Μια κριτική της «Κόντρας» πάνω σε ζητήματα αντιμετώπισης των εν εξελίξει δικών στα τρομοδικεία του Κορυδαλλού (δείτε ) προκάλεσε την απάντηση του συντρόφου Γιάννη Μιχαηλίδη, κατηγορούμενου σ’ αυτές τις δίκες (δείτε ).
Θεωρούμε ότι άνοιξε μια συζήτηση πάνω σε ένα σημαντικό ζήτημα τακτικής. Μια συζήτηση με κινηματικούς-συντροφικούς όρους, οι οποίοι βοηθούν στην αποσαφήνιση των απόψεων, χωρίς περιχαρακώσεις και ανούσιες αντιπαραθέσεις. Μια συζήτηση επί της ουσίας. Γι’ αυτό καταθέτουμε ορισμένες παρατηρήσεις πάνω στο κείμενο του συντρόφου, όχι γιατί θέλουμε να έχουμε τον τελευταίο λόγο, αλλά προκειμένου να κάνουμε πιο καθαρή την ουσία των δικών μας απόψεων, όπως και το πραγματικό πεδίο της διαφωνίας μας με τον σύντροφο Μιχαηλίδη.
1. Εισαγωγικά, ο σ. ΓΜ διαπράττει ένα λάθος, αναζητώντας τη ρίζα της διαφωνίας μας στις (δεδομένες και γνωστές) διαφορές ανάμεσα στη μαρξιστική και την αναρχική κατεύθυνση. Πρόκειται για μια «εύκολη» ερμηνεία, η οποία συσκοτίζει την ουσία της διαφωνίας και, βέβαια, δεν βρίσκει έρεισμα στην πραγματικότητα. Συμμετοχή στις τρομοδίκες (και μάλιστα όλες τις εποχές) είχαν και κομμουνιστές και αναρχικοί επαναστάτες. Οταν λέμε συμμετοχή, δεν αναφερόμαστε ασφαλώς σε αποδοχή του νομικού στάτους του ταξικού εχθρού, όπως συμβαίνει στις κοινές πονικές δίκες, αλλά συμμετοχή , η οποία αποσκοπεί στην ανάδειξη της υπεροχής των επαναστατικών απόψεων και της επαναστατικής δράσης, στην αντιπαράθεσή τους με την αστική νομιμότητα, στην αποκάλυψη του στυγνά ταξικού χαρακτήρα της δήθεν ανεξάρτητης αστικής Δικαιοσύνης, στο ξετίναγμα του κατηγορητήριου (χωρίς να δίνεται κανένα στοιχείο στον ταξικό εχθρό), στην κατάδειξη του γεγονότος ότι εδώ διεξάγεται μια και όχι μια ποινική δίκη, στην αποκάλυψη σκευωριών (στο βαθμό που υπάρχουν) κτλ.
Θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε σωρεία πολιτικών δικών στις οποίες αναρχικοί αγωνιστές ακολούθησαν αυτή τη στάση. Θα περιοριστούμε μόνο σε μία. Στην τρομοδίκη για την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, τα μέλη της οργάνωσης, αναρχικοί αγωνιστές με ένοπλη επαναστατική δράση, συμμετείχαν ενεργά στη διαδικασία, κατέδειξαν την υπεροχή της επαναστατικής δράσης, μετέφεραν τον πολιτικό τους λόγο στην αίθουσα του τρομοδικείου, χωρίς να παραλείψουν να ξετινάξουν το κατηγορητήριο, να αποδείξουν τη σαθρότητά του, να αποκαλύψουν τη σωρεία των ασφαλίτικων κατασκευών, να ξεσκίσουν την κατηγορία για «διευθυντικό ρόλο» κτλ. Ακόμη και στο ζήτημα της συμμετοχής τους στις μαχητικές-ένοπλες ενέργειεες του ΕΑ, τις οποίες υπερασπίστηκαν μία προς μία, χωρίς την παραμικρή υποχώρηση, τα συλληφθέντα μέλη της οργάνωσης φρόντισαν να ξεκαθαρίσουν από την αρχή και να επαναλάβουν πολλές φορές στο τρομοδικείο: δεν πρόκειται να σας πούμε ποιος ήταν ο ρόλος μας στην οργάνωση, δεν πρόκειται να σας πούμε πού ήμασταν ή δεν ήμασταν σε κάθε ενέργεια της οργάνωσης. Εσείς έχετε υποχρέωση να αποδείξετε αυτά που ισχυρίζεται το κατηγορητήριό σας. Ολ’ αυτά είναι καταγεγραμμένα όχι μόνο στα ρεπορτάζ της «Κόντρας», αλλά και στα πρακτικά της τρομοδίκης, τα οποία το κίνημα αλληλεγγύης απομαγνητοφωνούσε και έδινε στη δημοσιότητα.
