«Κατά συνέπεια προκαλείται δαπάνη από την εισαγωγή των αναμορφώσεων στο συνταξιοδοτικό σύστημα, η οποία θα πρέπει να είναι συμβατή με τα εγκεκριμένα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας, δηλαδή δεν πρέπει να επιδεινώσει τους ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας». Το απόσπασμα από την αιτιολογική έκθεση του νομοσχέδιου Βρούτση περιγράφει με συνοπτικό τρόπο την ουσία του.
Οπως θα δούμε στη συνέχεια, από το νομοσχέδιο του Βρούτση δεν προκαλείται νέα δαπάνη, αλλά ρετουσάρεται το αντιασφαλιστικό τερατούργημα του Κατρούγκαλου, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση του ασφαλιστικού συστήματος, από το οποίο έχει αφαιρεθεί ο κοινωνικός του χαρακτήρας. Αυτό που κάνει το νομοσχέδιο του Βρούτση είναι απλά η ανακατανομή της δαπάνης -ύψους 0,5% του ΑΕΠ- που προβλέπεται για την περιβόητη «13η σύνταξη» της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Η δαπάνη δεν αυξάνεται, διότι «θα πρέπει να είναι συμβατή με τα εγκεκριμένα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας». Το παραμύθι της «εξόδου από τα Μνημόνια» καταρρέει. Το ελληνικό κράτος εξακολουθεί να δεσμεύεται από τους δημοσιονομικούς στόχους που επιβάλλει η τρόϊκα.
Με τον αντιασφαλιστικό νόμο του Κατρούγκαλου επήλθε ένα σημαντικό πλήγμα στις συντάξεις, οι οποίες μετατράπηκαν σε προνοιακά βοηθήματα. Η ΝΔ, όσο ήταν στην αντιπολίτευση, υποσχόταν ότι ως κυβέρνηση θα καταργήσει αυτόν τον αντιασφαλιστικό νόμο, προς όφελος εργαζόμενων και συνταξιούχων. Τώρα που έγινε κυβέρνηση, έβαλε στη μπάντα τη δημαγωγία και με το προσχέδιο που διέρρευσε ο Βρούτσης απλά ρετουσάρει τον αντιασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου, χωρίς να δαπανήσει από τον κρατικό προϋπολογισμό έστω και ένα ευρώ παραπάνω απ’ αυτά που προβλέπονται βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ετσι, στο εξής πρέπει να μιλάμε για αντιασφαλιστικό τερατούργημα Κατρούγκαλου-Βρούτση.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε τον νόμο 4611/2019, ο οποίος δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ στις 17 Μάη του 2019. Στο άρθρο 120 αυτού του νόμου προβλέπεται η χορήγηση στους συνταξιούχους εφάπαξ ετήσιου βοηθήματος, που οι Τσιπραίοι το βάφτισαν «13η σύνταξη». Το βοήθημα ήταν κλιμακωτό, ξεκινώντας από τα 500 ευρώ και μειωνόμενο ανάλογα με το ύψος της σύνταξης. Συγκεκριμένα, 500 ευρώ για σύνταξη μέχρι 500 ευρώ, 350 ευρώ για σύνταξη από 500 έως 600 ευρώ, 250 ευρώ για σύνταξη από 600 έως 1.000 ευρώ και 150 ευρώ για σύνταξη μεγαλύτερη των 1.000 ευρώ. Σύμφωνα με την Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ), η δαπάνη αυτή ανέρχεται σε 0,5% του ΑΕΠ.
Με το ρετουσάρισμα του νόμου Κατρούγκαλου από τον Βρούτση, αυτή η δαπάνη καταργείται και θα χρησιμοποιείται για να καλυφθεί η δαπάνη που θα προκύψει από τις διατάξεις που εισάγει ο Βρούτσης (τροποποίηση των ποσοστών αναπλήρωσης για τις κύριες συντάξεις και κατάργηση της περικοπής των επικουρικών συντάξεων που αθροιζόμενες με τις κύριες ξεπερνούν τα 1.300 ευρώ). Το ότι οι «παροχές» Βρούτση δε θα προκύψουν από αύξηση της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης, αλλά από το συγκεκριμένο 0,5% του ΑΕΠ, που προβλέπεται για τη «13η σύνταξη» (άρθρο 120 του νόμου 4611/2019, που καταργείται), αναφέρεται καθαρά στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχέδιου Βρούτση:
«Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψιν την πρόσφατη θεσμοθέτηση του άρθρου 120 του 4611/2019, το ετήσιο κόστος της οποίας εκτιμάται στο 0,5% του ΑΕΠ και έχει ήδη συμπεριληφθεί στον προϋπολογισμό του 2020, το κόστος των νέων πολιτικών θα καλυφθεί από την προβλεπόμενη αυτή δαπάνη» (η έμφαση δική μας).
