Την ώρα που ο κοροναϊός πλήττει τις ευρωπαϊκές χώρες με τις αστικές κυβερνήσεις να «τρέχουν» πίσω του για να προλάβουν τις συνέπειες των μέτρων που δεν έλαβαν εγκαίρως, οι πρόσφυγες σηκώνουν ξανά μεγάλο βάρος. Η παντελής έλλειψη πρόνοιας για τη δημόσια υγεία του λαού έχει αφήσει εντελώς εκτός συζήτησης και την κατάσταση στις δομές φιλοξενίας και την ακόμη τραγικότερη κατάσταση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων, όπου στοιβάζονται χιλιάδες άνθρωποι, μεταξύ των οποίων ηλικιωμένοι, έγκυες γυναίκες και μικρά παιδιά ή άνθρωποι με προβλήματα υγείας.
Ηδη, όπως γράψαμε στην Κόντρα (), τα μέτρα για την προστασία των προσφύγων είναι ανύπαρκτα. Οι περισσότερες δομές ασφυκτιούν από κόσμο, γεγονός που από μόνο του δεν μπορεί να βοηθήσει ώστε να μην υπάρχει συνωστισμός, και παράλληλα δεν υπάρχουν στο ελάχιστο οι αναγκαίες συνθήκες υγιεινής για όσους μένουν ή εργάζονται εκεί. Μετά από τις διαστάσεις που έχει λάβει η νόσος, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα ξεκίνησε η ελληνική κυβέρνηση να ψελλίζει κάτι για τους πρόσφυγες, οι οποίοι βρίσκονται ήδη εκτεθειμένοι χωρίς καν να ξέρουν για τι πρόκειται και τι μπορούν να κάνουν ώστε να προφυλαχθούν.
Τη Δευτέρα 23 Μάρτη, εκδόθηκε Κοινή Υπουργική Απόφαση των υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Υγείας και Μετανάστευσης και Ασύλου,που αφορά έκτακτα μέτρα για την «προστασία» των προσφύγων. Τα βασικότερα απ’ αυτά, που έχουν εφαρμογή από 21 Μαρτίου έως 21 Απριλίου, είναι ο περιορισμός της κυκλοφορίας εκτός στρατοπέδων μεταξύ 7 το πρωί και 7 το απόγευμα, που θα γίνεται μόνο κατά μικρές ομάδες ή εκπροσώπους οικογενειών, καθώς και η δημιουργία ειδικών υγειονομικών μονάδων μέσα στις «δομές» (μέχρι στιγμής δεν υπάρχει εικόνα αν έχει γίνει κάτι απ’ αυτά). Την ίδια στιγμή, πρωτοβουλία κατοίκων στη Λέσβο είχε το ρατσιστικό θράσος να ζητήσει από την κυβέρνηση να λάβει μέτρα σχετικά με την απαγόρευση πρόσβασης των προσφύγων στα ATM των τραπεζών της πόλης για να λάβουν το ειδικό χρηματικό βοήθημα του μήνα και την τοποθέτηση μηχανημάτων στα Κέντρα Υποδοχής ώστε να μη χρειαστεί να συγχρωτίζονται έξω απ’ αυτά!
Στην πραγματικότητα, τόσο οι κάτοικοι (κυρίως της Λέσβου) όσο και η κυβέρνηση επιλέγουν, αντί να ενημερωθεί ο προσφυγικός πληθυσμός και να ληφθεί κατάλληλη μέριμνα με την άμεση εκκένωση των δομών και τη μεταφορά ειδικά των ανθρώπων που έχουν ήδη προβλήματα υγείας σε προστατευμένους χώρους διαμονής, να τους περιθωριοποιήσουν και να τους αφήσουν αβοήθητους, θέτοντας σε άμεσο κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Η αντιμετώπιση που έχουν οι πρόσφυγες έγινε και θέμα με σχετική ανακοίνωση Τύπου από 19 ευρωβουλευτές που κρούουν των κώδωνα του κινδύνου (τώρα το θυμήθηκαν κι αυτοί!) για τις «δομές» που διαμένουν πρόσφυγες, τονίζοντας τις άθλιες συνθήκες υγιεινής, την αδυναμία τήρησης των μέτρων ασφαλείας και την ανάγκη άμεσης εκκένωσης, ειδικά για τους ανθρώπους που χρήζουν προστασίας λόγω προβλημάτων υγείας.
Και για να μη νομίζουμε ότι αυτά γίνονται μόνο στην Ελλάδα, μια απ’ τις χώρες στην Ευρώπη με χρηματικά και πληθυσμιακά δεδομένα μικρότερα από άλλα κράτη: η βρετανική Guardian, σε δημοσίευμά της το Σάββατο 21 Μάρτη, έκανε λόγο για ανικανότητα του υπουργείου Εσωτερικών της χώρας να προστατεύσει τους πρόσφυγες και τους κρατούμενους στις φυλακές και στα κέντρα κράτησης. Οπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, υπάρχει «έντονη ανησυχία» για την περίπτωση που εμφανιστεί κρούσμα κοροναϊού σε κάποιο κέντρο κράτησης, όπου η δυνατότητα απομόνωσης και οι συνθήκες υγιεινής είναι ανύπαρκτες, ενώ ταυτόχρονα οι άνθρωποι που βρίσκονται έγκλειστοι αντιμετωπίζουν σε πολλές περιπτώσεις κι άλλα προβλήματα υγείας. Η εγκληματική καθυστέρηση στη λήψη μέτρων δημιουργεί ζοφερά δεδομένα για την καθημερινότητα όλων, πόσο μάλλον για όσους δεν μπορούν να προστατευθούν με ίδια μέσα και δική τους έστω πρωτοβουλία, αλλά βρίσκονται υπό κρατικό περιορισμό και έλεγχο.
Βλέπουμε άραγε καμία διαφορά επί της ουσίας; Καμία απολύτως. Από τη μια η Ελλάδα της κρίσης και από την άλλη ένα ισχυρό κράτος σαν τη Μ. Βρετανία, επιδεικνύουν την ίδια εγκληματική αδιαφορία για το λαό, ντόπιο και προσφυγικό. Το μόνο που μετράει είναι να πληγεί όσο το δυνατόν λιγότερο η καπιταλιστική οικονομία. Κι ας κοστίσει αυτό μερικές χιλιάδες ανθρώπινες ζωές. Ολα στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους.