Επειδή η επικαιρότητα θα κατακλυστεί (έχει αρχίσει ήδη να κατακλύζεται) από τη μια από τις αντιπαραθέσεις και το υβρεολόγιο μεταξύ των αστικών κομμάτων και, από την άλλη, από τα διάφορα στοιχεία της ποινικής δικογραφίας και τους διαξιφισμούς ως προς την αξιολόγησή τους, πράγματα με τα οποία αναγκαστικά θα ασχοληθεί και το ρεπορτάζ της εφημερίδας μας, καλό είναι να κάνουμε από την αρχή μια «σούμα» των βασικών ιδεολογικών και πολιτικών παραμέτρων, υπό το πρίσμα των οποίων πρέπει να αντιμετωπίσουμε και το σκάνδαλο Novartis. Γιατί αν δεν έχουμε αυτόν τον μπούσουλα, θα αποπροσανατολιστούμε και θα παραδέρνουμε ανάμεσα στις θέσεις των αστικών κομμάτων, που -όπως σωστά επισημάνθηκε στο προηγούμενο φύλλο της «Κ»- δεν προσπαθούν να καθαρίσουν τον καπιταλισμό από τα σκάνδαλα, αλλά να χρησιμοποιήσουν τη σκανδαλολογία για να λύσουν τους μεταξύ τους λογαριασμούς, αφήνοντας στο απυρόβλητο τις γενεσιουργές αιτίες των σκανδάλων και το ουσιαστικό τους περιεχόμενο.
1 Συνηθίζουμε να λέμε ότι ο καπιταλισμός είναι από την κορφή μέχρι τα νύχια ένα σκάνδαλο, και δεν υπάρχει ίχνος υπερβολής σ' αυτό το αξίωμα. Πυρήνας του καπιταλισμού είναι η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Μια διαδικασία εξ ορισμού κοινωνικά ανήθικη. Παραπέρα, το κυνήγι του μέγιστου κέρδους οδηγεί σε κάθε είδους τερατουργήματα ενάντια στη φύση και την κοινωνία. Θα περιοριστούμε να θυμίσουμε μόνο το διαρκές διατροφικό σκάνδαλο, με πτυχές του οποίου τόσο έχει ασχοληθεί η εφημερίδα μας. Ενώ κάθε τρεις και λίγο αποκαλύπτεται ότι το κυνήγι του κέρδους οδηγεί σε εγκληματικές ενέργειες, οι ευρωπαϊκές και εθνικές αρχές ασχολούνται μόνο με το πώς θα κουκουλώσουν τα σκάνδαλα και πώς θα καθησυχάσουν τους λαούς, για να μην πέσει η κατανάλωση σε συγκεκριμένους κλάδους παραγωγής τροφίμων. Κι ενώ έχουν αποκαλυφθεί τόσα και τόσα, το σύστημα ελέγχου στην ΕΕ εξακολουθεί να στηρίζεται στον… «αυτοέλεγχο των επιχειρήσεων»! Είναι από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις που δείχνουν πόση αξία έχουν οι διακηρύξεις περί «κάθαρσης», «τιμωρίας των ενόχων» κτλ κτλ.
2 Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις δεν έχουν πελάτες μόνο ιδιώτες, αλλά και κράτη και κρατικές επιχειρήσεις. Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις οικοδομούνται πάνω σε αυθαιρεσίες (πολεοδομικές, περιβαλλοντικές, φορολογικές κ.ά.), για τον έλεγχο των οποίων είναι αρμόδια τα κράτη. Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, όχι μόνο για την κατάκτηση αγορών, αλλά και για τη μείωση των στοιχείων κόστους (π.χ. η οικοδόμηση ενός εργοστάσιου με παραβίαση οικοδομικών και πολεοδομικών όρων ρίχνει το κόστος κατασκευής).
