♦ Η αφίσα φωτογραφίστηκε στην οδό Μελενίκου στη Θεσσαλονίκη. Επειδή η φωτογραφία δεν είναι ευανάγνωστη, παραθέτουμε το περιεχόμενό της: «Ενάντια στην ασφυκτική καθημερινότητα των πόλεων – που είναι ο χώρος όπου η ένταση και η συγκέντρωση των κατασταλτικών, των εκμεταλλευτικών και κυριαρχικών μηχανισμών εκδηλώνονται στο μέγιστο βαθμό και έκταση (Marcello Tazi) – Αρνούμαστε τον εκβιασμό του ενοικίου… – …τους διαχωρισμούς που μας επιβάλλουν, την λογική των περιφράξεων, τον κόσμο των εμπορευμάτων – ΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ – να δημιουργήσουμε πραγματικότητες έξω από κάθε μορφή εξουσίας – Να μπούμε στα άδεια σπίτια – Να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας – Συνέλευση Καταλήψεων Στέγης Ανω Πόλης».
Εδώ δεν έχουμε το φαινόμενο της κατάληψης ενός άδειου (συνήθως δημόσιου) χώρου, προκειμένου να αναπτυχθούν πολιτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες. Εδώ έχουμε ένα πρόταγμα γι' αυτό που εδώ και πολλά-πολλά χρόνια έχει ονομαστεί «ζήτημα της κατοικίας» (συστήνεται θερμά η ανάγνωση του ομότιτλου βιβλίου του Φρίντριχ Ενγκελς).
Θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε: φτάνουν τα άδεια σπίτια για να στεγάσουν τον κόσμο που δεν έχει ιδιόκτητη στέγη; Η απάντηση είναι προφανώς αρνητική και μας εισάγει κατευθείαν στην καρδιά του ζητήματος που είναι η βουλησιαρχική μερικοποίηση (και εν πολλοίς ατομικοποίηση) ενός κοινωνικού (καθολικού για την εργατική τάξη) ζητήματος. Η αυτοαναφορικότητα είναι πρόδηλη, αλλά θα το ξεπεράσουμε.
Ζούμε σε μια εμπορευματική κοινωνία. Οποιος «αρνείται τον κόσμο των εμπορευμάτων» οφείλει να είναι επαναστάτης. Δηλαδή, να αρνείται και να παλεύει να ανατρέψει το σύστημα της μισθωτής εργασίας, που στηρίζεται στη μετατροπή της ανθρώπινης εργασιακής δύναμης σε εμπόρευμα που πουλιέται και αγοράζεται σε μια (πραγματική και όχι φανταστική) αγορά εργασίας. Η αγορά εργατικής δύναμης αποτελεί όρο για τη λειτουργία της καπιταλιστικής παραγωγής (και γενικότερα της οικονομικής δραστηριότητας), ενώ η πώλησή της αποτελεί όρο επιβίωσης για τους ιδιοκτήτες της, τους εργάτες.
Επομένως, η μερική «επίλυση» του ζητήματος της κατοικίας με τον τρόπο που προτείνει η αφίσα ουδόλως αποτελεί άρνηση του «κόσμου των εμπορευμάτων». Αλλωστε, η κατοικία δεν αποτελεί το μοναδικό εμπόρευμα που επιτρέπει την επιβίωση. Απαιτούνται και άλλα, εξίσου -αν όχι περισσότερο- σημαντικά: τροφή, ένδυση, υγεία, παιδεία, μετακίνηση κτλ. Κι αυτά δεν εξασφαλίζονται, προφανώς, με την κατάληψη ενός άδειου σπιτιού. Θα πρέπει να αγοραστούν από… τον «κόσμο των εμπορευμάτων». Και για να αγοραστούν απαιτείται ο εργάτης να έχει πουλήσει την εργατική του δύναμη, ώστε να ανταλλάξει τον μισθό ή το μεροκάματο που θα πάρει με αυτά τα απαραίτητα μέσα συντήρησης.
Η ηθικοποίηση της πολιτικής παράγει και αναπαράγει αδιέξοδα. Βέβαια, όταν κανείς είναι πολιτικά αυτοαναφορικός, μπορεί να αισθάνεται πλήρης με τα ιδεολογήματά του. Στον πραγματικό κόσμο, όμως, στον κόσμο μιας ταξικά διαιρεμένης κοινωνίας που στηρίζεται στην ανταλλαγή εμπορευμάτων (πουλάς την εργατική σου δύναμη για να εξασφαλίσεις τα μέσα συντήρησής της, στα οποία περιλαμβάνεται και η απαραίτητη κατοικία), τα ιδεολογήματα το πολύ που μπορούν να προκαλέσουν είναι χαμόγελα… κατανόησης (όταν δεν προκαλούν σαρκασμό ή και χλευασμό).
Τον «κόσμο των εμπορευμάτων», δηλαδή τον καπιταλισμό -για να λέμε τα πράγματα με τ' όνομά τους- πρέπει να τον εξαφανίσουμε από προσώπου γης. Αυτό όμως μπορεί να πραγματωθεί μόνο μέσω της ταξικής πάλης, όταν αυτή πάρει το χαρακτήρα «ποιος ποιον» (είναι και επίκαιρο αυτό, μέρες που 'ναι, με την εκατοστή επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης). Μέχρι η ταξική πάλη να φτάσει σ' αυτό το ανώτατο σημείο όξυνσης, η εργατική δύναμη θα εξακολουθεί να είναι εμπόρευμα. Και η εργατική τάξη οφείλει ν' αγωνίζεται, χωρίς ρεφορμιστικές αυταπάτες, για να υπολογίζονται οι δαπάνες στέγασης στην τιμή της εργατικής δύναμης. Ολα τα άλλα είναι φληναφήματα.