Δύο περίπου μήνες από την ψήφιση του νόμου 4375/2016, με την οποία ιδρύθηκε Υπηρεσία Ασύλου και Αρχή Προσφυγών, η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, με τη σύμφωνη γνώμη του μεγαλύτερου μέρους της αντιπολίτευσης, αλλάζει τη σύνθεση των Επιτροπών Προσφυγών, επειδή δεν αρέσουν οι αποφάσεις της. Και βέβαια, μια τέτοια πραξικοπηματική αλλαγή δε θα μπορούσε να γίνει παρά μόνο με πραξικοπηματικό τρόπο.
Μάλιστα, οι συριζαίοι σκέφτηκαν -ευκαιρίας δοθείσης- να περάσουν και άλλες ρυθμίσεις από την πίσω πόρτα. Εφτιαξαν μια τροπολογία-μαμούθ (85 σελίδες), την οποία έδωσαν στον Μουζάλα να την καταθέσει στο -εντελώς άσχετο- αναπτυξιακό νομοσχέδιο. Η κατάθεση έγινε τη νύχτα της Τρίτης 14 Ιούνη, σε μια Βουλή σχεδόν άδεια. Οι παρόντες εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης αντέδρασαν έντονα. Και οι συριζαίοι, διαπιστώνοντας ότι τουλάχιστον η ΝΔ και το Ποτάμι δεν έχουν αντίρρηση να ψηφίσουν την αλλαγή της σύνθεσης των Επιτροπών Προσφυγών, απέσυραν την ογκώδη τροπολογία και την επανέφεραν την επομένη, περιορισμένη σε όγκο και εστιασμένη μόνο στα ζητήματα της Αρχής Προσφυγών. Με το γνωστό ύφος της σιγανοπαπαδιάς, ο Μουζάλας ζήτησε συγνώμη διότι «παρεισέφρησαν» και άλλες διατάξεις, τις οποίες αφαίρεσε, διότι -όπως τόνισε- «η επιδίωξή μου σήμερα και η μεγάλη ανάγκη της χώρας μας είναι να ομονοήσουμε όσο μπορούμε στις Επιτροπές Προσφυγών».
Οι αντιδράσεις που υπήρξαν ήταν τριών ειδών. Το ΠΑΣΟΚ και το κόμμα του Λεβέντη έθεταν ζήτημα αντισυνταγματικότητας ως προς τη διαδικασία κατάθεσης της τροπολογίας. Η ΝΔ (ο Δένδιας) έθεσε ζήτημα ακυρότητας, δεδομένου ότι δικαστές δεν επιτρέπεται να ασκούν διοικητικά καθήκοντα. Πάνω σ' αυτό επιστρατεύθηκε ο υπουργός Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλος, που υποστήριξε ότι δεν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα, οπότε η ΝΔ δεν είχε κανένα λόγο να επιμείνει, αφού επί της ουσίας συμφωνούσε.
Μόνον ο Περισσός μπήκε στην ουσία. Ο Καραθανασόπουλος είπε ότι «η κυβέρνηση θέλει να ελέγξει διά πυρός και σιδήρου τις Επιτροπές, γιατί μέχρι τώρα το έργο τους έχει κάνει παραδεκτό το σύνολο των προσφυγών επί της ουσίας -εκτός από δύο περιπτώσεις-, ότι δικαιούνταν να πάρουν άσυλο οι Σύριοι πρόσφυγες. Από αυτήν την άποψη, θέλει να ελέγξει η Κυβέρνηση τη σύνθεση της Επιτροπής, για να εφαρμοστεί διά πυρός και σιδήρου η Συμφωνία που έχει κάνει η Ευρωπαϊκή Ενωση με την Τουρκία και να περιορίσει ακόμη περισσότερο το δικαίωμα του ασύλου και για τους πρόσφυγες, όπως είναι οι Σύριοι».
