Περισσότεροι από 600 υποψήφιοι για τις δημοτικές εκλογές στο Νεπάλ, που έχουν προγραμματιστεί να πραγματοποιηθούν στις 8 Φλεβάρη, ανακάλεσαν την υποψηφιότητά τους. Παράλληλα, εκατοντάδες υποψήφιοι έχουν συγκεντρωθεί και παραμένουν σε βαριά φρουρούμενα δημόσια κτίρια, κοντά σε εγκαταστάσεις του στρατού και της αστυνομίας, και σε πολλούς άλλους έχει διατεθεί ισχυρή προσωπική αστυνομική φρουρά, σύμφωνα με ανακοίνωση του αρμόδιου για τις εκλογές εκπροσώπου τύπου.
Η βασική αιτία για την εξέλιξη αυτή, όπως επισημαίνεται σε ρεπορτάζ του BBC (29/1/06), είναι ο φόβος για τη ζωή τους, ύστερα από τις απειλητικές ανακοινώσεις των μαοϊκών ανταρτών εναντίον όσων θέσουν υποψηφιότητα, οι οποίες συνοδεύτηκαν με την απαγωγή ενός και την εκτέλεση δύο υποψηφίων.
Η ανάκληση τόσο μεγάλου αριθμού υποψηφιοτήτων σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει κανείς υποψήφιος να διεκδικήσει περισσότερες από 1.000 σε σύνολο 4.146 εδρών των δημοτικών συμβουλίων, ενώ σε πολλές περιοχές θα υπάρχει μόνος ένας υποψήφιος. Ο αρμόδιος εκπρόσωπος τύπου ανακοίνωσε ότι θα γίνουν εκλογές μόνο σε 36 δήμους, ενώ στους υπόλοιπους 22 δεν θα γίνουν γιατί δεν υπάρχουν αρκετοί υποψήφιοι.
Οι δημοτικές εκλογές μπήκαν στο στόχαστρο των ανταρτών και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, γιατί θεωρούν ότι ο βασιλιάς Γκιανέντρα τις χρησιμοποιεί για να νομιμοποιήσει το καθεστώς της βασιλικής δικτατορίας που επέβαλε πριν από ένα χρόνο, διαλύοντας την κυβέρνηση και συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες στα χέρια του. Η ηγεσία του αντάρτικου ανακοίνωσε στις 2 Ιανουαρίου τη λήξη της μονομερούς τετράμηνης κατάπαυσης του πυρός και άρχισε να κλιμακώνει τις επιχειρήσεις στο στρατιωτικό μέτωπο, ενώ στο πολιτικό μέτωπο συνεργάζεται με τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, με στόχο να σφίξει όσο γίνεται περισσότερο ο κλοιός γύρω από το βασιλιά και να ανοίξει ο δρόμος για την κατάργηση της φεουδαρχικής μοναρχίας. Εκτοτε δεκάδες κυβερνητικά κτίρια και αστυνομικά τμήματα έχουν γίνει στόχος των ανταρτών, ενώ έχουν κηρύξει απεργία στη χώρα για μια βδομάδα από τις 5 Φλεβάρη ενόψει των εκλογών. Την μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση εξαπέλυσαν στην επέτειο συμπλήρωσης ενός χρόνου της βασιλικής δικτατορίας. Τα μεσάνυχτα της 31ης Ιανουαρίου, 1.000 περίπου αντάρτες επιτέθηκαν τουλάχιστον σε πέντε στόχους στο δυτικό Νεπάλ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 17 αστυνομικοί και 3 στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια πολύωρων συγκρούσεων μέχρι το πρωί της 1ης του Φλεβάρη. Επίσης αγνοούνται 143 αστυνομικοί και στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και ο διοικητής της πόλης Τανσέν, που ήταν ένας από τους στόχους της επίθεσης. Αργότερα ο ηγέτης των ανταρτών Πρατσάντα ανακοίνωσε ότι στρατιώτες και αστυνομικοί βρίσκονται αιχμάλωτοι στα χέρια των ανταρτών. Ο αριθμός των απωλειών που υπέστησαν οι αντάρτες παραμένει άγνωστος.
Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι ο στόχος των ανταρτών, όχι απλά να μποϊκοτάρουν, αλλά να υπονομεύσουν και να ακυρώσουν τις δημοτικές εκλογές έχει ήδη επιτευχθεί. Γιατί ακόμη κι αν δεν αναβληθούν, όπως φημολογείται, οι όροι με τους οποίους θα πραγματοποιηθούν, τις καθιστούν εκ των προτέρων άκυρες. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι η τακτική εκφοβισμού των υποψήφιων που χρησιμοποίησαν οι αντάρτες, σε συνδυασμό με τον πολιτικό και τον ένοπλο αγώνα, απέδωσε, γιατί παράλληλα κινείται και αναπτύσσεται ένα μαζικό λαϊκό κίνημα, που βρίσκεται καθημερινά σχεδόν στο δρόμο, παρά τις απαγορεύσεις, και συγκρούεται με τις δυνάμεις καταστολής. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι το αντάρτικο στο Νεπάλ αποτελεί ταυτόχρονα σημαντική πολιτική δύναμη, που ελέγχει μεγάλο μέρος της χώρας, εκτός από την κοιλάδα της Κατμαντού και τα αστικά κέντρα, ότι έχει σημαντική επιρροή όχι μόνο στη φτωχή αγροτιά, αλλά και στη φτωχολογιά των αστικών κέντρων καθώς και στη νεολαία και ότι επανειλημμένα οι απεργίες και οι αποκλεισμοί που έχει κηρύξει έχουν παραλύσει την πρωτεύουσα και μεγάλο μέρος της χώρας.