Αποκαλυπτική η συνέντευξη του Γκρέγκορ Γκίζι, προέδρου του γερμανικού κόμματος «Αριστερά» και ηγέτη της υποτιθέμενης αριστερής πτέρυγάς του, στον «Κόσμο του Επενδυτή» (26-27.9.09). Αποκαλυπτική για το ρόλο τέτοιων κομμάτων, που τοποθετούνται στ’ αριστερά της ξεπεσμένης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και θέτουν στον εαυτό τους το καθήκον να τη «διορθώσουν». Δηλαδή, να της προσδώσουν νέο κύρος, μέσα από έναν εντελώς οριακό ρεφορμισμό, που θα ανανεώσει την ικανότητα των αστικών πολιτικών δυνάμεων να διαχειρίζονται τον καπιταλισμό, ενσωματώνοντας εργατικές και νεολαιίστικες μάζες στην πολιτική τους τακτική και αποτρέποντας κινήσεις αναζήτησης μιας επαναστατικής-κομμουνιστικής στρατηγικής.
Ο Γκίζι προσδιορίζει ως εξής το ρόλο της «Αριστεράς» στο μετεκλογικό πολιτικό τοπίο: «Αποτελούμε έναν σημαντικό διορθωτικό παράγοντα στην κοινωνία. Οσο πιο δυνατοί είμαστε, τόσο πιο κοινωνικό θα πρέπει να γίνει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), αλλά και οι υπόλοιπες παρατάξεις. Οσο πιο αδύναμοι είμαστε, τόσο πιο αντικοινωνικές γίνονται».
Προχωρημένη άποψη! Οι εγχώριοι εκπρόσωποι της ψευτοαριστεράς δεν έχουν ακόμη τολμήσει να το πουν τόσο ανοιχτά. Μιλούν μόνο για ενίσχυση των αντιστάσεων του λαού, μέσω της δικής τους κοινοβουλευτικής ενδυνάμωσης, ενώ ο Γκίζι μιλά για τράβηγμα προς τ’ αριστερά και των άλλων αστικών κομμάτων. Οχι μόνο της Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και των δεξιών κομμάτων! Τι δείχνει, όμως, η πρόσφατη πολιτική ιστορία της Γερμανίας; Πριν τέσσερα χρόνια, η αδυναμία σχηματισμού «ομόδοξης» συμμαχικής κυβέρνησης ουδόλως κλόνισε το πολιτικό σκηνικό. Σχηματίστηκε με μοναδική ευκολία μια σταθερότατη κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών, που κυβέρνησε αδιατάρακτα την ιμπεριαλιστική Γερμανία για μια πλήρη κυβερνητική θητεία. Τώρα, μετά τις ανακατατάξεις των εκλογών, θα σχηματιστεί μια επίσης σταθερή «κεντροδεξιά» κυβέρνηση, που θα συνεχίσει να διαχειρίζεται πολιτικά τα συμφέροντα του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Η «Αριστερά» ενισχύθηκε κι άλλο εκλογικά, όμως αυτό ουδόλως ανησυχεί το σύστημα εξουσίας.
Ο Γκίζι, όμως, παραβλέποντας την πραγματική Ιστορία, ενδύεται τη χλαμύδα του προφήτη. Δεν συνομιλούν, λέει, με τον Μιντεφέρινγκ και τον Στάινμαγερ, γιατί «αυτοί είναι όλοι άνθρωποι του Σρέντερ». Υπάρχουν, όμως, άλλα στελέχη, χαμηλότερα στην ιεραρχία του SPD με τους οποίους συνομιλούν και από τις συνομιλίες τους είναι αισιόδοξος. «Πρέπει να έρθει η επόμενη γενιά του SPD και τότε θα γίνει κάτι. Πρέπει να έχουμε λίγη υπομονή. Η δική μας αυτοπεποίθηση θα τους φέρει σε εμάς, βήμα προς βήμα». Προβλέπει δε, ότι αυτό θα γίνει σε δυο χρόνια: «Πιστεύω ότι τότε μέσα στο SPD θα σημειωθεί μια εξέγερση και τότε θα υπάρξουν κάποιες αλλαγές. Το 2013, μια αριστερή πλειοψηφία θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως κυβερνητικός συνασπισμός»!
