Καθώς συμπληρώνονται τέσσερα χρόνια από τη λαϊκή εξέγερση το Μάρτη του 2011, που εξελίχτηκε σε εμφύλιο πόλεμο, το καθεστώς Ασαντ όχι μόνο παραμένει στην εξουσία, αλλά ο ίδιος ο Ασαντ, διά στόματος του αμερικάνου υπουργού Εξωτερικών, αναβαθμίζεται σε συνομιλητή των ΗΠΑ και της αποκαλούμενης «διεθνούς κοινότητας», ως το μικρότερο κακό απέναντι στην απειλή του Ισλαμικού Κράτους.
Σε συνέντευξή του στο αμερικάνικο κανάλι CBS στις 15 Μάρτη, ο αμερικάνος υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι δεν επανέλαβε τη σταθερή θέση της Ουάσιγκτον ότι ο Ασαντ έχει χάσει κάθε νομιμότητα και πρέπει να φύγει, αλλά δήλωσε για πρώτη φορά δημόσια ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να διαπραγματευτούν με τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ Ασαντ για μια πολιτική μετάβαση στη Συρία και ότι οι ΗΠΑ και άλλες χώρες, τις οποίες δεν κατονόμασε, διερευνούν τρόπους για να τον πιέσουν να συμφωνήσει για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις που θα οδηγήσουν στον τερματισμό του πολέμου στη Συρία.
Την ίδια μέρα, η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Μαρί Χαρφ, μέσω Twitter, επέμενε ότι ο Κέρι επανέλαβε τη σταθερή αμερικάνικη πολιτική που υποστηρίζει μια διαπραγματευτική διαδικασία με τη συμμετοχή εκπροσώπων του καθεστώτος Ασαντ και ότι δεν μίλησε για διαπραγματεύσεις με τον ίδιο τον Ασαντ.
Αποδέκτης της άτυπης «διευκρίνησης» της Χαρφ ήταν πρώτα απ’ όλα τα αραβικά κράτη του Κόλπου, στενοί εταίροι της Ουάσιγκτον, που χρηματοδοτούσαν και εξόπλιζαν τις ισλαμικές και «μετριοπαθείς» ένοπλες οργανώσεις στη Συρία, με στόχο να διασκεδάσει τις ανησυχίες τους και να κατευνάσει τις αντιδράσεις τους. Ενάντια σε διαπραγματεύσεις με τον ίδιο τον Ασαντ τάχθηκαν επίσης οι υπουργοί Εξωτερικών της Βρετανίας και της Γαλλίας.
Ωστόσο, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι άλλα δήλωνε ο Τζον Κέρι και άλλα εννοούσε, όπως ισχυρίζεται η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, η ουσία βρίσκεται στο ότι όχι μόνο δεν τίθεται πλέον ως προϋπόθεση για να ξεκινήσει και να προχωρήσει η διαπραγματευτική διαδικασία η απομάκρυνση του Ασαντ, αλλά έχει αρχίσει να γίνεται λόγος για την παραμονή του στην εξουσία στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μέχρι την πραγματοποίηση εκλογών.
Το έδαφος έχει αρχίσει να προετοιμάζεται από την πολιτική αντιπολίτευση μέσα και έξω από τη Συρία. Σε συνέντευξή του στο «Γαλλικό Πρακτορείο» (5/3/15), ο επικεφαλής του Συριακού Εθνικού Συνασπισμού της εξόριστης αντιπολίτευσης Khaled Khoja δήλωσε για πρώτη φορά ότι χρειάζεται μια «νέα στρατηγική» και ότι η αντιπολίτευση εμμένει στο στόχο της ανατροπής του Ασαντ, όμως δεν είναι αναγκαίο να τεθεί ως προϋπόθεση στην έναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας, είναι όμως αναγκαίο να τελειώσει η διαδικασία με ένα νέο καθεστώς και μια νέα ελεύθερη Συρία. Επίσης, για πρώτη φορά ο επικεφαλής του Συριακού Εθνικού Συνασπισμού μίλησε για συνεργασία με τις ανεκτές από το καθεστώς Ασαντ ομάδες της αντιπολίτευσης μέσα στη Συρία, την οποία μέχρι τώρα απέρριπτε. Η σημαντικότερη από τις ομάδες αυτές, η Εθνική Επιτροπή Συντονισμού για Δημοκρατική Αλλαγή, επεσήμανε ότι οι δηλώσεις του Khaled Khoja σηματοδοτούν μια καλοδεχούμενη αλλαγή στις θέσεις του Συνασπισμού και χαιρέτισε ως σημαντική εξέλιξη την απόσυρση της προϋπόθεσης για παραίτηση του Ασαντ. Ακόμη πιο μακριά προχώρησαν ομάδες της συριακής αντιπολίτευσης που δεν συμμετέχουν στο Συριακό Εθνικό Συνασπισμό. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Anadolu Agency» (14/3/15), σε συνάντηση τον ομάδων αυτών στο Κάιρο στις 24 – 25 Απρίλη θα συζητηθεί πρόταση για την παραμονή στην εξουσία του Μπασάρ Ασαντ για μια μεταβατική περίοδο δύο χρόνων στο τέλος της οποίας θα πραγματοποιηθούν προεδρικές εκλογές. Μέχρι στιγμής, δεν έχει διευκρινιστεί αν θα παραστεί για να παρακολουθήσει τη συνάντηση στο Κάιρο ο Συριακός Εθνικός Συνασπισμός, θα παραστούν όμως ηγετικά στελέχη του σε προσωπική βάση, σε περίπτωση που απορριφθεί η συμμετοχή του Συνασπισμού. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι διάφορες ομάδες της αντιπολίτευσης, που αναγνωρίζονται ως συνομιλητές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, έχουν μικρή επιρροή στο εσωτερικό της χώρας και ιδιαίτερα στους ισλαμιστές αντάρτες και κατά συνέπεια οι θέσεις τους μπορούν να επηρεάσουν σε μικρό βαθμό τα τεκταινόμενα.
Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι κεραυνός εν αιθρία.
Στις 10 Φλεβάρη, η βρετανική εφημερίδα «Independent» σε σχετικό ρεπορτάζ, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι αν προτεραιότητα του Λευκού Οίκου είναι η ήττα του ISIS, η συριακή κυβέρνηση και ο στρατός είναι ο βασικός αντίπαλος του ISIS στη Συρία και ότι οι «μετριοπαθείς» αντάρτες είναι μια αδύναμη και φθίνουσα δύναμη που δεν έχει την ισχύ να πολεμήσει τους τζιχαντιστές του ΙSIS και του Al – Nusra. Και προσθέτει ότι ο Ασαντ σε πρόσφατη συνέντευξή του στο BBC επιβεβαίωσε ότι υπάρχει τακτικός συντονισμός Συρίας – ΗΠΑ, έμμεσος όχι άμεσος, για τις αμερικάνικες αεροπορικές επιθέσεις εναντίον του ISIS στο έδαφος της Συρίας, με διαμεσολαβητή το Ιράκ.
Στις 19 Φλεβάρη, η λιβανέζικη εφημερίδα «THE DAILY STAR» σε ρεπορτάζ με τίτλο «Η ΕΕ κινείται προς συνομιλίες με το καθεστώς Ασαντ» αναφέρει ότι, κατά την επίσκεψή του στο Λίβανο, ο επικεφαλής της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις Εξωτερικές Υποθέσεις Ελμαρ Μπροκ δήλωσε ότι ΕΕ κινείται προς την κατεύθυνση να συμμετάσχει σε διάλογο με την κυβέρνηση Ασαντ, ιδιαίτερα λόγω της απειλής που συνιστά το ISIS στην περιοχή και στον κόσμο.
Στις 6 Μάρτη, ρεπορτάζ του «Reuters», με τίτλο «Η Συρία προς τη Δύση: Αποδεχτείτε ότι ο Ασαντ είναι εδώ για να μείνει»(ο τίτλος από συνέντευξη στο Reuters του πρεσβευτή της Συρίας στον ΟΗΕ), επικαλούμενο ευρωπαίους διπλωμάτες, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Κάποιες χώρες της ΕΕ που απέσυραν τους πρεσβευτές τους από τη Συρία λένε ιδιωτικά ότι είναι καιρός για περισσότερη επικοινωνία με τη Δαμασκό. Καλέσματα έχουν γίνει ή θα υποστηρίζονταν από χώρες όπως η Σουηδία, η Δανία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Αυστρία, η Ισπανία και η Τσεχία, η οποία δεν έχει αποσύρει τον πρεσβευτή της, καθώς και η Νορβηγία και η Ελβετία εκτός ΕΕ».
Στις 5 Μάρτη, ρεπορτάζ του «Reuters», με τίτλο «Η στρατηγική των ΗΠΑ για τη Συρία παραπαίει με την κατάρρευση αντάρτικης ομάδας», αναφέρεται στη διάλυση του αντάρτικου κινήματος Hazzm και στις επιπτώσεις στο αμερικάνικο πρόγραμμα εκπαίδευσης «μετριοπαθών» ανταρτών.
Το Hazzm δημιουργήθηκε το Γενάρη του 2014 ως νέα μη τζιχαντιστική οργάνωση, με πλουραλιστική υποτίθεται ιδεολογία, και ήταν ο βασικός παραλήπτης του μυστικού προγράμματος χρηματοδότησης και εξοπλισμού των «μετριοπαθών» ανταρτών από τη CIA, που τέθηκε σε εφαρμογή στα μέσα του 2013. Το Hazzm, με παρουσία κυρίως στη βόρεια Συρία, ήταν η πρώτη οργάνωση που πήρε αμερικάνικους αντιαρματικούς πυραύλους TOW. H πρώτη σημαντική ήττα του Hazzm από το Nusra ήταν η εκδίωξη των μαχητών του από τη στρατιωτική βάση 111 στα τέλη του περασμένου Γενάρη και ακολούθησε στα τέλη Φλεβάρη το συντριπτικό πλήγμα, με την κατάληψη από το Nusra της στρατηγικής βάσης 46, δυτικά της πόλης του Χαλέπι, με αποτέλεσμα τη διάλυση του Hazzm και την προσχώρηση μαχητών του στην ισλαμική συμμαχία Jabhat al – Shamiyya.
