Πριν την αγόρευση του Δ. Τσοβόλα, οι δυο συνήγοροι που το δικαστήριο διόρισε στην Αθανασάκη έκαναν μια δήλωση, με την οποία -επικαλούμενοι νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων- κατέδειξαν ότι ο υποχρεωτικός διορισμός τους αντίκειται στην ΕΣΣΔΑ, διότι δεν έχουν την έγκριση της κατηγορούμενης και δεν υπήρξε συνεννόηση δικαστήριου-κατηγορούμενης. Κατόπιν τούτου, η συνείδησή τους δεν τους επιτρέπει να κάνουν οποιαδήποτε αγόρευση.
Ο Δ. Τσοβόλας μίλησε ευθύς εξαρχής για σκευωρία. Χαρακτήρισε ιδεολογικοπολιτικό αγώνα τη δράση του ΕΛΑ, ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς μ’ αυτόν. Αναφέρθηκε στο κλίμα που δημιούργησαν τα ΜΜΕ, ώστε να επιτραπεί στους σκευωρούς να προχωρήσουν σε παράνομη σύλληψη των κατηγορούμενων, κατά παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και στους εφέτες να κάνουν το σκόπιμο λάθος στον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής, για να μετατρέψουν την Κυριακίδου από κατηγορούμενη σε μάρτυρα κατηγορίας και να αποφύγουν έτσι το εμπόδιο που θέτει το άρθρο 211 του ΚΠΔ («ένοχος ένοχον ου ποιεί»). Ηταν σκόπιμη πράξη -σημείωσε με έμφαση ο συνήγορος- και το λέει έτσι για να μου κάνουν μήνυση αν τολμούν. Μετά απ’ αυτές τις μεθοδεύσεις -κατέληξε ο Δ. Τσοβόλας- στη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού κάθε καταδικαστική απόφαση είναι απαράδεκτη, είναι αντίθετη προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Επίσης, ο συνήγορος κατήγγειλε την απόσπαση αυτών των υποθέσεων από την αρμοδιότητα των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων, τα οποία και υπερασπίστηκε.
Στη συνέχεια, ο Δ. Τσοβόλας αναφέρθηκε στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», καταγγέλλοντας εκείνους που τον διεξάγουν για βία και τρομοκρατία κατά ολόκληρων λαών για κουρέλιασμα του διεθνούς δικαίου και κουρέλιασμα του ΟΗΕ. Η βία φέρνει βία, είπε. Οι κοινωνικές ανισότητες, η ανεργία, η φτώχεια, η καταδίκη της νεολαίας στην αθλιότητα φέρνουν στάσεις και επαναστάσεις. Είναι υποκρισία να λένε ότι καταπολεμούν τη βία αυτοί που την εφαρμόζουν συστηματικά σε όλο τον κόσμο. Είναι ανιστόρητοι όσοι νομίζουν ότι οι λαοί θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια. Οφείλω, σημείωσε, να αποτίσω φόρο τιμής στο ήθος του Κ. Αγαπίου, που πέθανε στη διάρκεια αυτής της δίκης. Σε ανθρώπους που αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στους κοινωνικούς αγώνες, ανεξάρτητα αν συμφωνώ ή διαφωνώ με τις επιλογές τους, εγώ βγάζω το καπέλο, όπως λέει ο λαός.
Ο Δ. Τσοβόλας πέρασε μετά στα ζητήματα που συνδέονται με το ποινικό σκέλος της υπόθεσης, ξεκινώντας από την κατηγορία για προμήθεια και κατοχή εκρηκτικών. Το συγκεκριμένο αδίκημα -είπε- απαιτεί στοιχεία. Από ποιον μάρτυρα, ακόμη και από την Κυριακίδου και την Τόγκα, προκύπτει ότι η Αθανασάκη προμηθεύτηκε και κατείχε εκρηκτικά; Για να σταθεί η κατηγορία, πρέπει να πείτε από ποιον τα προμηθεύτηκε. Υπάρχει τίποτα; Οχι.
Επόμενο ζήτημα τα περιβόητα αποτυπώματα σε προκήρυξη του ΕΛΑ του 1977. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι είναι πραγματικά τα αποτυπώματα και η Αθανασάκη ήταν στον ΕΛΑ το 1977 -που δεν ήταν- σας είπε κανένας ότι ήταν και το διάστημα 1986-1995 που απασχολεί τη δίκη; Κανένας. Ούτε η Κυριακίδου. Τη «βόμβα», όμως, ο συνήγορος την κρατούσε για μετά. Αναφερόμενος αποκλειστικά στα έγγραφα της Ασφάλειας, που υπάρχουν στη δικογραφία, κατέδειξε ότι ολόκληρος ο φάκελος για την υπόθεση AEG, άρα και οι επίμαχες προκηρύξεις, είχε διαβιβαστεί στην Εισαγγελία Πειραιά, η οποία άσκησε διώξεις in rem γι’ αυτή την υπόθεση. Εκτοτε, δεν υπάρχει κανένα έγγραφο που να αναφέρει ότι η προκήρυξη πάρθηκε από το φάκελο της δικογραφίας και στάλθηκε για επανεξέταση στα εργαστήρια της Ασφάλειας. Υπάρχει μόνο ένα έγγραφο που αναφέρει ότι η προκήρυξη φυλασσόταν στην Αντιτρομοκρατική από το 1997! Αρα, κατέληξε ο Δ. Τσοβόλας, οι προκηρύξεις αυτές δεν είναι οι πρωτότυπες και τα αποτυπώματα κατασκευάστηκαν εκ των υστέρων, όπως από την πρώτη στιγμή κατήγγειλαν και η Αθανασάκη και ο Αγαπίου. Δεν πρόκειται για στοιχείο που μπορεί να συναξιολογηθεί -κατέληξε ο Τσοβόλας- αλλά για συνέχιση της μεθόδευσης, προκειμένου να ενισχυθούν τα ανύπαρκτα στοιχεία της υπόθεσης. Τους καταγγέλλω σαν συκοφάντες και κατασκευαστές σκευωριών. Με τέτοιους τρόπους δεν εξαρθρώνεται ούτε η τρομοκρατία ούτε οι ιδεολογικοπολιτικές οργανώσεις.
Η Αθανασάκη, συνέχισε ο συνήγορος, φωνάζει από την αρχή ότι δεν έχει καμιά σχέση. Αναφέρθηκε στο γνωστό πια βιογραφικό της, εμμένοντας στο ότι ήταν οργανωμένη στην ΚΝΕ, όπως τόσοι μάρτυρες κατέθεσαν, με τις γνωστές απόψεις για οργανώσεις σαν τον ΕΛΑ. Είναι δυνατόν να είναι οργανωμένη στην ΚΝΕ μέχρι το 1982 και ταυτόχρονα να είναι στον ΕΛΑ; Και να δεχτείτε ότι ήταν στον ΕΛΑ το 1977, αφού οργανώθηκε στην ΚΝΕ το 1978, σημαίνει ότι έπαψε να είναι οργανωμένη στον ΕΛΑ το 1986-1995. Αυτό αντίκειται στην πολιτική λογική, αλλά και στην προσωπικότητα της Αθανασάκη.
To δεύτερο αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε η Αθανασάκη (πάλι κατά πλειοψηφία) στην πρώτη δίκη είναι η απλή συνέργεια λόγω ψυχικής συνδρομής σε εκρήξεις. Ο Δ. Τσοβόλας υποστήριξε ότι θα πρέπει να αποδειχτεί ποιοι ήταν αυτοί στους οποίους ο κατηγορούμενος προσέφερε ψυχική συνδρομή και ποια είναι τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν αυτή την κρίση. Αλλιώς δεν υπάρχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Αν δεν μου βρείτε τους συγκεκριμένους ανθρώπους -σημείωσε- δε μπορείτε να μου πείτε ποια ήταν συγκεκριμένα η συνδρομή. Πάνω σ’ αυτό ανέπτυξε πλούσια νομική επιχειρηματολογία, αναφερόμενος και στην υπάρχουσα νομολογία.
Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για την Αθανασάκη -συνέχισε ο Δ. Τσοβόλας- και όλη αυτή η ιστορία χτίστηκε πάνω στην Κυριακίδου. Αναφερόμενος στο 211 ΚΠΔ ο συνήγορος κατέφυγε στην εισηγητική έκθεση του σχετικού νόμου, που εξηγεί ότι δεν υπάρχει ασφάλεια δικαίου όταν συγκατηγορούμενος κατηγορεί κατηγορούμενο. Τυπικά η Κυριακίδου δεν είναι κατηγορούμενη, όμως ουσιαστικά τίποτα απ’ όσα λέει δε μπορεί να ληφθεί υπόψη, διότι μόνο από «λάθος» δεν είναι κατηγορούμενη. Η σκοπιμότητα της συγκεκριμένης νομικής διάταξης παραμένει, επειδή σκόπιμα η Κυριακίδου μετατράπηκε από κατηγορούμενη σε μάρτυρα. Ο νομοθέτης θέλει να μη δίνεται σημασία στις καταθέσεις τέτοιων μαρτύρων-κατηγορούμενων. Πέρα απ’ αυτή την καταρχήν τοποθέτηση, ο Τσοβόλας αναφέρθηκε στις αντιφάσεις της Κυριακίδου, για να καταλήξει: Οταν, λοιπόν, έχουμε έναν μάρτυρα μεταχθέντα από κατηγορούμενο, ο οποίος έχει κάνει οβίδιες μεταμορφώσεις, η κατάθεσή του δεν μπορεί να παίξει κανένα ρόλο.
Αν καταδικαστεί η Αθανασάκη μ’ αυτά τα ανύπαρκτα στοιχεία, τότε υπάρχει πρόβλημα στη δημοκρατία μας, κατέληξε ο Δ. Τσοβόλας, ζητώντας την καθαρή αθώωση της εντολέα του.
Στη συνέχεια, πήρε το λόγο ο εισαγγελέας για να δευτερολογήσει. Σαν να μην κατάλαβε τίποτα απ’ όσα είπε ο Τσοβόλας, δήλωσε ότι για την Αθανασάκη δεν υπάρχει διαφωνία επί της ουσίας! Ζητήσατε παραγραφή, του παρατήρησε η πρόεδρος, περισσότερο για να τον προστατεύσει, αλλά αυτός και πάλι δεν κατάλαβε. Εκείνο που τον έκαιγε ήταν η ιστορία με τα αποτυπώματα. Αυτές είναι οι προκηρύξεις, είπε, γιατί δεν εμφανίστηκαν άλλες! Εν πάση περιπτώσει, δεν είναι θέμα, αυτά είναι περισσότερο ιστορικά, δεν είναι κάτι συνταρακτικό, είπε αμήχανα, για να συμπληρώσει ότι η πρωτότυπη προκήρυξη δεν είναι στη δικογραφία αλλά στην Αστυνομία!
Για τα ζητήματα της απλής συνέργειας έχω εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις με την υπεράσπιση. Θα τις κρίνει το δικαστήριο, συμπλήρωσε, χωρίς να μπει στον κόπο να αντικρούσει ένα έστω από τα τόσα επιχειρήματα που ακούστηκαν.
Απολογούμενος, ζήτησε να μη γίνονται συνειρμοί γι’ αυτά που είπε περί «καλάζνικοφ, σκόρπιον και πιστολιών», διότι δεν αναφερόταν στον ΕΛΑ, αλλά στο σήμερα!
Με έναν νομικισμό, που παραβιάζει ακόμη και την κοινή λογική, είπε ότι η διατήρηση διαμερισμάτων-κρυσφηγέτων δεν είναι στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος της «συμμετοχής». Επομένως, είναι στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος της απλής συνέργειας στις εκρήξεις και επομένως δεν υφίσταται θέμα διπλής υπαγωγής. Λες και αν δεν είχε παραγραφεί το αδίκημα της «συμμετοχής», δεν θα ζητούσε την καταδίκη του Κανά με βάση το επιχείρημα ότι νοίκιαζε σπίτια. Λες και είχε κάτι άλλο πέρα απ’ όσα είπε η Κυριακίδου. Στο τέλος, ούτε λίγο ούτε πολύ είπε ότι αφού η «συμμετοχή» παραγράφηκε, έπρεπε να ερευνηθεί η απλή συνέργεια! Δηλαδή, αφού δε μπορούμε να σε πιάσουμε στη «συμμετοχή», σε πιάνουμε στην απλή συνέργεια, διότι πρέπει πάση θυσία να σε καταδικάσουμε!
Δεν παρέλειψε να ψιλο-υπερασπιστεί ακόμα και το Ζήση. Κάναμε πολύ φασαρία για το τίποτα, είπε, διότι αυτός ο μάρτυρας ήταν απαλλακτικός για τον Κανά και την Αθανασάκη.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Τρίτη, με τη δευτερολογία του Χρήστου Τσιγαρίδα.