«Απέξω μπέλα-μπέλα κι από μέσα κατσιβέλα». Τη γνωστή λαϊκή παροιμία θυμίζει το μετα-Μνημόνιο που προσπαθούν να συμφωνήσουν με τους δανειστές (κυρίως με την ΕΕ) οι Σαμαράς-Βενιζέλος, σε μια προσπάθεια να έχουν πιθανότητες επιτυχίας στην «επιχείρηση 180», κι αν δεν τα καταφέρουν σ’ αυτό να πάνε με κάποιο φύλλο συκής στις εκλογές, για να μην τους κάνει με τα κρεμμυδάκια ο ΣΥΡΙΖΑ.
Βέβαια, πριν από ένα μήνα είχαν ξεκινήσει διαφορετικά. Με τσαμπουκά. Το Μνημόνιο τελειώνει στο τέλος Δεκέμβρη, διώχνουμε το ΔΝΤ χωρίς να πάρουμε τις επόμενες δόσεις, οπότε φεύγει και η τρόικα, δανειζόμαστε από τις «αγορές» τα λεφτά που μας λείπουν για να πληρώνουμε κανονικά τα τοκοχρεολύσια και παρουσιάζουμε στον ελληνικό λαό την ειδυλλιακή εικόνα της «εξόδου από το Μνημόνιο». Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: από τα πολλά χοροπηδητά χαράς έπεσαν μπρούμυτα στο πεζοδρόμιο και η μούρη τους έγινε κιμάς.
Ο Σαμαράς πήγε στο Μιλάνο και δήλωσε ότι η Ελλάδα ζητάει την «προληπτική γραμμή πίστωσης», που όταν την ανέφερε η Λαγκάρντ δεν ήθελαν να την ακούσουν. Μετά πήγε στις Βρυξέλλες, όπου έπεσε στα πόδια της Μέρκελ ζητώντας βοήθεια, χωρίς να πάρει κάτι το χειροπιαστό. Ακολούθησε η επίσκεψη του Χαρδούβελη στο Βερολίνο όπου «πήρε βοήθεια» από τον Σόιμπλε, όπως είπε. Τι είδους βοήθεια πήρε φρόντισε να το καταστήσει σαφές η εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Ναντίν Καλγουέι με μια δήλωση τευτονικού τύπου: «Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου θα ληφθούν αποφάσεις, στο πλαίσιο του Eurogroup, για πιθανά προγράμματα ή μέτρα. Στο Eurogroup θα αποφασιστούν οι κανόνες, το πλαίσιο της πίστωσης, συγκεκριμένα προγράμματα».
Για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία και για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις που πήγαιναν να δημιουργήσουν τα παπαγαλάκια της ελληνικής κυβέρνησης, δηλώσεις έκανε στις Βρυξέλλες και ο Τόμας Βίζερ, πρόεδρος του EuroWorking Group. Πρόκειται για τον άνθρωπο που πέρυσι είχε κάνει την περιβόητη δήλωση «η τρόικα θα επιστρέψει μετά τις διακοπές για σκι», έπεσαν να τον φάνε, αλλά στο τέλος έγινε ό,τι ακριβώς είχε πει. Ο Βίζερ, λοιπόν, δήλωσε ότι θα υπάρξει κάποιο είδος προγράμματος για την Ελλάδα, αλλά η σχέση δε θα είναι τόσο εντατική. Διευκρίνισε, όμως, ότι θα υπάρχει σχέση ελέγχου, δε θα γίνει το ίδιο που έγινε με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία όταν βγήκαν από το Μνημόνιο.