Οταν την άλλη μέρα έγινε η τυπική διαδικασία της ψηφοφορίας, η ΝΔ και το Ποτάμι ψήφισαν υπέρ της τροπολογίας μαζί με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ (καταψήφισαν ο Περισσός επί της ουσίας και ΠΑΣΟΚ-Λεβέντης προφανώς επί της διαδικασίας).
Πού αποσκοπεί η τροπολογία Μουζάλα; Στην εξασφάλιση μιας διαδικασίας μαζικών απελάσεων σύριων προσφύγων που έχουν ζητήσει άσυλο στην Ελλάδα. Εφαρμόζοντας το περιεχόμενο της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, οι πρωτοβάθμιες επιτροπές ασύλου απορρίπτουν μαζικά τα αιτήματα ασύλου που υποβάλλουν ακόμα και πρόσφυγες από τη Συρία. Στο δεύτερο βαθμό, όμως, υπήρξε μια αντίδραση σύμφωνη όχι με ιδεολογικές αντιλήψεις (όπως κατηγορήθηκε), αλλά με το διεθνές δίκαιο για τους πρόσφυγες.
Οι Επιτροπές Προσφυγών αποτελούνταν από τρία μέλη. Εναν δημόσιο υπάλληλο, ένα μέλος που υποδεικνυόταν από την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και ένα μέλος που όριζε η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Μετά την τροπολογία Μουζάλα, οι επιτροπές θα αποτελούνται από δύο διοικητικούς δικαστές, οι οποίοι μάλιστα δε θα κληρώνονται αλλά θα ορίζονται από τον γενικό επίτροπο των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, δηλαδή από όργανο απόλυτα εξαρτώμενο από την κυβερνητική εξουσία. Το τρίτο μέλος θα ορίζεται από την Υπατη Αρμοστεία ή την ΕΕΔΑ ή την κυβέρνηση (αν οι προηγούμενοι φορείς δεν ορίσουν μέλος τους).
Κατά την πάγια τακτική του, ο Μουζάλας διαβεβαίωσε ότι αυτό γίνεται για λόγους επιτάχυνσης του έργου, γιατί «φτιάξαμε κάποιες επιτροπές οι οποίες, ναι, είχαν τεκμήρια ανεξαρτησίας, αλλά είχαν μία απίστευτα μακρόσυρτη γραφειοκρατική διαδικασία για να φτιαχτούν». Ενώ οι νέες επιτροπές προσφυγών «έχουν την ανεξαρτησία τους, αποδίδουν δίκαιο στους πρόσφυγες και στους μετανάστες με πολύ καλύτερο τρόπο από ό,τι γινόταν αυτό. Εχουν μία ταχύτητα στη δημιουργία τους σε σχέση με προηγουμένως και μία δυνατότητα να παίρνουν αποφάσεις πιο γρήγορα».
Ολοι κατάλαβαν ότι βάζει δικαστικούς στις Επιτροπές για να απορρίπτουν τις προσφυγές των προσφύγων κι όχι γιατί αυτές θα είναι ταχύτερες από τις προηγούμενες. Για ποιο λόγο να είναι ταχύτερες, άλλωστε, αν αναλογιστούμε ότι οι προηγούμενες Επιτροπές Προσφυγών αποτελούνταν από νομικούς και κοινωνικούς λειτουργούς που είχαν προϋπηρεσία στο αντικείμενο και εμπειρία σημαντικότερη απ' αυτή των διοικητικών δικαστών; Κανένας, όμως, δεν είπε τίποτα, πλην Περισσού.
Τι είχε συμβεί; Ας δώσουμε το λόγο σε 18 μέλη των Επιτροπών Προσφυγών, επιλεγμένα από τον κατάλογο της ΕΕΔΑ ή υποδεικνυόμενα από την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, που με μακροσκελές κείμενό τους αποκάλυψαν την αλήθεια (ολόκληρο το κείμενο μπορεί να το βρει κανείς στο Διαδίκτυο).
