Το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση για τον ελληνικό καπιταλισμό το 2020 10% στο «καλό σενάριο». Στο «κακό σενάριο» η καπιταλιστική ύφεση ξεπερνά το 13%.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή φτιάχνει τρία σενάρια που προβλέπουν ύφεση 4,4%, 8,5% και 11,1% αντίστοιχα.
Προτούν δημοσιοποιηθούν αυτές οι εκθέσεις, ο Σταϊκούρας έκανε λόγο για ύφεση από 5% μέχρι 10%.
Αλλα κυβερνητικά στελέχη κάνουν πιο «μετριοπαθείς» προβλέψεις που κυμαίνονται από 2,5% μέχρι 4,5%.
Παράλληλα, προσπαθούν να περάσουν ένα κλίμα… αισιοδοξίας. Για παράδειγμα, ο Πέτσας που «εκλαϊκεύει» την επίσημη γραμμή του Μαξίμου, έλεγε σε πρόσφατη τηλεοπτική του εμφάνιση: «Σε ό,τι αφορά την ύφεση δεν μπορεί κανείς να κάνει μια ασφαλή πρόβλεψη, αυτή τη στιγμή, πριν ξεπεραστεί οριστικά η υγειονομική κρίση. Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα έχει όλα τα θετικά χαρακτηριστικά που είχε πριν από την κρίση του κορονοϊού. Δηλαδή, έχει μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση η οποία είχε αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη. Εχει πολύ φθηνά περιουσιακά στοιχεία, είτε μιλάμε για τα ακίνητα είτε μιλάμε για την αποτίμηση των εταιριών εισηγμένων και μη. Εχει καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό. Και έχουμε και μια πολιτική που στόχο έχει να μειωθούν φόροι και εισφορές. Ποιος δεν θέλει να επενδύσει σε μια τέτοια χώρα; Εμείς πιστεύουμε ότι θέλουν πολλοί».
Ολα τα σενάρια για την ύφεση προβλέπουν και αύξηση της ανεργίας, η διακύμανση της οποίας ακολουθεί τη διακύμανση της προβλεπόμενης ύφεσης. Είναι απόλυτα λογικό: πάντοτε η καπιταλιστική ύφεση φέρνει μείωση της απασχόλησης και επομένως αύξηση της ανεργίας.
Η καπιταλιστική ύφεση είναι δεδομένη. Την έκτασή της κανένας δεν μπορεί να την υπολογίσει. Τα διάφορα μοντέλα βάσει των οποίων γίνονται οι εκτιμήσεις των αστικών κέντρων είναι προσεγγιστικά και έχουν -εξ ορισμού- μεγάλα περιθώρια σφάλματος. Οταν η κατάσταση δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, πώς μπορεί κανείς να προβλέψει το βάθος της ύφεσης; Αλλωστε, αυτό το σημείο δεν αποτελούσε ποτέ το… φόρτε των διεθνών οργανισμών τύπου ΔΝΤ και Κομισιόν. Σπάνια πέφτουν μέσα στις προβλέψεις τους, τις οποίες αναθεωρούν ανά τρίμηνο.
Για τον ελληνικό καπιταλισμό υπάρχει ένα ακόμα στοιχείο αβεβαιότητας: είναι ο παρασιτικός του χαρακτήρας. Αρκεί να σκεφτούμε ότι περίπου το ένα τρίτο του ΑΕΠ συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τον τουρισμό! Επειδή κανένας δεν ξέρει πώς θα πάει o τουρισμός και ακούγονται από επιφυλακτικά αισιόδοξες «εκτιμήσεις» (Πέτσας) μέχρι υπεραισιόδοξες «εκτιμήσεις» (Μπουμπούκος και κάποια «μισθωμένα» ΜΜΕ), επειδή το μόνο βέβαιο είναι ότι θα χάσουν τουλάχιστον το μισό τζίρο, δεν μπορεί να γίνει και πρόβλεψη για το βάθος της ύφεσης στον ελληνικό καπιταλισμό, ο οποίος –εκτός του ότι στηρίζεται στον τουρισμό- είναι και καθαρά εισαγωγοδίαιτος.