Ανάλογη στάση ακολούθησε στις δίκες για την υπόθεση της ΕΟ 17Ν ο μαρξιστής επαναστάτης Δημήτρης Κουφοντίνας. Η διαφωνία μας με τον σ. ΓΜ, λοιπόν, δεν ανάγεται στις διαφορές μαρξισμού-αναρχισμού. Αδιάψευστος μάρτυρας ως προς αυτό είναι η ίδια η πραγματικότητα, όχι μόνο του απώτερου αλλά και του πρόσφατου παρελθόντος και του παρόντος. Αδικούμε και τον μαρξισμό και τον αναρχισμό, αν αναζητήσουμε διαφορές και αντιθέσεις στον τρόπο που (πρέπει να) στέκονται οι επαναστάτες στα δικαστήρια του ταξικού εχθρού.
2. Θεωρούμε επιεικώς λαθεμένη την κριτική για «υφέρπουσα θυματοποίηση» των αναρχικών κατηγορούμενων στις τρομοδίκες, την οποία μας απευθύνει ο σ. ΓΜ. Για να έχει αξιοπιστία αυτή η κριτική, θα έπρεπε να συνοδεύεται τουλάχιστον από μερικά παραδείγματα. Αν μη τι άλλο, έχουμε καλύψει δημοσιογραφικά όλες τις τρομοδίκες από το 2002 και ουδέποτε υπήρξε ούτε υπαινιγμός για κάτι τέτοιο. Αλλωστε, όταν αναγνωρίζεις εξαρχής τους κατηγορούμενους που αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής τους σε οργανώσεις που ασκούν και ένοπλη επαναστατική αντιβία (κομμουνιστές ή αναρχικούς) ως τέτοιους, δηλαδή ως πολιτικούς αντίπαλους που στράφηκαν ενάντια στο σύστημα και ένοπλα, .
Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι παράλληλα δε θα ξεσκεπάσουμε το κατηγορητήριο, τις κατασκευές μαρτύρων, τις δικονομικές αυθαιρεσίες και όλα τα υπόλοιπα που χαρακτηρίζουν τις τρομοδίκες, τις οποίες εξαρχής χαρακτηρίσαμε ως «έκτακτα στρατοδικεία», με τη σχετική βινιέτα να συνοδεύει διαχρονικά τα ρεπορτάζ μας απ’ αυτές. Τονίζουμε, ότι αναφερόμαστε στις περιπτώσεις που έχουμε ανάληψης πολιτικής ευθύνης από αγωνιστές και όχι στις περιπτώσεις που αγωνιστές καταγγέλλουν σκευωρίες σε βάρος τους, στις οποίες η ευθύνη μας για την αποκάλυψη της σαθρότητας του κατηγορητήριου είναι μεγαλύτερη (τελευταίο τέτοιο παράδειγμα είναι η υπόθεση του αναρχικού κομμουνιστή Τάσου Θεοφίλου).
Το να αποκαλύπτεις ότι κάποιοι μάρτυρες είναι κατασκευασμένοι, ότι τα πραγματικά περιστατικά δεν είναι όπως τα παρουσιάζει η Αντιτρομοκρατική, ότι κάποια πειστήρια (ιδιαίτερα το περιβόητο DNA) είναι κατασκευασμένα, ότι κάποιες εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης δεν αντέχουν σε στοιχειώδη επιστημονική κριτική κτλ., των κατηγορούμενων αγωνιστών, αλλά , των μηχανισμών καταστολής και της δήθεν ανεξάρτητης Δικαιοσύνης του. Ξεσκέπασμα που αφορά και τους κατηγορούμενους στη συγκεκριμένη δίκη, και τους αγωνιστές που θα βρεθούν σε παρόμοια θέση στο μέλλον (δημιουργείται νομολογία), αλλά έχει και συνεισφορά στη γενικότερη αντικαπιταλιστική ζύμωση, αφού υποσκάπτει τα θεμέλια του «κοινωνικού συμβόλαιου» και δημιουργεί ρήγματα στην κοινωνική συνείδηση.