Αρχικά τα μέλη των Επιτροπών Προσφυγών περιγράφουν τη δουλειά τους: «Λίγο μετά την κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας ανετέθη προσωρινά στις ανωτέρω Επιτροπές Προσφυγών η εξέταση των προσφυγών αιτούντων άσυλο που εισήλθαν στη χώρα από την 20ή Μαρτίου 2016 κι έπειτα – ημερομηνία εφαρμογής της νομικά μη δεσμευτικής Κοινής Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας. Τα εν λόγω αιτήματα ασύλου είχαν κριθεί απαράδεκτα στον πρώτο βαθμό εξέτασης κατόπιν εισηγήσεων του προσωπικού του Ευρωπαϊκού Γραφείου Υποστήριξης για το Ασυλο (EASO) που διενεργούσε τις συνεντεύξεις στην αγγλική γλώσσα. Ο νόμος 4375/2016 όρισε τις Επιτροπές Προσφυγών του Π.Δ. 114/2010 ως το αρμόδιο όργανο να τις εξετάζει σε δεύτερο βαθμό μέχρι τη σύσταση της μόνιμης Αρχής Προσφυγών.
Με την ανάληψη των νέων καθηκόντων, το σύνολο των μελών ανταποκρίθηκε με ταχύτητα και άψογο επαγγελματισμό στις απαιτήσεις της νέας διαδικασίας παρά τις εξαιρετικά συντμημένες προθεσμίες που προβλέπει ο νόμος. Στις δύο συναντήσεις που έγιναν με συμβούλους του Αν. Υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής (στην πρώτη) και με τη συμμετοχή και του ιδίου του κου Μουζάλα (στη δεύτερη), ετέθησαν μία σειρά νομικών ζητημάτων σχετικά με μη σύννομες, κατά την κρίση ορισμένων μελών, πτυχές της διαδικασίας στον πρώτο βαθμό αλλά και σειρά ερωτημάτων για τη διαδικασία ενώπιον των Επιτροπών Προσφυγών.
Πέραν όμως ζητημάτων διαδικασίας που καθόλου υποδεέστερα δεν είναι και στα οποία το Υπουργείο ανταποκρίθηκε ανεπαρκώς, το πλέον κρίσιμο ζήτημα είναι αν κατόπιν εξατομικευμένης κρίσεως, η Τουρκία μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής τρίτη χώρα για κάθε αιτούντα. Σε αυτό το ζήτημα άλλωστε έγκειται και η κρίσιμη αντίφαση ανάμεσα στη διατύπωση της νομικά μη δεσμευτικής Κοινής Δήλωσης ότι “όλοι θα επιστρέφονται στην Τουρκία“ και το ίδιο το σύστημα ασύλου και τις εγγυήσεις που προβλέπει για κάθε αιτούντα».
Στη συνέχεια, τα μέλη των Επιτροπών Προσφυγών περιγράφουν πώς ο Μουζάλας τα εξαπάτησε: «Ως προς αυτό, τονίστηκε με εμφατικό τρόπο τόσο από τους συμβούλους όσο και από τον ίδιο τον Αν. Υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής ότι ως ανεξάρτητο δευτεροβάθμιο όργανο, η ανεξαρτησία μας δεν θα τεθεί σε καμία περίπτωση υπό αίρεση προσθέτοντας βέβαια την πολιτική βούληση απαρέγκλιτης τήρησης της Κοινής Δήλωσης. Παρόλα αυτά, η κοινοποίηση από πλευράς Υπουργείου προς τα μέλη των Επιτροπών μόνον της επιστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναγνώριζε συνοπτικά και χωρίς νομικό συλλογισμό την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χώρα, σε αντίθεση με πλείστες εκθέσεις που ουδέποτε κοινοποιήθηκαν, έθεσαν απ’ την αρχή εν αμφιβόλω τη διάθεση της πολιτικής ηγεσίας να μην επέμβει στην ανεξαρτησία της κρίσης των Επιτροπών Προσφυγών.
