Ο Ντάγκλας Μπάρμπερ ήταν έφεδρος τη Εθνοφρουράς και κλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία το Φεβρουάριο του 2003, λίγο πριν την αμερικάνικη επίθεση στο Ιράκ. Στο Ιράκ έφτασε το καλοκαίρι του 2003, όταν είχε αρχίσει να αναπτύσσεται η αντίσταση ενάντια στην κατοχή, και υπηρέτησε για 7 μήνες ως οδηγός φορτηγών, αντιμετωπίζοντας καθημερινά θανατηφόρους κινδύνους. Για δύο χρόνια αφότου επέστρεψε στο σπίτι του στη νοτιανατολική Αλαμπάμα πάλευε με τις αναμνήσεις και τους δαίμονές του, με τα φοβερά πράγματα που είχε δει και το φόβο που είχε ζήσει. Πρόσφατα φάνηκε ότι με τη φαρμακευτική και ψυχολογική υποστήριξη είχε αρχίσει να συνέρχεται. Μάταια όμως. Στις 24 Ιανουαρίου έστειλε σε κάποιους φίλους του e-mail και έβαλε στον τηλεφωνητή του το εξής μήνυμα: «Αν ψάχνετε για το Νταγκ, αναχωρώ απ’ αυτό τον κόσμο. Θα σας δω στον άλλο κόσμο». Επειτα τηλεφώνησε στην αστυνομία, βγήκε στη βεράντα με το πιστόλι στο χέρι και αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι μπροστά στα μάτια των αστυνομικών που είχαν στο μεταξύ φτάσει.
Η αυτοκτονία του βετεράνου Ντάγκλας Μπάρμπερ βγήκε στο φως της δημοσιότητας από βρετανικές εφημερίδες (Independent, 25/1/06) χάρη στο βρετανό φοιτητή Γκρέιγκ Εβανς, ο οποίος έκανε μια εργασία για το μετατραυματικό στρες, είχε συχνή επικοινωνία με τον αυτόχειρα και ήταν ανάμεσα σ’ αυτούς που έλαβε το μήνυμά του. Μιλώντας στον «Indepen-dent» τον περιέγραψε ως εξής: «Οταν επέστρεψε από το Ιράκ ο Ντάγκ δεν ήταν ο ίδιος άνθρωπος. Ηταν παρανοϊκός, είχε χάσει τις κοινωνικές του δεξιότητες, ο γάμος του διαλύθηκε, δεν μπορούσε να περπατήσει στο δρόμο χωρίς το φόβο ότι κάτι θα εκραγεί δίπλα του. Του είχα υποσχεθεί ότι θα έκανα ό, τι μπορούσα να βγάλω την ιστορία του προς τα έξω».
Η αυτοκτονία του Ντάγκλας Μπάρμπερ είναι μια από τις πολυάριθμες περιπτώσεις βετεράνων του Ιράκ που έχουν αυτοκτονήσει, γεγονός που έχει προκαλέσει σοβαρή ανησυχία στο Πεντάγωνο, το οποίο τελευταία προωθεί νέα διαδικασία παρακολούθησης της ψυχικής υγείας των στρατιωτών που επιστρέφουν από το Ιράκ, όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος του «Independent».
Οι ψυχικές διαταραχές που εκδηλώνονται στους βετεράνους του Ιράκ έχουν πάρει τη μορφή επιδημίας. Περίπου το ένα τρίτο των στρατιωτών που επιστρέφουν από το Ιράκ εκδηλώνουν συμπτώματα μετατραυματικού στρες, ποσοστό ψηλότερο από τους προηγούμενους πολέμους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στις 28 Ιανουαρίου εκπρόσωπος του υπουργείου για τις Υποθέσεις των Βετεράνων, περίπου 40.000 στρατιώτες που έχουν επιστρέψει από το Ιράκ και το Αφγανιστάν έχουν βρεθεί να πάσχουν από διαταραχές της ψυχικής τους υγείας. Περίπου 19.000 έχουν νοσηλευτεί για μετατραυματικό στρες στο δίκτυο των 160 ειδικών προγραμμάτων από το 2002 μέχρι το 2005. Περίπου 14.000 με μετατραυματικό στρες νοσηλεύτηκαν ταυτόχρονα και για εξάρτηση από ναρκωτικά και ακόμη 11.000 νοσηλεύτηκαν για κατάθλιψη. Το 13% των βετεράνων που έχουν νοσηλευτεί είναι γυναίκες, ποσοστό ψηλότερο από τους προηγούμενους πολέμους. Λόγω της έκτασης του προβλήματος, το αρμόδιο υπουργείο ανακοίνωσε ότι θα χρηματοδοτήσει με 29 εκατομμύρια δολάρια την επέκταση των υπηρεσιών αντιμετώπισης του μετατραυματικού στρες το 2006.
Ενα άλλο πολύ συχνό φαινόμενο είναι γνωστό ως πολυτραυματισμός, όταν οι στρατιώτες που επιστρέφουν υποφέρουν από σοβαρά σωματικά και ψυχικά τραύματα. Πολλοί απ’ αυτούς, που σε προηγούμενους πολέμους θα είχαν πεθάνει, τώρα επιβιώνουν και χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα. Ο μεγάλος αριθμός των τραυματιών αυτής της κατηγορίας αναγκάζει το υπουργείο για τις Υποθέσεις των Βετεράνων να αυξήσει από 4 σε 21 τον αριθμό των ειδικών κέντρων περίθαλψης για να καλυφτούν οι αυξημένες ανάγκες.
Χωρίς αμφιβολία, η πραγματική εικόνα είναι πολύ χειρότερη απ’ αυτή που δίνουν τα επίσημα στοιχεία, γιατί, όπως επισημαίνεται σε σχετική έρευνα που έγινε το 2004 σε 6.000 στρατιώτες που επέστρεψαν από το Ιράκ και το Αφγανιστάν και δημοσιεύτηκε στο γνωστό επιστημονικό περιοδικό «New England Journal of Medicine», λιγότεροι από τους μισούς που υποφέρουν από μετατραυματικό στρες ζητούν ιατρική βοήθεια, γιατί φοβούνται μήπως αντιμετωπιστούν περιφρονητικά από τους συναδέλφους και τους ανωτέρους τους.