«Στα ξωκλήσια, όπου υπάρχουν οι ζωγραφιές των αγίων, θα ‘πρεπε να μπει κι ο Μήτσος». Μ’ αυτή τη φράση έκλεισε την κατάθεσή του στην Αντιτρομοκρατική ο ωρολογοποιός Κυριάκος Καββαθάς, όταν ο ασφαλίτης τον ρώτησε πώς θα περιέγραφε το φίλο του Δ. Κουφοντίνα. «70 άτομα λέτε τα ίδια και τα ίδια», έκλεισε την κουβέντα ο ασφαλίτης. Ο Κ. Καββαθάς μετέφερε το διάλογο στο δικαστήριο, όπου ήρθε να καταθέσει ως μάρτυρας υπεράσπισης της Αγγελικής Σωτηροπούλου. Ηρθε να μιλήσει για «την Κικίτσα και το Μήτσο». Τα παιδιά που γνώρισε στα Βριλήσσια, όπου υπήρξαν γείτονες για τρία χρόνια και συνδέθηκαν με φιλία ζωής. Εκλαιγα, έβλεπα εφιάλτες εκείνη την περίοδο, είπε ο μάρτυρας. Η λύτρωση ήρθε όταν πήρα ένα τηλεφώνημα και με κάλεσαν στην Ασφάλεια εκ μέρος του κ. Διώτη. Πήγα αμέσως και είπα αυτά που είχα μέσα μου. Ο Κ. Καββαθάς μίλησε για τους φίλους του, για τη λιτή ζωή τους, για τη δουλειά με τα μελίσσια, για το σπίτι στο Βαρνάβα που χτίστηκε με πολλή προσωπική εργασία και βοήθεια φίλων, όπως χτίστηκε και το δικό του.
Η εισαγγελέας και πάλι το βιολί της: «Και με την κ. Σωτηροπούλου συζητούσατε πώς θα γίνει καλύτερος ο κόσμος;». «Είναι κακό αυτό;», παρενέβη η Γ. Κούρτοβικ. «Θέλω να ξέρω», ήταν η απάντηση της εισαγγελέα, που προφανώς θέλει να ελέγξει και τα φρονήματα, διότι και αυτά συνιστούν ενδείξεις (τουλάχιστον) ενοχής. Κι αμέσως μετά μια ερώτηση έτοιμη από τα πριν (το συμπέρασμα βγαίνει από το ότι την υπέβαλε απνευστί, με γρήγορο τέμπο, χωρίς να κομπιάσει ή να ψάξει μια λέξη, ως συνήθως): «Πώ; Θα χαρακτηρίζατε την κ. Σωτηροπούλου, δειλή, δυνατή, με έντονη προσωπικότητα ή γυναικούλα του σπιτιού που ο άνδρας τη βάζει στη γωνία;». Ο μάρτυρας δεν δίστασε στιγμή: «Ανθρωπος με προσωπικότητα και αξιοπρέπεια».
Η καθηγήτρια του ΕΜΠ Ελένη Πορτάλιου αναφέρθηκε στην περιπέτεια της Αγγ. Σωτηροπούλου από φεμινιστική άποψη. Εκείνο το καλοκαίρι του 2002 είχε κατάφορα αδικηθεί και αυτό είναι που με φέρνει εδώ. Είχε δαιμονοποιηθεί ως γυναίκα. Υπέστη ένα ανηλεές κυνηγητό, διαπομπεύτηκε ως αποκρουστικό πρόσωπο, ως δαιμόνια γυναίκα. Η τοποθέτηση αυτή, σε συνδυασμό προφανώς και με την ιδιότητα της μάρτυρα (μια καθηγήτρια του Πολυτεχνείου να υπερασπίζεται την «τρομοκράτισσα»;), ενόχλησε σφόδρα. Ετσι, η εισαγγελέας άφησε και πάλι στην άκρη τη δικονομία και με την αγαπημένη της τακτική να μετατρέπει το ζητούμενο σε δεδομένο ρώτησε τη μάρτυρα: Είπατε ότι ο σύζυγός σας ήταν σε παράνομη οργάνωση. Θα σας εξέθετε ποτέ εσάς, θα σας πήγαινε σ’ ένα κρυσφήγετο με όπλα; Η Κούρτοβικ διαμαρτυρήθηκε ήρεμα: Ξέρετε εσείς, κ. εισαγγελέα, ότι τότε υπήρχαν όπλα; Η εισαγγελέας επικαλέστηκε την έκθεση ερεύνης, αλλά η Δ. Βαγιανού της έδωσε πληρωμένη απάντηση: Επικαλείστε τη μισή έκθεση ερεύνης. Γιατί η έκθεση λέει ότι τα όπλα ήταν στο πατάρι και σε ένα προστατευμένο δωμάτιο.
