Ο υπουργός Παιδείας δίνει δείγματα της «μεταρρύθμισης» που ετοιμάζει, ξηλώνοντας το προεδρείο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ύστερα από τον γνωστό τραγέλαφο του βιβλίου της Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού. Τα βιβλία, λέει, τώρα θα επιλέγονται από λίστες εγκεκριμένων εγχειριδίων και δε θα συγγράφονται μετά από ανάθεση υπό την επίβλεψη του ΠΙ.
Οχι πως η προηγούμενη ηγεσία του ΠΙ δεν ήταν ελεγχόμενη από την κυβέρνηση (όπως κάθε ηγεσία όλα τα προηγούμενα χρόνια, πρακτική άλλωστε επιβεβλημένη για κάθε μηχανισμό του αστικού κράτους). Μόνο που τώρα επιχειρείται ασφυκτικότερος έλεγχος, ενώ μεγαλύτερο μερίδιο στην πίτα θα έχουν οι εκδοτικοί οίκοι, που θα παράγουν βιβλία απόλυτα προσαρμοσμένα στο πνεύμα και το περιεχόμενο που απαιτούν οι πολιτικές συνθήκες και η στρατηγική της κυβέρνησης.
Επίσης έγινε γνωστό ότι σε δεύτερη φάση το υπουργείο Παιδείας θα προχωρήσει στην αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων, με επαναπροσδιορισμό της βαρύτητας των μαθημάτων και ενίσχυση συγκεκριμένων ωρών με βάση και τις επιλογές των μαθητών ανά επιστημονικό πεδίο.
Το τι σημαίνουν όλα αυτά είναι εύκολο να το αποκρυπτογραφήσουμε, αν θυμηθούμε τις συνεχείς δηλώσεις για έμφαση στις νέες τεχνολογίες και την πολυγλωσσία και γενικά σε δεξιότητες που είναι αναγκαίες για τον απόλυτο συγχρονισμό με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας των καταρτίσιμων και απασχολήσιμων. Σημαίνει μεγαλύτερη υποβάθμιση του βασικού επιπέδου σπουδών σε άθροισμα δραστηριοτήτων που θα εξυπηρετούν πρόσκαιρες δεξιότητες και όχι τη γνώση, σημαίνει πρόωρη ειδίκευση και όχι μόρφωση.
Ο υπουργός Παιδείας, μέσω συνέντευξής του στην εφημερίδα του γνωστού συγκροτήματος, έδωσε και άλλα δείγματα άσκησης της πολιτικής του «ήπιου» δρόμου που έχει επιλέξει. Ξεκαθάρισε πως από την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά όποιο Πανεπιστήμιο δεν θα συντάσσει τις τετραετείς συμφωνίες με την Πολιτεία δεν θα χρηματοδοτείται. Θέλει να στείλει μήνυμα προς τους φοιτητές να μην αντιδρούν στην εφαρμογή του νόμου-πλαίσιο και στις διοικήσεις των Ιδρυμάτων να ασκήσουν τσαμπουκά και να μην υποκύπτουν στις απαιτήσεις και τις πιέσεις των φοιτητών.
Ο Στυλιανίδης θεωρεί πως υπάρχει το έδαφος στο «νέο» ΠΑΣΟΚ να επανακάμψει στη διαδικασία αναθεώρησης του άρθρου 16, γι’ αυτό και απευθύνει κάλεσμα στο Γιωργάκη να επιστρέψει στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Και όλα αυτά, βεβαίως, όχι χωρίς έρεισμα, αφού ο Γιωργάκης, γνωστός θιασώτης των ιδιωτικών πανεπιστημίων, εξελέγη με σημαντική πλειοψηφία, ο αντίπαλός του Βενιζέλος είναι με την πλάτη στον τοίχο, ενώ και η θέση του για την αναθεώρηση του άρθρου 16 δεν ήταν κάθετα αρνητική, αφού υποστήριζε πως το ΠΑΣΟΚ δεν έπρεπε να πάρει μέρος στην πρώτη ψηφοφορία για να έχει τώρα στη δεύτερη αναθεωρητική βουλή τη δυνατότητα πίεσης μέσω της απαίτησης για πλειοψηφία 180 βουλευτών και τα διάφορα στελέχη του ΠΑΣΟΚ (Πάγκαλος, Διαμαντοπούλου) επανειλημμένα έχουν επαναλάβει δημόσια τις σπόντες τους ότι η μη ψήφιση της αναθεώρησης του άρθρου 16 ήταν λάθος, γιατί τώρα τάχα θα είχαμε τη δυνατότητα ρύθμισης της αγοράς των «κολεγίων».
Με «ήπιο» τρόπο ο Στυλιανίδης κόβει και το βήχα και των εκπαιδευτικών για αυξήσεις στους πενιχρούς μισθούς τους (σε κάθε περίπτωση φτύνει τον περσινό μεγαλειώδη αγώνα τους). Με ύφος καλού νοικοκύρη δηλώνει πως η «η υπεύθυνη κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να απλώνει τα πόδια της εκεί που φτάνει το πάπλωμα».
Αυξήσεις τέλος, λοιπόν, ασφυκτικότερος έλεγχος σε όλα, αναλυτικά προγράμματα, βιβλία, προσωπικό, υποταγή στην αγορά και τις επιχειρήσεις, ένταση του αυταρχισμού και πειθάρχηση, με όπλο τον εκβιασμό της χρηματοδότησης είναι οι κατευθύνσεις της «μεταρρύθμισης» Στυλιανίδη.
Γ.Γκ.