Για λόγους κοινωνικής δημαγωγίας, σε άλλο σημείο της αιτιολογικής έκθεσης οι συντάκτες του νομοσχεδίου ισχυρίζονται ψευδώς, ότι πρόκειται για νέα δαπάνη που είναι συμβατή με τα εγκεκριμένα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει το μονοπώλιο στο ψέμα και την απάτη. Να σημειώσουμε εδώ,ότι οι τροϊκανοί είχαν δεχτεί τη ρύθμιση που οι Τσιπραίοι παρουσίασαν σαν δήθεν 13η σύνταξη, όχι μόνο για να βοηθήσουν εκλογικά την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και γιατί ήθελαν να τη βοηθήσουν να καλμάρει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που διογκωνόταν από τις συνέπειες του τερατουργήματος Κατρούγκαλου.
Το ΣτΕ, που πάντοτε υπερασπίζεται «το δίκαιο του μονάρχη», με τις αποφάσεις 1890/2019 και 1891/2019 σφράγισε τον αντιασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου ως συνταγματικό. Για να χρυσώσει το χάπι και να κάνει επίδειξη «αντικειμενικότητας», έκρινε αντισυνταγματικές κάποιες επιμέρους διατάξεις (ύψος των ποσοστών αναπλήρωσης και μείωση των επικουρικών συντάξεων που αθροιζόμενες με τις κύριες ξεπερνούσαν τα 1.300 ευρώ). Δεν αποφάνθηκε όμως για το ύψος των ποσοστών αναπλήρωσης.
Βρούτσης και Μητσοτάκης, που δεν είχαν βέβαια σκοπό να υλοποιήσουν την προεκλογική τους δέσμευση για κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου, έσπευσαν να πιαστούν απ’ αυτές τις δύο αποφάσεις του ΣτΕ, που έκριναν ότι ο νόμος είναι συνταγματικός. Κι αφού το ΣτΕ δε δέσμευσε την κυβέρνηση Μητσοτάκη ως προς το ύψος των ποσοστών αναπλήρωσης, αυτή έσπευσε να υιοθετήσει τις δύο αποφάσεις και να μερεμετίσει λίγο το νόμο Κατρούγκαλου, παρουσιάζοντας αυτά τα μερεμέτια σαν… μεγάλη ανατροπή υπέρ των ασφαλισμένων. Ο Βρούτσης, ποντάροντας στα πρόθυμα παπαγαλάκια του αστικού Τύπου, έστησε ολόκληρη προπαγανδιστική εκστρατεία. Σε καθημερινή βάση διάβαζε κανείς στα φιλικά προς την κυβέρνηση Μέσα για τις μεγάλες αυξήσεις που έρχονται.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Βρούτσης έδινε στα παπαγαλάκια πίνακες με σχετικά μεγάλες αυξήσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης, οι οποίες μειώθηκαν στο νομοσχέδιο που διέρρευσε. Αυτό συνέβη γιατί προφανώς είχε τον περιορισμό του 0,5% του ΑΕΠ, που δεν επέτρεπε να είναι μεγάλες οι αυξήσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης. Θυμίζουμε ότι αυξήσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης γίνονται μόνο για το τμήμα που αφορά συντάξιμα χρόνια πάνω από 30.