Αν συνδυάσουμε τους τρεις παράγοντες που περιληπτικά αναφέρθηκαν παραπάνω, θα καταλάβουμε πρώτον τη λειτουργία της μίζας και δεύτερο το μηχανισμό της αποκάλυψης κάποιων σκανδάλων, που οφείλεται σχεδόν πάντοτε στη λειτουργία του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Ο κρατικός ΟΤΕ κατάντησε να αγοράζει μονοπωλιακά εξοπλισμό από τη Siemens. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος το γερμανικό μονοπώλιο μοίραζε μίζες, όχι μόνο και όχι τόσο σε υπηρεσιακούς παράγοντες, όσο κυρίως σε στελέχη των πολιτικών κομμάτων εξουσίας. Αλλες φορές μίζες δίνονται μόνο και μόνο για να αυξηθεί το τίμημα μιας κρατικής προμήθειας. 'Η ακόμα και για να δοθεί μια μεγαλύτερη τιμή σε κάποια προϊόντα, επειδή υπάρχει ένας τρόπος τιμολόγησης με μέσες τιμές σε διάφορα κράτη, με αποτέλεσμα η αύξηση της τιμής στην Ελλάδα να σπρώχνει προς τα πάνω τον μέσο όρο, όπως γινόταν στην περίπτωση της Novartis.
Εκείνο στο οποίο συχνά δε δίνεται η δέουσα σημασία είναι πως δεν υπάρχουν «έντιμες» και «ανέντιμες» καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Οι μίζες δε θεωρούνται -μιλώντας γενικά- «αθέμιτος ανταγωνισμός» στον αγγελικό κόσμο του κεφαλαίου, ανεξάρτητα από τη μπουρδολογία περί «ηθικού επιχειρείν», «εταιρικής κοινωνικής ευθύνης» και τα παρόμοια, με την οποία ταΐζουν τον «λαουτζίκο». Ο διαχωρισμός που κάνουν μεταξύ τους οι ίδιες οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις είναι μεταξύ ικανών και λιγότερων ικανών, δυνατών και αδύναμων, δικτυωμένων μέχρι το ανώτατο πολιτικό επίπεδο και λιγότερο δικτυωμένων επιχειρήσεων. Ο «ισχυρός άντρας» της Novartis στην Ελλάδα ήταν ταυτόχρονα και πρόεδρος στο συνδικάτο των φαρμακοβιομήχανων και φαρμακοεισαγωγέων (ΣΦΕΕ). Λέτε να μην ήξεραν για τις μίζες; Ο ίδιος βρέθηκε εκτός εταιρίας όταν η δουλειά «παραβρόμισε» και η εταιρία προετοιμαζόταν γι' αυτό που θα ακολουθούσε. Γενικά στην Ευρώπη λειτουργεί σχετικά καλά η «ομερτά» ανάμεσα στα στελέχη των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Υπάρχει φυσικά ο ανταγωνισμός, υπάρχει όμως και ο ρεαλισμός. Κάποιοι τα καταφέρνουν καλύτερα (συνήθως γιατί διαθέτουν περισσότερα λεφτά) στα λαδώματα κρατικών παραγόντων. Αυτοί παίρνουν και τις μεγάλες δουλειές, χωρίς οι άλλοι να τους καταγγέλλουν (πλην σπάνιων εξαιρέσεων), γιατί και αυτοί κάνουν την ίδια δουλειά (σε μικρότερη κλίμακα ή σε χαμηλότερο πολιτικό επίπεδο) και δε θέλουν να χαλάσουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η «αγορά».