Τότε, η εισαγγελέας απώλεσε κάθε ίχνος σοβαρότητας και αποκάλυψε μια εμπάθεια που δεν θα θέλαμε να χαρακτηρίσουμε: «Για διαβάστε στην τουαλέτα πόσα όπλα ήταν»! Αναφερόταν στα δυο πιστόλια που βρέθηκαν στη Δαμάρεως, μέσα στη γεμάτη με νερό μπανιέρα. Η ίδια η Αντιτρομοκρατική είπε τότε, ότι τα όπλα τα βούτηξε στο νερό ο Δ. Κουφοντίνας, για να σβηστούν τα αποτυπώματα που έφεραν. Ηρεμα ο Δ. Κουφοντίνας παρατήρησε: «Η κ. εισαγγελέας δεν διαθέτει κοινή λογική. Νομίζετε ότι οι οργανώσεις κάθε πρωί κάνουν μπάνιο με σαμπουάν στα όπλα; Νομίζετε ότι ξυπνάμε και το πρώτο που κάνουμε είναι να κάνουμε μπάνιο στα όπλα;». Αντί να σταματήσει, η εισαγγελέας εκτέθηκε ακόμα περισσότερο: «Δεν ξέρω, μπορεί η μπανιέρα να ήταν αποθηκευτικός χώρος»!!! «Στη μπανιέρα με νερό;», ρώτησε ειρωνικά ο Κουφοντίνας και η εισαγγελέας κατάλαβε (;) ότι μάλλον εκτίθεται αν το συνεχίσει. Δικαιώθηκε έτσι η εκτίμηση που από την αρχή έκανε η Γ. Κούρτοβικ. Οτι η εισαγγελέας προσπαθεί να παραπλανήσει τη μάρτυρα. Και εκτέθηκε και ο πρόεδρος, που έψεξε τους συνηγόρους για την παρέμβασή τους και προσπάθησε να υπερασπιστεί την εισαγγελέα με τη φράση: «Δηλαδή θα απολογείται συνεχώς η κ. εισαγγελεύς για τις ερωτήσεις της;»!
Εμείς να θυμίσουμε ότι έχουν καταθέσει ως μάρτυρες κατηγορίας δυο υδραυλικοί που έκαναν επισκευές στο μπάνιο της Δαμάρεως, επειδή είχε υπάρξει διαρροή και είχε κάνει ζημιές στο ταβάνι του από κάτω διαμερίσματος. Δεν είδαν τίποτα ούτε στο μπάνιο, ούτε στο χολ, ούτε στο σαλόνι. Προφανώς, σύμφωνα με την εξαιρετικά πρωτότυπη άποψη της εισαγγελέα, η 17Ν φύλαγε τα πιστόλια σε υδατικό διάλειμμα μέσα στη μπανιέρα και μόνο τις μέρες που πήγαν οι υδραυλικοί τα έκρυψε!
Η κ. Πορτάλιου ρωτήθηκε ακόμη, με την ιδιότητα της αρχιτέκτονα, για την κατασκευή του Βαρνάβα, την οποία βέβαια δεν έχει δει. Με βάση τα δεδομένα που της τέθηκαν υπόψη, εκτίμησε ότι μια τέτοια κατασκευή, χωρίς εργολαβικό κέρδος, με προσωπική εργασία, με αποφυγή υπεργολάβων σε κάποια στάδια και με υλικά φυσικά (βιοκλιματική κατασκευή) μπορεί να φτάσει το κόστος των 150.000 δρχ. ανά τετραγωνικό.
