Τη χώρα την απασχολούν δραματικά ερωτήματα: θα άρει ο Καμμένος την εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση ή θα εξακολουθήσει να τη στηρίζει χωρίς να συμμετέχει σ' αυτήν; Αν άρει την εμπιστοσύνη ο Καμμένος, θα βρει ο Τσίπρας μια νέα πλειοψηφία 151 βουλευτών ή θ' αναγκαστεί να πάει σε εκλογές «εν ευθέτω χρόνω»;
Από το τελευταίο ξεπηδούν άλλα, πιο δραματικά ερωτήματα: θα εξακολουθήσει να στηρίζει την κυβέρνηση ο υφυπουργός Κόκκαλης; Θα προλάβει η υφυπουργός Χρυσοβελώνη να περάσει από τη Βουλή το νομοσχέδιο για την έμφυλη βία (παρακαλούμε, όχι καγχασμούς); Θα επανακάμψει επιτέλους σε υπουργικό έδρανο ο Στέφανος Τζουμάκας;
Δίπλα σ' αυτά υπάρχουν άλλα, πιο… οραματικά ζητήματα, τα οποία συνοψίζονται σε δραματικά ερωτήματα: πότε θα γίνουν οι εκλογές; Το Μάη μαζί με τις ευρωεκλογές και τις δημοτικές-περιφερειακές ή τον Οκτώβρη, με την ολοκλήρωση της θητείας της κυβέρνησης Τσίπρα; 'Η μήπως ο Τσίπρας έχει έτοιμο το σχέδιο για εκλογές τον Μάρτη, ώστε να εκμεταλλευτεί το «θετικό μομέντουμ»; Θα κάνει ο Τσίπρας τη μεγάλη ανατροπή, νικώντας -έστω και οριακά- τον Κούλη, όπως νίκησε προηγουμένως τους Σαμαρά και Μεϊμαράκη; Κι αν νικήσει ο Κούλης, θα μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση με το ΚΙΝΑΛ, μετά την κατηγορηματική τοποθέτηση του γίγαντα του σοσιαλισμού Σταμάτη Μαλέλη, ότι το ΚΙΝΑΛ είναι αντιδεξιό μέχρι το μεδούλι;
Παρά την προφανή φαιδρότητα όλων αυτών που απασχολούν σήμερα την πολιτική επικαιρότητα, δεν πρέπει να μας διαφύγει η ουσία, που συνίσταται σε ένα σοβαρό ερώτημα: τι θα καθορίσει η έκβαση της σημερινής ρευστότητας στη μια ή στην άλλη κατεύθυνση; Θα καθορίσει το κυβερνητικό σχήμα που θα διαχειριστεί το ελληνικό αστικό κράτος. Θα είναι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, θα είναι οι ΣΥΡΙΖΑΚΑΤΙ, θα είναι μια αυτοδύναμη ΝΔ, θα είναι οι ΝΔ-ΚΙΝΑΛ ή θα είναι οι ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ;
Για τα στελέχη των αστικών κομμάτων η όποια έκβαση έχει μεγάλη σημασία, γιατί θα καθορίσει ποιος θα διαχειριστεί την αστική εξουσία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μεγάλη σημασία έχει και για τους περισσότερους από τους πρωταγωνιστές των ημερών ως άτομα, γιατί αρκετοί απειλούνται με πολιτική συνταξιοδότηση και προσπαθούν να το αποφύγουν. Η κρίση της εποχής των Μνημονίων έφερε σημαντικές πολιτικές ανακατατάξεις και τώρα που το τοπίο δείχνει να επανέρχεται στην πολιτική «κανονικότητα» είναι αρκετοί αυτοί που προσπαθούν να σωθούν αλλάζοντας «μετερίζι». Ο,τι έχει ο καθένας τους το πουλάει στο πολιτικό γιουσουρούμ που έχει ανοίξει τις πύλες του εδώ και κάμποσο καιρό.
Τον ελληνικό λαό, όμως, γιατί θα έπρεπε να τον ενδιαφέρει η έκβαση της «πολιτικής κινητικότητας» των ημερών; 'Η μήπως αμφιβάλλει κανείς ότι η ασκούμενη πολιτική (εν αντιθέσει με τους διαχειριστές και τους υποψήφιους διαχειριστές της) κινείται σταθερά στις μνημονιακές ράγες, όπως έχουν καθοριστεί από το μετα-Μνημόνιο;
Οταν, όμως, εκλείπει ο παράγοντας που μπορεί να δράσει καταλυτικά στις εξελίξεις, ένα εργατικό κίνημα που προβάλλει ΔΙΚΕΣ ΤΟΥ διεκδικήσεις και αγωνίζεται γι' αυτές, «μοιραία» όλη η πρωτοβουλία των κινήσεων περνά στα αστικά κόμματα, που παρουσιάζουν το σκυλοκαυγά τους για το ποιο θα διαχειριστεί την αστική εξουσία ως πολιτική αντιπαράθεση που αφορά το λαό. Ενα λαό που του αναγνωρίζουν μόνο το ρόλο του εξαπατημένου από τον καυγά τους ψηφοφόρου.