Γενικά πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι τα «δωράκια» στο πολιτικό προσωπικό είναι απαραίτητο συνοδευτικό της λειτουργίας του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς το κράτος, το κράτος διοικείται από τα αστικά κόμματα και οι επαγγελματίες της αστικής πολιτικής δεν μπορούν να περιορίζονται μόνο στο νόμιμο μισθό τους, ο οποίος είναι μεν ψηλός σε σχέση με τους εργατικούς μισθούς, όμως απέχει από το μισθό που παίρνουν οι μανατζαραίοι των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, ακόμα και των κρατικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Η μίζα, λοιπόν, είναι εγγενές στοιχείο του καπιταλισμού. Θα ήταν και νόμιμο, αν δεν υπήρχε η ανάγκη να ντύνονται οι αστοί πολιτικοί με τον μανδύα του ήθους, των ανθρώπων που με ανιδιοτέλεια υπηρετούν το κοινωνικό σύνολο. Ας σκεφτούμε τον όρο «λόμπινγκ», που μας ήρθε από τις ΗΠΑ. Οι «λομπίστες» είναι άνθρωποι που για λογαριασμό εταιριών αναλαμβάνουν να αγοράσουν ψήφους βουλευτών και γερουσιαστών ή να λαδώσουν υπουργούς και ανώτατους κρατικούς παράγοντες. Φυσικά, δεν μιλούν για λάδωμα. Επισήμως, χρησιμοποιούν την… πειθώ. Παρουσιάζουν στους πολιτικούς τα προτερήματα της τάδε νομοθετικής ρύθμισης (η οποία… εντελώς συμπτωματικά βολεύει μια επιχείρηση ή έναν κλάδο) και τους «πείθουν» να την ψηφίσουν. Οι «λομπίστες» στις Βρυξέλλες κάνουν την ίδια δουλειά με τους ευρωβουλευτές, τους κομισάριους, τους τεχνοκράτες της Κομισιόν. Είδατε ποτέ να αναλαμβάνεται καμιά εκστρατεία ενάντια στο «λόμπινγκ»; Στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού τα μονοπώλια τοποθετούν στελέχη τους σε θέσεις υπουργών και διοικητών κρατικών οργανισμών, χωρίς να προκύπτει κάποιο ασυμβίβαστο (δε γίνεται καν συζήτηση για κάτι τέτοιο). Και βέβαια, το σύστημα της μίζας δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά χωρίς τα «πλυντήρια», που είναι οι τράπεζες, οι ενδιάμεσοι και το δίκτυο των λεγόμενων υπεράκτιων επιχειρήσεων.
3 Δεν πρέπει, επίσης, να διαφύγει της προσοχής μας ότι τα περισσότερα από τα μεγάλα σκάνδαλα που αφορούν τη μιζαδόρικη δράση ευρωπαϊκών μονοπωλίων αποκαλύφθηκαν στις ΗΠΑ. Η Siemens με τα λεγόμενα «μαύρα ταμεία», η Volkswagen με τα πειραγμένα τσιπάκια εκπομπής ρύπων στους ντιζελοκινητήρες (ακολούθησαν όλες σχεδόν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες που έκαναν την ίδια μαϊμουδιά), τώρα η Novartis.
Δε χρειάζεται να εξηγήσουμε ότι πρόκειται για την άμυνα των αμερικάνικων μονοπωλίων που βλέπουν την εσωτερική τους αγορά να κατακλύζεται από ευρωπαϊκά προϊόντα σε τομείς που κάποτε οι ΗΠΑ βρίσκονταν στην πρωτοπορία (αυτοκίνητα, ηλεκτρικές συσκευές, φάρμακα και προϊόντα της χημικής βιομηχανίας). Και τα αμερικάνικα μονοπώλια και το κράτος έχουν επενδύσει πολλά στο κυνήγι του «αθέμιτου ανταγωνισμού» από τα ευρωπαϊκά μονοπώλια. Υπάρχει ένας ολόκληρος μηχανισμός, που ξεκινά από το FBI και το IRS (οικονομική αστυνομία), περνάει από την πανίσχυρη Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και φτάνει μέχρι μεγάλες δικηγορικές φίρμες που χρησιμοποιούν ιδιωτικούς ντετέκτιβ.
