♦ «Την ύφεση δεν την προκαλεί το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, την προκαλούν ο τεράστιος δημοσιονομικός εκτροχιασμός και το δυσθεώρητο χρέος». Τάδε έφη Μπένι στη Βουλή. Τι ακριβώς θέλησε να πει ο ποιητής; Τίποτα απολύτως. Επιβεβαίωσε απλώς ότι στη Βουλή λένε καμιά μ…α για να περνάει η ώρα. Διότι ποιος προκαλεί τον «τεράστιο δημοσιονομικό εκτροχιασμό», αν όχι η «ύφεση»; Κι αφού το ένα τροφοδοτεί το άλλο, δεν είναι το Μεσοπρόθεσμο, που τα συνενώνει;
♦ Το υπουργείο Οικονομικών προσέλαβε τις BNP-Paribas, Deutsche Bank και HSBC ως συν-αναδόχους για την εφαρμογή του περιβόητου PSI (πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων κ.λπ.). Μοίρασε, δηλαδή, το παιχνίδι ανάμεσα σε Γερμανούς και Γάλλους. Το πιο προκλητικό είναι πως αυτές οι τράπεζες κατέχουν ελληνικά ομόλογα (πέρα από τις δικτυώσεις που έχουν με άλλες τράπεζες). Αναρωτιέται, λοιπόν, κανείς: θα δουλέψουν για λογαριασμό του πελάτη τους (του ελληνικού κράτους) ή για λογαριασμό δικό τους (και των άλλων τραπεζικών ομίλων); Τόσο χοντρό είναι το δούλεμα…
♦ Βουλωμένο γράμμα διαβάζει ο Τσίπρας. «Σε αυτή τη Σύνοδο Κορυφής πράγματι, γιατί δεν θέλω να είμαι μηδενιστής, δεν αντιμετωπίσαμε τα χειρότερα», έλεγε στις 26 Ιούλη, στο πρωινάδικο της ΝΕΤ. Ηταν, βλέπετε, νωπά ακόμη τα πανηγύρια της κυβέρνησης και των ΜΜΕ για τις αποφάσεις της συνόδου κορυφής στις 21 Ιούλη. Τώρα που όλα έχουν καταρρεύσει και η απόφαση της 21ης Ι-ούλη έχει πάρει αναβολή εφαρμογής, ο Τσίπρας «ξεχνά» αυτά που έλεγε και ξαναγίνεται… μηδενιστής. Παλιά του τέχνη κόσκινο.
♦ Πονηρός ο Μόσιαλος κατήργησε το καθημερινό brie-fing των δημοσιογράφων, γιατί –όπως είπε σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα»– «το μοντέλο του καθημερινού briefing εξάντλησε τις δυνατότητές του και από μια στιγμή και ύστερα μετέτρεψε αυτή την επικοινωνία σε μια μορφή ιδιότυπης κυβερνητικής προπαγάνδας»! Θέλει, δηλαδή, να μας πείσει ότι αυτός δεν κάνει προπαγάνδα. Τόσο φτηνιάρης ο πρώην «Ρηγάς». Αντί να πει πως δεν αντέχει ούτε τη χλιαρή πίεση του briefing, λέει παπαριές.
Αύξηση της τιμής πώλησης της «Κόντρας»
Απ’ αυτό το φύλλο, όπως διαπιστώσατε, η τιμή πώλησης της «Κ» αυξήθηκε κατά 30 λεπτά. Δυστυχώς, οι δαπάνες έκδοσης αυξάνονται συνέχεια και δεν μπορέσαμε να κρατήσουμε άλλο την τιμή του 1 ευρώ. Ποτέ δεν κάναμε σύγκριση με άλλες εφημερίδες, ούτε και τώρα θα επικαλεστούμε τις τιμές των άλλων φύλλων για να δικαιολογήσουμε την αύξηση. Οπως ακριβώς στα πολιτικά θέματα η «Κ» έχει τη δική της ανεξάρτητη και απολύτως διακριτή γραμμή, το ίδιο ισχύει και στα θέματα οικονομικής διαχείρισης της έκδοσης.
Οι καιροί είναι πάρα πολύ δύσκολοι και σύντομα θα ζητήσουμε και πάλι την οικονομική συνδρομή των φίλων και συντρόφων, προκειμένου να εξασφαλίσουμε την απρόσκοπτη συνέχιση της έκδοσης. Και είμαστε σίγουροι ότι θα την έχουμε. Γιατί αυτοί ξέρουν…