Μια από τις σημαντικότερες συνεδριάσεις αυτής της δίκης αποδείχτηκε η σημερινή κι ας μην έδειχνε τίποτα στην αρχή για το τι θα ακολουθούσε.
Στην αρχή διαβάστηκε το δεύτερο μέρος των καταθέσεων του Κάρλος, της Μαγκνταλένα Κοπ κι ενός υπάλληλου της συριακής πρεσβείας στη Γερμανία. Στη συνέχεια και ενώ η ανάγνωση εγγράφων φαινόταν να έχει ολοκληρωθεί, ο αναπληρωτής εισαγγελέας ζήτησε να διαβάσει αποσπάσματα από Πληροφοριακά Δελτία του ΕΛΑ, που υπάρχουν στη δικογραφία. Μολονότι η πρόεδρος παρατήρησε ότι δεν χρειάζεται να τα διαβάσει, αλλά να θεωρηθούν αναγνωσθέντα και να τα χρησιμοποιήσει στην αγόρευσή του, αυτός επέμεινε να τα διαβάσει και διάβασε αποσπάσματα που αναφέρονταν στην Αντιπληροφόρηση (προφανώς επειδή θεωρεί πως έτσι αποδεικνύεται ότι η Αντιπληροφόρηση… ήταν περιοδικό του ΕΛΑ).
Στη συνέχεια, ο συνήγορος Μιχάλης Καλογήρου έριξε τη «βόμβα». Αναφέρθηκε στην ύπαρξη απαλλακτικού βουλεύματος για τον αρχιτέκτονα Δ. Καββαδία, ο οποίος κατηγορήθηκε με το ίδιο ακριβώς κατηγορητήριο με τους κατηγορούμενους αυτής της υπόθεσης. Οι δικαστές κυριολεκτικά αιφνιδιάστηκαν. Εδειξαν ότι πρώτη φορά άκουγαν γι’ αυτή την υπόθεση. Ο τακτικός εισαγγελέας, όμως, δεν αιφνιδιάστηκε καθόλου και ακαριαία πρότεινε να μη διαβαστεί το βούλευμα, όπως είχε προτείνει ο συνήγορος, διότι δεν έχει καμιά σχέση με την εκδικαζόμενη υπόθεση!
Η πρόεδρος δεν συμφώνησε με την εισαγγελική πρόταση και το βούλευμα διαβάστηκε. Απ’ όσα προλάβαμε να συγκρατήσουμε, η κατηγορία κατά Δ. Καββαδία απαγγέλθηκε το 2006 από τον εισαγγελέα εφετών Δ. Μύτη και περιλάμβανε το ίδιο κατηγορητήριο: την κατηγορία της συμμετοχής στον ΕΛΑ και όλες τις ενέργειες του ΕΛΑ. Η πρόταση του εισαγγελέα, όμως, ήταν αθωωτική!
Το Δεκέμβρη του 2006 το Συμβούλιο Εφετών εξέδωσε απαλλακτικό βούλευμα για τον Δ. Καββαδία. Σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή στον ΕΛΑ έκρινε ότι έχει παραγραφεί και δεν μπήκε στην ουσία. Για τις ενέργειες δεν αναφέρεται τίποτα, ενώ για τα αρχεία της Στάζι, βάσει των οποίων εμπλέκεται ο Καββαδίας, αποφαίνεται ότι δεν έχουν καμιά αποδεικτική αξία και δεν μπορεί να οδηγήσουν στην απαγγελία κατηγοριών!
Ο Μ. Καλογήρου είπε ότι δεν γνωρίζει ακριβώς τι στοιχεία περιλαμβάνει η συγκεκριμένη δικογραφία, όμως ο εισαγγελέας βιαζόταν πολύ και έσπευσε να προτείνει να μην αναζητηθεί η δικογραφία, γιατί δεν έχει σχέση με την εκδικαζόμενη υπόθεση! Η πρόεδρος παρατήρησε ότι τέτοιο αίτημα δεν έχει υποβληθεί. Γιατί, όμως, ο εισαγγελέας έτρεξε να τοποθετηθεί σε αίτημα που δεν έχει υποβληθεί; Ο αναπληρωτής εισαγγελέας, αφού παραδέχτηκε ότι είναι παράξενο που χωρίστηκαν οι δικογραφίες, προχώρησε σε μια… ενδιαφέρουσα άποψη. Και να έφερναν κατηγορούμενο τον Καββαδία –είπε– πάλι θα απαλλασσόταν!