Δύο περίπου μήνες μετά τη δημοσίευση του ν. 4375/2016 και δυνάμει της από 16/06/2016 ψηφισθείσας τροπολογίας, οι Επιτροπές Προσφυγών έπαψαν να είναι αρμόδιες για τις εν λόγω προσφυγές, η εξέταση των οποίων ανατέθηκε στις νέες “Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών“».
Και καταλήγουν τα μέλη των Επιτροπών Προσφυγών: «Τι μεσολάβησε, λοιπόν, και θεωρήθηκε ξαφνικά ότι η εξέταση των συγκεκριμένων προσφυγών έπρεπε να περάσει σε άλλα χέρια και να υπονοείται πως οι Επιτροπές Προσφυγών του Π.Δ. 114/2010 είχαν μειωμένες εγγυήσεις αμεροληψίας και ανεξαρτησίας; Αυτό που μεσολάβησε είναι ότι κατατέθηκε ένα πλήρως αιτιολογημένο νομικό σκεπτικό σε δεκάδες αποφάσεις που εκδόθηκαν μετά από εξατομικευμένη κρίση, το οποίο όμως δεν εναρμονίζεται με το στόχο των μαζικών επαναπροωθήσεων στην Τουρκία.
Οι Επιτροπές δεν κατέληξαν σε αυτές τις αποφάσεις επειδή τα μέλη τους δρουν με “ιδεολογικά κριτήρια“, όπως γράφτηκε στον Τύπο, ή επειδή δεν είναι αρκετά “ουδέτερα“ καθώς προέρχονται από την “κοινωνία των πολιτών“ (υπενθυμίζουμε εδώ ότι την τελική επιλογή μελών από τον κατάλογο της ΕΕΔΑ κάνει ο αρμόδιος Υπουργός ενώ η ΥΑ/ΟΗΕ αποτελεί διεθνή οργανισμό που υποδεικνύει μέλη κατόπιν εξειδικευμένων εξετάσεων).
Οι Επιτροπές Προσφυγών και τα μέλη τους, έχοντας εξετάσει χιλιάδες υποθέσεις από το 2011, βάσισαν και αυτή τη φορά την κρίση τους σε δημοσιευμένες εκθέσεις διεθνών φορέων και οργανισμών (…) οι οποίες λαμβάνονται επίσης υπόψη στο σκεπτικό αποφάσεων ευρωπαϊκών δικαιοδοτικών οργάνων, όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Από το κατεπείγον και το σκεπτικό της κατάθεσης της τροπολογίας καθίσταται προφανές ότι το Υπουργείο προτίμησε να αποσπάσει την αρμοδιότητα που δύο μήνες πριν είχε επιλέξει να αναθέσει στις Επιτροπές επειδή οι αποφάσεις τους δεν εναρμονίστηκαν με το πλαίσιο της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Κάτι τέτοιο θίγει το επαγγελματικό μας κύρος ως νομικών και κοινωνικών επιστημόνων, εξειδικευμένων ακαδημαϊκά και επαγγελματικά σε ζητήματα ασύλου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μάλιστα, μετά την έκδοση των πρώτων αποφάσεων, ενδεικτική είναι η δήλωση του Αν. Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής στο διεθνή τύπο ότι αυτές αντίκεινται σε όλες τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΥΑ/ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (The Guardian, 20/05/2016). Προφανώς και κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αλλά αν αυτή είναι η άποψη του Υπουργείου, πραγματικά είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι δεν ασκήθηκε αίτηση ακύρωσης από τον αρμόδιο Υπουργό κατά των αποφάσεων των Επιτροπών, όπως ρητά προβλέπεται στη νομοθεσία.
Η αλλαγή της σύνθεσης των αρμόδιων Επιτροπών με νομοθετική ρύθμιση και όχι η δικαστική εξέταση και επίλυση των σοβαρών νομικών ζητημάτων που έχουν ανακύψει (που άλλωστε θα δέσμευε νομικά τις Επιτροπές όποια κι αν ήταν η σύνθεσή τους) επιβεβαιώνουν ότι η κίνηση αυτή δεν έγινε επειδή το σκεπτικό των αποφάσεων ήταν ελλιπές ή αναιτιολόγητο, αλλά γιατί έθεσε εν αμφιβόλω τους πολιτικούς σχεδιασμούς του Υπουργείου.