Αντίθετα, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι η μη συμμετοχή στις τρομοδίκες και η αποχή απ’ όλα όσα συνοπτικά αναφέραμε παραπάνω, από τη μια αφήνει στον ταξικό εχθρό ελεύθερο το έδαφος να αλωνίζει και από την άλλη θυμίζει τη χριστιανική μυθολογία για τη στάση του Ιησού ενώπιον των δικαστών του. Είμαστε βέβαιοι πως ο σ. ΓΜ και όσοι αγωνιστές έχουν την ίδια άποψη δεν επιδιώκουν κάποιου είδους «αγιοποίησή» τους, το λάθος όμως είναι λάθος.
3. Η συμμετοχή του επαναστάτη κατηγορούμενου στις τρομοδίκες, , φυσικά, δεν σημαίνει κανενός είδους συνδιαλλαγή με την αστική Δικαιοσύνη και αποδοχή των κανόνων της, πόσο μάλλον συνδιαλλαγή για την ποινή ή για την αξιοπιστία των στοιχείων. Στο σημείο αυτό πρέπει να σταθούμε λίγο.
Το να χτυπάς τις κατηγορίες, χωρίς να κάνεις την παραμικρή πολιτική υποχώρηση, δεν σημαίνει ότι κάνεις συνδιαλλαγή. Αλλά πολύ χειρότερο είναι να μιλάμε για συνδιαλλαγή ως προς την αξιοπιστία των στοιχείων. Αν ακολουθήσουμε αυτή τη λογική, τότε θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η σωστή επαναστατική στάση είναι να λες: «με πιάσατε, μπορείτε να μου φορτώσετε όποια κατηγορία θέλετε, μπορείτε να κατασκευάσετε σε βάρος μου ό,τι στοιχείο θέλετε, μπορείτε να στήσετε όσους μάρτυρες θέλετε, εγώ αδιαφορώ»! Ο Ιησούς είχε κάθε λόγο ν’ αδιαφορεί, διότι είχε… την καβάτζα της ανάστασης (γιος του θεού, γαρ), ο επαναστάτης κρατούμενος, όμως, τι λόγο έχει; Μια τέτοια στάση δεν οδηγεί σε κάποιου είδους επαναστατική αγιοποίηση, με χαρακτηριστικά ιδεολογίας, δηλαδή φενακισμένης συνείδησης;
4. Ο Ντιμιτρόφ στάθηκε μπροστά στο δικαστήριο των ναζί και ξετίναξε τις κατηγορίες κατά του ίδιου και των συντρόφων του. Ο Μπελογιάννης στάθηκε μπροστά στο έκτακτο στρατοδικείο του μοναρχοφασισμού και ξετίναξε τις κατηγορίες, μολονότι γνώριζε ότι προορισμός του ήταν το εκτελεστικό απόσπασμα. Ο Κουφοντίνας, ο Τσιγαρίδας, ο Μαζιώτης, η Ρούπα, ο Γουρνάς (για ν’ αναφερθούμε και σε σύγχρονες τρομοδίκες, που αφορούσαν κομμουνιστές και αναρχικούς) στάθηκαν μπροστά στα τρομοδικεία και ξετίναξαν τις κατηγορίες, και χωρίς να κάνουν βήμα πίσω από τις επαναστατικές τους απόψεις και την υπεράσπιση της πολιτικής φυσιογνωμίας και της δράσης των οργανώσεών τους. Ουδείς διανοήθηκε να τους μεμφθεί για συνδιαλλαγή με τον ταξικό εχθρό ή για εκπτώσεις στην επαναστατική τους αξιοπρέπεια.
5. Σε σχέση με τη συγκεκριμένη δικαστική υπόθεση (συμπλοκή της Πεύκης), που αφορά τους Θεόφιλο Μαυρόπουλο και Γιάννη Μιχαηλίδη, εμείς έχουμε υπόψη μας και τη δικάσιμο της 25ης Φλεβάρη του 2013 στην 3η δίκη της ΣΠΦ (πρόεδρος του τρομοδικείου η Μαρία Τζανακάκη), κατά την οποία εξετάστηκε η ίδια ακριβώς υπόθεση, με κατηγορούμενο τον Θ.Μ. Σ’ εκείνη τη συνεδρίαση ακούστηκε η φράση ότι αυτός που άρπαξε το περιπολικό «έφυγε σαν κύριος». Δεν κυριολεκτούσε, βέβαια, αλλά απαντούσε στα ψέματα του μάρτυρα μπάτσου Λεοντόπουλου, ότι σαν άλλος Μπρους Γουΐλις, με τρεις σφαίρες στο σώμα του, βούτηξε στο ανοιχτό παράθυρο του περιπολικού και επί 150 μέτρα προσπαθούσε να σταματήσει τον οδηγό του, καθώς αυτός ανέπτυσσε ταχύτητα! Γράφαμε, λοιπόν, τότε (ο Γ. Μιχαηλίδης δεν υπήρχε στο κατηγορητήριο, υπήρχε μόνο κάποιος «δεύτερος δράστης»), ότι όλο αυτό ήταν ένα παραμύθι, για να καλύψουν οι μπάτσοι το ξεφτιλίκι που έπαθαν, όταν ο σύντροφος του Θ. Μαυρόπουλου πήρε το περιπολικό και ξέφυγε.
