Συνεχίζοντας την αγόρευσή του με τις επιμέρους πράξεις για τις οποίες κατηγορείται ο Τζωρτζάτος, ο Ι. Μυλωνάς απένειμε αρχικά έπαινο στην εισαγγελική έδρα για τον τρόπο που αντιμετώπισε την υπόθεση Βαρδινογιάννη. Δηλαδή, για το ότι δεν έμεινε στις «ομολογίες» αλλά πήρε υπόψη της το σύνολο των αποδεικτικών μέσων. « Αν για παράδειγμα την ομολογία του κ. Τζωρτζάτου την καταρρίψει η απολογία ενός συγκατηγορουμένου του, αυτό θα πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη… Στην υπόθεση Μομφεράτου ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός έχει πει κι αυτός την εκδοχή του και εκεί δε λέει τίποτα για τον κ. Τζωρτζάτο παρ’ όλο που ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός έχει υπογράψει ότι αυτός, ο Χριστόδουλος, ήταν παρών. Αυτό δε θα πρέπει να το συνεκτιμήσουμε και να του δώσουμε την δέουσα πολύ μεγάλη σημασία; Αυτό δηλαδή που έχει κάνει ορθότατα ο κ. Εισαγγελέας στην υπόθεση Βαρδινογιάννη, γιατί δε θα πρέπει να το κάνουμε και στην υπόθεση Μομφεράτου;».
Για την υπόθεση της ληστείας στου Μαρινόπουλου είπε ότι η εισαγγελική πρόταση «κινείται στο σωστό δρόμο, είναι ορθή, όχι πλήρης». Κατά τον συνήγορο (προέβαλε αυτοτελείς ισχυρισμούς), α) δεν έχουμε ιδιαίτερη σκληρότητα, β) οι άλλες πράξεις σωματικής βίας εμπίμπτουν στην έννοια της απλής ληστείας και γ) σε κάθε περίπτωση έχουμε ανεπίτρεπτη μεταβολή κατηγορίας, επειδή ο βαρύτερος χαρακτηρισμός έγινε με το παραπεμπτικό βούλευμα και ενώ είχε παρέλθει ο χρόνος παραγραφής. Δεν αρκέστηκε, όμως, στην παρουσίαση των αυτοτελών νομικών ισχυρισμών, αλλά προχώρησε και σε λεπτομερή αντίκρουση της πρωτόδικης απόφασης, η οποία «δεν ξέρει τι της γίνεται». Γιατί (αναφέρουμε μόνο μια από τις πολλές κραυγαλέες αντιφάσεις) η ίδια απόφαση από τη μια δέχεται ότι ο Κουφοντίνας ήταν έξω από το αυτοκίνητο και τρεις σειρές παρακάτω τον τοποθετεί στο εσωτερικό του αυτοκινήτου! Η καταδίκη του Τζωρτζάτου –κατέληξε ο συνήγορος- στηρίχτηκε μόνο σε μια αόριστη αναφορά του Χριστόδουλου (που αναφέρει και τον Τσελέντη, ο οποίος όμως έχει αθωωθεί), ενώ ο παθών ήταν κατηγορηματικός ότι δεν τον αναγνώρισε και ουδέποτε έχει πει τίποτα διαφορετικό!
Για την υπόθεση Μπακογιάννη, ο Ι. Μυλωνάς επανήλθε στο ζήτημα των πιέσεων της υπουργού Εξωτερικών και της προσπάθειάς της να περάσει γραμμή, ότι όλοι όσοι έχουν καταδικαστεί καλώς καταδικάστηκαν, σημειώνοντας ότι είναι «μια άλλη ιστορία το αν αυτή θα (σσ. η γραμμή) θα υιοθετηθεί». Σε ό,τι αφορά την ομολογία του Τζωρτζάτου, ότι αυτός περίμενε στο αυτοκίνητο, υποστήριξε ότι αυτή διαψεύδεται από τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, τέσσερις από τους οποίους κατέθεσαν ότι δεν υπήρχε οδηγός που να περιμένει, αλλά το αυτοκίνητο οδήγησε ο ένας από τους δράστες. Οι τρεις μάρτυρες ήταν στο σημείο διαφυγής και ο τέταρτος στο σημείο εγκατάλειψης του αυτοκινήτου. Επικουρικά, ο Ι. Μυλωνάς υποστήριξε τη νομική άποψη, ότι και να υπήρχε τέταρτος άνθρωπος, ως οδηγός του αυτοκινήτου, αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί απλός συνεργός, γιατί ο νόμος λέει ότι δε μπορεί να υπάρξει απλή συνέργεια μετά την τέλεση της πράξης.
