Η απεργία στο Μετρό έληξε με την επιστράτευση των εργαζόμενων και την -χωρίς αντίσταση- ανακατάληψη του αμαξοστάσιου των Σεπολίων από τα ΜΑΤ, τα χαράματα της Παρασκευής 25 Γενάρη. Την επομένη, ο Περισσός οργάνωσε διαδήλωση «για την άμεση άρση της επιστράτευσης» (η οποία είχε εφαρμοστεί). Κεντρικός ομιλητής στη συγκέντρωση της Ομόνοιας, που προηγήθηκε της διαδήλωσης, ήταν το συνδικαλιστικό στέλεχος του Περισσού στα μπλε λεωφορεία και επικεφαλής της Γραμματείας Αστικών Συγκοινωνιών του ΠΑΜΕ Γιάννης Κιούσης, ο οποίος δεν περιορίστηκε στα συνήθη παχιά λόγια αλληλεγγύης, αλλά προχώρησε και σε κριτική της απεργιακής τακτικής που ακολουθήθηκε στο Μετρό.
Αντιγράφουμε από το «Ριζοσπάστη» της 29ης Γενάρη, που φιλοξένησε το σχετικό ρεπορτάζ:
Αντιγράφουμε από το «Ριζοσπάστη» της 29ης Γενάρη, που φιλοξένησε το σχετικό ρεπορτάζ:
«Αναφερόμενος στα πρώτα συμπεράσματα από τις κινητοποιήσεις στο ΜΕΤΡΟ και συνολικά τα μέσα μεταφοράς, ξεκαθάρισε καταρχήν ότι: “Χωρίς οργάνωση, χωρίς ηγεσία, χωρίς ταξικό προσανατολισμό, χωρίς πλαίσιο σύγκρουσης, οι συγκρούσεις είναι τυφλές. Ακούγεται το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα μετά το μνημόνιο 2 και 3, ότι η λύση είναι απεργία διαρκείας. Ακούγεται από διάφορες φωνές τάχα επαναστατικής τακτικής μέσα στο εργατικό κίνημα. Απεργία διαρκείας ξεκίνησαν με 24ωρες επαναλαμβανόμενες – και στεκόμαστε κριτικά απέναντί τους και όχι επιθετικά – οι εργαζόμενοι με ευθύνη της ηγεσίας στα σωματεία του ΜΕΤΡΟ. Ομως αυτή η απεργία διαρκείας δεν ήταν ούτε “γάλα διαρκείας”. Δεν υπήρχαν Επιτροπές Αγώνα, η μάχη τους δεν βγήκε παραέξω, δεν έγιναν συσκέψεις με άλλα σωματεία, με Ομοσπονδίες, με Εργατικά Κέντρα να υπάρχει πίεση και προς τη ΓΣΕΕ, να μπούνε μπροστά δυνάμεις που έχουν και το τσαγανό, και την εμπειρία, και τη θέληση, και το πλαίσιο δράσης, και την απόφαση να συγκρουστούν. Εμειναν ακάλυπτοι με ευθύνες και των πλειοψηφιών στα υπόλοιπα σωματεία της αστικής συγκοινωνίας και των μεταφορών και από συμβιβασμένες ηγεσίες σε διάφορα Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες Μεταφορών και από τη ΓΣΕΕ” και πρόσθεσε ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι: “Να ατσαλώσουμε τη θέληση, να οργανώσουμε την πάλη, να αποκτούμε συμμαχίες μέσα στην εργατική τάξη με τους αυτοαπασχολούμενους, με τους ανέργους, τους φοιτητές, τους συνταξιούχους και τους αγρότες που είναι ήδη σε κινητοποιήσεις αυτές τις μέρες. Αλλιώς δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Για να υπάρξει προοπτική νίκης θα πρέπει να έχουμε εξασφαλίσει συλλογικές αποφάσεις. Διάθεση για σύγκρουση με πλαίσιο“».
Κριτική από τ’ αριστερά, όπως είναι προφανές! Κριτική ότι στο Μετρό δεν υπήρξε προετοιμασία για σύγκρουση, με αποτέλεσμα να περάσει η επιστράτευση χωρίς αντίσταση. Κριτική εκ του ασφαλούς, δεδομένου ότι ο Περισσός δεν επηρέαζε με κανένα τρόπο αυτή την απεργία. Θα μπορούσαμε να θυμίσουμε την αισχρή στάση του ίδιου του Κιούση στην προπέρσινη απεργία στα μπλε λεωφορεία (τέτοια εποχή το 2011 ήταν), όταν υπήρξε φορέας συντηρητικών, ηττοπαθών και διαλυτικών προτάσεων, παρέα με τους εργατοπατέρες της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ και κόντρα σε μια αγωνιστική κίνηση που δημιουργήθηκε από τη βάση των οδηγών. Ενδεικτικά μπορεί ν’ ανατρέξει κάποιος στα ρεπορτάζ της «Κ» στα φύλλα της 5ης και της 12ης Φλεβάρη 2011 (https://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=9689&cat_id=22&pos=2&issue_id=280 και https://www. eksegersi.gr/article.php?article_id=9741&cat_id=22&pos=2&issue_id=281). Θα μπορούσαμε να συσχετίσουμε την υποτιθέμενη αριστερή κριτική του Κιούση με την επισήμανση του ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη», που έγραφε ότι αυτοί που παρευρέθηκαν στη συγκέντρωση-διαδήλωση του Περισσού «έδωσαν την κατάλληλη απάντηση στο μέτρο της επίταξης, στην επίδειξη βίας και αυταρχισμού από την κυβέρνηση». Η «κατάλληλη απάντηση» ήταν μια άσφαιρη, καταγγελτική διαδήλωση, ένα 24ωρο μετά το σπάσιμο της απεργίας! Αυτό κι αν θυμίζει την… τακτική του Καραγκιόζη έναντι του Βεληγκέκα: «Θα με δείρεις, θα με δείρεις, θα ιδρώσεις, θα κρυώσεις, θ’ αρρωστήσεις, θα πεθάνεις»!
Δεν χρειάζεται, όμως, να καταφύγουμε στα παραπάνω, διότι λίγες μέρες μετά την απεργία στο Μετρό είχαμε την απεργία των ναυτεργατών, η οποία εξελίχθηκε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: 48ωρες επαναλαμβανόμενες απεργίες, δικαστική απόφαση με την οποία η απεργία κηρύχτηκε παράνομη, επιστράτευση, σπάσιμο της απεργίας χωρίς καμιά αντίσταση από πλευράς ναυτεργατών. Και σ’ αυτή την απεργία ο Περισσός έπαιζε ρόλο. «Στόχος, απαίτηση, γι’ αυτή τη συγκέντρωση σήμερα είναι να γίνουν κουρελόχαρτα τα χαρτιά της επιστράτευσης», χτυπιόταν ο Κιούσης από το μικρόφωνο της Ομόνοιας, αναφερόμενος στην απεργία στο Μετρό, όταν αυτή είχε ήδη σπάσει. Λίγες μέρες αργότερα, κάθε άλλο παρά κουρελόχαρτα έγιναν τα χαρτιά της επιστράτευσης των ναυτεργατών. Ο Κιούσης δεν ήταν εκεί για να δώσει εξηγήσεις.
Ηταν, όμως, άλλα στελέχη του Περισσού, όπως ο Γ. Τούσσας, πρώην πρόεδρος της ΠΕΜΕΝ και νυν ευρωβουλευτής του Περισσού, ο οποίος κατήγγειλε, σε απευθείας σύνδεση με το πρωινάδικο του τηλεοπτικού ΣΚΑΙ, ότι οι ναυτεργάτες μπήκαν στα πλοία με το πιστόλι στον κρόταφο. Αναφερόταν σε τέσσερα πλοία της Blue Star, τα οποία πήραν εντολή να βγουν στη ράδα του λιμανιού του Πειραιά και να περιμένουν εκεί, μέχρι να πάρουν εντολή να πάνε να φορτώσουν σε άλλο σημείο του λιμανιού. Ο απόπλους των τεσσάρων καραβιών έγινε με νυχτερινή επιχείρηση του Λιμενικού, η οποία δεν συνάντησε καμιά αντίσταση. Ούτε περιφρούρηση επαρκής υπήρχε ούτε καμιά δυνατότητα αντίστασης.
