Με την έναρξη της συνεδρίασης ζήτησε το λόγο ο Αρης Κωνσταντάκης (υπεράσπιση Αθανασάκη), ο οποίος απουσίαζε τις προηγούμενες μέρες, και δήλωσε ότι θεωρεί ότι το δικαστήριο είναι πολιτικό δικαστήριο σκοπιμότητας, που σκοπό έχει να καλύψει τα δικονομικά τερατουργήματα που συντελέστηκαν στην προηγούμενη δίκη. Θεωρεί πως η απόφαση είναι προειλημμένη, γι’ αυτό και αποχωρεί παραιτούμενος της υπεράσπισης, επειδή δεν θέλει να νομιμοποιήσει μια δίκη σκοπιμότητας.
Φανερά ενοχλημένος ο πρόεδρος, ρώτησε την Κ. Ιατροπούλου ποια είναι η δική της θέση. Η Κ. Ιατροπούλου δήλωσε ότι αν θα συνεχίσει να παρίσταται, αυτό θα είναι μόνο για την τήρηση των δικονομικών κανόνων και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της Αθανασάκη, αλλά θέλει προηγουμένως να συνεννοηθεί μαζί της.
Μετά από μια ολιγόλεπτη αναγκαστική διακοπή, η Κ. Ιατροπούλου ανακοίνωσε ότι μετά από συνεννόηση με την Ειρ. Αθανασάκη και οι τρεις συνήγοροι θα παραμείνουν στη δίκη. Ο πρόεδρος ρώτησε τον Α. Κωνσταντάκη αν ανακαλεί τη δήλωσή του. Ο συνήγορος απάντησε πως ανακαλεί μόνο το σκέλος για παραίτηση και τίποτ’ άλλο.
Ο εισαγγελέας Μ. Ανδριωτέλλης είπε πως η δήλωση Κωνσταντάκη, ότι το δικαστήριο υπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες, θίγει και τον ίδιο και το δικαστήριο και επειδή παραβιάζει τον κώδικα περί δικηγόρων, να σταλεί απόσπασμα στον Δικηγορικό Σύλλογο για να ενεργήσει τα δέοντα.
Ο Α. Κωνσταντάκης σχολίασε δηκτικά: Το προηγούμενο δικαστήριο παρέπεμψε όλους τους συνηγόρους 27 φορές στον ΔΣΑ. Και άλλη μία, 28. Ο πρόεδρος διέταξε τον γραμματέα να αποστείλει απόσπασμα των πρακτικών στον ΔΣΑ και συνέχισε τη διαδικασία.
Εγινε φανερό ότι η δήλωση Κωνσταντάκη ενόχλησε πάρα πολύ το δικαστήριο. Γιατί άγγιξε την ουσία του ζητήματος, χωρίς να μασήσει τα λόγια. Εκείνο που επιδιώκει το δικαστήριο (όπως και κάθε δικαστήριο σε πολιτική δίκη) είναι να του αναγνωρίζεται η ανεξαρτησία του και η έλλειψη προκατάληψης. Δεν έχει πρόβλημα να κριθούν οι αποφάσεις του, φτάνει αυτή η κριτική να καταλήγει στο συμπέρασμα περί λαθεμένης κρίσης (η οποία ελπίζεται ότι θα διορθωθεί από το δικαστήριο του δεύτερου βαθμού). Οταν η κριτική μιλά για πολιτική σκοπιμότητα και η έκβαση της δίκης θεωρείται προδιαγεγραμμένη, οι μάσκες πέφτουν και η διαδικασία παίρνει την αντίθετη φορά. Είναι το δικαστήριο που πρέπει να αποδείξει ότι δεν ισχύει η κριτική. Το παρόν δικαστήριο, λοιπόν, το μόνο που επιβεβαιώνει μέχρι τώρα είναι ότι η κριτική ισχύει στο ακέραιο. Γι’ αυτό και ενοχλείται όταν αυτή η κριτική εκφέρεται από δικηγόρους και τους απειλεί με παραπομπή στο πειθαρχικό του Δικηγορικού Συλλόγου.