Την ίδια μέρα (την περασμένη Τετάρτη έγιναν όλ’ αυτά), ο Χαρδούβελης έκανε επίσημες δηλώσεις στο Βερολίνο, αλλά μοίραζε κι ένα non paper με «άτυπη ενημέρωση». Στις επίσημες δηλώσεις έλεγε πως «στο τέλος της χρονιάς το πρόγραμμα τελειώνει και πρέπει να μπούμε σε μια νέα σχέση από την 1η Ιανουαρίου. Αυτό το καταλαβαίνει και η γερμανική πλευρά, ότι πρέπει σύντομα να βρούμε μια λύση, να οριοθετήσουμε αυτή τη σχέση». Στην «άτυπη ενημέρωση» έδινε γραμμή στα παπαγαλάκια: «Συζητήθηκε η επόμενη μέρα, δεν έγινε καμία κουβέντα για τρίτο πακέτο – Θα υπάρξει νέα σχέση μετά την 1η Ιανουαρίου, δεν έχει αποφασισθεί η τελική μορφή – Η τρόικα δεν έχει βάλει ζήτημα μείωσης συντάξεων – Το ασφαλιστικό είναι βιώσιμο – Συζητάμε τη νέα σχέση / Θα βρούμε κοινά αποδεκτή λύση – Αν οι αγορές δουν ότι υπάρχει “δίχτυ ασφαλείας”, τότε θα βελτιωθεί η εικόνα, θα πέσουν τα spreads, θα πέσουν τα επιτόκια». Γιατί, όμως, δεν τα είπε αυτά στην επίσημη δήλωσή του; Για προφανείς λόγους: δεν τον έπαιρνε να κάνει τέτοιες δηλώσεις και μάλιστα επί γερμανικού εδάφους.
Μια σύγκριση του non paper με τις δηλώσεις της εκπροσώπου του γερμανικού ΥΠΟΙΚ και του προέδρου του EuroWorking Group τα λέει όλα. Και βέβαια, αυτοί λένε την αλήθεια και όχι το non paper το οποίο εκδόθηκε για προπαγανδιστικούς λόγους στην Ελλάδα, χωρίς ο Χαρδούβελης να βάλει την υπογραφή του. Χαρακτηριστικές είναι και οι δηλώσεις που έκανε ο Σαμαράς το διήμερο 23-24 Οκτώβρη στις Βρυξέλλες. «Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται σε όλα τα επίπεδα. Βέβαια, τίποτα δεν έχει κλείσει ακόμα – Ολοι μας βλέπουν με πολύ μεγάλη αγάπη και συμπάθεια, όπως τους βλέπουμε κι εμείς. Είναι μια Ευρώπη η οποία είναι ενωμένη και είναι πολύ θεμιτό και σωστό να υπάρχει αυτή η επαφή – Η Ελλάδα έχει ανάγκη μια αίσθηση ασφάλειας στα πρώτα βήματά της ιδιαίτερα σε αυτήν την μετά το μνημόνιο εποχή. Επομένως, ναι, θα μπούμε στην επόμενη μέρα αλλά εγώ είμαι υποχρεωμένος να μην αφήσω τίποτα που να μας επιστρέψει πίσω. Σταθερά βήματα μπροστά, με ασφάλεια – Δεν έχει γίνει ακόμη κανενός είδους κατάληξη της διαπραγμάτευσης – [Η επιθεώρηση της τρόικας] θα πρέπει να τελειώσει μέχρι το Δεκέμβριο και θα τελειώσει μέχρι το Δεκέμβριο».
Σύμφωνα με διαρροές από το Μαξίμου, η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται να παραμείνουν τα 11,4 δισ. ευρώ που υπάρχουν στο ΤΧΣ ως «προληπτική γραμμή πίστωσης». Κάτι τέτοιο, όμως, δεν προβλέπεται. Κι αν γίνει, σίγουρα δε θα γίνει με ένα απλό «κρατήστε τα λεφτά, να ‘χετε να πορεύεστε». Κανονικά τα λεφτά αυτά πρέπει να επιστρέψουν στον EFSF, μειώνοντας ισόποσα το χρέος. Δεν υπάρχει περίπτωση να τ’ αφήσουν στη διάθεση της όποιας ελληνικής κυβέρνησης. Η μορφή που θα πάρει τελικά η «προληπτική γραμμή πίστωσης» θα συνοδεύεται από αυστηρούς όρους. Μπορεί να μην υπογραφεί Μνημόνιο (καθαρά για λόγους ελληνικής προπαγάνδας), θα υπάρξει όμως «πρόγραμμα» και μηχανισμός επιθεώρησής του. Μπορεί να μην είναι η τρόικα, αλλά να είναι κάποια επιτροπή της Κομισιόν, με σύμβουλο το ΔΝΤ. Μπορεί να μην γίνεται η επιθεώρηση κάθε τρίμηνο, αλλά κάθε εξάμηνο.