Ηταν, όμως, άλλα στελέχη του Περισσού, όπως ο Γ. Τούσσας, πρώην πρόεδρος της ΠΕΜΕΝ και νυν ευρωβουλευτής του Περισσού, ο οποίος κατήγγειλε, σε απευθείας σύνδεση με το πρωινάδικο του τηλεοπτικού ΣΚΑΙ, ότι οι ναυτεργάτες μπήκαν στα πλοία με το πιστόλι στον κρόταφο. Αναφερόταν σε τέσσερα πλοία της Blue Star, τα οποία πήραν εντολή να βγουν στη ράδα του λιμανιού του Πειραιά και να περιμένουν εκεί, μέχρι να πάρουν εντολή να πάνε να φορτώσουν σε άλλο σημείο του λιμανιού. Ο απόπλους των τεσσάρων καραβιών έγινε με νυχτερινή επιχείρηση του Λιμενικού, η οποία δεν συνάντησε καμιά αντίσταση. Ούτε περιφρούρηση επαρκής υπήρχε ούτε καμιά δυνατότητα αντίστασης.
Οταν έκανε αυτές τις δηλώσεις ο Τούσσας, στο λιμάνι του Πειραιά, όπου υποτίθεται ότι θα γινόταν αγώνας για να σπάσει η επιστράτευση και να μην αποπλεύσει κανένα βαπόρι, είχαμε την εξής σουρεαλιστική εικόνα. Στο χώρο όπου δένουν τα βαπόρια για Κρήτη και Κυκλάδες, από το ύψος του σταθμού του Ηλεκτρικού μέχρι τον Αγιο Διονύση, είχε επιτραπεί να γίνει συγκέντρωση. Ηταν η πρώτη φορά που άφησαν διαδηλωτές να μπουν μέσα στο λιμάνι διαρκούσης απεργίας ναυτεργατών. Την ίδια ακριβώς ώρα, ανατολικότερα, φόρτωναν τα πλοία της Blue Star που είχαν βγεί στη ράδα. Και οι ναυτεργάτες τα έβλεπαν. Ηταν φανερό ότι στη μόστρα του λιμανιού γινόταν ένα σόου του Περισσού (με παρούσα την ίδια την Παπαρήγα), ενώ η επιστράτευση έκανε τη δουλειά της. Ηταν καθαρό στους ναυτεργάτες, ότι και τα υπόλοιπα βαπόρια που είχαν αναχωρήσει από τα νησιά και έφταναν ένα-ένα στον Πειραιά, το βράδυ θα φόρτωναν και θα αναχωρούσαν κανονικά. Ο Περισσός, όμως, μέσα από την ιστοσελίδα του (www.902.gr), παραμύθιαζε τον κόσμο του, ότι δήθεν δινόταν αγώνας ενάντια στην επιστράτευση.
Ενας έμπειρος σ’ αυτά τα σόου, βέβαια, μπορούσε να καταλάβει, διαβάζοντας προσεκτικά αναρτήσεις σαν αυτή: «08.34 Μιλώντας νωρίτερα στον τηλεοπτικό ΣΚΑΪ, ο Σάββας Τσιμπόγλου, πρόεδρος της ΠΕΜΕΝ, τόνισε ότι ο αγώνας των ναυτεργατών συνεχίζεται, με την παναττική απεργία, την απεργιακή συγκέντρωση και την πορεία στο ΥΕΝ σήμερα, αλλά και με την απόφαση για νέα απεργία την ημέρα κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή και στις 20/2. Σημείωσε χαρακτηριστικά: “Εχουμε κάνει 31 απεργίες σε καθεστώς πολιτικής επιστράτευσης. Εχουμε συγκρουστεί με αυτήν την πολιτική και τις δυνάμεις καταστολής ούτε μία ούτε δύο φορές”».
