Το αφήγημα που πάσαραν στα παπαγαλάκια του αστικού Τύπου οι άνθρωποι του επιτελείου προπαγάνδας της ΝΔ ήταν ότι ο Μητσοτάκης στη συνάντησή του με τη Μέρκελ, στην έδρα της CDU στο Βερολίνο (και όχι στην καγκελαρία) δεν μίλησε για την εν εξελίξει διαπραγμάτευση ελληνικής κυβέρνησης – «θεσμών», διότι κάτι τέτοιο θα ήταν αντιθεσμικό, αφού η κυβέρνηση έχει την αποκλειστική ευθύνη της διαπραγμάτευσης, αλλά παρουσίασε στη γερμανίδα καγκελάριο το δικό του σχέδιο για την επόμενη μέρα, με εμπροσθοβαρείς μεταρρυθμίσεις και φοροελαφρύνσεις. Οι προτάσεις αυτές -πάντοτε σύμφωνα με το νεοδημοκρατικό αφήγημα- καταγράφηκαν λεπτομερώς, χωρίς να σχολιαστούν. Η αποδοχή τους θα φανεί στο μέλλον.
Και το νεοδημοκρατικό αφήγημα και η χαρακτηριστική φωτογραφία που δημοσιεύτηκε στην επίσημη ιστοσελίδα της ΝΔ θύμιζαν σκηνικό υποψήφιου που δίνει συνέντευξη στα «αφεντικά» μιας επιχείρησης, που τον ακούνε ευγενικά, κρατούν σημειώσεις και στο τέλος τον ευχαριστούν και του λένε ότι θα του τηλεφωνήσουν. Ηταν πραγματικά τόσο άθλια η εικόνα του Μητσοτάκη, τόσο γλοιώδης η συμπεριφορά του (στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση με τη Μέρκελ ασχολήθηκε περισσότερο με τον Τσίπρα, στον οποίο έριξε την ευθύνη για την καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης), που η Γεννηματά άδραξε την ευκαιρία για να τον χαρακτηρίσει «υποτακτικό». Ατάραχος ο Μητσοτάκης, έβαλε το γραφείο Τύπου της ΝΔ να ανακοινώσει ότι «ενημέρωσε την καγκελάριο της Γερμανίας για το εθνικό σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας για την έξοδο από την κρίση στην ελληνική κοινωνία». Και γιατί έπρεπε να ενημερώσει τη γερμανίδα καγκελάριο για ένα σχέδιο που υποτίθεται ότι θα θέσει υπόψη του ελληνικού λαού; Για να πάρει την έγκρισή της; 'Η για να την πείσει ότι αξίζει να τον στηρίξει, βάζοντας τρικλοποδιές στον Τσίπρα;
Δεν μας ενδιαφέρει εδώ η απάντηση που έδωσε η Μέρκελ (του είπε να περιμένει, γιατί δε θα ήθελε εκλογικές «περιπλοκές» στην Ελλάδα κατά τη γερμανική προεκλογική περίοδο), αλλά η ενέργεια του Μητσοτάκη να πάει στο Βερολίνο για να παρουσιάσει στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε το πρόγραμμα της ΝΔ. Ενέργεια που αποκαλύπτει δουλικότητα του αισχίστου είδους, «προσόν» στο οποίο έχει ασκηθεί εδώ και δεκαετίες η οικογένεια Μητσοτάκη (πάντοτε φρόντιζε να διαφημίζει ως προσόν την ξενοδουλεία, όταν άλλες αστικές φαμίλιες φρόντιζαν να την κρύψουν πίσω από νέφη δήθεν αυτονομίας και ανεξαρτησίας).
Ανεξάρτητα από το προκλητικό ξενόδουλο στιλ, όμως, επί της ουσίας οι Μητσοτάκηδες δε διαφέρουν από τα υπόλοιπα αστικά τζάκια, η ΝΔ δε διαφέρει από τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, που υπήρξε μετρ της παραπλάνησης και της δημαγωγίας, τήρησε με θρησκευτική ευλάβεια όλες τις δεσμεύσεις του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού έναντι των ιμπεριαλιστικών κέντρων (αμερικάνικες βάσεις, ΝΑΤΟ, ΕΟΚ/ΕΕ). Μπούκωσε τον ελληνικό λαό με μεγάλα λόγια, αλλά πρακτικά δεν έκανε τίποτα διαφορετικό από τους δεξιούς προκατόχους του, οι οποίοι επίσης υποχρεώθηκαν κάποια στιγμή να κάνουν μια κίνηση εκτόνωσης της αντιιμπεριαλιστικής αγανάκτησης του ελληνικού λαού (προσωρινή έξοδος από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ).
