Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος προσπαθεί να προωθήσει το νέο σχέδιο νόμου για τους Δασικούς Χάρτες αφήνοντας να εννοηθεί ότι η αιτία της μη κατάρτισής τους μέχρι σήμερα ήταν το θεσμικό τους πλαίσιο (ν. 2664/1998).
Πράγματι, νομικό ήταν το πρόβλημα που δεν επέτρεψε την ανάρτηση των δασικών χαρτών που είχαν συνταχθεί μέχρι σήμερα, με τη διαφορά ότι δεν οφειλόταν στο νόμο των Δασικών Χαρτών αλλά στη νομική εμπλοκή που δημιούργησε η αλλαγή του ορισμού του δάσους και της δασικής έκτασης με το νόμο 3208/2003, μετά από τις προσφυγές που έγιναν από την ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΔΑΣΟΛΟΓΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ και το ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ και την απόφαση 202/2005 της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αυτό που κρύβει πέραν των άλλων η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος είναι ότι μέχρι σήμερα και παρά την απόπειρα «θολώματος» του ορισμού του δάσους που έκανε με το ν. 3818/2010 για τα καμένα της Αττικής τον περασμένο Φεβρουάριο, εξακολουθεί να υπάρχει πρόβλημα ορισμού, το οποίο αν δεν λυθεί δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά για το πραγματικό περιεχόμενο των Δασικών Χαρτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι η υπουργός Περιβάλλοντος αρνείται εδώ και δύο μήνες να υπογράψει την ερμηνευτική εγκύκλιο που έχει συντάξει και υποβάλει η αρμόδια υπηρεσία (Γενική Διεύθυνση Δασών), αντίθετα προσπαθεί να υπαγορεύσει το περιεχόμενό της στη υπηρεσία, μετατρέποντας ένα καθαρά επιστημονικό ζήτημα, όπως είναι ο ορισμός του δάσους, σε νομικίστικο ζήτημα που πρέπει να υπακούει σε σκοπιμότητες.
Είναι προφανές λοιπόν ότι οι νομοθετικές πρωτοβουλίες του υπουργείου Περιβάλλοντος κάθε άλλο παρά αντιμετωπίζουν πραγματικά προβλήματα. Αντίθετα, με πρόσχημα αυτά τα προβλήματα προσπαθούν να αφαιρέσουν εντελώς την αρμοδιότητα των δασικών χαρτών από τη δασική υπηρεσία και να την παραδώσουν μέσω της «αμαρτωλής» ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ σε ιδιωτικά γραφεία.
Το γεγονός όμως είναι ότι σήμερα, 34 χρόνια μετά το ν. 248/76 (για το δασικό κτηματολόγιο), 31 χρόνια μετά το ν. 998/79 (διατάξεις για το δασολόγιο), 12 χρόνια μετά το ν. 2664/1998, με τον οποίο θεσμοθετήθηκαν οι διατάξεις για την κατάρτιση των δασικών χαρτών, 9 χρόνια μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001 (όπου στο άρθρο 24 θεσμοθετήθηκε η υποχρέωση του κράτους να συντάξει δασολόγιο), δεν υπάρχουν ούτε δασικοί χάρτες ούτε δασολόγιο. Ο λόγος είναι απλός: μετά την κύρωση του δασικού χάρτη σε μια περιοχή, ούτε δάση ως «άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα» (βλέπε Βατοπέδιο) θα είναι δυνατόν να μοιράζονται, ούτε νομιμοποιήσεις παρανομιών ή εξυπηρετήσεις προς διάφορες κατευθύνσεις να γίνονται κάθε τόσο, διαδικασίες με τις οποίες, πέραν της προώθησης της «πράσινης ανάπτυξης», επιτυγχάνεται και αύξηση της εκλογικής πελατείας. Το άσχημο βέβαια είναι ότι όλα τα παραπάνω γίνονται σε βάρος των δασικών οικοσυστημάτων και της δημόσιας περιουσίας.
Είναι απαράδεκτο ένας νόμος (ο ν. 2664/1998), που χωρίς δικιά του υπαιτιότητα δεν εφαρμόστηκε ποτέ στο σύνολο του, σήμερα να καταργείται ως δήθεν αποτυχημένος, μόνο και μόνο για να εξυπηρετηθούν ιδιωτικά συμφέροντα.
Η μόνη «έντιμη» λύση, η οποία θα μπορεί να εγγυηθεί την αποτελεσματική προστασία τόσο των δασικών οικοσυστημάτων όσο και της δημόσιας περιουσίας, είναι να γίνει η σύνταξη των δασικών χαρτών με εφαρμογή του ν. 2664/1998, όπως ήταν στη αρχική του μορφή (αφαιρουμένων δηλαδή των αντιδασικών αλλαγών που έγιναν με το ν. 3208/2003), με μία μόνο προσθήκη των χορτολιβαδικών εκτάσεων στις εκτάσεις των δασικών χαρτών που αναρτώνται.
24 Ιουλίου 2010
Βασίλης Πετρέλης
Μέλος του ΔΣ της ΠΕΔΔΥ