Σπέκουλα επιχειρήθηκε και κατά την κατάθεση της μάρτυρα Νικολέτας Σταματούκου, παιδικής φίλης της Σωτηροπούλου. Η εισαγγελέας αναφέρθηκε στη Σωτηροπούλου ως σύντροφο δυο μελών της 17Ν. Η Κούρτοβικ παρατήρησε ότι ακόμα και από το κατηγορητήριο δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Κατά το κατηγορητήριο και κατά την απόφαση, ο Σάββας Ξηρός υπήρξε μέλος της 17Ν από το 1986, περίοδο που έχει διαλυθεί η σχέση του με τη Σωτηροπούλου. Η εισαγγελέας επιμένει ότι η Σωτηροπούλου στην απολογία της είπε πως ο γάμος με το Σάββα διαλύθηκε το 1989. Επιμένει, μολονότι η Σωτηροπούλου της λέει ότι δεν έχει πει τίποτα τέτοιο και η υπεράσπιση σημειώνει ότι η αίτηση διαζυγίου έχει κατατεθεί και συζητηθεί για πρώτη φορά το 1987. Οι συνήγοροι αναζητούν τα πρακτικά της πρώτης δίκης και η Γ. Κούρτοβικ διαβάζει το σχετικό απόσπασμα από την απολογία της Αγγ. Σωτηροπούλου: «Τυπικά ήμασταν μέχρι το ΄88 που βγήκε το διαζύγιο. Αλλά από το ΄86 – ΄87 είχαμε απομακρυνθεί, δεν είχαμε τσακωθεί και είναι τεράστια η διαφορά». Εμείς να αφιερώσουμε εξαιρετικά στην κ. Κουτζαμάνη και τη σχετική καταγραφή στη σελίδα 4941 από τα επίσημα πρακτικά της δίκης (από την απόφαση δηλαδή): «Τυπικά ήμασταν μέχρι το ΄88 που βγήκε το διαζύγιο. Αλλά από το ΄86-΄87 είχαμε απομακρυνθεί, δεν είχαμε τσακωθεί και είναι τεράστια η διαφορά». Κάποια στιγμή πετάχτηκε και ο εκπρόσωπος των Αμερικανοβρετανών στη δίκη, να προσφέρει βοήθεια στην εισαγγελέα, λέγοντας ότι ο Σάββας ήταν από το 1985 στη 17Ν, είχε συμμετοχή στην επίθεση ενάντια σε κλούβα της αμερικάνικης αεροπορίας στον Κηφισσό. Τον ξεμπρόστιασε, όμως, ο Χρ. Ξηρός, που θύμισε στο δικαστήριο ότι η ενέργεια αυτή έγινε το 1987 και όχι το 1985! Και ο Αναγνωστόπουλος κατάπιε τη γλώσσα του. Το μόνο ερώτημα που προκύπτει είναι αν την πάτησε μέσα στη ζέση του ή αν μπλοφάρισε, ποντάροντας ότι κανένας δεν θα θυμάται την ημερομηνία. Πονηρός ο Χριστόδουλος κοίταξε τα χαρτιά του και το βρήκε.
Κατέθεσε, επίσης, η Ελένη Περγιαλιώτη, οικογενειακή φίλη του ζευγαριού Σωτηροπούλου-Κουφοντίνα.
Στη συνέχεια και πριν αρχίσουν να καταθέτουν δυο δικοί του μάρτυρες υπεράσπισης, ζήτησε το λόγο ο Χρ. Ξηρός και έκανε την εξής δήλωση:
«Με αφορμή καταρχήν την απαράδεκτη επίθεση που έκανε η κ. εισαγγελέας χθες στη μάρτυρα Αθηνά Αντύπα-Λύκου, έχω να δηλώσω καταρχήν: Πιστεύω ότι η αίτηση εξαίρεσης σε μια πολιτική δίκη είναι ακραία επιλογή. Σ’ ένα ταξικό δικαστήριο οι προσωπικές επιλογές του δικαστή πάνε σε δεύτερη μοίρα. Εκείνο που προέχει είναι η καταδίκη του πολιτικού αντιπάλου με οποιοδήποτε τίμημα. Γι’ αυτό βλέπουμε και σε μια τέτοια δίκη, όπως η δική μας, που είναι κατεξοχήν πολιτική δίκη, δεν εξετάζονται στοιχεία. Απλώς, ο δικαστής καλείται να κάνει το ταξικό του καθήκον, να υπηρετήσει την τάξη του. Η αλήθεια, η δικαιοσύνη πάνε περίπατο. Ομως, δηλώνω εδώ ότι αν συνεχιστεί αυτή η απαράδεκτη προσωπική επίθεση σε μάρτυρες, αν συνεχιστεί η απαξίωση των μαρτύρων που έρχοντασι εδώ να καταθέσουν την ψυχή τους, σαν τη χτεσινή μάρτυρα, θ’ αναγκαστούμε να καταφύγουμε και σ’ αυτό το έσχατο μέσο.