Ολ’ αυτά δεν τα βγάζουμε από το μυαλό μας. Εχουν γραφτεί στον φιλοκυβερνητικό Τύπο και πηγή τους είναι διαρροές από το Μαξίμου που καλλιεργεί σιγά-σιγά το κλίμα. Μάλλον, όμως, είναι πολύ νωρίς για να έχουν οι Σαμαράς-Βενιζέλος κάτι συγκεκριμένο στα χέρια τους. Αν δε γυρίσει η τρόικα και δεν προχωρήσει η επιθεώρηση (η οποία έχει κάμποσα «προαπαιτούμενα») δεν πρόκειται να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση για το μετα-Μνημόνιο. Τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης επιμένουν ότι η τρόικα θα συμφωνήσει τελικά να αναβληθούν οι συγκεκριμένες αποφάσεις για το ασφαλιστικό και τις ομαδικές απολύσεις, αλλά θα επιμείνει στο συνδικαλιστικό νόμο. Πρόκειται για το γνωστό τζογάρισμα με τις «κόκκινες γραμμές», το οποίο το βλέπουμε τρία χρόνια τώρα. Η μόνη διαφορά είναι πως τώρα όλα δείχνουν εκλογές το Μάρτη, επομένως ο Σαμαράς με τον Βενιζέλο έχουν «κωλοσφιξίματα».
Εμείς, όμως, θέλουμε να φύγουμε από τη σεναριολογία, την οποία διαμορφώνουν κατευθυνόμενα δημοσιεύματα, και να δούμε τη «μεγάλη εικόνα», η οποία δεν αφορά μόνο τη σημερινή συγκυβέρνηση αλλά και τον επερχόμενο ΣΥΡΙΖΑ (με όποιους συμμάχους βρει για να κυβερνήσει). Τι δείχνει αυτή η «μεγάλη εικόνα»; Τα βασικά δεδομένα είναι τα εξής:
1. Ολες οι πολιτικές δυνάμεις εξουσίας έχουν δεσμευτεί ότι θα σεβαστούν απόλυτα τις υποχρεώσεις έναντι των δανειστών. Δηλαδή, ότι θα αποπληρώνουν κανονικά τα τοκοχρεολύσια. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει απλώς ότι θα αναζητήσει λύση για διαγραφή χρέους μέσω διεθνούς διάσκεψης, η οποία βέβαια θα απαιτούσε τουλάχιστον μια διετία, αν υπήρχε πολιτική βούληση στις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις (που δεν υπάρχει).
2. Ολες οι πολιτικές δυνάμεις εξουσίας έχουν δεσμευτεί ότι θα σεβαστούν απόλυτα το κοινοτικό δίκαιο και ιδιαίτερα την υποχρέωση των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.
3. Το ελληνικό κράτος θα χρειαστεί να δανειστεί για να αποπληρώσει τα προηγούμενα δάνεια. Επειδή οι «αγορές» είναι απαγορευτικές (μην ξεχνάμε ότι με επιτόκιο 4,95% έκλεισε το τριετές ομόλογο την περασμένη άνοιξη, γεγονός που σημαίνει ότι το εφταετές ή το δεκαετές θα έχει ακόμη μεγαλύτερο επιτόκιο), θα γίνει χρήση ή του προγραμματισμένου δανεισμού από το ΔΝΤ (μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2016) ή της «προληπτικής γραμμής πίστωσης» από τον ESM ή και τα δύο.
4. Αυτός ο δανεισμός αποκλείεται να δοθεί χωρίς όρους και χωρίς μηχανισμό επιτήρησης. Αυτά όχι μόνο προβλέπονται από το καταστατικό του ESM, αλλά και να μην προβλέπονταν θα επιβάλλονταν. Γιατί να μην το κάνουν οι δανειστές; Το πώς θα ονομαστεί το κείμενο των όρων και ποια μορφή θα έχει ο μηχανισμός επιτήρησης δεν έχει καμιά σημασία.
Οποιος κοιτάζει τις προοπτικές με ψυχρό μάτι και όχι τυφλωμένος από φρούδες ελπίδες μπορεί να αντιληφθεί ότι το μετα-Μνημόνιο δε θα έχει καμιά επί της ουσίας διαφορά από το Μνημόνιο. Πρόκειται για συγκοινωνούντα δοχεία, τα οποία περικλείουν την κινεζοποίηση.








