Δύο χιλιάδες είκοσι
δεν έχει τέλος η ύπνωση;
Να ανοίξουν τα κομμωτήρια και τα ινστιτούτα ομορφιάς. Συντασσόμαστε απόλυτα με την κυβερνητική επιταγή που τυγχάνει καθολικής αποδοχής ως φλέγον αίτημα εν όψει των «γιορτινών» ημερών που έρχονται. Να σπεύσουν όλες να φτιαχτούν, να στριμωχτούν σε λεωφορεία και τρένα, σε πεζοδρόμια και αίθουσες.
«Και η αλήθεια είναι αυτή: σχολειό πια δεν υπάρχει. Κινείται μονάχα ακόμη ένας ανήθικος κι αρρωστημένος οργανισμός γεμάτος από δηλητήριο και παραφροσύνη, που πολύ σύντομα θα επιδράσει θανατηφόρα σ’ όλη την κατοπινή ζωή του τόπου μας. Μια σάπια και ξεχαρβαλωμένη μηχανή όπου από ανάγκη ρίχνουμε μέσα μια καθαρή κι αγνή ζωική παραγωγή –τα ευκολόπλαστα παιδιά μας- για να μας τα μεταβάλλει ύστερα από λίγα χρόνια σε μούμιες κατάξερες και φασκιωμένες ή σε κινούμενα μιάσματα ανασυρμένα σαν από τάφους…» (Μίλτος Κουντουράς – «Κλείστε τα σχολεία»).
Το παραπάνω φέρνει και λίγο σε αφιέρωση προς την προηγούμενη των κομμωτηρίων κυβερνητική επιλογή, που ήταν το άνοιγμα των σχολείων, αδιαφορώντας για το κόστος…
«Με την πρόφαση να περισώσουν τάχα κάτι από την καταστροφή, μα στην πραγματικότητα για να εξασφαλίσουν αξιώματα, πρωτοκαθεδρίες, φαγοπότια, ρεμούλες για τον εαυτό τους, τους συγγενείς τους και τους φίλους τους, δέχθηκαν να κυλιούνται καθημερινά στη λάσπη της προδοσίας, να κοψομεσιάζονται, να υποβοηθάνε τη λεηλασία και την ερήμωση της χώρας τους και να δίνουνε πρόσχημα νομιμότητας σε όλα τα κακουργήματα των κατακτητών» (Δημήτριος Γληνός).
Πέσαμε από τα σύννεφα με τη νέα διαπίστωση και την… αριθμο-ποίηση που την τεκμηριώνει: εν μέσω της πανδημίας αυξήθηκαν λέει (το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής) τα χρέη προς ταμεία, εφορίες και ασφαλιστικές εισφορές!
«Ο φασισμός είναι βία, όμως η βία δεν είναι φασισμός πάντα, όπως προσπαθεί –για λόγους δικούς της- να δημιουργήσει την εντύπωση η αστικο-δημοκρατική προπαγάνδα. Η βία ασκεί μια δικτατορία πάνω στο λαό, δεν είναι το ίδιο πράγμα με τη βία που μπορεί να μεταχειριστεί ο λαός στην πάλη του για την ανατροπή της δικτατορίας» («Αντιπληροφόρηση» – Απρίλης 1976).
Τα φετινά τα έλατα θα στολιστούν με μάσκες
ίσως και με εμβόλια και με χαρτιά εξόδου.
«Μισώ τους αδιάφορους. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους. Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα. Είναι η μοιρολατρία. Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει. Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου» (Antonio Gramsci).
Μέσα στη γενικότερη ακινησία και στον εγκλεισμό, η Ρόζα Λούξεμπουργκ εξακολουθεί να υπενθυμίζει: «Αν δεν κουνηθείς, δεν θα καταλάβεις τις αλυσίδες».
Κοκκινοσκουφίτσα