Ο Α. Κούγιας (υπεράσπιση Κανά) δήλωσε πως οι συνάδελφοί του έχουν δικαίωμα να έχουν την άποψή τους, η οποία όμως αποτελεί κόλαφο στον τρόπο με τον οποίο ο Α. Κανάς και η υπεράσπισή του αντιλαμβάνονται την παρουσία τους σ’ αυτή τη δίκη. Ο Α. Κανάς –είπε- έχει εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη και περιμένει από αυτό το δικαστήριο να τον δικαιώσει. Στα δικαστήρια δικάζουν άνθρωποι και το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί να κάνει ένας υπερασπιστής είναι να ισοπεδώσει όλους τους δικαστές. Εμείς –κατέληξε- προσβλέπουμε σ’ αυτό το δικαστήριο, περιμένουμε απ’ αυτό τη λύτρωση και τη διόρθωση της απόφασης που πήρε το προηγούμενο δικαστήριο. Ο κ. Κανάς πίστευε και πιστεύει στη σωστή κρίση σας και εμείς θα σας βοηθήσουμε να διεξάγετε μια δίκαιη δίκη. Θα κάνουμε μια δικονομική προσέγγιση, μια ποινική και όχι πολιτική προσέγγιση, γιατί πιστεύουμε ότι εκείνο που έχει συμβεί είναι η κατασκευή μιας ποινικής υπόθεσης.
Εδώ δεν μπορούμε να αποφύγουμε ένα σχόλιο. Είναι, βέβαια, δικαίωμα ενός κατηγορούμενου και του συνηγόρου του να επιλέγουν την υπερασπιστική τους γραμμή. Ως προς το πρώτο σκέλος, λοιπόν, της τοποθέτησης Κούγια, δεν χρειάζεται εμείς να κάνουμε κανένα σχόλιο. Προκύπτει σαφώς η διαμετρικά αντίθετη τοποθέτηση απ’ αυτή της υπεράσπισης Αθανασάκη και του Χρ. Τσιγαρίδα, βεβαίως, που έχει κάνει την ίδια τοποθέτηση. Ομως, το δεύτερο σκέλος της τοποθέτησης Κούγια, περί ποινικής και όχι πολιτικής υπόθεσης, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα όσα υποστήριξε ο Κανάς τις προηγούμενες μέρες. Με τις αναφορές του στον ΕΛΑ και τον Τσιγαρίδα, στο κίνημα αλληλεγγύης, στην ιταλική εμπειρία κ.λπ.
Είναι χαρακτηριστικός ένας διάλογος Βεντούρη-Κούγια, που έγινε λίγο αργότερα: «Είναι συμπεριφορά αυτή αριστερού ανθρώπου;», είπε ο Βεντούρης αναφερόμενος στον Κανά. «Ακριβώς αυτό λέμε κι εμείς», απάντησε ο Κούγιας. «Οτι η συμπεριφορά του Κανά δεν ταιριάζει ούτε σε αριστερό ούτε σε αριστεριστή»!
Η υπόλοιπη διαδικασία αναλώθηκε με την εξέταση του Ι. Βεντούρη από τον Α. Κούγια. Ηταν μια επανάληψη της εξέτασης Βεντούρη στην προηγούμενη δίκη, από την οποία βγήκε καθαρά ότι η Κυριακίδου «επεξεργαζόταν» τον Βεντούρη, για να τον φτιάξει ως δεύτερο μάρτυρα και ότι αυτός συμμετείχε ενσυνείδητα σ’ αυτό το παιχνίδι, γιατί ήθελε να ξεφορτωθεί τον Κανά, ο οποίος τον είχε εκτοπίσει από την προεδρία της κοινότητας Κιμώλου.
Κρίσιμο σημείο της εξέτασης ήταν η κατάθεση της Σ. Παπαγρηγοράκη στον ανακριτή Ζερβομπεάκο. Διότι ο μεν Βεντούρης κατέθεσε –«εν τιμή», όπως είπε- ότι ουδέποτε συναντήθηκε με την Κυριακίδου στην Κίμωλο, ενώ η Παπαγρηγοράκη, που συζούσε με τον Βεντούρη, έχει καταθέσει ότι Βεντούρης και Κυριακίδου συναντήθηκαν κατ’ επανάληψη στην Κίμωλο και συζητούσαν για το πώς θα εξοντώσουν τον Κανά.
Ο Βεντούρης απάντησε ότι η Παπαγρηγοράκη είχε πάθει ψυχική διαταραχή και γι’ αυτό τα λέει όλα αυτά, σε συνεργασία με κάποιους άλλους που θέλουν να υπερασπιστούν τον Κανά και φτιάχνουν σκευωρίες σε βάρος του (του Βεντούρη). Ομως, τις επαφές Βεντούρη-Κυριακίδου στην Κίμωλο επιβεβαιώνει και η Ρ. Λογοθέτη. Η απάντηση του Βεντούρη ήταν πως όλα είναι σκόπιμα και τα κάνουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι.
Το δικαστήριο διέκοψε πρόωρα, λόγω υπηρεσιακού κωλύματος.