Το πολιτικό τοπίο ξεκαθαρίζει. Οταν λέμε πολιτικό τοπίο δεν εννοοούμε το ποιος θα είναι αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, αλλά το πώς διατάσσονται οι πολιτικές δυνάμεις.
ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ σχημάτισαν ήδη μια συγκυβέρνηση, στην οποία τοποθέτησαν πρωθυπουργό έναν τραπεζίτη, έναν υπάλληλο του χρηματιστικού κεφάλαιου και του γεργανογαλλικού άξονα. Θεωρείται τόσο επιτυχημένη αυτή η λύση που ήδη ασκούνται πιέσεις για την παράτασή της και για την επανάληψή της μετά τις εκλογές, όποτε κι αν γίνουν αυτές, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμά τους.
Περισσός και ΣΥΡΙΖΑ παριστάνουν την αντιπολίτευση, μαζί με ένα γαλαξία μικρότερων πολιτικών δυνάμεων που είναι εξωκοινοβουλευτικές όχι εκ πεποιθήσεως αλλά εξ αδυναμίας. Φλυαρία, μεγάλα λόγια, αγωνιστικά λάβαρα, πολύ λάδι στο τηγάνι κι από τηγανίτα τίποτα. ‘Η μάλλον γι’ αυτούς έχει τηγανίτα, αφού προσδοκούν ν’ αυξήσουν τα εκλογικά τους ποσοστά, να διευρύνουν το ρόλο τους στις υποθέσεις του συστήματος, να βελτιώσουν τα κομματικά οικονομικά.
Κι ενώ το πολιτικό σύστημα δουλεύει μια χαρά, είτε διπολικά (κυβέρνηση-αντιπολίτευση) είτε πολυπολικά (κυβερνητικά κόμματα – αντιπολιτευόμενα κόμματα), η «κινεζοποίηση» του εργαζόμενου λαού προχωρά με κανονικό βηματισμό. Η ατσάλινη μπότα τους μας έχει πατήσει στο κεφάλι και αυξάνει συνέχεια την πίεση. «Υπάρχει ακόμα λίπος» λένε σαδιστικά οι διαχειριστές των κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων. Και αυξάνουν την πίεση.
Ο μέγας κίνδυνος για τους εργαζόμενους είναι να παγιωθεί η «κινεζοποίηση». Να θεωρηθεί η απόλυτη εξαθλίωση φυσική κατάσταση. Να βασιλέψει η απογοήτευση και μετά η μοιρολατρία: «δεν βγαίνει τίποτα».
Να ερμηνευτούν, δηλαδή, λάθος τα όσα έγιναν την τελευταία διετία από τη μεριά των εργαζόμενων. Μια σειρά αγώνων εξ ορισμού αναποτελεσματικών (λόγω της οργάνωσης και του ελέγχου τους από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία ή από δήθεν «ανεξάρτητους αγανακτισμένους»), παρά τη διάθεση όσων συμμετείχαν σ’ αυτούς, να ερμηνευτούν σαν αναποτελεσματικότητα των αγώνων γενικά.
Να μας διαφύγει, δηλαδή, πως σημασία δεν έχει μόνο η συμμετοχή σε κάποιους αγώνες, αλλά και η «σημαία» κάτω από την οποία δίνονται, τα αιτήματά τους, το περιεχόμενό τους, η τακτική τους, η προοπτική, η οργάνωση.
Οχι, λοιπόν, δεν πρέπει να παρατήσουμε τους αγώνες, γιατί θα μας λιώσουν. Πρέπει, όμως, να διδαχτούμε από την έως τα τώρα πείρα. Να διδαχτούμε πως πρέπει ν’ αγωνιστούμε κάτω από τη δική μας σημαία, με το δικό μας πρόγραμμα, χτίζοντας τη δική μας πολιτική οργάνωση.