Καθώς τα καραβάνια των χιλιάδων απελπισμένων που κατευθύνονται στις ακτές των χωρών του ευρωπαϊκού νότου αναμένεται να πολλαπλασιαστούν ενόψει του καλοκαιριού, με ταυτόχρονη αύξηση του μακάβριου κατάλογου των θυμάτων, η ΕΕ επιχειρεί να απαντήσει με μέτρα περιορισμού του μεταναστευτικού ρεύματος, τα οποία όχι μόνο θα αποτύχουν, αλλά θα αποβούν σε βάρος των απελπισμένων που θέτουν σε θανάσιμο κίνδυνο τη ζωή τους για να φτάσουν στην Ευρώπη.
Η Γαλλία, η Βρετανία, η Ισπανία και η Λιθουανία (μέλη του δεκαπενταμελούς Συμβουλίου Ασφάλειας του ΟΗΕ) έχουν ετοιμάσει ένα σχέδιο απόφασης με το οποίο ζητούν να δοθεί από το ΣΑ η άδεια για τη χρήση βίας εναντίον των κυκλωμάτων διακίνησης μεταναστών στη Λιβύη. Το κενό εξουσίας και το χάος που επικρατεί στη Λιβύη έχουν μετατρέψει τις βόρειες ακτές της χώρας στο βασικό σημείο επιβίβασης μεταναστών και προσφύγων από τις χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής με προορισμό την Ευρώπη. Το σχέδιο απόφασης της ΕΕ προβλέπει τη «χρήση όλων των μέσων για την καταστροφή της επιχείρησης των διακινητών» στα διεθνή ύδατα. Απαγορεύει την καταστροφή πλοιαρίων στα χωρικά ύδατα της Λιβύης ή σκαφών με διεθνείς σημαίες, όμως ζητά την άδεια για τη σύλληψη σκαφών στην ανοιχτή θάλασσα καθώς και στα χωρικά ύδατα και στις ακτές της Λιβύης πριν από την επιβίβαση σ’ αυτά μεταναστών. Πολεμικά πλοία θα σταθμεύουν στα χωρικά ύδατα της Λιβύης, ενώ παράλληλα πολεμικά ελικόπτερα θα παρακολουθούν την κίνηση στη θάλασσα και θα «εξουδετερώνουν» τα σκάφη που χρησιμοποιούνται από διακινητές μεταναστών.
Η Ιταλία, βασικός προορισμός αποβίβασης για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, θα αναλάβει την επιχειρησιακή διοίκηση της αποστολής, έχοντας ήδη εξασφαλίσει τη συμμετοχή τουλάχιστον δέκα χωρών της ΕΕ, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Βρετανία και η Ισπανία. Το σχέδιο αυτό έχει την ομόφωνη υποστήριξη των χωρών της ΕΕ, ενώ η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι έχει κάνει ήδη διερευνητικές επαφές με τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ιδιαίτερα με την Κίνα και τη Ρωσία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δε θα ασκήσουν βέτο.
Το σχέδιο αυτό συμπληρώνεται με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υιοθέτηση μέχρι το τέλος του Μάη ενός μηχανισμού έκτακτης ανάγκης που θα υποχρεώνει τις 28 χώρες μέλη της ΕΕ να μοιράζονται τον αριθμό των προσφύγων και όσων ζητούν άσυλο, προκειμένου «να διασφαλιστεί μια δίκαιη και ισορροπημένη συμμετοχή όλων των κρατών μελών σ’ αυτή την κοινή προσπάθεια». Η κατανομή των προσφύγων θα γίνεται με κριτήριο τον πληθυσμό, την οικονομική κατάσταση και το ποσοστό ανεργίας σε κάθε χώρα.
