Ο «υπηρεσιακός» υπουργός Οικονομικών Γ. Χουλιαράκης ανέλαβε να εκλαϊκεύσει με τεχνοκρατικό στιλ την προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ, από τις στήλες του «Βήματος». Κάθε λέξη κι ένα ψέμα:
«Τα προηγούμενα προγράμματα είχαν σημαντικά προβλήματα σχεδιασμού τόσο σε σχέση με το μέγεθος όσο και με τον εμπροσθοβαρή χαρακτήρα της δημοσιονομικής προσαρμογής όσο και με την κοινωνικά άδικη κατανομή του βάρους της προσαρμογής αυτής. Η πρόσφατη συμφωνία χαρακτηρίζεται από σημαντικά ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή με ρεαλιστικούς στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτό συμβάλλει όχι μόνο στην χαλάρωση της λιτότητας αλλά και στην αξιοπιστία του προγράμματος».
Ο Τσίπρας, στη συνέντευξη που έδωσε στο πλαίσιο της ΔΕΘ, ανέλαβε να πει το ίδιο πράγμα με αριθμούς:
«Η συμφωνία που έφερε ο κ. Παπανδρέου το 2010 και μάλιστα σε συνθήκες πολύ ευνοϊκότερες, αν είχε κάνει τα μισά από αυτά που κάναμε εμείς, διότι σας θυμίζω τότε ήταν φορτωμένες οι ευρωπαϊκές τράπεζες με ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα υπήρχαν τα διπλάσια από αυτά που υπάρχουν σήμερα μέσα, αλλά ας μην πάμε τώρα στο παρελθόν, η συμφωνία που έφερε ο Παπανδρέου το 2010 ήταν μια συμφωνία δημοσιονομικής προσαρμογής 40 δισεκατομμυρίων ευρώ ή ετησίως ετήσια δημοσιονομική προσαρμογή 17 δισεκατομμύρια. Αυτό που διαπραγματεύτηκε και έφερε αργότερα ως δεύτερη συμφωνία ο κ. Σαμαράς ήταν 25 δισ. ετήσια προσαρμογή 10 δισ., κι αυτό που φέρνουμε εμείς είναι σε βάθος τριάμισι ετών 9,8-9,9, ετήσια προσαρμογή 2,9. Ετήσια δημοσιονομική προσαρμογή, η πρώτη συμφωνία 17, η δεύτερη 10, η τρίτη 2,9, ποιο είναι μεγαλύτερο; Μήπως είναι μεγαλύτερο το 2,9 από το 10 και από το 17; Τι είναι χειρότερο λοιπόν; Για να συνεννοηθούμε (…) Και να συγκρίνουμε τη δριμύτητα των μέτρων της πρώτης περιόδου και της δεύτερης περιόδου, με αυτά που έχουμε σήμερα».
Σύμφωνα με τον Χουλιαράκη, τα προβλήματα των δύο προηγούμενων «προγραμμάτων» (Μνημονίων) ήταν το μέγεθος και ο εμπροσθοβαρής χαρακτήρας της δημοσιονομικής προσαρμογής. Δηλαδή, έπαιρναν πολλά και τα έπαιρναν αμέσως και όχι κλιμακωτά. Το γεγονός ότι το «πρόγραμμα» του τρίτου Μνημόνιου έρχεται να φορτώσει νέα (πρόσθετα) βάρη στην καμπούρα ενός εξουθενωμένου λαού, δεν έχει καμιά σημασία.
Σύμφωνα με τους αριθμούς του Τσίπρα, το τρίτο «πρόγραμμα» είναι χάδι μπροστά στα δύο προηγούμενα. Τα δύο προηγούμενα «προγράμματα», βέβαια, ολοκληρώθηκαν. Εκοψαν μισθούς και συντάξεις, έκοψαν κοινωνικές δαπάνες, έβαλαν νέους φόρους. Ολα δε αυτά παραμένουν, δε γυρίσαμε στο 2009. Για να είναι συγκρίσιμο το τρίτο «Πρόγραμμα» με τα δύο προηγούμενα, θα έπρεπε να ξεκινήσει από μηδενική βάση. Αυτό που συμβαίνει, όμως, είναι πως το τρίτο «πρόγραμμα» έρχεται να προστεθεί στα δύο προηγούμενα, τα οποία επίσης προστέθηκαν το ένα στο άλλο.