Ισχύει, μήπως, τίποτα διαφορετικό για τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ; Δεν έτρεχε ο Τσίπρας στο περιβόητο Ambrosetti Forum στις όχθες της λίμνης του Κόμο και δεν καμάρωνε η συριζαϊκή προπαγάνδα ότι γίνεται αποδεκτός από το διεθνές αστικό τζετ σετ ως αυριανός πρωθυπουργός της Ελλάδας; Δεν έτρεχαν ο Δραγασάκης με τον Σταθάκη στο γραφείο του Γεργκ Ασμουσεν στο Βερολίνο, που τους κανόνισε συνάντηση με τον Μπενουά Κερέ στον πύργο της ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη, όπου «όλως τυχαίως» συναντήθηκαν και με τον Μάριο Ντράγκι στο ασανσέρ και είπαν μερικά λόγια στο πόδι;
Δεν πήγαινε ο Τσίπρας ως «ταπεινός προσκυνητής» στην έδρα του Σόιμπλε στο Βερολίνο, το Γενάρη του 2013; Και δεν παρουσίαζαν αυτή τη συνάντηση ως «σπάσιμο του πάγου» και ως επίδειξη ενδιαφέροντος του Βερολίνου ν' αποκτήσει «δίαυλο επικοινωνίας» με τον ΣΥΡΙΖΑ;
Και για να μην μείνουμε στα παλιά, δεν πήγε πρόσφατα ο Τσίπρας στο Βερολίνο για να ζητήσει μεσολάβηση της Μέρκελ και την άκουσε να του λέει ότι πρέπει να τα βρει με την τρόικα (ό,τι ακριβώς είχε πει και στον Σαμαρά τον Οκτώβρη του 2014); Δεν έγραψε τούτη τη βδομάδα ένα γλοιώδες άρθρο ο Τσακαλώτος στη Bild (ναι, στην πιο κίτρινη από τις γερμανικές κιτρινοφυλλάδες!), στο οποίο καμάρωνε ότι ο ΟΟΣΑ «μας έχει τοποθετήσει στην κατηγορία “star performer“ όσον αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» (!) και για το ότι «ψηφίστηκε ο νόμος για την Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας, η οποία θα διαχειρίζεται δημόσια περιουσιακά στοιχεία και διαθέτει ήδη Διοικητικό Συμβούλιο, CEO και πρόεδρο, και είναι έτοιμη να αυξήσει την αξία των δημοσίων επιχειρήσεων και δημόσιων ακινήτων προς όφελος των δημοσίων επενδύσεων στην ελληνική οικονομία, αλλά και των πιστωτών»;
Για να έχουμε ένα εμπειρικό μέτρο σύγκρισης, μπορούμε να αναρωτηθούμε: ήρθαν ποτέ οι ηγέτες των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών χωρών για να γλείψουν την κυβέρνηση των Αθηνών; Εγραψαν γλοιώδη άρθρα σε ελληνικές εφημερίδες; Κάθε που έρχονται στην Αθήνα έρχονται για να κλείσουν δουλειές για τα μονοπώλια των χωρών τους, όχι για να ζητήσουν πολιτική στήριξη από ελληνικά κόμματα της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης. Αν και εμπειρικό, αυτό το μέτρο σύγκρισης περιγράφει με χαρακτηριστικότατο τρόπο αυτό που ο Λένιν ανέλυσε ως σχέσεις εξάρτησης μέσα στο παγκόσμιο σύστημα του ιμπεριαλισμού. Εξ ου και ο τίτλος αυτού του σημειώματος.
Εχουν περάσει 102 χρόνια από τότε που γράφτηκε το μνημειώδες έργο του Β. Ι. Λένιν «Ο Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» και μολονότι έχουν επισυμβεί πολλές αλλαγές στον καπιταλιστικό κόσμο, ο πυρήνας της ανάλυσής του για το μονοπώλιο και τον ιμπεριαλισμό ως κρατική έκφραση της εξουσίας του μονοπωλιακού καπιταλισμού διατηρεί αναλλοίωτη την αξία του, αποτελώντας απόλυτη αλήθεια στις δεδομένες ιστορικές συνθήκες.