Ομως η πρόταση αυτή έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από αρκετές χώρες της ΕΕ. Εκτός από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, υπέρ της πρότασης τάσσονται η Γερμανία, η Σουηδία και η Αυστρία, που δέχονται το μεγαλύτερο αριθμό αιτήσεων χορήγησης ασύλου. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, αυτή τη χρονιά καταγράφεται 44% αύξηση του αριθμού των αιτήσεων για χορήγηση ασύλου, ανεβάζοντας το συνολικό αριθμό μέχρι στιγμής στις 626.000, με μία στις τρεις αιτήσεις να κατατίθεται στη Γερμανία. Επίσης, σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό για τη Μετανάστευση, περίπου 63.500 μετανάστες έχουν φτάσει μέχρι στιγμής αυτή τη χρονιά στην Ευρώπη, ενώ τουλάχιστον 2.000 έχουν χάσει τη ζωή τους στη διαδρομή, δηλαδή σχεδόν δεκαπλάσιοι σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2014.
Στις αντιδράσεις εναντίον της υποχρεωτικής ποσοστιαίας κατανομής προσφύγων σε όλες τις χώρες της ΕΕ πρωτοστατεί η Βρετανία, συνεπικουρούμενη από την Ιρλανδία, την Πολωνία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες μέχρι τώρα ήταν έξω από το πρόβλημα και δε θέλουν να επωμιστούν ευθύνες που θα τους δημιουργήσουν εσωτερικό πολιτικό πρόβλημα και πολιτικό κόστος για τα κυβερνώντα κόμματα. Η βρετανική κυβέρνηση προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, δηλώνοντας διά στόματος της υπουργού Εσωτερικών Τερέζα Μέι («Times» 12/5/15), ότι η ΕΕ πρέπει να αρχίσει να στέλνει πίσω τους μετανάστες παρά τη θέλησή τους και ότι δεν πρέπει να γίνεται τίποτα που βοηθά τους μετανάστες, «το οποίο ενθαρρύνει περισσότερους ανθρώπους να κάνουν αυτά τα επικίνδυνα ταξίδια».
Σημειωτέον ότι, με βάση ειδικές συμφωνίες που έχουν υπογραφεί, η Βρετανία, η Δανία και η Ιρλανδία μπορούν να εξαιρεθούν από την υποχρεωτική εφαρμογή νομικών κανόνων, άρα και από την απόφαση για υποδοχή προσφύγων. Παρολαυτά, δεν είναι βέβαιο αν και κατά πόσο οι υπόλοιποι αντιρρησίες, που κατά τα άλλα αποτελούν δορυφόρους της Γερμανίας, θα αντιταχτούν στα γερμανικά κελεύσματα ή θα υποταχτούν και θα συναινέσουν στην ομόφωνη αποδοχή του σχεδίου. Ωστόσο, ακόμη κι αν υιοθετηθεί, δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Τα μέτρα της ΕΕ στοχεύουν πρωτίστως στην αποτροπή, στον περιορισμό της ροής προσφύγων και μεταναστών, με στρατιωτική δράση. Ομως, ούτε οι στρατιωτικές επιχειρήσεις πρόκειται να εμποδίσουν ή να σταματήσουν τα κυκλώματα διακίνησης των απελπισμένων που καταφτάνουν κατά χιλιάδες στις ακτές της Λιβύης, διασχίζοντας επικίνδυνες ερήμους και αφιλόξενες περιοχές. Για πολλούς λόγους.