Οι αυξήσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης θα δώσουν μικρές αυξήσεις στους συνταξιούχους που συνταξιοδοτήθηκαν ή θα συνταξιοδοτηθούν βάσει του νόμου Κατρούγκαλου. Οι οποίες αυξήσεις -το επαναλαμβάνουμε, γιατί είναι το σημαντικότερο- θα προκύψουν από την κατάργηση του ετήσιου εφάπαξ επιδόματος της λεγόμενης «13ης σύνταξης», που θεσπίστηκε τον περασμένο Μάη από τους συριζαίους, με συμφωνία της τρόικας και θετική ψήφο από τη ΝΔ.
Οσοι συνταξιοδοτήθηκαν πριν από το νόμο Κατρούγκαλου έχουν, ως γνωστόν, τις λεγόμενες «προσωπικές διαφορές». Δηλαδή, στη σύνταξή τους εμφανίζεται και ένα ποσό που «δεν το δικαιούνται», αλλά το φιλάνθρωπο κράτος εξακολουθεί να τους το δίνει (θυμίζουμε ότι αυτές οι «προσωπικές διαφορές» θα κόβονταν από 1.1.2019, όμως η σχετική ρύθμιση καταργήθηκε, μετά από συμφωνία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με την τρόικα και το Eurogroup, την οποία μάλιστα η ΝΔ παρουσίαζε ως αντάλλαγμα για την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών).
Σύμφωνα με εκκαθαριστικά συντάξεων που έχουμε στα χέρια μας, για 35 χρόνια ασφάλισης και συντάξιμες αποδοχές 2.380 ευρώ, η προσωπική διαφορά ανέρχεται σε 220 ευρώ, ενώ για 36 χρόνια ασφάλισης και συντάξιμες αποδοχές 2.540 ευρώ, η προσωπική διαφορά ανέρχεται σε 400 ευρώ (τα ποσά είναι προ φόρου). Εννοείται ότι απώλειες δεν έχουν μόνο οι συνταξιούχοι με περισσότερα από 30 χρόνια ασφάλισης. Για παράδειγμα, συνταξιούχος δασκάλα με χρόνο ασφάλισης 28 χρόνια και 3 μήνες και συντάξιμες αποδοχές 1.650 ευρώ έχει «προσωπική διαφορά» 145 ευρώ. Στην περίπτωσή της, όπως και στις περιπτώσεις όλων των συνταξιούχων με χρόνο ασφάλισης από 15 μέχρι 29 έτη, τα ποσοστά αναπλήρωσης θα παραμείνουν όπως προβλέπονται από το νόμο Κατρούγκαλου. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι για 15 χρόνια ασφάλισης το ποσοστό αναπλήρωσης είναι 11,55%, για 20 χρόνια είναι 15,87%, για 25 χρόνια είναι 20,68% και για 29 χρόνια είναι 25,16%.
Ολες οι προ Κατρούγκαλου συντάξεις θα επανυπολογιστούν και πάλι με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης που θα προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου-Βρούτση. Και οι συνταξιούχοι θα δουν στα εκκαθαριστικά τους να αναγράφεται «προσωπική διαφορά» (η οποία για όσους έχουν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης θα είναι μικρότερη, αφού θα έχει μεγαλώσει η λεγόμενη «ανταποδοτική» σύνταξη που δικαιούνται). Σε δημοσίευμά μας πριν από δύο βδομάδες είχαμε εκτιμήσει ότι η αύξηση κάποιων ποσοστών αναπλήρωσης, που ετοιμάζει ο Βρούτσης, θα συνδυαστεί άμεσα με το κόψιμο της «προσωπικής διαφοράς» είτε εφάπαξ είτε σε δόσεις. Στο νομοσχέδιο που διέρρευσε ο Βρούτσης δεν προβλέπεται κόψιμο της «προσωπικής διαφοράς».
