Λαμπρό παράδειγμα το πώς εννοεί το υπουργείο Παιδείας τα «πρωτοποριακά εκπαιδευτικά προγράμματα» είναι το παρακάτω: Ομάδες μαθητών εξοπλισμένες με ένα κινητό τηλέφωνο, που τους παραχωρεί ευγενικά η Vodafone, το οποίο χρησιμοποιείται ως φωτογραφική μηχανή, κάμερα και συσκευή εγγραφής φωνής, γίνονται «ρεπόρτερ της ιστορίας». Συλλέγουν τεκμήρια από οικογενειακά φωτογραφικά άλμπουμ, πολιτιστικούς θεσμούς και δημόσια αρχεία, και φτιάχνουν τις δικές τους οπτικοακουστικές παρουσιάσεις, τις οποίες αποστέλλουν μέσω του δικτύου της Vodafone σε διαδικτυακή πλατφόρμα που έχει σχεδιαστεί ειδικά για το πρόγραμμα, ώστε να παρουσιαστεί στους γονείς, τη σχολική κοινότητα και το ευρύ κοινό.
Κοντολογίς, η εταιρία έχει βρει έναν εύσχημο τρόπο να διαφημιστεί στους μαθητές, τους γονείς τους και τους εκπαιδευτικούς και το υπουργείο Παιδείας έναν φθηνό τρόπο να ντύσει την ψεύτικη προπαγάνδα του για τα «καινοτόμα» προγράμματά του και το «νέο σχολείο», που σμιλεύει τάχα τους «μαθητές-μικρούς ερευνητές».
Η διείσδυση των εταιριών και των κάθε λογής επιχειρήσεων στο δημόσιο σχολείο, η ιδιωτικοποίηση όλο και πιο μαζικά και αποφασιστικά πλευρών της λειτουργίας του, αποτελεί βασική συνιστώσα του «νέου σχολείου». Το θλιβερό -το έχουμε ξαναπεί- είναι ότι βρίσκει αρωγούς πρόθυμους ή και αφελείς (στις μέρες μας;) εκπαιδευτικούς. Το παραπάνω πρόγραμμα, που πραγματοποιείται από το Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, με τη συνεργασία και στήριξη της Vodafone, τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Παιδείας και εφαρμόζεται ήδη από έξι δημόσια Γυμνάσια και στη λίστα, ως το τέλος του χρόνου, θα προστεθούν άλλα δώδεκα.