Ο Τσίπρας είχε το απίστευτο θράσος να πει ακόμα και ότι προστάτευσε τις συντάξεις! Το είπε στη Θεσσαλονίκη και δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος να τον ξεμπροστιάσει: «Εμείς δώσαμε μια μάχη, μεγάλη μάχη, για να διατηρηθεί ο βασικός πυρήνας των συντάξεων και έχουμε σήμερα μία ελάχιστη μείωση μόνο, που αφορά ένα 2% στη βασική σύνταξη κι ένα 6% στις επικουρικές».
Ποιος είναι ο «βασικός πυρήνας των συντάξεων» που διατήρησε ο ΣΥΡΙΖΑ; Ο,τι είχε μείνει στις συντάξεις από τα συνεχή πετσοκόμματα των δύο προηγούμενων Μνημονίων! Πριν από εφτά μήνες υπόσχονταν ότι θα προχωρήσουν σε «σταδιακή αποκατάσταση των συντάξεων, ανάλογα με την πορεία της οικονομικής ανάκαμψης», ενώ εμφάνιζαν ως αδιαπραγμάτευτη απόφασή τους την επαναφορά της 13ης σύνταξης για τους συνταξιούχους που παίρνουν κάτω από 700 ευρώ, με αρχή τα Χριστούγεννα του 2015. Τώρα, όχι μόνο ξέχασαν όσα υπόσχονταν, αλλά αυτές τις πετσοκομμένες κύριες και επικουρικές συντάξεις ήρθαν να τις πετσοκόψουν κι άλλο, κόβοντας 2% από τις κύριες και 6% από τις επικουρικές, οριζόντια, άσχετα από το ύψος της σύνταξης. Και βέβαια, θα έχουμε κι άλλα πετσοκόμματα με το νέο Ασφαλιστικό που θα εισηγηθεί η τρόικα (η κυβέρνηση απλώς θα το προωθήσει στη Βουλή για ψήφιση) τον Οκτώβρη. Οχι μόνο για τους συνταξιούχους που θα βγουν μετά την 1.1.2016, αλλά και για τους ήδη συνταξιούχους (θυμηθείτε από τώρα ότι θα επανέλθει η λεγόμενη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος). Και να μην ξεχάσουμε την κατάργηση του ΕΚΑΣ, που θα γίνει σταδιακά, ξεκινώντας τους επόμενους μήνες από το 20% των συνταξιούχων.
Το παράδειγμα των συντάξεων είναι αποκαλυπτικό του τεχνοκρατικού γκεμπελισμού που εφαρμόζουν ο Τσίπρας, ο Χουλιαράκης και τα υπόλοιπα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, συγκρίνοντας το ύψος της δημοσιονομικής προσαρμογής που πρόβλεπε κάθε Μνημόνιο, για να πουν ότι το δικό τους είναι το πιο ήπιο, ενώ στην πραγματικότητα η δημοσιονομική προσαρμογή του κάθε Μνημονίου προστίθεται σ’ αυτή των προηγούμενων. Αν χρησιμοποιήσουμε τους αριθμούς του Τσίπρα, δεν έχουμε 40 δισ. έναντι 25 δισ. έναντι 9,9 δισ., αλλά έχουμε 40+25+9,9 δισ. σε τρεις δόσεις (και αρκετές υποδόσεις, που καθορίζονται από τις περιοδικές επιθεωρήσεις-αξιολογήσεις της τρόικας).
Το ίδιο μπορούμε να δούμε και στον τομέα της φορολογίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ συμφώνησε να διατηρηθούν άθικτα όλα τα χαράτσια που είχαν θεσπιστεί με τα δύο προηγούμενα Μνημόνια. Μπορεί ο ΕΝΦΙΑ να παρέμεινε στα ίδια επίπεδα, όπως και η «ειδική εισφορά αλληλεγγύης» (για τα πιο χαμηλά εισοδήματα), όπως και το «τέλος επιτηδεύματος» και άλλα χαράτσια, όμως δεν είχαμε καν «μία από τα ίδια», καθώς άλλοι φόροι αυξήθηκαν. Για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά την άμεση φορολογία, το 26% από το πρώτο ευρώ για τους λεγόμενους μικρομεσαίους (ανάμεσά τους υπάρχουν πια επαγγελματίες που με το ζόρι κρατιούνται ζωντανοί) έγινε 29%, ενώ η «δέσμευση» για αφορολόγητο 12.000 ευρώ για όλα τα εισοδήματα πετάχτηκε στο σκουπιδοτενεκέ. Στον τομέα της έμμεσης φορολογίας, όμως, της πιο αντιλαϊκής φορολογίας, ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε άλματα. Με τα προηγούμενα Μνημόνια αυξήθηκαν οι συντελεστές ΦΠΑ στο 13% και το 23%. Ο ΣΥΡΙΖΑ συμφώνησε όχι μόνο να διατηρηθούν αυτοί οι υψηλότατοι συντελεστές ΦΠΑ, αλλά να περάσει στο 23% ακόμη και η πλειοψηφία των τροφίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης και να κοπεί η έκπτωση 30% που ίσχυε στα νησιά, με στόχο κάθε χρόνο να συγκεντρώνεται ένα επιπλέον ποσό γύρω στα 2 δισ. ευρώ από τον ΦΠΑ. Κι αν το ποσό αυτό δε συγκεντρωθεί, εδώ είναι η τρόικα για να απαιτήσει νέες αλλαγές έτσι που να μπει βίαια το χέρι στην τσέπη των εργαζόμενων, των ανέργων και των συνταξιούχων, που αναγκαστικά πρέπει να ψωνίσουν ήδη πρώτης ανάγκης και επομένως θα πληρώσουν το χαράτσι του ΦΠΑ θέλοντας και μη.
Η δημοσιονομική πολιτική αποτελεί ένα βασικό εργαλείο των Μνημονίων. Ο στόχος είναι να εξασφαλίζονται τα κονδύλια που απαιτούνται κάθε χρόνο για την αποπληρωμή των τόκων και ενός μέρους των χρεολυσίων. Γι’ αυτό και η δημοσιονομική πολιτική εμφανίζει τη συμπεριφορά κινούμενης άμμου. Και στο σκέλος των εσόδων και στο σκέλος των δαπανών. Τα έσοδα είναι η φορολογία. Μπορεί το ΑΕΠ να πέφτει, μπορεί τα εισοδήματα όσων έχουν ακόμη εισόδημα να πέφτουν, μπορεί οι άνθρωποι χωρίς εισοδήματα (άνεργοι) να πληθαίνουν, όμως οι φόροι αυξάνονται. Κι επειδή η άμεση φορολογία δεν έχει πλέον μεγάλα περιθώρια, το βάρος πέφτει κυρίως στην έμμεση (ΦΠΑ, και ειδικοί φόροι κατανάλωσης) και στα χαράτσια.
Οι δαπάνες είναι μισθοί (των εργαζόμενων στο δημόσιο), συντάξεις, κοινωνικές δαπάνες και πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Το τελευταίο έχει εκμηδενιστεί από το 2010. Τα υπόλοιπα πετσοκόβονται συνέχεια. Μπορεί ο ρυθμός του πετσοκόμματος να έχει πέσει, αλλά στο τέλος ακόμη δεν έχουμε φτάσει. Θα υπάρξουν κι άλλα μέτρα, στο πλαίσιο των «αξιολογήσεων» της εφαρμογής του Μνημόνιου-3 από την τρόικα, αλλά και μετά το 2018, οπότε λήγει τυπικά το Μνημόνιο-3.
Οταν ψηφίστηκε το πρώτο Μνημόνιο, από τις στήλες της «Κόντρας» έγιναν δύο σημαντικές επισημάνσεις. Πρώτο, ότι το ζήτημα δεν είναι το χρέος, αλλά η κινεζοποίηση του ελληνικού λαού. Το χρέος χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την προώθηση της κινεζοποίησης (περιττεύει να θυμίσουμε ότι τότε άπαντες -σχεδόν- μιλούσαν για «κρίση χρέους»). Δεύτερο, ότι το Μνημόνιο είναι κινούμενη άμμος, διότι οι στόχοι που τίθενται δεν πιάνονται με τα πρώτα πακέτα μέτρων, επομένως χρειάζονται συνεχώς νέα πακέτα. Αυτές οι πρώιμες επισημάνσεις έχουν επιβεβαιωθεί από τις εξελίξεις. Η κινεζοποίηση κατά βάση ολοκληρώθηκε και στόχος είναι πλέον η σταθεροποίηση και το βάθεμά της (υπάρχουν ακόμη περιθώρια). Ανεξάρτητα, λοιπόν, από τις παπάρες της προεκλογικής περιόδου και τον τεχνοκρατικού τύπου γκεμπελισμό των τσιπραίων, η ζωή θα συνεχίσει να κινείται στον αστερισμό της βαρβαρότητας. Κι αυτό θα έχει την επίδρασή του στην (αυθόρμητη) κοινωνική συνείδηση.
Πέτρος Γιώτης