Αγαπητά μου παιδιά
Ονειρο ήταν και πάει η δευτέρα παρουσία του Καποδίστρια. Καταριούνται τον ανεπρόκοπο Προκόπη οι ράχες που δεν συνενώθηκαν κάτω από το γαλάζιο πέπλο του ουρανού κι έμειναν να τις νέμεται το πράσινο των χωραφιών. Ομως, αν η (ου)τοπική εαυτοδιοίκηση έμεινε να περιμένει τον Μάρτη, η διαδημοτική ποίηση είναι πάντα παρούσα κι εκεί θα στρέψουμε και πάλι την προσοχή μας. Μια ποίηση που από τα τρίσβαθα τής συνεχιζόμενης προϊστορίας, προφυτεύει (ναι, προφυτεύει με το μάτι στην ΚΑΠ του μέλλοντος) τα μελλούμενα:
Τρία κομμάτια κόμματα στου Ολυμπου τη ράχη
το ‘να βαστάει τον πυρσό, λιόπεσι έχει τ’ άλλο
το τρίτο το μακρύτερο μαζεύει ψηφαλάκια
και το πολυσυλλεκτικό ψειρίζει απ’ όπου να ‘ναι.
Αντιλαλούν τα ρουμάνια, η Ρουμανία, τα rooms της ανίας και τα rooms to let από τα πάθη της κλεφτουριάς και του τσελιγκάτου της Παραμυθιάς που παραμυθιάζει τους ΜΜΕ (Μικρομεσαίους Μονίμως Εγκλωβισμένους) μέσω των κοινωνικών εταίρων τους, των ΜΜΕ (Μαέστρων Μαζικής Εξαπάτησης). Πάθη μπλεγμένα στη δίνη (στη δίνει;) βουκολικών ερώτων:
Απ’ τη Ρηγίλλης διάβηκα και σ’ είδα χολιασμένη
και στο δεξί το μάγουλο του ΛαΟΣ ακουμπισμένη
μέσα η καρδιά μου έσπασε όσο να σε ρωτήσω
τι πίκρα έχεις στην καρδιά, να σε παρηγορήσω
– Τι με ρωτάς βρε άπιστε τι ‘ταν η αφορμή μου;
Ακουσα στο ΠαΣοΚ θα πας κι εχάθη η ζωή μου
– Ποιος το ‘πε περιστέρα μου, νου-δου μου κρύα βρύση
που το δεξί να του κοπεί, να μη ματαψηφίσει
αν στο ‘πε κα’νας Κουκουές, το κόμμα να πατώσει
κι αν Συριζαίος ήτανε, μες στο ΠαΣοΚ να λιώσει.
…Σκασμένοι από τ’ αδιέξοδα αλλά και από το φαΐ οι βουκόλοι και οι βουκώλοι (σσ. βου-κώλοι, οι έχοντες βοϊδίσιο κώλο κατά το μ-λΚΚΕ: μέγα λεξικό Κοινών Καθημερινών Εκφράσεων), αναζητούν φιλέτα για να συνεχίσουν το γλέντι:
Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη
έμορφη και μονάκριβη, τη λάγνα Βιστωνίδα
την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε
ώσπου σου τη διακόρεψαν και πάει στο Βατοπέδι.
…Ομως, η μίζερη –ελλείψει πόρων– διαδημοτική παράδοση δεν εξαντλείται στα όρια του δεσποτάτου της Ηπείρου. Ως άλλη μίζερη λματ, παλεύει να γίνει διηπειρωτική και τρυπώνει στη διεθνοποίηση, καθώς τα (golden και μη) παιδιά τής global masturbation επενδύουν με μουσικά happenings το επαναστατικό event. Από τα chat rooms των χωριών, στο παγκόσμιο χωριό μέσω του διαδικτύου όπου πιασμένα σπαρταρούν:
Κόκκιν’ αχείλι φίλησα κι έβαψε το δικό μου
φράγκα από μίζες έκρυβα κι έβαψε το μαντίλι
στις τράπεζες το έπλυνα κι έβαψε το ποτάμι
έβαψε η Ρώμη η μισή και η Βιέννη ακέρια
ήρθαν οι αμερικανοί, έβαψαν και οι ΗΠΑ
κι έπειτα μέσω Wall Street έβαψ’ ο κόσμος όλος.
Κοπέλες σαν τα κρύα τα νερά και νερά σαν τις κρύες τις κοπέλες που με χαϊδεύουν, τους ψευτοφίλους που με κοροϊδεύουν, που απ’ τους άλλους θε’ν παλικαριά κι οι ίδιοι όλο λερώνουν τα βρακιά, τραγουδούν εν χορώ:
Από τη γης βγαίνει νερό, απ’ την ελιά το λάδι
κι από τον καπιταλιστή βγαίνουν σωρός τα κέρδη.
Στάλα τη στάλα το νερό τρυπάει το λιθάρι
κι ο άλλος με τα κέρδη του γ@μεί τον κόσμο όλο.
Λίγο πριν μπουν τα ζα του λόγγου στου Ζαλόγγου το χορό, χωρατεύουν ανέμελα και διασκεδάζουν κατανοώντας απόλυτα το μαύρο χάλι που επιφυλάσσουν τα κόκκινα χαλιά:
Εβγάτε αγόρια στο χορό, κοράσια στα τραγούδια
πιέστε και τραγουδήσετε πώς πιάνεται η μίζα:
από τα χέρια πιάνεται, στην τσέπη κατεβαίνει
στις Ελβετίες κρύβεται, ριζώνει και δε βγαίνει.
Γκόλφω (goal fault: λάθος στόχος)