Τρεις μήνες μετά την έναρξη της επιχείρησης καταστολής «Επιβάλλοντας το νόμο» στη Βαγδάτη, τα δύο τρίτα της ιρακινής πρωτεύουσας παραμένουν έξω από τον έλεγχο του αμερικάνικου στρατού. Την αποκάλυψη αυτή έκανε η εφημερίδα «New York Times» της περασμένης Κυριακής (3/6/07), επικαλούμενη μια στρατιωτική έκθεση για την εξέλιξη της προαναφερόμενης επιχείρησης που έφτασε στα χέρια της.
Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, οι αμερικάνικες και οι ιρακινές στρατιωτικές δυνάμεις κατάφεραν μέχρι τώρα να «προστατέψουν τον πληθυσμό» και να «διατηρήσουν τη φυσική τους παρουσία» μόνο σε 146 από τις 457 «γειτονιές» της Βαγδάτης. Στις υπόλοιπες 311 περιοχές είτε δεν έχουν αρχίσει ακόμη τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις είτε αντιμετωπίζουν «αντίσταση».
Αν αυτά συμβαίνουν στη Βαγδάτη, όπου έχει αναπτυχθεί τεράστιος αριθμός αμερικάνικων και ιρακινών στρατιωτικών δυνάμεων, είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τι συμβαίνει στην υπόλοιπη χώρα.
Τη ζοφερή αυτή εικόνα για τις δυνάμεις κατοχής επιβεβαιώνουν οι πρόσφατες δηλώσεις δύο ανώτατων αξιωματικών. Ο Βρετανός απόστρατος στρατηγός Σερ Μάικλ Ρόουζ, διοικητής της δύναμης του ΟΗΕ στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη την περίοδο 1994 – 1995, κατά την ομιλία του, την 1η Ιουνίου, στο ετήσιο φεστιβάλ Λογοτεχνίας και Τεχνών του Hay-on-Wye, στα σύνορα της Ουαλίας με την Αγγλία, μεταξύ άλλων, είπε: «Δεν υπάρχει κανένας τρόπος για να κερδίσουμε τον πόλεμο στο Ιράκ και πρέπει να αποσυρθούμε και να αποδεχτούμε την ήττα, γιατί θα χάσουμε σ’ ένα πιο σημαντικό επίπεδο αν δεν το κάνουμε». Με τίτλο «Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να κερδίσουν στο Ιράκ» η αγγλόφωνη ημερήσια εφημερίδα του Κατάρ «The Peninsula» (4/6/07) αναφέρεται στην πρώτη συνέντευξη του απόστρατου Αμερικάνου αντιστράτηγου Ρικάρντο Σάντσες, διοικητή του αμερικάνικου στρατού τον πρώτο χρόνο κατοχής του Ιράκ. Ο Σάντσες, σύμφωνα με την εφημερίδα, χαρακτήρισε την κατάσταση στο Ιράκ θλιβερή, απέδωσε την ευθύνη στα σοβαρά λάθη που έγιναν στα πρώτα στάδια και κατά τη «μεταβίβαση της κυριαρχίας» και συμπεριέλαβε τον εαυτό του σ’ αυτούς που έκαναν λάθη τον πρώτο κρίσιμο χρόνο. «Νομίζω –επισήμανε – ότι αν κάνουμε τις σωστές κινήσεις πολιτικά και οικονομικά με τη σωστή Ιρακινή ηγεσία, μπορούμε τουλάχιστον να αποφύγουμε το αδιέξοδο ή, αν θέλετε, να αποτρέψουμε την ήττα. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε την επόμενη γενιά ηγετών να πράξει καλύτερα από ό,τι πράξαμε εμείς τα περασμένα πέντε χρόνια, καλύτερα απ’ ό,τι αυτή η ομάδα πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών έχει πράξει», διευκρινίζοντας ότι αναφέρεται σε όλη την πολιτική ηγεσία και όχι μόνο στην κυβέρνηση Μπους. Δυο μέρες αργότερα, ο Βρετανός πρέσβης στην Ουάσιγκτον την περίοδο της επίθεσης στο Ιράκ, Σερ Κρίστοφερ Μέγιερ, προειδοποίησε ότι η βρετανική και η αμερικάνικη στρατιωτική παρουσία στο Ιράκ επιδεινώνει την ασφάλεια σ’ όλη την περιοχή και ότι πρέπει να αποσυρθούν γρήγορα. Παραδέχτηκε ότι η αποχώρηση από το Ιράκ μπορεί να είναι «οδυνηρή», αλλά επέμεινε ότι δεν αξίξει να χαθεί ούτε ένας ακόμη Αμερικάνος ή Βρετανός στρατιώτης ( εφημερίδα «The Guardian», 6/6/07).