Η Μαρίνα Δαλιάνη έθεσε τρία σοβαρά ζητήματα. Πρώτο, γιατί οι αναφορές στα αρχεία της Στάζι αξιολογήθηκαν αμέσως από το Συμβούλιο και με τόσο απλό τρόπο, ενώ σ’ αυτή εδώ την υπόθεση χρησιμοποιήθηκαν ως αποδεικτικά στοιχεία σε βάρος κατηγορούμενων; Δεύτερο, γιατί τα περιβόητα έγγραφα Στάζι κρίθηκαν αναξιόπιστα από το συμβούλιο, ενώ ο Χρ. Τσιγαρίδας κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε με αναφορές και από τα έγγραφα Στάζι, οι οποίες μάλιστα αναφορές περιείχαν ασθενέστερες ενδείξεις σε σχέση με αυτές που υπήρχαν για τον Δ. Καββαδία, ο οποίος πάντως ορθώς απαλλάχτηκε; Τρίτο, ότι αυτό το βούλευμα «δείχνει» την απόφαση που πρέπει να πάρει και το παρόν δικαστήριο.
Ο Μ. Καλογήρου αποκάλυψε ότι στην κατάθεσή του στη δικογραφία Καββαδία ο Ζήσης υποστηρίζει πως μαζί με έναν συνήγορο Πολιτικής Αγωγής πήγαν στο γραφείο της προέδρου της πρώτης δίκης Ελ Μπρίλλη και έψαχναν μέσα στις κούτες με τα αρχεία Στάζι να βρουν ενοχοποιητικά στοιχεία για τους κατηγορούμενους!
Στη συνέχεια, η πρόεδρος ανακοίνωσε πως ήρθε η ώρα το δικαστήριο να αποφασίσει αν θα διαβάσει τα λεγόμενα έγγραφα της Στάζι. Ο εισαγγελέας πρότεινε να αναγνωστούν, διότι οι παράγοντες της δίκης πρέπει να σχηματίσουν εικόνα για το περιεχόμενό τους και να αξιολογήσουν τα τυχόν επιβαρυντικά αλλά και τα τυχόν απαλλακτικά στοιχεία! Ο αναπληρωτής εισαγγελέας δεν τοποθετήθηκε.
Η Μ. Δαλιάνη υπήρξε καταπέλτης. Με μια εμπεριστατωμένη αγόρευση ξετίναξε νομικά το θέμα, αποδεικνύοντας ότι αυτά τα αόριστα, άκυρα, χωρίς σφραγίδες έγγραφα δε μπορούν να αποτελέσουν αποδεικτικό υλικό για κανένα δικαστήριο. Αναφέρθηκε, επίσης, στην πολιτική πλευρά της υπόθεσης, στο πως δηλαδή το εμπόριο με τα κουρελόχαρτα της Στάζι χρησιμοποιήθηκε για να λυθούν παλιοί και νέοι λογαριασμοί. Τέλος, άρχισε να διαβάζει αποφάσεις γερμανικών δικαστηρίων, που όλες αποφαίνονταν ότι τα έγγραφα της Στάζι δεν έχουν καμιά αποδεικτική σημασία και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο δικαστήριο. Στην τέταρτη ή πέμπτη απόφαση η πρόεδρος είπε στη συνήγορο ότι είναι αρκετά τα όσα είχε διαβάσει. Η Μ. Δαλιάνη, απευθυνόμενη στον αναπληρωτή εισαγγελέα, του είπε ότι και αυτός θα έπρεπε να συμφωνήσει μαζί της, γιατί το 1996 υπέβαλε αίτημα δικαστικής συνδρομής προς τις γερμανικές αρχές ζητώντας τα πρωτότυπα από φερόμενα ως έγγραφα Στάζι, διότι όσα είχε ήταν αντίγραφα. Ο εισαγγελέας δεν απάντησε, στάση που υποδηλώνει ότι η συνήγορος ήξερε πολύ καλά τι έλεγε.
Το δικαστήριο αποσύρθηκε για να εκδώσει απόφαση και σε χρόνο-ρεκόρ επανήλθε, για να ανακοινώσει η πρόεδρος την ομόφωνη απόφαση να μη διαβαστούν τα έγγραφα Στάζι, γιατί δεν βεβαιώνεται η αυθεντικότητά τους, ενώ η έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης για χειρόγραφα που αποδίδονται στον Κάρλος ή τον Βάινριχ δεν αποφαίνεται μετά βεβαιότητας, δεδομένου ότι έγινε σε αντίγραφα.
Η απόφαση αυτή, μαζί με το αθωωτικό για τον Καββαδία βούλευμα, αποτελεί κόλαφο για την απόφαση του πρώτου δικαστήριου, το οποίο, προκειμένου να δημιουργήσει εντυπώσεις και να στηρίξει την πάση θυσία (ελέω Ολυμπιακών Αγώνων) καταδίκη, αποφάσισε να αναγνωστούν τα φερόμενα ως έγγραφα Στάζι, εισάγοντας έτσι στην ελληνική νομολογία τη δυνατότητα να χρησιμοποιείται ως αποδεικτικό μέσο κάθε κουρελόχαρτο, κάθε κατασκευή των μυστικών υπηρεσιών, ελληνικών και ξένων. Πρόκειται ασφαλώς για μια σημαντική παρεμπίπτουσα απόφαση αυτού του δικαστήριου.