Στις 8 Ιουνίου δόθηκε στη δημοσιότητα η νέα, πληρέστερη, έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις μυστικές φυλακές της CIA στην Ευρώπη, η οποία βασίζεται σε αεροναυτικά ντοκουμέντα και σε εκτενείς μαρτυρίες υπηρετούντων και πρώην αξιωματούχων των Υπηρεσιών Πληροφοριών στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ και αποκαλύπτει τις συνθήκες κράτησης, τις συνένοχες κυβερνήσεις και τις προσπάθειες απόκρυψης και συγκάλυψης των τεκμηρίων της ενοχής τους. Η πρώτη έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης, που είχε δοθεί στη δημοσιότητα πριν από ένα χρόνο, έδινε μερικές μόνο πληροφορίες για το πρόγραμμα της CIA και υποδείκνυε 14 Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως συνεργούς. Την ευθύνη σύνταξης της έκθεσης έχει, ο Ντικ Μάρτι, ο επιφορτισμένος από το Συμβούλιο με το καθήκον του παρατηρητή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ευρώπη.
Η έκθεση αρχίζει ως εξής:
«Αυτά που προηγουμένως θεωρούνταν απλώς ισχυρισμοί, τώρα έχουν αποδειχθεί. Μεγάλος αριθμός ανθρώπων έχουν απαχθεί από διάφορα μέρη σ’ όλο τον κόσμο και έχουν μεταφερθεί σε χώρες όπου διώκονται και όπου τα βασανιστήρια αποτελούν συνηθισμένη πρακτική. Άλλοι έχουν κρατηθεί στη φυλακή αυθαίρετα, χωρίς καμιά συγκεκριμένη κατηγορία εναντίον τους και χωρίς δικαστική εποπτεία, στερούμενοι τη δυνατότητα να υπερασπίσουν τον εαυτό τους. Αλλοι έχουν απλά εξαφανιστεί για απροσδιόριστες περιόδους και έχουν κρατηθεί σε μυστικές φυλακές, συμπεριλαμβανομένων χωρών μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».
Το πρόγραμμα της CIA που παρουσιάζεται στην έκθεση είναι μόνο ένα τμήμα ενός ευρύτερου συστήματος φυλάκισης και κακοποίησης, που συμπεριλαμβάνει το κολαστήριο του Γκουαντανάμο και ένα δίκτυο φυλακών στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ.
Η Πολωνία και η Ρουμανία ήταν οι βασικές χώρες που χρησιμοποιήθηκαν από τη CIA. Επελέγησαν, σύμφωνα με την έκθεση, εκτός των άλλων, λόγω της οικονομικής τους εξάρτησης και της σφοδρής επιθυμίας τους να αναπτύξουν τους δεσμούς τους με τις ΗΠΑ, γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα στη CIA να αποκτήσει πλήρη και μονομερή έλεγχο στις φυλακές, να αποκτήσει άμεσους δεσμούς με το στρατό των χωρών αυτών και να παρακάμπτει κάθε άλλη αρχή και εξουσία. Βάσει συμφωνιών με τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών, η CIA δρα έξω από κάθε νομικό πλαίσιο και δεν είναι υπόλογη για τις δραστηριότητές της.
Ενώ αυτοί που μεταφέρονταν αρχικά στην Πολωνία ήταν υποτίθεται κορυφαία στελέχη της Αλ – Κάιντα, όπως ο Αμπού Ζουμπάιντα και ο Χαλίντ Σεϊκ Μοχάμεντ, οι κατηγορίες των κρατουμένων αυξάνονταν καθώς το πρόγραμμα επεκτεινόταν. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν «επικεφαλής δικτύων υποστήριξης των ανταρτών στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν» και υποτιθέμενοι «ηγέτες τρομοκρατικών πυρήνων στη Μέση Ανατολή». Οι κατηγορίες αυτές, σύμφωνα με την έκθεση, είναι αρκετά πλατιές για να περιλαμβάνουν οποιονδήποτε θεωρείται επιζήμιος για συμφέροντα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.
Ενα σημαντικό τμήμα της έκθεσης είναι αφιερωμένο στις συνθήκες κράτησης στις μυστικές φυλακές της CIA. Πρόκειται για φρικτές συνθήκες απομόνωσης, ψυχολογικής κακοποίησης και βασανιστηρίων.
Οι συνθήκες είναι μελετημένες ώστε να αποκτηνώνουν τους κρατούμενους και να εξαφανίζουν τη θέλησή τους. Οι κρατούμενοι μεταφέρονται στα κελιά τους από γεροδεμένους άντρες με μαύρες στολές, μάσκες που καλύπτουν όλο το πρόσωπό τους και σκούρο γείσο πάνω από τα μάτια τους. Τους ξεγυμνώνουν και τους αφήνουν γυμνούς ολόκληρες βδομάδες. Στην αρχή τους κρατούν σε καθεστώς απομόνωσης 4 μήνες. Σ’ αυτό το διάστημα των 120 ημερών δεν έχουν καμιά ανθρώπινη επαφή, παρά μόνο με μασκοφόρους, σιωπηλούς φρουρούς.
Υφίστανται επίσης σωματικά βασανιστήρια. Οι κρατούμενοι υποβάλλονται σε ακραίες θερμοκρασίες, που ρυθμίζονται με τη ροή αέρα από μια μοναδική τρύπα που υπάρχει στην οροφή του κελιού. Στον τοίχο του κελιού υπάρχει ένας μεταλλικός κρίκος σε απόσταση μισού μέτρου περίπου από το έδαφος. Συχνά περνούν στα χέρια και στα πόδια των κρατουμένων χειροπαίδες και τους δένουν με μια αλυσίδα σ’ αυτό τον κρίκο για μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κινηθούν και να υποφέρουν από φοβερούς πόνους. Οι κρατούμενοι υποβάλλονται επίσης σε απώλεια των αισθήσεων και υπερφόρτιση. Βομβαρδίζονται με δυνατή μουσική ή άλλους ήχους, μεταξύ των οποίων παραποιημένους στίχους από το κοράνι ή εκνευριστικούς θορύβους, όπως βροντές, απογειώσεις αεροπλάνων, βροντερά γέλια, κραυγές παιδιών και γυναικών.
Η έκθεση καταγγέλλει ιδιαίτερα το ρόλο των Ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για τις διευκολύνσεις που παρείχαν στο πρόγραμμα της CIA και την προσπάθειά τους να εμποδίζουν τις έρευνες του Συμβουλίου της Ευρώπης. «Πολλές κυβερνήσεις – αναφέρει μεταξύ άλλων – έκαναν τα πάντα για να αποκρύψουν την πραγματική φύση και την έκταση των δραστηριοτήτων τους και αρνήθηκαν να συνεργαστούν. Κάποιες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εμπόδισαν την έρευνα και συνεχίζουν να κάνουν το ίδιο, με το πρόσχημα της «προστασίας κρατικών μυστικών». Ανάμεσα σ’ αυτές είναι η Ιταλία και η Γερμανία. Πολλές χώρες καθώς και το ΝΑΤΟ δεν απάντησαν στο λεξιλόγιο που διανεμήθηκε στα πλαίσια της έρευνας».
Η άρνηση και η σιωπή δεν είναι παρά απόδειξη της ενοχής τους και της υποκριτικής και επιλεκτικής «ευαισθησίας» τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα.