Ο δικηγόρος Χασάν Αμπάντι μετέφερε μήνυμα από τον φυλακισμένο παλαιστίνιο ηγέτη Αμπντουλά Μπαργούτι, γνωστό ως «Αμίρ αλ-Ζιλ» (Πρίγκιπας της Σκιάς), περιγράφοντας τις σκληρές συνθήκες κράτησης και τη συνεχή κακοποίηση μέσα στις ισραηλινές φυλακές.
Ο Μπαργούτι μίλησε για τους συγκρατούμενούς του, Νάσερ αλ-Χατίμπ, Ράμι Χαμπιμπαλά και Καμάλ Ζούρι και ανέφερε ότι το δεξί του χέρι δεν κλείνει πλέον μετά από λανθασμένη αποκατάσταση ενός κατάγματος, προσθέτοντας: «Δεν υπάρχει μέθοδος κακοποίησης που να μην έχουν χρησιμοποιήσει εναντίον μου». Περιέγραψε επίσης ακραίο κρύο, λέγοντας ότι δεν υπάρχουν επαρκείς κουβέρτες ή χειμερινά ρούχα και ότι οι αρχές της φυλακής μερικές φορές ενεργοποιούν σκόπιμα την ψύξη: «Κάνει πολύ κρύο, και δεν υπάρχουν καλύμματα… μερικές φορές βάζουν ακόμα και τον κλιματισμό».
Ο Αμπάντι ανέφερε ότι ο Μπαργούτι, επικεφαλής μηχανικός των Ταξιαρχιών Αλ-Κασάμ της Χαμάς, που εκτίει 67 ισόβιες ποινές, έχει χάσει 43 κιλά.
Ο Μπαργούτι έκλεισε την τελευταία συνάντησή του με τον δικηγόρο του λέγοντας: «Το ηθικό μου σπάει πέτρα», υπογραμμίζοντας την αντοχή του παρά τις φρικτές συνθήκες κράτησης.
Ο «Πρίγκηπας της Σκιάς»: Ποιος είναι ο Αμπντουλά Μπαργούτι;
Με το παρατσούκλι «Πρίγκηπας της Σκιάς», ο Αμπντουλά Μπαργούτι είναι ο παλαιστίνιος πολιτικός κρατούμενος με τον μεγαλύτερο αριθμό ισόβιων ποινών που έχουν επιβληθεί ποτέ σε έναν μόνο κρατούμενο.
Πρώην ηγέτης του ένοπλου βραχίονα των Ταξιαρχιών αλ-Κασάμ της Χαμάς στη Δυτική Όχθη, βρέθηκε στο κατώφλι της αποφυλάκισης στο πλαίσιο της πρόσφατης ανταλλαγής κρατούμενων ανάμεσα στην Παλαιστινιακή Αντίσταση και το Ισραήλ, όμως οι σιωναζισατές άσκησαν ένα λυσσασμένο βέτο για την απελευθέρωσή του, όπως και των ηγετών Μαρουάν Μπαργούτι (Φατάχ) και Αχμεντ Σααντάτ (Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης).
Γεννημένος στο Κουβέιτ το 1972, ο Αμπντουλά Μπαργούτι μεγάλωσε εκτός της κατεχόμενης Παλαιστίνης, παρόλο που η οικογένειά του κατάγεται από το χωριό Μπέιτ Ρίμα, κοντά στη Ραμάλα. Φοίτησε στο δημοτικό και στο γυμνάσιο στο Κουβέιτ.
Με την έκρηξη της πρώτης Ιντιφάντα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, το 1987, ο Μπαργούτι ανέφερε στα απομνημονεύματά του ότι η εξέγερση τον ενέπνευσε να αναζητήσει εκδίκηση κατά των κατακτητών, ειδικά μετά που οι ισραηλινές δυνάμεις δολοφόνησαν έναν από τους ξαδέρφους του και τον μικρότερο θείο του. «Απλά, πέταξαν πέτρες στις σιωνιστικές δυνάμεις κατοχής που προκαλούσαν καταστροφή, και γι’ αυτό τους πυροβόλησαν και μαρτύρησαν», ανέφερε.
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πολέμου του Κόλπου (1990-1991), ο Αμπντουλά Μπαργούτι φέρεται να συνελήφθη για περίπου ένα μήνα, κατηγορούμενος ότι συμμετείχε στον αγώνα κατά των αμερικανικών δυνάμεων, και απελευθερώθηκε μετά τον πόλεμο. Πριν από αυτό, ο Μπαργούτι είχε αποφασίσει να ασχοληθεί με το μαχητικό άθλημα του Τζούντο και εκπαιδεύτηκε από έναν άνδρα ονόματι Μουνίρ Σαμίκ, επίσης Παλαιστίνιο.
Ο Σαμίκ κάποτε ρώτησε τον Μπαργούτι: «Δεν είσαι Παλαιστίνιος; Δεν θέλεις να απελευθερώσεις τη χώρα σου; Αν στραφείς ενάντια σε όλους αυτούς που κατέχουν την πατρίδα σου, εκεί στην Παλαιστίνη, χρησιμοποίησε όσα έμαθες εδώ». Με τη θέληση να καταστεί σωματικά δυνατός και ικανός να πολεμήσει το Ισραήλ, άρχισε τότε να εκπαιδεύεται στη χρήση πυροβόλων όπλων και εκρηκτικών στην έρημο του Κουβέιτ.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, η οικογένεια του Μπαργούτι αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ιορδανία. Οταν μετακόμισε στο Αμάν της Ιορδανίας, ολοκλήρωσε εκεί το λύκειο, αλλά λόγω της οικονομικής αδυναμίας της οικογένειάς του να καλύψει τα έξοδα του Πανεπιστημίου, δανείστηκε χρήματα από συγγενή για να ανοίξει ένα συνεργείο αυτοκινήτων, συνεχίζοντας παράλληλα να ασκείται στο Τζούντο ως χόμπι. Ωστόσο, δεν κατάφερε να κερδίσει αρκετά χρήματα για να διατηρήσει την επιχείρησή του και να ξεπληρώσει τους συγγενείς του και αποφάσισε να μετακομίσει στο εξωτερικό για να συνεχίσει τις σπουδές του.
Ενας φίλος του Μπαργούτι του συνέστησε να υποβάλει αίτηση σε ένα πρόγραμμα βίζας για να ταξιδέψει στη Νότια Κορέα, γεγονός που τον οδήγησε εκεί για την εκπαίδευσή του. Οταν έφτασε, δεν είχε χρήματα. Είχε μόνο τα ρούχα που φορούσε. Ο Μπαργούτι περπάτησε από το αεροδρόμιο σε ένα χώρο που υποτίθεται ότι θα τον βοηθούσε να εξασφαλίσει εκπαίδευση· το ταξίδι του κράτησε τρεις μέρες κατά τις οποίες δεν έτρωγε. Θυμάται ότι έπινε νερό από δημόσια πάρκα μέχρι να φτάσει στη διεύθυνση που του είχαν δώσει, ανακαλύπτοντας ότι ήταν ένα εργοστάσιο επεξεργασίας ξύλου.
Ετσι, χωρίς χρήματα ή προοπτικές, κατέληξε να εργαστεί στο εργοστάσιο για 45 ημέρες χωρίς να έχει χρήματα για φαγητό, τρώγοντας μόνο ό,τι του παρείχε το εργοστάσιο.
Το 1991, μετά από λίγους μήνες στο εργοστάσιο επεξεργασίας ξύλου, μετακόμισε για να εργαστεί σε ένα μηχανουργείο και παράλληλα σπούδαζε σε ένα τεχνικό ινστιτούτο, ειδικευόμενος στην ηλεκτρομηχανική. Την ίδια περίοδο γνώρισε και τη σύζυγό του, η οποία ήταν κορεατικής καταγωγής.
Ωστόσο, το πάθος του για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης μέσω ένοπλου αγώνα δεν έσβησε όσο ζούσε στη Νότια Κορέα, καθώς συχνά πήγαινε βαθιά στο δάσος και ασκούνταν στην κατασκευή αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών, βελτιώνοντας τις δεξιότητές του. Το 1998 επέστρεψε στο Αμάν με τη σύζυγό του, προτού αποφασίσει να χωρίσουν λόγω της επιθυμίας του να αποκτήσει παιδιά.
Την ίδια περίπου περίοδο άρχισε να γίνεται πιο θρησκευόμενος. Μετακόμισε στην Ιερουσαλήμ και στη συνέχεια στη Δυτική Όχθη, παντρεύτηκε μια Παλαιστίνια και εγκαταστάθηκε στο οικογενειακό του χωριό, τη Μπέιτ Ρίμα. Αργότερα απέκτησε δύο κόρες, την Σαφά και την Tάλα, και έναν γιο, τον Οσάμα.
Κατά σύμπτωση, το 2001 η Μπέιτ Ρίμα θα ήταν η πρώτη περιοχή στη Δυτική Όχθη που θα γνώριζε πλήρη στρατιωτική εισβολή κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Ιντιφάντα. Οι ισραηλινές δυνάμεις ανέπτυξαν άρματα, επιθετικά ελικόπτερα και μια τεράστια στρατιωτική δύναμη στο χωριό.
Ο Αμπντουλά Μπαργούτι εντάχτηκε στις Ταξιαρχίες αλ-Κασάμ το 2001, αναζητώντας τον ξάδερφό του Μπιλάλ Μπαργούτι για να μοιραστεί την εμπειρία του στην κατασκευή βομβών.
Οταν ο ξάδερφός του, που αργότερα καταδικάστηκε σε 16 ισόβιες ποινές σε ισραηλινή στρατιωτική φυλακή, είδε πόσο επιδέξιος ήταν στην κατασκευή εκρηκτικών, το ανέφερε στους ανωτέρους του στο στρατιωτικό βραχίονα της Χαμάς, και ο Αμπντουλά Μπαργούτι ξεκίνησε στρατιωτική εκπαίδευση στην περιοχή της Νάμπλους, φτάνοντας να γίνει διοικητής των Ταξιαρχιών αλ-Κασάμ στη Δυτική Οχθη.
Ολη αυτή την περίοδο, σχεδόν κανείς από τους κοντινούς του ανθρώπους δεν γνώριζε για την κρυφή του φιλοδοξία να εκδικηθεί το Ισραήλ και για τις δεξιότητές του στην κατασκευή βομβών. Αργότερα συμμετείχε στην παραγωγή εκρηκτικών που προκάλεσαν τον θάνατο 66 Ισραηλινών και τον τραυματισμό πάνω από 500.
Οταν τελικά εντοπίστηκε το 2003 και συνελήφθη από τις ισραηλινές δυνάμεις κατοχής, ανακρίθηκε και βασανίστηκε για πάνω από πέντε μήνες, προτού του επιβληθούν 67 ισόβιες ποινές, συνολικής διάρκειας 5.200 ετών φυλάκισης. Σε μεταγενέστερες συνεντεύξεις του που ηχογραφήθηκαν μέσα σε ισραηλινή φυλακή, ο Μπαργούτι δήλωσε με αυτοπεποίθηση ότι κάποια μέρα οι συνομιλητές του θα πήγαιναν να τον συναντήσουν ενώ θα καθόταν μέσα σε μια ζεστή μπανιέρα στη Ραμάλα.