Ο ιμπεριαλισμός έχει την τάση προς τον αποικισμό συμπέρανε ο Λένιν. Το αποικιοκρατικό σύστημα κατέρρευσε μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο, χάρη σε μια αλυσίδα εθνικοαπελευθερωτικών επαναστάσεων, στις οποίες έπαιξε σημαίνοντα ρόλο το κομμουνιστικό κίνημα, όμως η τάση του ιμπεριαλισμού προς τον αποικισμό δεν εξαφανίστηκε. Το παλιό αποικιακό σύστημα αντικαταστάθηκε από ένα πολυδαίδαλο σύστημα εξάρτησης των πρώην αποικιών και μετά ανεξάρτητων χωρών, από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, στη σφαίρα επιρροής των οποίων εντάχθηκαν. Η Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ αποικία, όμως η θέση του -τυπικά ανεξάρτητου- ελληνικού κράτους δε διέφερε και πολύ από τη θέση μιας αποικίας. Η οικονομική εξάρτηση ήταν ασφυκτική από τη γέννηση του ελληνικού κράτους, ενώ υπήρξε περίοδος που τα πολιτικά κόμματα έφεραν τον τίτλο της «μεγάλης δύναμης» στην οποία ήταν υποτελή (αγγλικό, γαλλικό, ρωσικό).
Το φαινόμενο της μπανανίας εμφανίστηκε μετά την απελευθέρωση από τη ναζιφασιστική κατοχή, αφού ο ελληνικός αστισμός σώθηκε χάρη στην πολεμική παρέμβαση των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (Βρετανίας αρχικά, ΗΠΑ μετά το 1947). Μετά την κατάρρευση της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας το 1974, καταβλήθηκε προσπάθεια να μη φαίνεται το ελληνικό κράτος ως μπανανία. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος για ν' αποφύγουν μια έκρηξη του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος που αποδεσμεύτηκε σαν συσπειρωμένο ελατήριο μετά την πολιτική αλλαγή. Οι σχέσεις εξάρτησης, όμως, ουδέποτε εξαφανίστηκαν.
Από το 2010, όταν η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου προσέτρεξε στους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές και στο ΔΝΤ για δανεισμό, το ελληνικό κράτος ξαναεμφανίστηκε στο προσκήνιο ως μπανανία. Δεν έχει σημασία αν κάποιοι αστοί πολιτικοί έσπευσαν να δηλώσουν εκ των προτέρων τη δουλικότητά τους κι αν άλλοι χρειάστηκε να περάσουν ένα εφιαλτικό 17ωρο (κατά δήλωσή τους), στη λήξη του οποίου βγήκαν με ένα τρίτο Μνημόνιο παραμάσχαλα. Σημασία έχει η ουσία, που δεν έχει αλλάξει σε τίποτα. Και δεν έχει αλλάξει γιατί η ουσία δεν καθορίζεται από τη βούληση, το στιλ και τη διαπραγματευτική μαγκιά του ενός ή του άλλου έλληνα αστού πολιτικού, αλλά από τις σχέσεις εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισμού από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Για να σπάσουν οι σχέσεις εξάρτησης θα πρέπει να τσακιστεί ο ελληνικός καπιταλισμός, θα πρέπει να ηττηθεί η ελληνική αστική τάξη. Θα πρέπει να οικοδομηθεί μια εργατική εξουσία, η οποία θα βάλει μπροστά τον κοινωνικό μετασχηματισμό με την κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και την οικοδόμηση μη εκμεταλλευτικών (πρώιμων κομμουνιστικών) σχέσεων παραγωγής. Κάποιοι, όμως, προσπαθούν να μας πείσουν ότι η θεωρία «πάλιωσε» κι ότι «μοντέρνα» είναι η (μουχλιασμένη) ευρωαναθεωρητική θεωρία των «διαδοχικών ρήξεων» (πρώτα θα βγούμε από το ευρώ, μετά από την ΕΕ, θα έχουμε και εργατικό έλεγχο και μετά θα ξυπνήσουμε με σοσιαλισμό).
Πέτρος Γιώτης