Η διαχείριση νομικών ζητημάτων με βάση πολιτικές σκοπιμότητες θέτει πολλά ερωτηματικά για το μέλλον του συστήματος ασύλου στην Ελλάδα, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αρχής του κράτους δικαίου. Για εμάς, καθίσταται εμφανές ότι η εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας είναι ασύμβατη με τις εγγυήσεις του υπάρχοντος συστήματος ασύλου και το επίπεδο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχει κατακτηθεί εντός διεθνούς και ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου.
Δυστυχώς, οι χειρισμοί του Υπουργείου δείχνουν ότι κάθε φορά που οποιοδήποτε όργανο, παλιό ή νέο, δεν θα εναρμονίζεται με το στόχο των μαζικών επαναπροωθήσεων στην Τουρκία, τέτοιες τροπολογίες και μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων δεν θα είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας».
Ολα αυτά συμβαίνουν με κυβέρνηση «πρώτης και δεύτερης φοράς Αριστεράς». Τι διαφορετικό θα έκαναν ο Χρυσοχοΐδης ή ο Δένδιας;
ΥΓ. Πέντε βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (Χ. Καραγιαννίδης, Α. Καββαδία, Γ. Ψυχογιός, Γ. Πάλλης και Χ. Παπαδόπουλος) διακίνησαν επιστολή με την οποία εξέφραζαν τη διαφωνία τους με την τροπολογία, επειδή ο «σύντροφος (sic!) Μουζάλας έφερε μία τροπολογία χωρίς καμία προήγουμενη συνεννόηση με την κοινοβουλευτική ομάδα και την αντίστοιχη ΕΠΕΚΕ μεταναστευτικού», η οποία «είναι στα όρια της συνταγματικότητας, αλλά και της κοινής μας θέσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα». Κανένας τους, όμως, δεν πήρε το λόγο, όταν γινόταν η σχετική συζήτηση. Ούτε εμφανίστηκε κανένας τους την ώρα της ψηφοφορίας για να φωνάξει «κατά πλειοψηφία», καταγράφοντας έτσι τη διαφωνία του. Ονομαστική ψηφοφορία δεν έγινε, γιατί κανένας δεν την ζήτησε. Οι νεοναζί είχαν ζητήσει ονομαστική ψηφοφορία για τρία άρθρα του νομοσχεδίου, αλλά δεν είχαν κανένα λόγο να την επεκτείνουν και στην τροπολογία. Ο Περισσός είχε μια απουσία βουλευτή και δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο αριθμό. Ετσι, οι πέντε συριζαίοι βουλευτές έκαναν μια κίνηση χωρίς πρακτικό αντίκρυσμα, για να μη δημιουργήσουν πρόβλημα στη συγκυβέρνηση.
ΥΓ2. Την αντίθεσή της στην τροπολογία Μουζάλα εξέφρασε και η ΕΕΔΑ με τετρασέλιδη ανακοίνωσή της, κατακλείδα της οποίας αποτελούν τα εξής: «Η ΕΕΔΑ στο πλαίσιο του ανεξάρτητου ρόλου και της αποστολής της ως συμβουλευτικού οργάνου της Πολιτείας για ζητήματα Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καλεί τα αρμόδια Υπουργεία να επανεξετάσουν την προτεινόμενη τροπολογία (πλέον διάταξη νόμου) και να την ενημερώσουν για τις εξελίξεις γύρω από τα ζητήματα διεθνούς προστασίας, με σκοπό τη λυσιτελή αντιμετώπιση των νομικών και πραγματικών προβλημάτων που σχετίζονται με το Ν. 4375/2016 και το συναφές θεσμικό πλαίσιο με το άσυλο, την πρώτη υποδοχή και την Κοινή Δήλωση/ Συμφωνία Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας της 18ης Μαρτίου 2016».