Τώρα, όσον αφορά τη συγκλονιστική πραγματικά μαρτυρία της Αθηνάς Αντύπα-Λύκου, σας έδειξε με πολύ παραστατικό τρόπο –δε θα σταθώ σ’ αυτά που είπε για μένα, αλλά σ’ αυτά που είπε για τον αδερφό μου το Σάββα- ποιος ήταν ο αδερφός μου πριν απ’ την έκρηξη, ποιος ήταν ο χαρακτήρας του, ποιες ήταν οι ανησυχίες του, ποιος ήταν ο Σάββας. Σας έδειξε επίσης με τον ίδιο παραστατικό τρόπο ποιος ήταν ο Σάββας μετά την έκρηξη, όπως τον γνώρισε από την εικόνα του στην τηλεόραση, από τις συνομιλίες στο τηλέφωνο. Πως κατάντησε, για να ακριβολογούμε, ο Σάββας, μετά τους χειρισμούς που υπέστη στον Ευαγγελισμό. Μας είπε κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα, πως χαζογελούσε τη στιγμή που ερχόταν να περάσει την υπόλοιπη ζωή του στον Κορυδαλλό, τυφλός, κουφός, με κομμένο χέρι και με όλα τα άλλα προβλήματα που έχει. Μας είπε ακόμα το επίσης πολύ ακραίο παράδειγμα, ότι μέσα στην Εντατική, ενώ ανακρινόταν για 90 κακουργήματα, όλη του η ένοια ήταν να ζητήσει παπά να παντρευτεί. Είδαμε την απαράδεκτη συμπεριφορά της εισαγγελέως και σ’ αυτό το ζήτημα, είπε στη μάρτυρα ότι ήθελε να αποκαταστήσει την κοπέλα. Δηλαδή, νομίζει ότι απευθύνεται σε ηλιθίους, όταν λέει τέτοια πράγματα. Αυτός ήταν ο Σάββας όπως τον καταντήσατε, όπως τον καταντήσανε οι μηχανισμοί καταστολής, αυτός ήταν που έδινε συνεντεύξεις, αυτός ήταν που έδινε καταθέσεις. Αυτές τις καταθέσεις και συνεντεύξεις που εσείς με προθυμία θέλετε να χρησιμοποιήσετε, γιατί δεν έχετε τίποτε άλλο. Αυτά μας είπε κι ο πατέρας μου σε συνεντεύξεις και θα τα έλεγε και εδώ, αν τον αφήνατε να καταθέσει. Αυτά μας είπε και η κ. Ρομέρο, που επίσης ήξερε το Σάββα, αυτά σας καταθέτω και εγώ που ξέρω το Σάββα καλύτερα απ’ τον καθένα, καλύτερα κι απ’ τους γονείς μου ακόμα. Γιατί ακόμα και τα χρόνια που έλειπε από το σπίτι, τα περισσότερα είχαμε κάποιες επαφές ή πολλές επαφές. Εγώ θυμάμαι το Σάββα από τη μέρα που γεννήθηκε. Γιατί γεννήθηκε στο σπίτι, συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια στις φτωχές οικογένειες.