Το γεγονός ότι κάποιος εμπλέκεται σε ένοπλη σύγκρουση με μπάτσους, αρπάζει το περιπολικό τους και φεύγει, είναι . Δεν χρειάζεται υποσημειώσεις και σχόλια, γιατί «μιλάει» μόνη της. Από αυτό το αναντίρρητο γεγονός, όμως, μέχρι τις κατασκευές των μπάτσων (τις οποίες μάλιστα μηχανεύτηκαν μετά τις πρώτες καταθέσεις που έδωσαν σε συναδέλφους τους) υπάρχει μεγάλη απόσταση. Οταν ξεσκεπάζουμε αυτές τις κατασκευές, ούτε υποβαθμίζουμε το γεγονός (το ξαναλέμε: είναι αφεαυτού τόσο «δυνατό» που κανείς δεν μπορεί να το υποβαθμίσει), ούτε –πολύ περισσότερο– προσπαθούμε να παρουσιάσουμε τον σ. ΓΜ ως θύμα σκευωρίας. Απλώς, ξεσκεπάζουμε τους κατασταλτικούς μηχανισμούς και δεν τους επιτρέπουμε –στο μέτρο των δυνάμεών μας– να φουσκώνουν τις κατηγορίες και τις ποινές. Δε θεωρούμε ότι το «σφάξε με αγά μ’ ν’ αγιάσω» έχει θέση στις πολιτικές δίκες.
Γι’ αυτό και θεωρούμε ολίσθημα την αναφορά του συντρόφου σε « νομική υπεράσπιση της Κόντρας». Μας ενοχλεί κυρίως το «αυτόκλητη». Εδώ και δώδεκα χρόνια δίνουμε τη δική μας μάχη στα τρομοδικεία, στο πλευρό των αγωνιστών και προς όφελος του κινήματος. Το επαναστατικό καθήκον, έτσι όπως το αντιλαμβάνεται και το φέρει σε πέρας κάθε αγωνιστής και κάθε επαναστατική συλλογικότητα, ποτέ δε θα μπορούσε να αποκληθεί «αυτόκλητο». Είναι !
ΥΓ1: Δεν κρίνουμε σκόπιμο να απαντήσουμε στα όσα «φόρτωσε» ο σ. ΓΜ στο μαρξισμό: αποδοχή του «κοινωνικού συμβολαίου» (!), ντετερμινιστική ανάγνωση της Ιστορίας κατά τα θρησκευτικά πρότυπα (sic!), κατεύθυνση… μετασχηματισμού της νομιμότητας και υπεράσπισης του νομικού κώδικα με την αντίληψη ότι… προασπίζει υποτίθεται τα ταξικά συμφέροντα (μια ματιά στις δικές μας απόψεις για το ρόλο της αστικής Δικαιοσύνης θα ήταν αρκετή!) κτλ. Είναι εύκολο να κατασκευάζεις μια καρικατούρα του μαρξισμού –ούτε καν εγχειριδιακού τύπου– και να την πολεμάς. Ομως δεν είναι αυτό το θέμα μας, γι’ αυτό το αφήνουμε έξω από αυτή τη συζήτηση.
ΥΓ2: Περιττεύει να σημειώσουμε πως ό,τι γράφεται σ’ αυτό το κείμενο γράφεται με καθαρά συντροφικό πνεύμα, στο πλαίσιο μιας συζήτησης μέσα στο κίνημα. Και πως ο σύντροφος Γιάννης Μιχαηλίδης και όσοι αγωνιστές επιλέγουν ανάλογη τακτική στα αστικά δικαστήρια, είχαν, έχουν και θα έχουν την αλληλεγγύη μας.