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μεθοδεύει την προκήρυξη διπλών εκλογών, όχι για το τέλος της τετραετίας, αλλά σε ορατό χρονικό ορίζοντα, ώστε να την ευνοούν οι συσχετισμοί. Ηδη ψήφισε εκλογικό νόμο επαναφέροντας τη λεγόμενη ενισχυμένη αναλογική. Το κόψιμο της «προσωπικής διαφοράς» των παλιών συνταξιούχων πριν από τις διπλές εκλογές θα ήταν πολιτικό χαρακίρι. Οι «προσωπικές διαφορές» θα παραμείνουν για λίγο καιρό ακόμα ως δεξαμενή από την οποία θα αντληθούν τα μελλοντικά πετσοκόμματα. Αυτός είναι ο προορισμός τους. Αν δεν ήταν αυτός, τότε δε θα χρειαζόταν να μπει ο υποστελεχωμένος μηχανισμός του ΕΦΚΑ στη βάσανο του επανυπολογισμού, δυο φορές μάλιστα (μία που ήδη έγινε και μία που θα γίνει μετά την ψήφιση του νομοσχέδιου Βρούτση).
Γιατί, όμως, εμείς πέσαμε έξω στην εκτίμησή μας; Πρώτο, δε γνωρίζαμε ότι η δαπάνη από την αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης και την κατάργηση της μείωσης των επικουρικών συντάξεων που μαζί με τις κύριες ξεπερνούσαν τα 1.300 ευρώ, θα καλυφθούν από το κονδύλι του 0,5% του ΑΕΠ που προοριζόταν για τη λεγόμενη «13η σύνταξη», η οποία θα καταργηθεί. Δεύτερο, δε γνωρίζαμε ότι θα συγχωνεύσουν στον ΕΦΚΑ (τον οποίο μετονομάζουν σε… e-ΕΦΚΑ!) το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), προκειμένου να «φάνε» τα αποθεματικά του, που ανέρχονται σε 7 δισ. ευρώ. Με αυτά τα δύο ατού, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έπεισε τους τροϊκανούς να δεχτούν τις ρυθμίσεις του νομοσχέδιου Βρούτση, που τσιμεντάρει το αντιασφαλιστικό τερατούργημα του Κατρούγκαλου.
Με τη συγχώνευση του ΕΤΕΑΕΠ στον e-ΕΦΚΑ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη στοχεύει να «φάει» το αποθεματικό των 7 δισ. ευρώ, ρίχνοντάς το στον κοινό «κουμπαρά». Κάποια στιγμή, όταν θα έχει μηδενιστεί το αποθεματικό, η ίδια ή η κυβέρνηση που θα τη διαδεχτεί θα καταργήσει τις επικουρικές συντάξεις. Θυμόμαστε πολύ καλά τη θέση που είχε διατυπώσει ο υπουργός Οικονομικών του Καραμανλή, Γ. Αλογοσκούφης, στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ότι πρέπει να υπάρχει μόνο μια σύνταξη.
♦ Οι καπιταλιστές χρωστούν στα ασφαλιστικά ταμεία πάνω από 36 δισ. ευρώ, γιατί όλες οι κυβερνήσεις τους επιτρέπουν να μην αποδίδουν τις ασφαλιστικές εισφορές. Αν οι καπιταλιστές απέδιδαν τις εισφορές, δε θα χρειαζόταν να πετσοκοπούν οι συντάξεις.
♦ Οι κυβερνήσεις, συστηματικά, από τη δεκαετία του 1950, κλέβουν τα αποθεματικά των Ταμείων, για να πριμοδοτήσουν τους καπιταλιστές με δωρεάν κεφάλαια για την περιβόητη «ανάπτυξη» που θα αυξήσει δήθεν την απασχόληση. Την ίδια περίοδο που έκαναν αφαίμαξη των αποθεματικών των Ταμείων, τα υποχρέωναν να δανείζονται με τοκογλυφικά επιτόκια από τις τράπεζες. Το 2012, οι Σαμαροβενιζέλοι αφαίμαξαν τα αποθεματικά των Ταμείων «για να μη χρεοκοπήσει η χώρα». Το ίδιο επανέλαβε το 2015 η κυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων.
♦ Η εργατική τάξη παράγει τον πλούτο της χώρας που τον καρπώνεται δωρεάν η μπουρζουαζία. Γι’ αυτό και δικαιούται -όπως ολόκληρη η σκληρά εργαζόμενη και εκμεταλλευόμενη ελληνική κοινωνία- πλήρη ασφάλιση, υγειονομική περίθαλψη και αξιοπρεπείς συντάξεις, χωρίς να καταβάλλει εισφορές. Με χρηματοδότηση από τους καπιταλιστές και το κράτος τους.