Hταν η δεύτερη φορά μέσα σε τέσσερις μήνες που το Nusra συνέτριψε μια «μετριοπαθή» αντάρτικη οργάνωση. Συγκεκριμένα, ύστερα από σφοδρές μάχες τον Οκτώβρη και το Νοέμβρη του 2014, το Nusra κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχό του την επαρχία Ιντλίμπ, άλλοτε προπύργιο των «μετριοπαθών ανταρτών», εξολοθρεύοντας μια άλλη, κάποτε ισχυρή, ταξιαρχία, το Μέτωπο Σύρων Επαναστατών, που υποστηρίζονταν επίσης από τις ΗΠΑ, και αναγκάζοντας το διοικητή της Τζαμάλ Μααρούφ να καταφύγει στην Τουρκία. Σημειωτέον ότι και στις δύο περιπτώσεις τεράστιες ποσότητες όπλων, ιδιαίτερα βαριών αμερικάνικων όπλων, έπεσαν στα χέρια των μαχητών του Νusra.
«Η διάλυση του Hazzm – επισημαίνει το ρεπορτάζ του «Reuters» – υπογραμμίζει τους κινδύνους που το νέο πρόγραμμα του υπουργείου Αμυνας μπορεί να αντιμετωπίσει στην εκπαίδευση και στον εξοπλισμό μαχητών στην Ιορδανία, στην Τουρκία και στο Κατάρ.
Οι αμερικάνοι αξιωματούχοι σχεδιάζουν να εκπαιδεύσουν χιλιάδες σύριους αντάρτες μέσα σε τρία χρόνια. Το πρόγραμμα αναμένεται να ξεκινήσει αυτό το μήνα στην Ιορδανία και επικεντρώνεται στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους παρά κατά του προέδρου Μπασάρ Ασαντ.
Η κατάρρευση του Hazzm έδειξε πόσο δύσκολες είναι τέτοιες προσπάθειες σε μια χώρα όπου οι αντάρτες συχνά πολεμούν ο ένας τον άλλο και τα όπλα πέφτουν στα χέρια σκληροπυρηνικών ομάδων».
Συνοψίζοντας: Η απειλή του ISIS και ο κίνδυνος εδραίωσης των τζιχαντιστών σε μεγάλα τμήματα της Συρίας και του Ιράκ καθώς και επέκτασής τους στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής. Οι αποτυχίες της αμερικάνικης στρατηγικής για τη Συρία και η αβεβαιότητα σχετικά με την αποτελεσματικότητα του νέου προγράμματος εκπαίδευσης σύριων ανταρτών. Η αντοχή του καθεστώτος Ασαντ, το οποίο έχει καταφέρει να εδραιώσει τον έλεγχό του στο μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Συρίας και έχει ενισχύσει την ασφάλεια της Δαμασκού, εκτός των άλλων, επεκτείνοντας πρόσφατα τον έλεγχό του νότια, στην επαρχία Ντεράα, κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία. Οι παράγοντες αυτοί καθιστούν εκ των πραγμάτων το καθεστώς Ασαντ ως το μικρότερο κακό και αναγκάζουν το Λευκό Οίκο να διαφοροποιήσει σαφώς τη θέση του.
Η αλλαγή αυτή επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι αφαιρέθηκαν από τη λίστα των «τρομοκρατικών απειλών» κατά των ΗΠΑ και των συμμάχων τους το Ιράν και η Χεσμπολά, η συμβολή των οποίων είναι καθοριστική τόσο στο πλευρό του καθεστώτος Ασαντ όσο και στον πόλεμο κατά του ISIS στο Ιράκ. Συγκεκριμένα, στην ετήσια έκθεση της «Worldwide Threat Assessment of the US Intelligence Communities», με ημερομηνία 26 Φλεβάρη, όχι μόνο έχουν αφαιρεθεί από την προαναφερόμενη λίστα το Ιράν και η Χεσμπολά, αλλά ειδικά το Ιράν επαινείται για τις προσπάθειές του να «μειώσει το σεχταρισμό» και να «αποκλιμακώσει την ένταση με τη Σαουδική Αραβία» και παράλληλα «προειδοποιείται ότι οι προσπάθειές του να προστατέψει τους σιίτες της περιοχής ενέχουν τον κίνδυνο να πυροδοτήσουν αντιδράσεις φανατικών εναντίον του».
Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμήσει κανείς πώς θα μορφοποιηθούν και θα εξελιχθούν σε διπλωματικό επίπεδο οι εξελίξεις αυτές, καθώς εμπλέκονται πολλοί αστάθμητοι παράγοντες και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα.








