|
Την Τετάρτη 6 Μάη, σχηματίστηκε από τον Νετανιάχου η νέα σιωνιστική κυβέρνηση, δυο μήνες μετά τις εκλογές και λίγο πριν από την εκπνοή της προθεσμίας για το σχηματισμό κυβέρνησης, που είχε δώσει στον Νετανιάχου ο πρόεδρος του Ισραήλ Ρέουβεν Ρίβλιν. |
Στο νέο κυβερνητικό σχήμα, εκτός από το Λικούντ του Νετανιάχου, συμμετέχουν το δεξιό Κουλάνου του Μόσε Καλόν, τα δυο υπερορθόδοξα εβραϊκά κόμματα Σας και Ενωμένος Εβραϊσμός και το ακροδεξιό, εποικιστικό κόμμα Εβραϊκό Σπίτι του Ναφταλί Μπένετ. Η νέα κυβέρνηση περιλαμβάνει στελέχη όπως η Αγιελέτ Σακέντ του Εβραϊκού Σπιτιού και ο Μοσέ Καλόν, οι οποίοι πρόκειται να αναλάβουν υπουργικά χαρτοφυλάκια. Η Σακέντ με δηλώσεις της παλιότερα είχε ζητήσει την εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων και τη δολοφονία γυναικόπαιδων, τα οποία ισχυρίζεται ότι χρησιμοποιούν σαν ασπίδες οι μαχητές της Παλαιστινιακής Αντίστασης για να εξαπολύουν επιθέσεις ενάντια στο σιωνιστικό στρατό κατά τη διάρκεια των εισβολών του Ισραήλ στη Γάζα.
Ο Καλόν και ο Μπένετ, γνωστοί για τις ακροδεξιές ρατσιστικές τους δηλώσεις, είναι ένθερμοι υποστηρικτές των εποικισμών και με δηλώσεις τους έχουν καλέσει το Ισραήλ να προχωρήσει στην προσάρτηση μεγάλων τμημάτων της Δυτικής Οχθης για την παραπέρα επέκταση των εποικισμών.
Το ακροδεξιό μόρφωμα που ανέλαβε την εξουσία στο Ισραήλ πιθανότατα θα εντείνει την καταστολή των Παλαιστινίων, θα επεκτείνει τους εποικισμούς και τις κατεδαφίσεις παλαιστινιακών σπιτιών και θα διευρύνει το καθεστώς της διοικητικής κράτησης, με βάση το οποίο φυλακίζονται χωρίς δίκη για χρόνια εκατοντάδες Παλαιστίνιοι. Αλλωστε, η προεκλογική υπόσχεση του Νετανιάχου για επέκταση των εποικισμών και σκλήρυνση της καταστολής εναντίον των Παλαιστινίων ήταν αυτό που κυρίως ανέδειξε σε πρώτο κόμμα το Λικούντ, με 30 από τις 120 έδρες της ισραηλινής Κνεσέτ.
Φυσικά, για τερματισμό ή έστω για χαλάρωση του αποκλεισμού της Γάζας ούτε λόγος από τη νέα κυβέρνηση, στελέχη της οποίας καλούσαν σε συνέχιση της επίθεσης το περασμένο καλοκαίρι, παρά την απόφαση του Νετανιάχου να υπογράψει εκεχειρία με την Παλαιστινιακή Αντίσταση, με βασικό όρο τη χαλάρωση του αποκλεισμού, ο οποίος βέβαια δεν εφαρμόστηκε ποτέ.
Στο νέο κυβερνητικό σχήμα δε θα συμμετάσχει το Γίσραελ Μπεϊτένιου του φασίστα πρώην υπουργού Εξωτερικών Αβιγκόρ Λίμπερμαν, παρά την πρόθεση του Νετανιάχου. Σύμφωνα με δηλώσεις του Λίμπερμαν, δεν επετεύχθη συμφωνία για τη συμμετοχή του στη νέα κυβέρνηση, γιατί τα υπόλοιπα μέλη του κυβερνητικού σχηματισμού δε θέτουν ως στόχο της νέας κυβέρνησης την ανατροπή της Χαμάς, που αποτελεί τη ντε φάκτο δύναμη εξουσίας στη Γάζα, και την επιτάχυνση της διαδικασίας ψήφισης του νόμου που θα θεσμοθετήσει τη μετατροπή του Ισραήλ σε εβραϊκό κράτος.
Ο επίσημος λόγος για τη μη συμμετοχή του Λίμπερμαν στη νέα κυβέρνηση μοιάζει ακατανόητος, αφού και τα υπόλοιπα κόμματα του συνασπισμού κινούνται στο ίδιο ακροδεξιό μήκος κύματος. Πιθανότατα, οι δηλώσεις του να αποτελούν χάδι στα αυτιά του ακροδεξιού εκλογικού ακροατηρίου και οι πραγματικοί λόγοι να μην είναι διόλου «ιδεολογικοί». Πιθανότατα, οι συνέταιροι στη νέα κυβέρνηση να τα χάλασαν στη μοιρασιά των κυβερνητικών πόστων, κάτι που οδήγησε στη ρήξη και την αποχώρηση του Λίμπερμαν από τις διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό της κυβέρνησης.
Η ανάληψη της εξουσίας στο Ισραήλ από ένα ακροδεξιό κυβερνητικό συνασπισμό αναμένεται να οξύνει ακόμα περισσότερο τις εντάσεις και τις συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Οι διάφορες ομάδες που απαρτίζουν τη νέα κυβέρνηση είναι οι πιο ένθερμοι θιασώτες της ισραηλινής επιθετικότητας εναντίον των Παλαιστινίων και του Ιράν. Παράλληλα, η ένταση της σιωνιστικής καταστολής ενάντια στον παλαιστινιακό λαό, σε συνδυασμό με την απροθυμία των σιωνιστών να συνεργαστούν με την Παλαιστινιακή Αρχή και τις συνεχιζόμενες προκλήσεις εναντίον όχι μόνο του παλαιστινιακού λαού αλλά και της Παλαιστινιακής Αρχής, που έφτασαν μέχρι τη δολοφονία από ισραηλινούς στρατιώτες του παλαιστίνιου υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου Ζιάντ Αμπού Εΐν, το Δεκέμβρη του 2014, αναμένεται να οξύνουν την κρίση αποδοχής που αντιμετωπίζουν ο Αμπάς και η κλίκα του στη Δυτική Οχθη από τον παλαιστινιακό λαό και ειδικά από τη νεολαία.








