Η δήλωση Αλογοσκούφη, που παρατίθεται δίπλα, είναι βέβαια για γέλια. Λέει ψέματα από την αρχή μέχρι το τέλος. Από τα τυπικά («είχαμε καλεσμένο στο δείπνο τον κ. Σαρκοζί», ενώ είναι γνωστό ότι ο Σαρκοζί πήγε μόνος του για να τους τα πει ένα χεράκι και να καταστήσει σαφή τη θέση του) μέχρι τα ουσιαστικά: ότι ο Σαρκοζί «δεν μπορεί να δεσμευτεί απόλυτα ή να είναι απόλυτα σίγουρος», ότι η Γαλλία θα έχει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό μέχρι το 2010.
Η αλήθεια είναι ότι ο Νικολά Σαρκοζί πήγε στο Ecofin για να συνεχίσει αυτό που ξεκίνησε στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών. Εκεί απαίτησε και πέτυχε να διαγραφεί από το κείμενο της νέας Συνθήκης η παράγραφος που αναγόρευε σε στρατηγικό στόχο της ΕΕ τον «ελεύθερο και χωρίς στρεβλώσεις ανταγωνισμό». Για ποιο λόγο; Γιατί δεν θέλει οποιοδήποτε κοινοτικό όργανο να του δέσει τα χέρια και να τον εμποδίσει να «στουμπώσει» με γενναίες επιδοτήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό το γαλλικό μονοπωλιακό κεφάλαιο, προκειμένου να κερδίσει το δρόμο που έχει χάσει στην κούρσα του ενδοευρωπαϊκού ανταγωνισμού.
Στο Ecofin πήγε συνοδεύοντας τη νέα υπουργό Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ, για να ξεκαθαρίσει ο ίδιος, με το κύρος που τον περιβάλλει, πως η σημερινή γαλλική κυβέρνηση δεν δεσμεύεται από καμιά συμφωνία δημοσιονομικής πειθαρχίας που έχει υπογράψει η προηγούμενη. Το Σύμφωνο Σταθερότητας μπορείτε να το βάλετε εκεί που ξέρετε, είπε ο Σαρκοζί στους υπουργούς του Eurogroup. Ο ίδιος είναι αποφασισμένος να θυσιάσει τη δημοσιονομική ισορροπία, προκειμένου με φοροαπαλλαγές και επιχορηγήσεις να στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη του γαλλικού ιμπεριαλισμού. Στον δημοσιονομικό τομέα θα βαδίσει με τους ρυθμούς που επιβάλλει αυτή η ανάγκη της Γαλλίας και όχι με τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Κομισιόν και του Συμβουλίου. Γι’ αυτό και δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με τον γάλλο πρόεδρο της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ, που υποστήριξε ότι μια δημοσιονομική ανισορροπία στη Γαλλία θα ασκήσει (λόγω του ειδικού βάρους της γαλλικής οικονομίας) πληθωριστικές πιέσεις στο σύνολο της ευρωζώνης.
Πολλοί είναι αυτοί που στέκονται εξαιρετικά αμήχανοι μπροστά στην επιθετική πολιτική του Σαρκοζί και στην αναδίπλωση της Γαλλίας στις αρχές του κρατικού προστατευτισμού. Πώς είναι δυνατόν -λένε- ένας κατ’ εξοχήν δεξιός πολιτικός να ζητά μέτρα περιορισμού της ελευθερίας του ανταγωνισμού και να στρέφεται ενάντια στη δημοσιονομική πειθαρχία του Συμφώνου Σταθερότητας; Οσοι θέτουν τέτοια ερωτήματα είναι ή απατεώνες ή παντελώς άσχετοι. Εδώ δεν πρόκειται για συντηρητική ή σοσιαλδημοκρατική πολιτική, αλλά για εθνική-ιμπεριαλιστική πολιτική. Σε εκείνους που έχουν ασθενή μνήμη πρέπει να θυμίσουμε πως ο σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ έκανε τα ίδια ακριβώς προ πενταετίας. Οταν η Κομισιόν ζήτησε επιτακτικά από το Συμβούλιο να επιβάλει στη Γερμανία κυρώσεις, επειδή δεν συμμορφωνόταν προς τις απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας (Συμφώνου που ήταν γερμανικής έμπνευσης και προωθήθηκε στο πλαίσιο της Συνθήκης του Μάαστριχτ, με το επιχείρημα ότι η Γερμανία δεν μπορεί να εγκαταλείψει το μάρκο, αν δεν υιοθετούσε ένα εξίσου ισχυρό νόμισμα), ο Σρέντερ προκάλεσε μια ισχυρότατη θεσμική κρίση στην ΕΕ, ξεκαθάρισε ότι η Γερμανία δεν πρόκειται να συμμορφωθεί, έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τη διαδικασία επιτήρησης που πρότεινε η Κομισιόν και επέβαλε στο Συμβούλιο να μην υιοθετήσει καμιά από τις προτάσεις της Κομισιόν, παραβιάζοντας έτσι ευθέως τη Συνθήκη (την κορωνίδα του Κοινοτικού Δικαίου).
