είναι η πολιτική που υπηρετούν οι εμπλεκόμενοι.
Εν προκειμένω, επί του Ουκρανικού συγκρούονται η ιμπεριαλιστική Ρωσία με τις ιμπεριαλιστικές ΗΠΑ, με τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές στη μέση, αλλά χωρίς να αποστασιοποιούνται από το στρατόπεδο του ΝΑΤΟ. Είτε το ζήτημα αντιμετωπίζεται με ήπιας ή υψηλής έντασης διπλωματία είτε θα εξελιχθεί σε πολεμική σύρραξη, θα είναι πάντοτε μια αντιδραστική ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση απ’ όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Μια αντιπαράθεση που στρέφεται ενάντια στα συμφέροντα των λαών (όλων των λαών) και έχει ως στόχο το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής.
Και τα δύο αντιπαρατιθέμενα στρατόπεδα προσπαθούν να «καταστρέψουν» τα μυαλά των ανθρώπων, πιπιλίζοντας το καθένα τη δική του καραμέλα. Στη Δύση χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς των κρατών και των διακρατικών ιμπεριαλιστικών σχηματισμών για να φιλοτεχνήσουν την εικόνα ενός Πούτιν-Χίτλερ και μιας αναθεωρητικής Ρωσίας. Η Ρωσία χρησιμοποιεί τις «άκρες» της στη Δύση και τα δικά της Μέσα προπαγάνδας για να φιλοτεχνήσει την εικόνα ενός κράτους που αμύνεται στην περικύκλωσή του.
Η προπαγάνδα της κάθε πλευράς έχει ψήγματα αλήθειας (όπως κάθε προπαγάνδα), που χρησιμοποιούνται ως καπνός παραλλαγής και στοιχείο διείσδυσης. Εύκολα μπορούν να απαντηθούν οι βασικοί ισχυρισμοί κάθε πλευράς. Δεν πρέπει, όμως, να πέσουμε στην παγίδα αυτής της συζήτησης, γιατί θα απομακρυνθούμε από την επί της αρχής τοποθέτηση, πως όταν συγκρούονται (σε όποιο επίπεδο) ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, δεν συγκρούονται «για την αλήθεια και το δίκιο», αλλά για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής. Γι’ αυτό και πρέπει να σταθούμε απέναντι σε όλα τα συγκρουόμενα μέρη.
Ετσι ακριβώς: απέναντι σε όλα τα συγκρουόμενα μέρη. Η τακτική των ίσων αποστάσεων σημαίνει ουδετερότητα και παθητικότητα. Η δική μας τακτική, η λενινιστική τακτική, είναι τακτική επαναστατικής σύγκρουσης με όλα τα συγκρουόμενα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα.
Τακτική ίσων αποστάσεων τηρούν οι πασιφιστές που σ’ έναν πόλεμο βλέπουν μόνο τη βία και μ’ αυτόν τον τρόπο τσουβαλιάζουν δίκαιους και άδικους πολέμους. Επί δεκαετίες και ιδιαίτερα μετά τη λήξη του λεγόμενου «ψυχρού πολέμου», τη διάλυση της Ε«Σ»«Σ»Δ και το κατάντημα της Ρωσίας να έχει πρόεδρο έναν μεθύστακα, ο πασιφισμός έκανε μεγάλη ζημιά στα κινήματα της Δύσης.
Ιδεολογικοπολιτικά βολεύονταν με τις καταγγελίες εναντίον των ιμπεριαλιστών που πραγματοποιούσαν επεμβάσεις σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Επειδή αυτός είναι ο κανόνας, δηλαδή οι ιμπεριαλιστές να πραγματοποιούν επεμβάσεις, τις περισσότερες φορές αυτά τα κινήματα καλύπτονταν με τα πασιφιστικά συνθήματα. Τα δύσκολα άρχιζαν όταν ο κανόνας αντιστρεφόταν. Οταν οι ιμπεριαλιστές δέχονταν την επίθεση και μάλιστα όπου και όταν δεν το περίμεναν.