Λίγο αργότερα, πάντα σύμφωνα με τις αναρτήσεις της ιστοσελίδας του Περισσού, η σεμνή τελετή είχε λάβει τέλος: «12.30 Με την επιστροφή στον Αγιο Διονύση και στον Ηλεκτρικό ολοκληρώθηκε η μεγάλη απεργιακή διαδήλωση των ναυτεργατών και των χιλιάδων εργαζομένων της στεριάς που συμπαραστέκονται στους αγώνες τους. Η σημερινή απεργιακή συγκέντρωση και η πορεία στο λιμάνι του Πειραιά, η ταξική αλληλεγγύη που εκφράστηκε άμεσα, μετά την ανακοίνωση της πολιτικής επιστράτευσης στα καράβια, ήταν μια ανυπότακτη και περήφανη απάντηση στην αντιλαϊκή πολιτική και τον αυταρχισμό της συγκυβέρνησης και του κεφαλαίου. Μπροστά τώρα, οι πρωτοβουλίες και η δράση για την κλιμάκωση του αγώνα, ειδικότερα μπροστά στην πανελλαδική πανεργατική απεργία στις 20 Φλεβάρη».
Μια διαδήλωση, την ίδια ώρα που τα βαπόρια φόρτωναν με τους ναυτεργάτες επιστρατευμένους, βαφτίστηκε «ανυπότακτη και περήφανη απάντηση»! Την επομένη, ο «Ριζοσπάστης» έγραφε στον πρωτοσέλιδο τίτλο του, ότι οι ναυτεργάτες μπήκαν στα πλοία με ψηλά το κεφάλι! Από το «με το πιστόλι στον κρόταφο» φτάσαμε στο «με ψηλά το κεφάλι»! Δε θέλει, βέβαια, και πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι δεν γίνεται να ισχύουν και τα δύο. Οι ναυτεργάτες ηττήθηκαν, χωρίς καν ν’ αντισταθούν στην επιστράτευση. Κι αυτό το ήξεραν καλά, γι’ αυτό και δεν μπήκαν στα πλοία με ψηλά το κεφάλι. Κανένας δεν αισθάνεται περήφανος όταν ηττάται και μάλιστα χωρίς αντίσταση.
Στο κύριο άρθρο της, όμως, η εφημερίδα του Περισσού επεχείρησε και πάλι να βαφτίσει το κρέας ψάρι, γράφοντας για την απεργία των ναυτεργατών: «Ο απεργιακός αγώνας που έδωσαν τις προηγούμενες μέρες, όπου στα δίκαια αιτήματά τους η κυβέρνηση απάντησε ξανά με επιστράτευση, αποτελεί πηγή πείρας και συμπερασμάτων για τους ίδιους τους εργάτες της θάλασσας και συνολικά την εργατική τάξη. Αναδεικνύει τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να ανέβει η στάθμη των ταξικών αγώνων. Να αποκτήσουν χαρακτηριστικά που θα τους κάνουν πιο αποτελεσματικούς και ταυτόχρονα θα δυσκολεύουν το αστικό σύστημα να τους χειραγωγήσει, να τους καναλιζάρει στη λογική της διαχείρισης, να τους καταστείλει και τελικά να τους ενσωματώσει»! Χρειάζεται πραγματικά μεγάλο θράσος για να γράφεις τέτοια πράγματα για μια απεργία που δεν νίκησε, χωρίς να βάζεις το βασικό ερώτημα: μπορούσε να υπάρξει αντίσταση στην επιστράτευση και με ποιους όρους; Αν ναι, γιατί δεν υπήρξε;
Η δήθεν αριστερή κριτική του Περισσού γίνεται μόνο όταν αφορά χειρισμούς στους οποίους τα συνδικαλιστικά στελέχη του δεν πήραν μέρος. Οπως με μοναδική ευκολία έγινε στην περίπτωση της απεργίας στο Μετρό. Οταν τα στελέχη του έχουν μερίδιο ευθύνης στους χειρισμούς και ιδιαί-τερα όταν συμπορεύονται με τις υπόλοιπες μερίδες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, όπως συνέβη στην περίπτωση των ναυτεργατών, τότε ξεχνάνε κάθε κριτική. Κι ας πρόκειται για απεργίες που μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό, με πανομοιότυπη επιθετική συμπεριφορά του αστικού κράτους και πανομοιότυπη μη αντίσταση από την πλευρά των εργατών.