Δεν πρωτοτυπεί, λοιπόν, ο δεξιός Σαρκοζί, αλλά αντιγράφει τον σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ, επιλέγοντας να στηρίξει με δημοσιονομική χαλάρωση την τόσο αναγκαία αναπτυξιακή ροπή του γαλλικού καπιταλισμού. Ούτε την εργατική τάξη θα στηρίξει, ούτε τους ανέργους, ούτε τους εξαθλιωμένους των γκέτο των γαλλικών μεγαλουπόλεων, αλλά μόνο το γαλλικό κεφάλαιο. Το ίδιο ακριβώς είχε κάνει και ο Σρέντερ. Τίναζε στον αέρα τη δημοσιονομική πειθαρχία του Συμφώνου Σταθερότητας και ενίσχυε αφειδώς με εθνικές επιδοτήσεις το γερμανικό κεφάλαιο, την ίδια στιγμή που προωθούσε την αντεργατική Agenda 2010. Οπως και άλλη φορά έχει αναλυθεί από τις στήλες της «Κ», πρόκειται για τυπική ιμπεριαλιστική πολιτική, η οποία, εκτός των άλλων, αποκαλύπτει και τις αντιφάσεις που διέπουν το εγχείρημα της Ευρωένωσης. Από τη μια έχουμε διαδικασίες ιμπεριαλιστικής ομοσπονδοποίησης και από την άλλη έχουμε αναδίπλωση σε θέσεις κρατικού προστατευτισμού. Αυτό συμβαίνει γιατί ο οικονομικός νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού δεν επιτρέπει την ομογενή-ισόμετρη ανάπτυξη των βασικών τουλάχιστον ιμπεριαλιστικών οικονομιών της ευρωζώνης. Η υιοθέτηση ενός νομίσματος δεν σημαίνει και οικονομική ομογενοποίηση.
Η ΕΕ είναι υποχρεωμένη να ισορροπεί πάνω σε μια αντίφαση που μοιάζει με τεντωμένο σκοινί. Από τη μια οι ευρωτραπεζίτες απαιτούν τη δημοσιονομική πειθαρχία και αυξάνουν συνεχώς τα επιτόκια του ευρώ και από την άλλη οι οικονομίες που βρίσκονται σε κρίση απαιτούν φτηνότερο χρήμα και κρατικές επιδοτήσεις, προκειμένου να μπουν στη φάση της αναζωογόνησης και στη συνέχεια της άνθισης. Αυτή η αντίφαση, λοιπόν, προκαλεί και θα εξακολουθήσει να προκαλεί φυγόκεντρες τάσεις, τάσεις αποσυσπείρωσης και απομάκρυνσης από το «ενωσιακό κεκτημένο».
Αν τα αιτήματα του Σαρκοζί γίνουν δεκτά -έγραφε το «Βήμα» την προηγούμενη Κυριακή- «θα αποδειχθεί ότι ανεξάρτητα από τα νομικά κείμενα και τις κοινοτικές συνθήκες υπέρτατος νόμος στην ΕΕ είναι ο ίδιος με αυτόν της ζούγκλας: ο νόμος της επιβίωσης του ισχυρότερου». Το βράδυ της Δευτέρας οι γαλλικές απαιτήσεις έγιναν δεκτές και οι ευρωλάγνοι κρέμασαν πλερέζες. «Οι κυβερνήσεις των “μικρών χωρών” οι οποίες θα δηλώσουν ότι αποδέχονται αυτή την κατάσταση» -κατέληγε το ίδιο δημοσίευμα- «στην ουσία θα δηλώσουν πως αποδέχονται τη λειτουργία ενός άτυπου διευθυντηρίου (των “μεγάλων”) στο εσωτερικό της ΕΕ. Θα αποδεχθούν, δηλαδή, σήμερα ότι η τήρηση των συμπεφωνημένων είναι υποχρεωτική για τους μικρούς και προαιρετική για τους μεγάλους»! Αυτή, όμως, ήταν πάντοτε η πραγματικότητα του καπιταλισμού. Αλλον τρόπο οικονομικών και διακρατικών σχέσεων δεν γνώρισε, εκτός από τη μοιρασιά ανάλογα με την ισχύ (οικονομική, πολιτική, στρατιωτική).
Πέτρος Γιώτης