Κρυφτούλι έπαιξε κι αυτή τη βδομάδα η κυβέρνηση με το Ασφαλιστικό. Για λόγους τακτικής αποφάσισε να μην το καταθέσει. Αυτό, όμως, δεν έχει καμιά σημασία. Είτε την επόμενη είτε τη μεθεπόμενη εβδομάδα, τα χαρτιά θ’ ανοίξουν και θα ξέρουμε τι θα προβλέπει αυτό το πρώτο πακέτο.
Γιατί θ’ ακολουθήσουν και άλλα πακέτα. Η ρύθμιση που θα καταργεί τα ΒΑΕ, ρυθμίσεις για τους δημόσιους υπάλληλους. Το προανήγγειλε ο Ρουσόπουλος. Δεν πρέπει δε να ξεχνάμε, ότι αυτά τα πακέτα αφορούν τη σημερινή φάση. Διότι θα ακολουθήσουν και άλλες φάσεις, όταν «ωριμάσουν» οι σημερινές αλλαγές. Το επαναλαμβάνει συνεχώς ο Αλογοσκούφης, το είπε και ο Γκαργκάνας. Με το Ασφαλιστικό δεν πρόκειται να ησυχάσουμε ποτέ. Συνέχεια θα βρισκόμαστε υπό την απειλή της Δαμόκλειας σπάθης, η οποία από καιρού εις καιρόν θα κόβεται και θα πέφτει πάνω στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά μας δικαιώματα.
Επομένως, ζητούμενο για τον κόσμο της δουλειάς είναι να μπορέσει «να αλλάξει την ατζέντα». Από το «κάτω τα χέρια από τα δικαιώματά μας», που κάθε φορά αφήνει κάποια (πολλά ή λίγα) δικαιώματα να χαθούν, να περάσει στο «θέλουμε κοινωνική ασφάλιση που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες μας».
Αυτό που παρουσιάζεται (από ποιους άραγε;) ως «μαξιμαλιστικό» είναι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος για τους εργαζόμενους. Ακόμη και για τον αμυντικό αγώνα αυτής της περιόδου. Σημασία έχει σε ποια βάση συζητάς, σε ποια βάση αγωνίζεσαι. «Πόσα θα χάσω» ή «πόσα θα κερδίσω»; Στην πρώτη περίπτωση, είσαι χαμένος από χέρι. Θυμηθείτε τι έγινε το 1990, το 1992. Θυμηθείτε τι έγινε με τον Γιαννίτση που έφυγε για να ‘ρθει ο Ρέππας. Ολο το παλιό αντιασφαλιστικό οπλοστάσιο παρέμεινε άθικτο και συμπληρώθηκε, για να ‘ρθει τώρα η ΝΔ να δώσει συνέχεια. Αν τότε είχε αλλάξει η διεκδικητική βάση, αν η καθολική αντίθεση στο σχέδιο Γιαννίτση μετατρεπόταν σε απαίτηση για αλλαγές σε όφελος των εργαζόμενων και συνταξιούχων, σήμερα ο αγώνας θα δινόταν από καλύτερες θέσεις.
Εκείνη η ευκαιρία χάθηκε, γιατί η συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν ήθελε τίποτα περισσότερο από την απόσυρση των πιο ακραίων ρυθμίσεων του σχεδίου Γιαννίτση. Δεν ήθελε καν την κατάργηση των αντιασφαλιστικών νόμων του 1990-92. Στην ίδια και χειρότερη τακτική μας οδηγεί και τώρα. Ετοιμάζεται να ρίξει μόνο μερικές τουφεκιές για την τιμή των όπλων, χωρίς να διεκδικεί τίποτ’ άλλο πέρα από την απόσυρση των ρυθμίσεων που ετοιμάζει η κυβέρνηση.
Αν παρασυρθούμε σ’ αυτή την τακτική, θα χάσουμε άλλη μια ευκαιρία. Αν σκεφτούμε πως οι σημερινές αντιασφαλιστικές ρυθμίσεις δεν είναι ό,τι χειρότερο, τότε θα είμαστε άξιοι της τύχης που μας επιφυλάσσουν το κεφάλαιο και το κράτος του.