Μπορεί πράγματι ένα τμήμα του στελεχιακού δυναμικού του SPD να θέλει επιστροφή σε μια παλαιού τύπου σοσιαλδημοκρατική ρητορική, προκειμένου να σταματήσει η κατρακύλα του κόμματος και οι διαρροές προς την «Αριστερά». Είναι βέβαιο, όμως, πως ένα άλλο τμήμα του στελεχιακού δυναμικού θα θέλει απλώς έναν αντιπολιτευτικό εκσυγχρονισμό (τον προανήγγειλε ο ίδιος ο Στάινμαγερ, μιλώντας στα στελέχη το βράδυ των εκλογών και αναγνωρίζοντας την εκλογική ήττα), προσδοκώντας στην επανάκαμψη στην εξουσία, μετά από μια κυβερνητική φθορά της «κεντροδεξιάς» κυβέρνησης (όπως έκανε το ΠΑΣΟΚ εδώ ή όπως κάνουν οι γάλλοι σοσιαλδημοκράτες).
Οποια τάση και να επικρατήσει, όμως, είτε έχουμε στροφή σε μια αριστερίζουσα ρητορική, είτε απλώς θορυβώδη αντιπολίτευση, το βέβαιο είναι πως ο χαρακτήρας της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας ως αστικής διαχειριστικής δύναμης δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Δεν είναι κανένα φρέσκο πολιτικό ρεύμα, για να έχουμε αμφιβολίες ως προς αυτό. Εναν αιώνα ιστορίας έχει η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία στη διαχείριση της αστικής εξουσίας και έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Δεν πρόκειται ν’ αλλάξει αυτός ο χαρακτήρας τώρα, επειδή συνετρίβη σε μια εκλογική μάχη.
Τι κάνουν ο Γκίζι, ο Λαφοντέν (μεγαλοστέλεχος του SPD και κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησής του επί Σρέντερ) και η «Αριστερά»; Καλλιεργούν αυταπάτες περί αριστερής μετάλλαξης του SPD και δημιουργίας… αριστερής κυβέρνησης του 2013. Ετσι, εγκλωβίζουν ριζοσπαστικές εργατικές και νεολαιίστικες δυνάμεις σε μια λογική «διόρθωσης» του SPD, αποτρέποντας κάθε πραγματική κοινωνική κίνηση προς τ’ αριστερά.
Στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του ΣΥΡΙΖΑ, την περασμένη Τρίτη, αναζητήθηκε –για ευνόητους λόγους– γερμανική αύρα. Κλήθηκε, λοιπόν και χαιρέτισε ο Λόταρ Μπίσκι, πρόεδρος της «Αριστεράς» και πρόεδρος του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο οποίος στον μεστό χαιρετισμό του παρέδωσε απλά μαθήματα διαχείρισης του καπιταλισμού, καταχειροκροτούμενος βεβαίως από το ακροατήριο.
«Ναι, θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο προς το καλύτερο – και αυτό είναι δυνατόν!», διακήρυξε ο κ. Μπίσκι, βάζοντας πάγο σε όσους από το ακροατήριο ενδεχομένως ονειρεύονται επαναστάσεις. Τους κάλεσε να αυτοπεριοριστούν σε μικροβελτιώσεις του υπάρχοντος συστήματος: «Γι’ αυτό πρέπει η αριστερά να είναι σε θέση να καταδείξει ρεαλιστικά βήματα προς μία αλλαγή της πολιτικής – στην Ευρώπη και εδώ στην Ελλάδα». Για να μην υπάρξει παρεξήγηση από τα λεγόμενά του έδωσε και απτά παραδείγματα: «Εμάς δεν μας αρκεί μόνο οι κυβερνώντες να εξανίστανται στο Pittsburgh για το ύψος των αμοιβών των μάνατζερ, επειδή τελευταία αυτό είναι του συρμού. Εμείς χρειαζόμαστε δεσμευτικούς κανόνες για τη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά και περισσότερη δημοκρατία στην οικονομία». Ποιος εξανέστη στο Πίτσμπουργκ για τα μπόνους των golden boys; Ο Σαρκοζί! Καλό είν’ αυτό, αλλά δεν είναι αρκετό, απεφάνθη ο Μπίσκι. Χρειαζόμαστε κάτι παραπάνω. Στη συνέχεια, έφερε ένα παράδειγμα από την πρόσφατη προεκλογική μάχη στη Γερμανία. Μας λένε –είπε– ότι τα μέτρα που προτείνουμε είναι ανεφάρμοστα. Ιδού η απόδειξη για το πως μπορούμε να κάνουμε πολιτική κοινωνικής δικαιοσύνης, χωρίς να πειράξουμε τα θεμέλια του καπιταλισμού: «Αναθέσαμε σε ειδικούς να κάνουν τους υπολογισμούς και τεκμηρίωσαν ότι: Εάν εφαρμόζαμε το φορολογικό σύστημα που προτείνουμε, θα υπήρχαν τα χρήματα για μια ζωή σε συνθήκες κοινωνικής ασφάλειας για όλες και για όλους»! Ολα είναι ζήτημα φορολογικής πολιτικής!!!
Είχε απάντηση, όμως, και σε άλλο κρίσιμο ερώτημα ο κ. Μπίσκι: «Κάποιοι άλλοι πάλι λένε: Μα δεν πρόκειται να έχετε ποτέ την πλειοψηφία για να εφαρμόσετε τις εναλλακτικές σας προτάσεις. Η απάντησή μας είναι: Μια δυνατή αριστερά αλλάζει και τις δυνάμεις μέσα στα άλλα κόμματα και τα αναγκάζει να κάνουν κοινωνική πολιτική γιατί βλέπουν ότι όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού απαιτούν περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη»! Να τι σημαίνει ο κατά Γκ. Γκίζι «διορθωτικός παράγοντας». Συμπληρωματική δύναμη του συστήματος!
Ασφαλώς, οι της «ανανεωτικής πτέρυγας» του ΣΥΝ αισθάνθηκαν δικαιωμένοι από το χαιρετισμό του Λ. Μπίσκι. Δεν τους απογοήτευσε, όμως, και ο Αλ. Τσίπρας, που τον διαδέχτηκε στο βήμα. «Πριν από λίγες μέρες έγινε, στο Πίτσμπουργκ των ΗΠΑ, η συνάντηση των λεγόμενων G20, δηλαδή των είκοσι ισχυρότερων χωρών του κόσμου. Τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά», κραύγασε με το γνωστό του ύφος ο Αλέξης. Είχε μεγάλες προσδοκίες από τους ηγέτες του ιμπεριαλιστικού κόσμου ο δόλιος και αυτοί –δυστυχώς– τον απογοήτευσαν.
Ο τρόπος που μιλάμε αποκαλύπτει τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Την κεντρική στρατηγική αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ τη διατύπωσε, αμέσως μετά, αφού συνήλθε από την… απογοήτευση που του προκάλεσαν οι αποφάσεις του Ομπάμα, του Μπράουν, του Σαρκοζί, της Μέρκελ και των άλλων «παιδιών», πάλι ο Τσίπρας: «Η αριστερά σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη, αντιστέκεται σε αυτή τη προοπτική και αγωνίζεται για να ανατρέψει το νεοφιλελευθερισμό, αντιτάσσοντας στην οικονομία των εμπορεύσιμων αξιών και του κέρδους, την οικονομία των κοινωνικών αναγκών». Ούτε καπιταλισμός ούτε αντικαπιταλισμός υπάρχει στον συριζικό λόγο. Υπάρχει μόνο ένα μοντέλο διαχείρισης του καπιταλισμού (ο νεοφιλελευθερισμός), που για την ακρίβεια δεν είναι μοντέλο, αλλά μορφή διαχείρισης που συνδέεται με μια ορισμένη φάση της ιστορίας του καπιταλισμού. Δίπλα σ’ αυτό υπάρχει η ψεύτικη ελπίδα ενός άλλου καπιταλισμού, εξανθρωπισμένου, που θα έχει στο κέντρο του τις κοινωνικές ανάγκες! Η επανάσταση είναι… παρωχημένη ως «εργαλείο» για την αλλαγή της κοινωνίας. Αρκεί ένα «συγκεκριμένο πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων», όπως είπε ο Τσίπρας.