Για την υπόθεση Αγγελόπουλου ο συνήγορος υποστήριξε ότι, ακόμη και αν το δικαστήριο δεχτεί ότι ο Τζωρτζάτος ήταν παρών, νομικά δεν στοιχειοθετείται η απλή συνέργεια. Γιατί ακόμα και σύμφωνα με την ομολογία του (που την έχει καταγγείλει ως προϊόν βασανιστηρίων), αυτός οδήγησε ένα αυτοκίνητο διαφυγής στο οποίο επιβιβάστηκαν οι δυο δράστες, οι οποίοι έκαναν την ενέργεια με μια μοτοσικλέτα, με την οποία απομακρύνθηκαν από το χώρο και πολύ μακρύτερα την εγκατέλειψαν και επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο. Δε μπορεί –κατέληξε- για τον μεν Τέλιο στην υπόθεση Ανδρουλιδάκη να λέει η εισαγγελία ότι ήταν απλός παρατηρητής και δεν βοήθησε σε τίποτα, μολονότι ήταν παρών στον τόπο του συμβάντος, και από την άλλη να φορτώνει άμεση συνέργεια στον Τζωρτζάτο στην υπόθεση Αγγελόπουλου, που φέρεται να ήταν σε άλλο σημείο και να μην έχει καμιά επαφή ούτε με την πράξη ούτε με το χώρο τέλεσης της πράξης.
Στη λογική των δυο μέτρων και δύο σταθμών αναφέρθηκε ο Ι. Μυλωνάς περνώντας και στην επόμενη υπόθεση, την εκτέλεση Αθανασιάδη-Μποδοσάκη. Ο Τσελέντης φέρεται να οδηγεί τη μοτοσικλέτα στην εκτέλεση Αγγελόπουλου και καταδικάζεται (σωστά κατά τον συνήγορο) ως απλός συνεργός. Ο Τζωρτζάτος φέρεται να οδηγεί τη μοτοσικλέτα στην εκτέλεση Αθανασιάδη και καταδικάζεται ως άμεσος συνεργός, εισπράττοντας μια ποινή ισοβίων! Ποια είναι εν προκειμένω η υπερασπιστική θέση Τζωρτζάτου; Σε αποδεικτικό επίπεδο, ότι δεν ήταν αυτός ο οδηγός της μοτοσικλέτας. Σε νομικό επίπεδο, ότι ακόμα και αν θεωρηθεί αυτός οδηγός, δε μπορεί να καταδικαστεί παρά μόνο για απλή συνέργεια. Στην υπόθεση αυτή πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει καμία άλλη αναφορά, πλην της καταγγελθείσας ομολογίας του ίδιου του Τζωρτζάτου, η οποία αποδεικνύεται και εντελώς αναξιόπιστη με βάση τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων.
Και μια αναφορά που μας προκάλεσε αλγεινή εντύπωση: «Από την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας τι προκύπτει; Οτι ο οδηγός έχει –το λέω με δικά μου λόγια- παθητική στάση, δεν συμμετέχει καθόλου, περιμένει και μάλιστα έχει και ξεχωριστό ρόλο. Ο ρόλος του είναι να φύγει από το χώρο του εγκλήματος. Μάλιστα έχουμε δει από την κατάθεση του Μερκούρη ότι ο δράστης –φέρεται να είναι ο κ. Κουφοντίνας- σηκώνεται πάνω στη μοτοσικλέτα ακριβώς για να μπορέσει να πυροβολήσει καλύτερα και δυστυχώς πολλοί έχουν πει ότι ο κ. Κουφοντίνας είχε μια ιδιαίτερη ικανότητα στο να πετύχει το στόχο του. Η απορία μου, ο προβληματισμός μου είναι: ποια είναι η συνδρομή που παρέχει ο κ. Τζωρτζάτος -αν υποθέσουμε ότι είναι ο οδηγός- κατά και εν τη εκτελέσει; Το ότι παρέχει κάποια συνδρομή εδώ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, γιατί είναι ο οδηγός της μοτοσικλέτας. Ομως και ο κ. Τσελέντης ήταν ο οδηγός της μοτοσικλέτας στην υπόθεση Αγγελόπουλου και καταδικάστηκε ως απλός συνεργός». Από πού ξέρει ο κ. Μυλωνάς ότι δράστης ήταν ο Κουφοντίνας και οικοδομεί αυτό το συλλογισμό, ότι ο Κουφοντίνας ήταν «ιδυστυχώς διαίτερα ικανός» και επομένως δεν χρειαζόταν τη συνδρομή του οδηγού; Ανεξάρτητα από το ότι ο Κουφοντίνας δεν υπερασπίστηκε ποτέ τον εαυτό του σε ποινικό επίπεδο, ποια αγωνιστική ηθική επιτρέπει να αναζητούνται υπερασπιστικά επιχειρήματα μέσω της επιβάρυνσής του; Δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται κανένα περαιτέρω σχόλιο…