Εσείς, όμως, δεν έχετε άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσετε αυτά τα στοιχεία, αυτά τα προϊόντα βασανισμού, διότι δεν έχετε άλλα, είναι πολύ απλό. Τα λέω όλ’ αυτά γιατί ο κ. Πιταρίδης και η κ. Κοκκινοπούλου μας είπαν ότι ήταν περδίκι, γιατί αυτό χρειάζεστε ν’ ακούσετε για να χρησιμοποιήσετε αυτές τις καταθέσεις. Δεν είχαν όμως μέτρο σύγκρισης οι γιατροί. Μπορεί για έναν εντατικολόγο, για μια νοσηλεύτρια της Εντατικής ένας άνθρωπος που απλώς αρθρώνει κάποιες λέξεις να είναι περδίκι, σε σχέση με τους άλλους που είναι φυτά. Για μένα, όμως, για την Αλίθια, για τον πατέρα μου, για τη μητέρα μου, για την Αθηνά τη Λύκου, που τον ζήσαμε αυτόν τον άνθρωπο, δεν είναι ούτε περδίκι, ούτε καν άνθρωπος. Είναι κάτι άλλο, είναι ένα κατάντημα. Θα καταθέσω και γω τη δική μου μαρτυρία με λίγα λόγια. Γιατί ο Σάββας ήταν ένας πράος άνθρωπος, διαλλακτικός, οξύνους βέβαια, είχε παροιμιώδη υπομονή, ήταν σεμνός και λιγομίλητος. Στις 2 Σεπτεμβρίου που τον είδα εγώ στις φυλακές Κορυδαλλού ουσιαστικά ήταν άλλος άνθρωπος. Δεν είχε μείνει από το Σάββα… (στο σημείο αυτό ο Χριστόδουλος έσπασε, η φωνή του μετατράπηκε σε λυγμό, σταμάτησε) … συγνώμη – από το Σάββα που ήξερα δεν είχε μείνει τίποτα. (Νέα σιωπή)…Οχι, θα συνεχίσω, είναι υποχρέωσή μου να τα πω… Ηταν ένας άνθρωπος ανυπόμονος, πολυλογάς, φλύαρος μάλλον, κυκλοθυμικός, υποβόλιμος, με γνώμες και απόψεις που προφανώς του είχαν υποβληθεί στον Ευαγγελισμό, που τις υιοθετούσε άκριτα και τις αναπαρήγαγε. Τελείως άβουλος, με αδυναμία συγκέντρωσης. Μέχρι το τέλος της πρώτης δίκης –σας το έχω ξαναπεί- μας έλεγε ιστορίες από την παιδική μας ηλικία που ουδέποτε είχαν συμβεί και πίστευε ακράδαντα ότι είχαν συμβεί. Στην προσπάθειά του να βγει απ’ αυτή την κατάσταση, απ’ αυτό το χαρακτήρα που του δημιούργησαν με τους χειρισμούς στον Ευαγγελισμό, πέφτει σε συνεχείς παλινωδίες και τις βλέπετε. Με τις δηλώσεις του μες στη δίκη, με τις δηλώσεις του μετά το τέλος της δίκη, με τους χειρισμούς που κάνει μετά τη δίκη, που δεν κάνει έφεση, που δηλώνει ότι δε θα κάνει καμιά κίνηση για να βελτιώσει τη θέση του, που κάνει αγωγές στους γιατρούς και τις ανακαλεί. Ολα αυτά δεν είναι ο Σάββας, είναι κάποιος άλλος που τα κάνει. Είναι αυτός που δημιουργήσατε, είναι αυτός που δημιούργησαν τα βασανιστήρια και οι χειρισμοί στον Ευαγγελισμό. Βλέποντας όλ’ αυτά δε θεωρώ ότι θίγω έστω και στο ελάχιστο τον αδερφό μου, τον οποίο και αγαπάω και σέβομαι. Απλώς καταγγέλλω αυτούς που χειρίστηκαν μ’ αυτό το βάρβαρο τρόπο τον αδερφό μου στον Ευαγγελισμό και μετέπειτα βέβαια εδώ μέσα. Που έσπευσαν και τότε και σήμερα να εκμεταλλευτούν τα αποτελέσματα των βασανιστηρίων.
Επειδή πολλές φορές έχετε πει εσείς κ. πρόεδρε «να μην ερευνήσει η Αστυνομία;», βέβαια να ερευνήσει η Αστυνομία αλλά υπάρχουν και κάποιες διαδικασίες νομιμότητας, οι οποίες όχι απλώς καταπατήθηκαν, ποδοπατήθηκαν κ. πρόεδρε και το γνωρίζετε. Τους ρημάξανε τους ανθρώπους, τους ρημάξανε οι μηχανισμοί καταστολής και τους διαπομπεύσανε κι από πάνω. Στην περίπτωση του Σάββα σε υπερθετικό βαθμό. Με χρήση ψυχοφαρμάκων, με αισθητηριακή απομόνωση, με ψυχολογική και σωματική βία, με αιχμαλωσία όλης της οικογένειας και όλα αυτά σ’ έναν ετοιμοθάνατο στην Εντατική. Αυτές τις ανατριχιαστικές πρακτικές καλείστε να νομιμοποιήσετε κύριοι δικαστές. Στο όνομα της εξάρθρωσης, στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, συντασσόμενοι πλήρως με τις ΗΠΑ σ’ ένα μέλλον του Γκουαντανάμο και του Αμπού Γκράιμπ, όπου το Νταχάου και το Μαουτχάουζεν θα φαντάζουνε σαν παιδικές κατασκηνώσεις. Να σημειώσω εδώ, ότι και τα εγκλήματα των ναζί σ’ όλη τη διάρκεια του δευτέρου πολέμου δεν ήταν γνωστά. Ολος ο «πολιτισμένος» κόσμος εποιούσε την νήσσαν. Και όλα αυτά, κύριοι, γιατί δεν έχετε στοιχεία να μας δικάσετε. Το έχουμε πει και το έχω αποδείξει σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και με τους μάρτυρες τους δικούς σας, τους μάρτυρες κατηγορίας που ανατρέψαν το κατηγορητήριο, αλλά και με τους μάρτυρες υπεράσπισης».