Η ύφεση είναι δεδομένη, λοιπόν, και μάλλον αποπροσανατολιστικά λειτουργεί αυτή τη στιγμή η συζήτηση για το βάθος της, πρώτον διότι λείπουν βασικές παράμετροι (εσωτερικές και διεθνείς) για οποιαδήποτε εκτίμηση και δεύτερον επειδή αυτή η συζήτηση διεξάγεται με «καθαρούς» οικονομικούς όρους, απεκδυόμενη την πιο σημαντική διάσταση του ζητήματος, την ταξική διάσταση.
Το μόνο ερώτημα που πρέπει να θέσουν οι εργαζόμενοι είναι: ποιος θα πληρώσει την καπιταλιστική ύφεση;Αυτό το ερώτημα έχει καθαρά ρητορικό χαρακτήρα. Η απάντηση είναι γνωστή και η συσσωρευμένη εμπειρία μεγάλη. Οι καπιταλιστές, με όπλο το κράτος τους, θα κάνουν τα πάντα, όχι μόνο για να φορτώσουν τα βάρη της κρίσης στους εργάτες και εργαζόμενους, αλλά και για να βγουν –ως τάξη- κερδισμένοι και απ’ αυτή την κρίση.
Την πρώτη «κρυάδα» την έχουν ήδη πάρει οι εργάτες, με τον σκληρά ταξικό χαρακτήρα των οικονομικών μέτρων της περιόδου της καραντίνας. Στη φάση της ύφεσης, η οποία έχει ήδη αρχίσει, τα οικονομικά μέτρα θα είναι με το ίδιο σκληρό ταξικό πρόσημο. Η διόγκωση της ανεργίας θα είναι ένα περίστροφο που οι καπιταλιστές θα βάλουν στον κρόταφο κάθε εργάτη.
Επειδή, λοιπόν, δεν «είμαστε όλοι μαζί» απέναντι στην κρίση (ποτέ δεν ήμασταν «όλοι μαζί»), επειδή ο Μητσοτάκης το έχει ήδη πει ότι τα αντεργατικά ήρθαν για να μείνουν («τα όπλα τα οποία σήμερα επιστρατεύουμε στην πρώτη γραμμή του πολέμου κατά το κορωνοϊού δεν θα σιγήσουν την επόμενη ημέρα. Ολα τα εργαλεία τα οποία αναπτύσσουμε για τη θωράκιση της χώρας θα γίνουν τα μέσα για την ανοικοδόμηση του αύριο»), οφείλουμε από τώρα να χτίσουμε ένα ευρύ μέτωπο αντίστασης στην πανδημία των αντεργατικών μέτρων της κυβέρνησης του κεφαλαίου.
Πέτσας ΟΡΕΝ 14.4.20
Για τον τουρισμό
Η Ελλάδα είναι μία χώρα η οποία στηρίζεται σε έναν μεγάλο βαθμό στον τουρισμό. Περίπου το ένα στα πέντε ευρώ του εθνικού μας εισοδήματος προέρχεται άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό. Η τουριστική σεζόν στην Ελλάδα, αρχίζει να αναπτύσσεται σε μεγαλύτερη έκταση, από τον Μάιο-Ιούνιο και κορυφώνεται Ιούλιο, Αύγουστο και πλέον και Σεπτέμβριο. Επομένως, είναι λίγο μακριά να πει κανείς τι θα γίνει την περίοδο της κορύφωσης. Με βάση τα επιδημιολογικά στοιχεία, αν συνεχιστούν σε αυτή την κατεύθυνση, όντως θα ανοίξει ο τουρισμός κάποια στιγμή, αλλά προσεκτικά με μέτρα προστασίας και με συγκεκριμένη διαδικασία Δεν μπορούμε ακόμη να περιγράψουμε πώς ακριβώς θα αρχίσει η λειτουργία του τουριστικού κλάδου, όταν θα ξεκινήσει να ανοίγει. Είμαστε στη φάση της τήρησης των μέτρων και του σχεδιασμού σταδιακού ανοίγματος τομέων της οικονομίας. Εκμεταλλευόμαστε αυτό το χρονικό διάστημα μέχρι τις 27 Απριλίου, ώστε να έχουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, το οποίο θα το δουν οι Έλληνες, να ξέρουν τι τους ξημερώνει.
Για την οικονομία
Αρα, τι θα κάνουμε; Θα επιταχύνουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα μετά το ξεπέρασμα της υγειονομικής κρίσης. Εχουμε και τα εργαλεία ρευστότητας που εξασφαλίσαμε το προηγούμενο διάστημα, ώστε η οικονομία να πάρει το ταχύτερο δυνατό μπροστά.