Σε περιπτώσεις όπως οι επιθέσεις της Αλ-Κάιντα στη Νέα Υόρκη, τη Μαδρίτη, το Λονδίνο, όπου οι στόχοι δεν ήταν στρατιωτικοί, η πλειοψηφία των πασιφιστών (μεταξύ των οποίων και… «μαρξιστές»), δεν είχε κανένα πρόβλημα να βγει και να καταγγείλει τις «δολοφονίες αθώων». Στις πολλές περιπτώσεις επιθέσεων αυτοκτονίας Παλαιστίνιων στην καρδιά ισραηλινών πόλεων, με στόχους και πάλι αμάχους, η καταγγελία αρχικά δεν έγινε φωναχτά αλλά ψιθυριστά. Βλέπετε, δεν ήταν καθόλου εύκολο να βγεις και να καταγγείλεις από πασιφιστικές θέσεις τα μαχητικά ένοπλα τμήματα ενός λαού που εδώ και εφτά δεκαετίες υφίσταται τα πάνδεινα και δεν του έχει μείνει άλλη επιλογή εκτός από το να μετατρέψει τα παιδιά του σε βόμβες. Αυτή η αμηχανία αφορούσε κυρίως τους «μαρξιστές» της Ελλάδας, λόγω των παραδοσιακών δεσμών που υπάρχουν με τον παλαιστινιακό λαό. Οι «μαρξιστές» στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δεν είχαν κανένα πρόβλημα να καταγγείλουν και τις επιθέσεις αυτοκτονίας των Παλαιστίνιων.
Τουλάχιστον για τους μαρξιστές, αυτό το ζήτημα είναι ξεκάθαρο από την εποχή που έδρασαν οι Μαρξ και Ενγκελς. Οι πόλεμοι δεν χωρίζονται σε επιθετικούς και αμυντικούς, το κριτήριο δεν είναι ποιος άρχισε πρώτος και ποιος απάντησε, ούτε σε ποιον τόπο βρίσκονται τα στρατεύματα. Οι πόλεμοι χωρίζονται σε δίκαιους και άδικους. Και κριτήριο για να χαρακτηρίσουμε έναν πόλεμο είναι να βρούμε την πολιτική που συνεχίζει κάθε εμπόλεμο μέρος, σύμφωνα με τη γνωστή και χιλιοεπιβεβαιωμένη φράση του Κλάουζεβιτς: «Ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με βίαια μέσα».
Οι κουτοπονηρούληδες που λέγαμε άρχισαν τη στροφή προς την υποστήριξη της ρωσικής πολιτικής αρχικά καλυμμένα. Δεν υποστήριζαν τη Ρωσία αλλά τις… «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονμπάς. Το ότι οι ηγεσίες αυτών των επαρχιών ήταν υποχείρια της Ρωσίας δεν τους έλεγε τίποτα. Οταν ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις κατέβηκαν στη Συρία (νικώντας τελικά εκεί που δεν τα είχαν καταφέρει οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Τουρκία) δεν υπήρχε… λαϊκοδημοκρατικό πρόσχημα. Υπήρχε ένα αντιδραστικό καθεστώς (το καθεστώς Ασαντ), που είχε τη στήριξη ενός επίσης αντιδραστικού καθεστώτος (Ιράν), αλλά και της αστικής εθνικοαπελευθερωτικής Χεζμπολά του Λιβάνου (ο αστικός πραγματισμός είναι ίδιον κινημάτων όπως η Χεζμπολά). Οταν μπήκε και η Ρωσία… έδεσε το γλυκό. Σχηματίστηκε… αντιιμπεριαλιστικός άξονας. Γιατί αντιιμπεριαλιστικός; Επειδή ήταν αντιαμερικάνικος!
Προφανώς και κάθε άξονας που δημιουργεί η Ρωσία σε διάφορες περιοχές του πλανήτη θα έχει αντιαμερικάνικο χαρακτήρα, αφού η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας διαπερνά όλο τον πλανήτη, οριζοντίως και καθέτως (όπως τον διαπερνά και η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας στην περιοχή που οι ιμπεριαλιστές της Δύσης έχουν ονομάσει Ινδο-Ειρηνικό, για να μην χρησιμοποιούν το όνομα με το οποίο είναι γνωστή εδώ και αιώνες: Νότια Σινική Θάλασσα). Κάθε αντιαμερικάνικος άξονας, όμως, δεν είναι αντιιμπεριαλιστικός, όταν τον έχει συγκροτήσει και τον κατευθύνει μια αντίπαλη των ΗΠΑ ιμπεριαλιστική δύναμη. Απλά, απλούστατα, είναι κι αυτός ένας ιμπεριαλιστικός άξονας (ακόμα κι όταν για πραγματιστικούς λόγους συμμετέχουν και αστικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα).
Είναι βέβαιο πως η ήττα του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος βαραίνει καταθλιπτικά και οδηγεί τους «ανυπόμονους» και τους «ακτιβιστές» στον οπορτουνισμό των «ρεαλιστικών λύσεων». Μια… ρεαλιστική λύση είναι, για παράδειγμα, να τσακίσει ο Πούτιν την επιρροή των Δυτικών ιμπεριαλιστών σε όσο γίνεται μεγαλύτερο έδαφος της πρώην Ε«Σ»«Σ»Δ. Τι θα είναι, όμως, αυτό που θα έχει πετύχει ο Πούτιν σε μια τέτοια προοπτική; Να ενισχύσει την ιμπεριαλιστική Ρωσία.
Η απάντηση «ναι, αλλά θα αδυνατίσει τους Αμερικάνους και το ΝΑΤΟ» είναι απλώς βλακώδης. Οσο και να τους αδυνατίσει, δε θα πάψουν να είναι ιμπεριαλιστές. Και θα προσπαθούν συνεχώς να ανακτήσουν τη δύναμη που ενδεχομένως χάσουν, όπως ακριβώς κάνει η Ρωσία εδώ και είκοσι χρόνια. Η Ρωσία του Γιέλτσιν ούτε που θα διανοούνταν να κάνει αυτά που κάνει η Ρωσία του Πούτιν.
Δεν είναι ζήτημα προσώπων. Τα πρόσωπα πρωτίστως εκπροσωπούν τις εποχές και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο καπιταλιστικός σχηματισμός που εκπροσωπούν. Ο μεθύστακας Γιέλτσιν εκπροσωπούσε έναν ιμπεριαλιστικό σχηματισμό σε παρακμή και προϊούσα αποσύνθεση. Αυτός ο ιμπεριαλιστικός σχηματισμός, όμως, είχε τη δυνατότητα να ανασυγκροτηθεί και να αρχίσει να διεκδικεί μέρος τουλάχιστον αυτών που έχασε. Ο σκληρός καγκεμπίτης Πούτιν εκπροσωπεί τα τελευταία 22 χρόνια την ανασυγκρότηση του ρωσικού ιμπεριαλισμού σε όλα τα επίπεδα: οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό. Κι αυτός ο ιμπεριαλισμός δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την εκμεταλλευτικότητα και την επιθετικότητα των άλλων ιμπεριαλισμών.
Ποιο είναι το καθήκον των κομμουνιστών, των αριστερών, των αντικαπιταλιστών εν γένει; Να μετατρέπονται σε παρακολούθημα μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης στον ανηλεή πόλεμό της με τους ιμπεριαλιστές ανταγωνιστές της; Ας μας πουν έναν (έστω έναν) λόγο για τον οποίο πρέπει να ακολουθηθεί αυτή η τακτική. Δεν έχουν γίνει μάθημα τα διδάγματα της Ιστορίας;
Πριν από τον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, οι οπορτουνιστικές ηγεσίες της Β’ Διεθνούς ψήφιζαν τις πολεμικές δαπάνες των ιμπεριαλιστικών κρατών και δήλωναν υποστήριξη στον «πόλεμο της πατρίδας». Οι Μπολσεβίκοι στη Ρωσία και κάποιες επαναστατικές μειοψηφίες μέσα στα Σοσιαλδημοκρατικά Κόμματα της Δυτικής Ευρώπης στράφηκαν ενάντια στον πόλεμο. Οχι κρατώντας ίσες αποστάσεις, αλλά κηρύσσοντας ανηλεή ταξικό πόλεμο στη «δική τους» αστική τάξη και διακηρύσσοντας την ανάγκη να μετατραπεί ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος σε επαναστατικό εμφύλιο πόλεμο σε κάθε χώρα. Και βέβαια πλήρωσαν μεγάλο τίμημα: φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτελεστικά αποσπάσματα.
Ξέρουμε τι ακολούθησε μετά το μεγάλο σφαγείο. Η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, εξεγέρσεις που πνίγηκαν στο αίμα σε μια σειρά άλλες χώρες, θρίαμβος της επαναστατικής πολιτικής των Μπολσεβίκων, οικοδόμηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Πόλεμο στον πόλεμο των ιμπεριαλιστών, λοιπόν. Ως σύνθημα ζύμωσης, ασφαλώς, στις σημερινές συνθήκες της ήττας και της ηττοπάθειας του εργατικού κινήματος. Με τη βεβαιότητα, όμως, ότι μόνο πάνω σ’ αυτήν την τακτική μπορεί να οικοδομηθεί και πάλι ένα εργατικό κίνημα με επαναστατικό προσανατολισμό.