Τη συμπεριφορά της εισαγγελέα στηλίτευσαν και οι συνήγοροί του Α. Κωνσταντάκης και Γ. Γκουντούνας, ενώ μετά το διάλειμμα επανήλθε στο ζήτημα ο Δ. Κουφοντίνας, που έκανε την παρακάτω δήλωση:
«Εγώ θα μιλήσω για τα δυο πρόσωπα, όχι του Ιανού, αλλά της εισαγγελέως. Σε όλη τη διάρκεια των καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας –και μιλάμε για περίπου 300 μάρτυρες, όπου κατέθεσαν λίγοι απ’ αυτούς για περιστατικά, ανάμεσα στους οποίους, η πλειονότητα ήταν κραυγαλέοι ψευδομάρτυρες- η κ. εισαγγελέας δεν έκανε καμία απολύτως ερώτηση, ακόμα και όταν κατέθεταν τα πιο απίθανα πράγματα. Οταν κάποιος από τον τρίτο όροφο είδε φευγαλέα κάποιον και τον γνώρισε από το καρύδι του λαιμού του ή όταν κάποια άλλη μάρτυρας είπε ότι είδε κάποιον από τον τέταρτο όροφο από το πίσω μέρος του κεφαλιού του και τον αναγνώρισε με βεβαιότητα και άλλα τέτοια κραυγαλέα ψεύδη, η κ. εισαγγελέας δεν έλεγε απολύτως τίποτα και το πρόσωπό της ήταν καλοσυνάτο, με χαμόγελο, «αναγνωρίσατε; φτάνει, τίποτ’ άλλο». Οταν άρχισαν οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, είδαμε το δεύτερο πρόσωπο της κ. εισαγγελέως. Ειρωνικό, χλευάζοντας και απαξιώνοντας τους μάρτυρες, να αρπάζεται από την παραμικρή λεξούλα και να προσπαθεί να βγάλει δεν ξέρω και γω τι. Αυτό είναι το δεύτερο πρόσωπο της κ. εισαγγελέως και νομίζω το πραγματικό της. Θα σας πω για σήμερα. Δεν θα πω για την απολογία, γιατί πράγματι, είναι όπως τη διαβάσαμε πολύ συγκεκριμένα, και ο κ. Λάμπρου μάλιστα το θεώρησε δεδομένο. Θα αναφέρω μόνο ένα περιστατικό που δεν ακούστηκε. Είπε η εισαγγελέας για τα όπλα στην τουαλέτα. Ποια τουαλέτα; Ηταν στη μπανιέρα και μάλιστα μέσα στα νερά.
Εισαγγελέας: Προκύπτει από την έκθεση αυτό κ. Κουφοντίνα, ότι είχε νερά η μπανιέρα; Τη διάβασα, ειλικρινά τη διάβασα την έκθεση, δε διάβασα μπανιέρα.
Δ. Κουφοντίνας: Στην έκθεση γράφει ότι υπήρχε νερό, υπήρχε και σαπουνάδα προφανώς για να σβήσουν τα αποτυπώματα.
Εισαγγελέας: Δεν το ‘χω διαβάσει.
Δ. Κουφοντίνας: Εγώ θα ήθελα να προσθέσω γι’ αυτό το εκπληκτικό που είπατε: «Αποδείξτε εσείς ότι τα όπλα δεν ήταν στη μπανιέρα πιο πριν»! Δηλαδή, αντιστρέφετε το ότι η κατηγορία πρέπει να αποδείξει την κατηγορία. Αποδείξτε εσείς ότι τα όπλα ήταν πάντα στη μπανιέρα, μέσα στα νερά και στις σαπουνάδες».