«Η εξέλιξη ενός αγώνα δεν είναι ευθύγραμμη. Εχει μπρος – πίσω, εξάρσεις και υφέσεις, νίκες και ήττες. Αυτό όμως που καθορίζει την πορεία των πραγμάτων, είναι η οργάνωση από τα κάτω, η ανάδειξη του κάθε εργάτη και εργάτριας σε πρωταγωνιστή των αγώνων που αναπτύσσονται στον τόπο δουλειάς, στον κλάδο». Αυτά έγραφε, μεταξύ των άλλων, το κύριο άρθρο του «Ριζοσπάστη», στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω. Αλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Ασφαλώς και δεν είναι ευθύγραμμη η πορεία ενός αγώνα, όταν όμως ένας αγώνας ηττάται χωρίς αντίσταση, οι εργάτες δεν μπορούν να τραφούν με μεγάλα λόγια. Θέλουν εξηγήσεις. Και βέβαια, ακόμη πιο οδυνηρά είναι τα αποτελέσματα στην υπόλοιπη εργατική τάξη, η οποία παίρνει μήνυμα μη αντίστασης και παντοδυναμίας του κρατικού μηχανισμού. Κι είναι τόσο πιο οδυνηρά αυτά τα αποτελέσματα όσο πιο ηχηρά ήταν τα μεγάλα λόγια που ακούστηκαν πριν την ήττα. Οταν βγαίνουν διάφοροι συνδικαλισταράδες και δηλώνουν ότι η επιστράτευση δε θα περάσει, ότι θα κάψουν τα χαρτιά, ότι μόνο πάνω από τα πτώματά τους θα περάσουν, και μετά κάθονται σαν κότες και πειθαρχούν στην αστική νομιμότητα, βάζοντας τους δικηγόρους να τρομοκρατήσουν τους εργάτες, τότε ο εργατόκοσμος αηδιάζει και μια λογική ηττοπάθειας και παραίτησης απλώνεται παντού.
Διευκρινίζουμε για μια ακόμη φορά, ότι εμείς δεν κατηγορούμε τους εργάτες των κλάδων που βρέθηκαν υπό επιστράτευση για τη στάση τους. Οπως ακριβώς δεν κατηγορήσαμε τους εργάτες της Ελληνικής Χαλυβουργίας που παραδόθηκαν αμαχητί. Τονίζουμε την πραγματικότητα της κρατικής καταστολής, η οποία στρέφεται αυτόματα πλέον ενάντια σε κάθε εργατικό αγώνα, βάζοντας το δίλημμα: αντίσταση ή υποταγή; Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία όλων των «χρωμάτων» έχει δώσει από παλιά τη δική της απάντηση, την ξαναδίνει τώρα: υποταγή. Το χειρότερο για το εργατικό κίνημα είναι ότι με τα μεγάλα λόγια περί αντίστασης (η οποία ποτέ δεν πραγματοποιείται) παγιδεύει τους εργάτες και τους οδηγεί σαν πρόβατα στη σφαγή.
Το πρόβλημα, λοιπόν, έχει δυο πλευρές. Πρέπει να υψωθεί αποφασιστική αντίσταση στην κρατική καταστολή ενάντια στους εργατικούς αγώνες και για να υπάρξει αντίσταση πρέπει να παραμεριστεί η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτό απαιτεί εργατική οργάνωση από τα κάτω, που θα γίνει πίσω από τις πλάτες των αφεντικών και πίσω από τις πλάτες των εργατοπατέρων. Γι’ αυτό, όμως, θα μιλήσουμε σε κάποιο από τα επόμενα σημειώματα της στήλης.
Πέτρος Γιώτης