Το ΠΑΣΟΚ ανέκαθεν ήταν ένα μονολιθικό κόμμα, που έδινε την εντύπωση ότι είναι πολυσυλλεκτικό. Μονολιθικό στην κορυφή, ιδιαίτερα τις περιόδους που ασκούσε κυβερνητική εξουσία, πολυσυλλεκτικό κάτω. Διάφοροι ομαδάρχες μπορούσαν να λένε διάφορα, φτάνει να μην ενοχλούσαν την κυβέρνηση. Κι όχι μόνο να μη την ενοχλούν, αλλά και να τη στηρίζουν στα δύσκολα. Θυμηθείτε: ποτέ το ΠΑΣΟΚ, ακόμα και στις χειρότερες στιγμές του, δεν έπεσε από την εξουσία λόγω εσωτερικών διαμαχών. Ούτε καν το 1989. Θυμηθείτε, επίσης, ότι ποτέ ομάδα ή στελέχη που βρέθηκαν εκτός ΠΑΣΟΚ δε μπόρεσαν να ορθοποδήσουν και να κάνουν μια αυτόνομη κοινοβουλευτική διαδρομή. Θυμηθείτε την τύχη του ΕΣΚ του Αρσένη, την τύχη της ΕΜΑΣ και του ΑΣΚΕ, την τύχη του Δρεττάκη, του Λάζαρη, του Γιώτα, του Στάθη Πανα- γούλη. Αντίθετα, ομάδες που έφυγαν από τη ΝΔ κατάφεραν να κάνουν μια κάποια κοινοβουλευτική διαδρομή. Η ΔΗΑΝΑ του Στεφανόπουλου, η ΠΟΛΑ του Σαμαρά, το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη (μόνο το ΚΕΠ του Αβραμόπουλου αυτοδιαλύθηκε, αλλά αυτό δεν υπήρξε ποτέ πολιτική ομάδα με ρίζες στη Δεξιά, αλλά ατομικό δημιούργημα ενός φιλόδοξου πρώην διπλωμάτη, νεόκοπου στην αστική πολιτική).
Τα θυμίζουμε όλ’ αυτά γιατί και πάλι παίζεται το παιχνίδι του «κακού» (κυβερνητικού) και του «καλού» (λαϊκού) ΠΑΣΟΚ. Πήγαν να το παίξουν καταρχήν οι τρεις βουλευτές που ψήφισαν «παρών» στο Μνημόνιο. Οπως φάνηκε και από τις δηλώσεις τους, δεν ήθελαν να βάλλουν σε κίνδυνο την κυβέρνηση, αλλά απλά να σώσουν την… αξιοπρέπειά τους. Ο Παπανδρέου τους διέγραψε αστραπιαία (αυτό δεν είχαν υπολογίσει οι δυστυχείς), στέλνοντας το μήνυμα σε όλους τους υπόλοιπους: το παιχνίδι του «κακού» και του «καλού» πρέπει να είναι ελεγχόμενο από το κόμμα και όχι ανεξέλεγκτο. Ο καθένας έχει δικαίωμα να φιλοτεχνεί το προσωπικό του προφίλ έναντι των ψηφοφόρων του, την «κόκκινη γραμμή» όμως θα τη χαράζει κάθε φορά η ηγεσία.
Δείτε τους πρόσφατους χειρισμούς για εργασιακό και ασφαλιστικό. Μόλις ήρθαν τα μαντάτα ότι στο ΣτΕ εγείρονται ζητήματα αντισυνταγματικότητας για το ΠΔ Λοβέρδου για τα εργασιακά, δόθηκε εντολή να πάει στη Βουλή. Ταυτόχρονα, κινήθηκαν οι μηχανισμοί ελέγχου του κυβερνητικού λόχου. Ο Λοβέρδος τους συνάντησε κατά ομάδες, οι ομαδάρχες συγκάλεσαν τον αρμόδιο ΚΤΕ και στη «διαβούλευση» που έγινε στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής τα βρήκαν μια χαρά με τον υπουργό. Στη συνέχεια, αφού διαμορφώθηκε το τελικό νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό, συνεδρίασε πρώτα ο ΚΤΕ, στον οποίο ξαναμίλησε ο Λοβέρδος, και μετά το Πολιτικό Συμβούλιο, υπό την προεδρία του Παπανδρέου. Σ’ αυτά τα όργανα μπορεί να εκτονωθεί κάθε βουλευτής ή κομματικό στέλεχος, μπορούν να κάνουν και επιμέρους προτάσεις, καναδυό ανούσιες μπορεί να τις κάνει δεκτές ο αρμόδιος υπουργός και μετά όλοι μαζί να κάνουν τη δουλειά τους: οι βουλευτές να ψηφίσουν το νομοσχέδιο και τα κομματικά στελέχη να δουν τι μπορούν να κάνουν στους μαζικούς χώρους. Αυτή τη δουλειά την ξέρουν και οι μεν και οι δε πάρα πολύ καλά, δεν είναι πρωτάρηδες. Από το «καλό» και το «κακό» ΠΑΣΟΚ προκύπτει το «όλον» ΠΑΣΟΚ, το οποίο είναι υπεύ-θυνο για την προώθηση της κυβερνητικής πολιτικής και για τον –κατά το δυνατόν– έλεγχο των λαϊκών μαζών.
Για να είναι σίγουρος ότι δεν θα στραβώσει κάτι, ο Παπανδρέου φρόντισε να περάσει σε όλους το μήνυμα: έτσι κι αρχίσετε τα «μου-σου-ξου», παραιτούμαι και πάμε για εκλογές. Ποιος βουλευτής δεν θα υποκύψει σ’ αυτόν τον εκβιασμό, όταν ξέρει ότι δεν θα ξαναδεί Βουλή, αφού οι εκλογές θα γίνουν με λίστα; Ποιο κομματικό στέλεχος δεν θα υποκύψει στον ίδιο εκβιασμό, όταν ξέρει ότι θα χάσει από τα χέρια του την «κουτάλα»;
Τίποτα το πρωτότυπο δεν υπάρχει σ’ όλα τούτα. Ετσι δουλεύουν τα αστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο, ανάλογα με την πολιτική παράδοση που έχει δημιουργηθεί σε κάθε χώρα. Αλλιώς δουλεύει η φάμπρικα στη Βρετανία, αλλιώς στη Γερμανία, αλλιώς στη Γαλλία, αλλιώς στην Ελλάδα. Η ουσία, όμως, είναι παντού η ίδια. Τα αστικά κόμματα δεν είναι απλά ένας ηγετικός πυρήνας και κάποιοι κομματάρχες, όπως γινόταν στην Ελλάδα πριν τη χούντα. Είναι πολυπλόκαμοι μηχανισμοί εξουσίας, μέσω των οποίων χτίζονται κοινωνικές συμμαχίες για λογαριασμό της αστικής τάξης. Οποιος δεν το κατανοεί (ή δεν θέλει να το κατανοήσει) αυτό, γίνεται νεροκουβαλητής της αστικής εξουσίας, περιμένοντας μέσα από τις γραμμές των υπηρετών της να προκύψουν εξελίξεις «προς όφελος του λαού», όπως καληώρα η ηγεσία του ΣΥΝ (βλέπε αναλυτικά στις διπλανές στήλες)..