Χρ. Ξηρός: Εξανίσταται κιόλας η κ. εισαγγελέας, διότι τάχα την εφεύραμε εμείς τη δήθεν επίθεση στους μάρτυρες. Να της θυμίσω ότι στις 18/9, που είχαμε το μάρτυρα Μαρκατσέλη, δικό μου μάρτυρα, εσείς ο ίδιος χαρακτηρίσατε την ερώτηση ως παραπλανητική, διότι ρώτησε η εισαγγελέας το μάρτυρα «Μα τα ομολόγησε ο κ. Χριστόδουλος» και είπατε εσείς «όχι, κ. εισαγγελέα, υπέγραψε, αυτός είναι ο ισχυρισμός του». Απλώς για να το θυμίσω, δεν κάνω εγώ παραπλανητικές ερωτήσεις, ούτε τα φαντάζομαι.
Ακολούθησαν δυο μάρτυρες υπεράσπισης του Χρ. Ξηρού. Παλαιά στελέχη του ΚΚΕ μ-λ, με πολύχρονη διαδρομή στο επαναστατικό κίνημα, κατέθεσαν ενδιαφέρουσες απόψεις, επεκτεινόμενοι πέρα από τα στοιχεία της γνωριμίας τους με τον Χριστόδουλο.
Ο Μιχάλης Τικτόπουλος αναφέρθηκε εν εκτάσει στη ρήξη που συνέβη στο κομμουνιστικό κίνημα τη δεκαετία του ’60, ανάμεσα στους φορείς της αντίληψης για τον «ειρηνικό δρόμο» και σε εκείνους που ενέμειναν στη γραμμή της επανάστασης. Αναφέρθηκε στις απόψεις που πρέσβευε το ΚΚΕ μ-λ (ένοπλη αντίσταση όταν ωριμάσουν οι αντικειμενικές συνθήκες, ώστε αυτή να ξεπηδήσει μέσα από ένα μαζικό κίνημα), οι οποίες το διαχώριζαν από τις οργανώσεις της ένοπλης προπαγάνδας, όπως η 17Ν, τις οποίες επίσης περιέλαβε στο επαναστατικό κίνημα. (Δυστυχώς, το ρεπορτάζ δεν μπορεί να αποδώσει τα όσα ενδιαφέροντα είπε, τα οποία πρέπει να αναζητηθούν στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά που θα δημοσιευτούν σε μερικές μέρες). Ειδικά, για το Χριστόδουλο είπε πως και μόνο το γεγονός ότι ήταν «καμμένος» έκανε απαγορευτική τη συμμετοχή του σε μια παράνομη οργάνωση όπως η 17Ν.
Ο Διονύσης Σταγκανέλλης γνώρισε επίσης από παλιά τον Χριστόδουλο και υπήρξε μάλιστα καθοδηγητής του στην ΠΕΣΠ, τη συνδικαλιστική παράταξη του ΚΚΕ μ-λ, ενώ συνεργάστηκαν και στην εθνικοτοπική των Ικαριωτών. Γνωρίζει όλη την προσωπική και πολιτική του διαδρομή και αναφέρθηκε αναλυτικά σ’ αυτή, όπως αναφέρθηκε και στις διαφορετικές τακτικές στο χώρο της επαναστατικής Αριστεράς. Χρειάστηκε, βέβαια, να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να εξηγήσει στους παντελώς άσχετους, ότι δε μπορεί κανείς να είναι ταυτόχρονα και στο ΚΚΕ μ-λ και στη 17Ν και ότι ένας «καμμένος» δε μπορεί να στρατολογηθεί σε μια παράνομη οργάνωση. Και γιατί ήταν «καμμένος» ο Χριστόδουλος; Οχι μόνο γιατί ήταν ένα πρόσωπο προβεβλημένο, που δεν δίσταζε να βγάζει το πρόσωπό του ακόμα και σε βιντεοκλίπ, αλλά και γιατί ήταν «σταμπαρισμένος» από την Αστυνομία (ανέφερε συγκεκριμένα περιστατικά σύλληψής του). (Και η κατάθεση Σταγκανέλλη παρουσιάζει ιδιαίτερο πολιτικό ενδιαφέρον και χρήσιμο είναι να διαβαστεί ολόκληρη από τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά).