Τον περασμένο Δεκέμβριο δημοσιεύτηκαν στον Τύπο οι καταγγελίες και οι αποκαλύψεις εθελοντών που απασχολούνταν στο ίδρυμα, οι οποίες έκαναν λόγο για κακοποίηση, παραμέληση και πλημμελή φροντίδα των περιθαλπόμενων του ΚΕΠΕΠ. Το υπουργείο Υγείας, αφού πρώτα εξήρε τις φιλότιμες προσπάθειες της διοικήτριας του ιδρύματος και αφού ανακοίνωσε πως θα λύσει το πρόβλημα «με την αποστολή 5 νοσηλευτών τις επόμενες εβδομάδες», ένιψε τα χείρας του, νομιμοποιώντας ουσιαστικά το έγκλημα. Με δηλώσεις του στον Τύπο, ο γενικός γραμματέας Πρόνοιας του Υπουργείου Υγείας κ. Κατριβάνος δήλωσε ότι θεωρεί την καθήλωση «αναγκαίο κακό», μέθοδος όμως που θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την αυτοπροστασία των τροφίμων. «Με δεδομένο τη βαριά νοητική υστέρηση, η καθήλωσή τους με ιμάντες κρίνεται αναγκαία, σύμφωνα με τη γνωμάτευση των γιατρών, για να μην υπάρξει αυτοκαταστροφική ενέργεια». Να σημειώσουμε εδώ, ότι για την κακοποίηση παιδιού στο ΚΕΠΕΠ τον Μάιο του 2005, 25 εργαζόμενοι παραπέμφθηκαν σε δίκη με την κατηγορία πρόκλησης σωματικών βλαβών από αμέλεια. Το 10χρονο κορίτσι ήταν δεμένο με ιμάντες για 5 χρόνια με τη σύμφωνη γνώμη ψυχίατρου. Συνολικά, από την αρχή λειτουργίας του ιδρύματος έχουν καταγραφεί περισσότεροι από 30 θάνατοι περιθαλπόμενων, ενώ τον τελευταίο μήνα είχαμε ακόμη 3 θανάτους, με τους 2 τελευταίους μέσα σε ένα 48ωρο.
Το Κέντρο Περίθαλψης Παίδων (!) Λεχαινών ιδρύθηκε το 1987, με σκοπό να παρέχει προστασία και περίθαλψη σε άτομα με νοητική υστέρηση και κινητικές αναπηρίες, ηλικίας από 6 έως 18 ετών. Οι εικόνες που πρόσφατα ήρθαν στο φως της δημοσιότητας με τα όσα διαδραματίζονται καθημερινά στους τρεις ορόφους του ΚΕΠΕΠ ήρθαν να επιβεβαιώσουν ότι το κολαστήριο της Λέρου –πριν τριάντα χρόνια– δε συνιστούσε απλά τον τόπο του εγκλήματος αλλά κυρίως συμβόλιζε τον τρόπο, την «αντικειμενοποίηση του υποκειμένου», με τις καθηλώσεις και την καταστολή μέσω ψυχοφαρμάκων να αναδεικνύονται ως τα πλέον αποτελεσματικά όπλα στη φαρέτρα της ψυχιατρικής εξουσίας.
Στο ΚΕΠΕΠ Λεχαινών, όπως και στα αντίστοιχα ιδρύματα σε όλη τη χώρα, η συντριπτική πλειοψηφία των τροφίμων παραμένουν έγκλειστοι και μετά την ενηλικίωσή τους. Είναι επίσης γνωστό ότι, παρά τις εκάστοτε εξωραϊστικές δηλώσεις του υπουργείου Υγείας, τις αναφορές περί «μεμονωμένων περιστατικών» και τις πομφόλυγες περί «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης», τα όσα συμβαίνουν στο ΚΕΠΕΠ δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα της ασυλικής βαρβαρότητας που κυριαρχεί σε όλα τα ιδρύματα της χώρας, από το ΚΑΦΚΑ Ρόδου και το Θεομήτωρ στην Αγιάσο της Λέσβου έως το ΠΙΚΠΑ Βούλας και το Θεραπευτήριο Χρονίων Παθήσεων στο Σκαραμαγκά.
Για τα εγκλήματα στο ΚΕΠΕΠ το υπουργείο Υγείας ήταν ενήμερο από το Μάρτιο του 2010, όταν στελέχη του Συνήγορου του Πολίτη, συνοδευόμενα από τη Φαίη Παπούλια, ψυχολόγο (σύζυγο του παρελασιάρχη), επισκέφθηκαν το ΚΕΠΕΠ. Στην έκθεση του ΣτΠ αναφέρεται: «…λόγω της έλλειψης προσωπικού για την άμεση επίβλεψη και φροντίδα των περιθαλπομένων, έχουν τοποθετηθεί κάμερες παρακολούθησης, χρησιμοποιείται ευρέως κατασταλτική φαρμακευτική αγωγή και ακολουθείται συχνά η πρακτική της καθήλωσης των παιδιών με ιμάντες στα κρεβάτια τους», «…υπάρχουν παιδιά με σύνθετες αναπηρίες και σοβαρές διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (φάσμα αυτισμού) που διαβιούν σε ξύλινα κλειδωμένα κουβούκλια (κρεβάτια-κλουβιά)…».
Χαρακτηριστική περίπτωση υποκρισίας και αθλιότητας αποτελεί το Δρομοκαΐτειο, όπου τον Ιούλιο του 2010 δύο ψυχολόγοι του ιδρύματος έκαναν δημόσιες καταγγελίες περί απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης και μεταχείρισης και στις οποίες ασκήθηκε ποινική δίωξη και τους επεβλήθησαν πειθαρχικές ποινές για τις αποκαλύψεις τους. Πριν περίπου ένα μήνα, η διοίκηση του Δρομοκαΐτειου μεταβίβαζε με έγγραφό της στους εργαζόμενους τα συγχαρητήρια της διευθύντριας Ψυχικής Υγείας του υπουργείου Υγεία κ. Κατσικάρου, καθώς «η κατάσταση σε όλο το νοσοκομείο ήτο και εκρίθη άριστη».
Αλλά ακόμα και στις λεγόμενες δομές αποασυλοποίησης, τα οικοτροφεία και τους ξενώνες, στους οποίους έχουν μεταφερθεί χρόνιοι έγκλειστοι των ψυχιατρικών ασύλων, δε λείπουν οι κάμερες παρακολούθησης, οι καθηλώσεις και η ακραία συνταγογράφηση. Θυμίζουμε την περίπτωση του οικοτροφείου «ΗΩ» της ΕΨΑΜΥ στον Ασπρόπυργο, όπου το καλοκαίρι του 2009 δημοσιεύτηκαν φωτογραφίες με ασθενείς δεμένους με ιμάντες για μεγάλο διάστημα στα κρεβάτια τους.
Αποδεικνύεται πλέον περίτρανα, ότι η «ψυχιατρική μεταρρύθμιση» δεν απετέλεσε τίποτα περισσότερο από μια μεταφορά-μετεγκατάσταση χρονίων ασθενών ψυχιατρικών ιδρυμάτων σε άλλα μικρότερα άσυλα, χωρίς όμως να μετασχηματίζεται ο θεσμός του ασύλου και χωρίς να θίγεται η σχέση εξουσίας ψυχίατρου-πάσχοντος. Γιατί παραμένει ανέγγιχτη η βασική ουσία του ασύλου, η οποία έγκειται στον τρόπο άσκησης της ψυχιατρικής παρά στον τόπο που λαμβάνει χώρα. Ενός τρόπου που θέτει τον πάσχοντα σε θέση αντικειμένου, χωρίς διαπραγματευτική δύναμη, χωρίς φωνή, έρμαιο στις ορέξεις της ψυχιατρικής καταπίεσης.
Κι όσο δε δίνονται αγώνες πρώτα από τους ίδιους τους εργαζόμενους ενάντια στην καθήλωση, που αντί να θεωρείται θεραπευτική πρακτική θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται ως ποινικό αδίκημα, τόσο θα θεριεύουν τα Λεχαινά, η Λέρος, το Δρομοκαΐτειο…
Χ.Π.