Πριν από ένα χρόνο, σε ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας μας, αναφέρονταν τα εξής: «Οταν στις ΗΠΑ ανοίγει μια τέτοια υπόθεση, οι ανταγωνίστριες εταιρίες που κινούν τα νήματα ενεργοποιούν δικηγορικές φίρμες και γραφεία ντετέκτιβ προκειμένου να βρουν μάρτυρες. Στην περίπτωση της Novartis, η οποία στις ΗΠΑ φαίνεται πως είχε θωρακίσει την «αφανή» της δράση, ξαμολύθηκαν να βρουν μάρτυρες σε χώρες όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Ουγγαρία και η Ελλάδα. Σ' αυτούς τους μάρτυρες τάζουν “παρά με ουρά“, που θα βγει από το πρόστιμο που θα πληρώσει η ερευνώμενη εταιρία. Ετσι, δύο Ελληνες, στελέχη της Novartis εδώ, βρέθηκαν να καταθέτουν στις αμερικάνικες και όχι στις ελληνικές αρχές! Αν σκεφτούμε ότι η Novartis απειλείται με πρόστιμο εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, αντιλαμβάνεστε ποιο είναι το κίνητρο των “πληροφοριοδοτών“ (whistleblowers στην αμερικάνικη δικαστική αργκό)» (Κόντρα, αρ. φύλλου 900, 14.1.2017).
Ερχεται τώρα ο πρώην υπουργός Μάριος Σαλμάς, ένας από τους εμπλεκόμενους στη δικογραφία του σκανδάλου Novartis και επιβεβαιώνει τα παραπάνω εξ ιδίας εμπειρίας. Συνεργάστηκε με αμερικάνικο δικηγορικό γραφείο που συνεργαζόταν με ελληνικό δικηγορικό γραφείο και έψαχνε μάρτυρες για την υπόθεση. Κάπως έτσι βρέθηκαν οι δύο whistleblowers (τον αγγλικό όρο χρησιμοποίησε και ο Σαλμάς, που σίγουρα δε λέει όλη την αλήθεια), που κατέθεσαν στο FBI και τέθηκαν «υπό προστασίαν» στις ΗΠΑ και κάπως έτσι πρέπει να βρέθηκαν και οι τρεις «προστατευόμενοι μάρτυρες» της ελληνικής δικογραφίας (γι' αυτό του «ξέφυγε» του «πολλά βαρύ» Πολάκη κι έτρεχαν μετά όλοι μαζί οι συριζαίοι να το «μαζέψουν»).
4 Οι φαρμακοβιομηχανίες, ένας από τους πιο βρόμικους κλάδους της χημικής βιομηχανίας (αρκεί να θυμηθούμε πόσες δραστικές ουσίες έχουν κλέψει από αυτόχθονες πληθυσμούς σε χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, τις πατεντάρισαν και τις έκαναν κεφαλαιοκρατική ιδιοκτησία), έχουν το δικό τους modus operandi, που περιλαμβάνει μίζες σε ένα ευρύ κύκλωμα, που ξεκινάει από γιατρούς, περνάει από διοικητές κρατικών οργανισμών (νοσοκομείων, επιτροπών υπουργείων κ.ά.) και φτάνει μέχρι υπουργούς.
5 Τα «λαδώματα» σπάνια αποκαλύπτονται. Το σύστημα αυτοπροστατεύεται. Τα «λαδώματα» δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Εξαίρεση είναι η αποκάλυψη κάποιων «λαδωμάτων», που παίρνουν αμέσως το χαρακτηρισμό του σκανδάλου, είτε αναφέρονται σε διοικητικό προσωπικό (ή γιατρούς στην περίπτωση των φαρμακοβιομηχανιών) είτε αναφέρονται -σπανιότερα- σε πολιτικά πρόσωπα.
Πρέπει να σημειωθεί ακόμα, ότι τα «λαδώματα» τις περισσότερες φορές δεν αποδεικνύονται με αδιάσειστο τρόπο, με αποτέλεσμα και αυτοί που κάποια στιγμή κατηγορήθηκαν να απαλλαγούν ποινικά. Και τότε ισχύει το «δόγμα Τζέκου» (τον θυμόσαστε, ασφαλώς, τον προπονητή του στίβου που χαρακτηρίστηκε «μετρ της ντόπας»): «Ντοπαρισμένος είναι μόνον αυτός που πιάστηκε ντοπαρισμένος»! Οποιος δεν πιάστηκε να δίνει ή να παίρνει μίζες είναι καθαρός και όσα περί του αντιθέτου ακούγονται είναι «λαϊκίστικη σπερμολογία»!