Σύμφωνα με ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» (Libya’s people smugglers: military action won’t stop this multifaceted trade, 11/5/15), σε αντίθεση με την επικρατούσα εικόνα, οι διακινητές μεταναστών στη Λιβύη δεν είναι μια συνεκτική οργάνωση με καθαρή ιεραρχία ή αναγνωρίσιμα περιουσιακά στοιχεία. Δεν έχουν ένα στόλο στη διάθεσή τους, που μπορεί να στοχοποιηθεί εύκολα, αγκυροβολημένο σε σημεία διαφορετικά από τα υπόλοιπα πλοιάρια. Συνήθως προμηθεύονται τα πλοιάριά τους από ταξίδι σε ταξίδι από ντόπιους ψαράδες. Με σημερινές τιμές, για ένα ψαροκάικο που μπορεί να μεταφέρει 300 μετανάστες πληρώνουν γύρω στις 70.000 λίρες. Ακόμη κι όταν τα χρήματα έχουν αλλάξει χέρια, η αλλαγή είναι αόρατη για όλους, εκτός από εκείνους που εμπλέκονται στη συναλλαγή. Ετσι, η χθεσινή μηχανότρατα γίνεται τις επόμενες μέρες δουλεμπορικό. Η μόνη υπόνοια για το ρόλο τους είναι ότι αναχωρούν αργά το απόγευμα και ρίχνουν άγκυρα στα ανοιχτά για να φορτώσουν τους μετανάστες, που μεταφέρονται με φουσκωτά. Μόνο όταν αρχίσει η επιβίβαση μπορούν τα σκάφη να ταυτοποιηθούν ως δουλεμπορικά, αλλά τότε είναι αργά και συνεπώς δύσκολο να χτυπηθούν, γιατί αναπόφευκτα θα υπάρξουν θάνατοι μεταναστών.
Σοβαρό πρόβλημα για τις σχεδιαζόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποτελούν, επίσης, σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, οι ένοπλες πολιτοφυλακές που συνδέονται με τις δύο αντίπαλες κυβερνήσεις που υπάρχουν στη Λιβύη. Η πρωτεύουσα Τρίπολη και οι περισσότερες πόλεις-κέντρα διακίνησης μεταναστών στη δυτική Λιβύη ελέγχονται από ισλαμικές πολιτοφυλακές που υποστηρίζουν την κυβέρνηση της Τρίπολης, ενώ η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση έχει καταφύγει στην ανατολική Λιβύη. Παρά τις αντιθέσεις τους, και οι δυο απορρίπτουν την ξένη επέμβαση, με την πρώτη ομάδα να προειδοποιεί ότι θα ανοίξει πυρ εναντίον ενδεχόμενης ξένης στρατιωτικής παρουσίας στα χωρικά ύδατα της Λιβύης.
Το μόνο που θα πετύχουν, αν και όταν ξεκινήσουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις για τον περιορισμό της ροής προσφύγων και μεταναστών, είναι να δυσκολέψουν σε κάποιο βαθμό το έργο των δουλεμπόρων. Αυτοί που θα πληρώσουν το τίμημα θα είναι οι ίδιοι οι μετανάστες, που θα αναγκάζονται να καταβάλλουν περισσότερα χρήματα και να παγιδεύονται για περισσότερο χρόνο στη Λιβύη, όπου οι περισσότεροι, εντελώς απροστάτευτοι, πέφτουν θύματα άγριας εκμετάλλευσης, απαγωγών, εκβιασμών, βασανιστηρίων και πολύμηνων φυλακίσεων από μαφιόζικα κυκλώματα και ένοπλες συμμορίες, που προσπαθούν να αποσπάσουν χρήματα από τις οικογένειές τους ή τους χρησιμοποιούν ως σκλάβους, όπως αποκάλυψε σε πρόσφατη έκθεσή της η Διεθνής Αμνηστεία.
Οσο θα συνεχίζονται οι ιμπεριαλιστικές στρατιωτικές επεμβάσεις και οι πόλεμοι στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή τα κύματα μετανάστευσης δεν πρόκειται να ανακοπούν. Τα λόγια ενός σύριου πρόσφυγα, με τα οποία κλείνει το ρεπορτάζ της «Guardian», τα λένε όλα: «Ακόμη κι αν υπήρχε μια κυβερνητική απόφαση να βουλιάζουν τα πλοία με τους μετανάστες, θα υπήρχαν ακόμη άνθρωποι που θα επεδίωκαν να φύγουν με πλοία, γιατί οι άνθρωποι αυτοί θεωρούν ήδη τον εαυτό τους νεκρό. Ακόμη κι αν αποφάσιζαν να βομβαρδίσουν τα πλοία με τους μετανάστες, δε νομίζω ότι αυτό θα μπορούσε να αλλάξει την απόφαση των ανθρώπων να φύγουν».