Είναι φανερό ότι τα πράγματα στο Ιράκ πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Οχι μόνο γιατί η διαβόητη επιχείρηση καταστολής της σουνιτικής αντίστασης καρκινοβατεί, αλλά και γιατί αυξάνεται το τίμημα που πληρώνει ο αμερικάνικος στρατός. Ο Μάιος, με 127 Αμερικάνους στρατιώτες νεκρούς, ήταν ο τρίτος πιο πολύνεκρος μήνας για τον Αμερικάνικο στρατό από την έναρξη του πολέμου το 2003 (στην 1η θέση βρίσκεται ο Νοέμβριος του 2004 με 137 νεκρούς και στη 2η ο Απρίλιος της ίδιας χρονιάς με 135 νεκρούς). Ακόμη χειρότερα ξεκίνησε ο Ιούνιος, με 17 νεκρούς το πρώτο τριήμερο. Σύμφωνα με άρθρο της εφημερίδας «Washington Post» (3/6/07), οι Ιρακινοί αντάρτες χρησιμοποιούν όλο και πιο πολύπλοκα και θανατηφόρα μέσα επιθέσεων, συμπεριλαμβανομένων μεγαλύτερων βομβών που τοποθετούνται στους δρόμους. Τοποθετούν τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών βαθιά στη γη για να προστατέψουν την περιοχή τους και στήνουν σύνθετες ενέδρες, που δείχνουν την ικανότητά τους να αντιδρούν γρήγορα στην αμερικάνικη τακτική.
«Είναι πολύ καθαρό ότι ο αριθμός των επιθέσεων εναντίον των αμερικάνικων δυνάμεων αυξάνεται και ότι αυτές έχουν γίνει πιο αποτελεσματικές στη Βαγδάτη, ιδιαίτερα τις τελευταίες βδομάδες. Οι επιθέσεις στρέφονται εναντίον μας και όχι εναντίον άλλων ανθρώπων» επισήμανε ο στρατηγός Τζέιμς Σίμονς, αναπληρωτής διοικητής των επιχειρήσεων στο Ιράκ, διευκρινίζοντας ότι παράλληλα έχουν μειωθεί ελαφρά οι επιθέσεις εναντίον των Ιρακινών δυνάμεων Ασφάλειας.
Η σφοδρότητα και η αυξανόμενη φονικότητα των επιθέσεων εναντίον των αμερικάνικων δυνάμεων υπογραμμίζεται και από τη μείωση της αναλογίας τραυματιών – νεκρών το Μάιο, η οποία έπεσε από τους 8 προς 1 κατά μέσο όρο στη διάρκεια του πολέμου στους 4.8 προς 1 το Μάιο, σύμφωνα με τα στοιχεία του Πενταγώνου.
Οι αντάρτες, επισημαίνει η «Washington Post», στήνουν προσεχτικά σχεδιασμένες, σύνθετες ενέδρες και πραγματοποιούν ανταποδοτικές επιθέσεις εναντίον των αμερικάνικων στρατευμάτων. Αυτές περιλαμβάνουν εφόδους σε αμερικάνικα στρατιωτικά φυλάκια, ενέδρες, στις οποίες συλλαμβάνονται Αμερικάνοι στρατιώτες, και πολύπλοκες επιθέσεις , στις οποίες χρησιμοποιούν διάφορα όπλα για να χτυπήσουν περισσότερους από ένα αμερικάνικους στόχους. Για παράδειγμα, βομβαρδίζουν μια περίπολο και έπειτα στοχεύουν τις χερσαίες δυνάμεις ή τα αεροσκάφη που σπεύδουν να προσφέρουν βοήθεια.
Ομως για το μεγαλύτερο ποσοστό των θανάτων Αμερικάνων στρατιωτών ευθύνονται οι αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί, γνωστοί ως IEDs, που τοποθετούνται στους δρόμους. Τους τρεις τελευταίους μήνες, το ποσοστό αυτό ανέβηκε από το 60% κατά μέσο όρο την περασμένη χρονιά στο 80%, παρά το γεγονός ότι το Πεντάγωνο έχει δαπανήσει δισεκατομμύρια δολάρια για να εφοδιάσει το στρατό με θωρακισμένα οχήματα, για να εντοπίσει και να αφοπλίσει τις βόμβες αυτές καθώς και για να χτυπήσει αυτούς που τις κατασκευάζουν. Για το σκοπό αυτό μάλιστα έχει συσταθεί από το Πεντάγωνο ειδική υπηρεσία, η «Joint I.E.D Defeat Organization», ο διοικητής της οποίας δήλωσε πρόσφατα ότι η απειλή θα είναι πάντα παρούσα και ότι στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσαν να μειωθούν οι επιπτώσεις των βομβών αυτών.