Θυμηθείτε το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων και πώς κατάφεραν να τη βγάλουν καθαρή όλοι οι κατηγορούμενοι, ενώ κανένα πολιτικό πρόσωπο δεν τους έκανε παρέα στις δικαστικές τους περιπέτειες με το αίσιο τέλος. Θυμηθείτε την εξέλιξη του σκανδάλου του Βατοπεδίου: στο τέλος όλοι αθώοι. Οχι μόνο τα πολιτικά πρόσωπα, αλλά και τα μη πολιτικά. Δεν υπήρξε σκάνδαλο είπε το δικαστήριο! Και μετά, «έβγαλαν γλώσσα» όλοι, με πρώτο και καλύτερο τον Καραμανλή. Πλήρωσαν βέβαια κάποιο πολιτικό κόστος, αλλά αυτό ανήκει στους… κινδύνους του επαγγέλματος.
6 Οταν -για οποιονδήποτε λόγο- ξεσπά ένα σκάνδαλο, δηλαδή αποκαλύπτεται η «αφανής» δράση κάποιων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, οι κυβερνήσεις και οι κρατικοί κατασταλτικοί μηχανισμοί πρέπει να κινηθούν σε δύο επίπεδα. Πρώτο, να επαναφέρουν τις ισορροπίες ανάμεσα στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που αναγκαστικά διαταράσσονται. Δεύτερο, να καλλιεργήσει στο λαό την ψευδαίσθηση ότι οι παρανομίες πατάσσονται, ότι οι διωκτικοί μηχανισμοί δουλεύουν.
Βέβαια, υπάρχει το «αγκάθι» των πολιτικών προσώπων, τα οποία προστατεύονται από τον περιβόητο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Αυτός ο νόμος, όπως μας θύμισε πρόσφατα ο Βενιζέλος, ισχύει σχεδόν από καταβολής ελληνικού κράτους. Γι' αυτό και συνήθως καταβάλλεται προσπάθεια να απεμπλακούν έγκαιρα τα πολιτικά πρόσωπα, για να μη χρειαστεί να οχυρωθούν πίσω από την παραγραφή που συνήθως έχει επέλθει βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Οι πιο «ψύχραιμοι» από τους αστούς πολιτικούς συμβουλεύουν να αποδίδεται στους υπουργούς «πολιτική και όχι ποινική ευθύνη», για να προστατεύεται το πολιτικό σύστημα. «Εναν πρωθυπουργό τον στέλνεις σπίτι του, όχι στο Ειδικό Δικαστήριο», διεμήνυε μέσω «συνομιλητών του» ο Καραμανλής ο πρεσβύτερος, όταν οι Μητσοτάκης-Φλωράκης-Κύρκος παρέπεμπαν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο.
Υπάρχει, όμως, και ο πολιτικός ανταγωνισμός. Οταν επί της ουσίας της ακολουθούμενης πολιτικής δεν υπάρχει διαφωνία ανάμεσα στα αστικά κόμματα, τότε η σκανδαλολογία προσφέρει ένα εργαλείο για την πολιτική αντιπαράθεση. Κι όταν ένα κυβερνών κόμμα χάνει σε όλα τα επίπεδα, θα επιλέξει τη σκανδαλολογία ως όπλο ενάντια στους αντιπάλους του, όπως κάνει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έχει σημασία η ποινική κατάληξη της υπόθεσης. Σημασία έχουν τα πολιτικά οφέλη που θα αντληθούν μέχρι να ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία. Φυσικά, οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις θα συνεχίσουν το ίδιο βιολί (με λίγο μεγαλύτερη προσοχή σε πρώτη φάση), γιατί δε βρίσκονται αυτές στο στόχαστρο.
Πέτρος Γιώτης