Δεν είδαμε (ούτε προγραμματίζαμε να δούμε) την παράσταση «Ισορροπία του Nash» στο Εθνικό Θέατρο. Η ίδια η περιγραφή του «μύθου» του έργου μας προϊδέαζε για ένα κήρυγμα υπέρ της «υπέρτατης αξίας της ανθρώπινης ζωής», με ό,τι αυτό σημαίνει στον κυρίαρχο ιδεολογικό λόγο. Φίλοι που είχαν δει την παράσταση μας είπαν ότι και δραματουργικά ήταν εντελώς ασύνδετη.
Αυτά πλέον δεν έχουν καμιά σημασία, όμως. Διότι, μετά το τραμπούκικο κατέβασμα της παράστασης, η συζήτηση δεν αφορά την παράσταση καθεαυτή, αλλά τον τρόπο με τον οποίο κατέβηκε (τέσσερις παραστάσεις πριν ολοκληρωθεί ο προγραμματισμένος κύκλος της) και τις αντιδράσεις που ακολούθησαν το κατέβασμα. Θα σταθούμε και στο τελευταίο, γιατί είναι κάτι που δεν σχολιάστηκε σχεδόν καθόλου, μολονότι απεκάλυψε μια ευρύτερη παθογένεια που μαστίζει τον «mainstream» καλλιτεχνικό χώρο που αυτοδηλώνεται ως «εναλλακτικός».
Είχαν κάμποσες μέρες που αλυχτούσαν οι γνωστοί οπαδοί της τρομοϋστερίας (από το «Ως εδώ» μέχρι τον Πρετεντέρη) χωρίς αποτέλεσμα. Μόλις, όμως, μίλησε «η πρεσβεία» (μία είναι Η πρεσβεία) η παράσταση κατέβηκε. Και βέβαια, κατέβηκε με κυβερνητική απόφαση. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Σ. Λιβαθηνός κλήθηκε να ξεπληρώσει την οφειλή από το διορισμό του. Και δεν είχε άλλη επιλογή. 'Η θα εκτελούσε την κυβερνητική εντολή, παίρνοντας ο ίδιος την ευθύνη, για να μείνει η κυβέρνηση στο απυρόβλητο, ή θα παραιτούνταν. Ο Λιβαθηνός απέδειξε πως είναι πραγματικά άξιος για τη συγκεκριμένη θέση. Με τις δικτυώσεις του στον ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να πάρει ένα πόστο που εποφθαλμιούσαν πολλοί, και φυσικά δεν ήταν διατεθειμένος να παραιτηθεί, προκειμένου να υπερασπιστεί μια παράσταση που ο ίδιος είχε εγκρίνει, χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα τυπικό δείγμα αυτού που πρέπει να είναι η Πειραματική Σκηνή του μεγαλύτερου κρατικού θεατρικού οργανισμού της χώρας.
Ενα το κρατούμενο, λοιπόν: το καλλιτεχνικό και ανθρώπινο μέγεθος του ανθρώπου που διευθύνει το Εθνικό Θέατρο είναι επιπέδου «χαλκομανίας».
Το ότι ο Λιβαθηνός δεν ενήργησε αυτοβούλως, αλλά εκτέλεσε κυβερνητική εντολή, αποδεικνύεται από δύο πράγματα. Πρώτο, από το επιχείρημα που επικαλέστηκε.
Οτι τάχα κινδυνεύει η ακεραιότητα ηθοποιών και υπαλλήλων του θεάτρου! Σκέφτηκε πολύ για να γράψει στο χαρτί αυτή τη γελοιότητα; Κανένας δεν απείλησε, κανένας από τους συντελεστές δε δήλωσε ότι φοβάται, τέσσερις παραστάσεις έμεναν ακόμα και η μία απ' αυτές δόθηκε (με την άδεια του ίδιου του Λιβαθηνού, που απέδειξε ότι είναι ικανός στον οπορτουνιστικό συνδικαλισμό). Αλλωστε, οι ηθοποιοί με ανακοίνωσή τους τον κάλεσαν να ανακαλέσει την απόφαση απαγόρευσης, αφαιρώντας του έτσι το ψευτο-επιχείρημα περί ασφάλειάς τους, που επικαλέστηκε, και αποκαλύπτοντας όλη την αθλιότητά του.
Η μεγαλύτερη, όμως, απόδειξη για το ότι ο Λιβαθηνός εκτέλεσε κυβερνητική εντολή είναι το γεγονός ότι δεν απευθύνθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού, αλλά πήρε την απόφαση μόνος του. Είναι γνωστό ότι βρίσκεται σε σύγκρουση με το συγκεκριμένο ΔΣ (για τη μοιρασιά της εξουσίας γίνεται η σύγκρουση), οπότε τι πιο βολικό γι' αυτόν από το να εναποθέσει την απόφαση στο τραπέζι του ΔΣ, ξεφορτώνοντας τις δικές του πλάτες από την ευθύνη μιας απόφασης που ήταν δεδομένο ότι θα προκαλούσε κατακραυγή; Ενα πολυμελές όργανο, όμως, το οποίο μάλιστα ψηφίζει αντίθετα από ό,τι εισηγείται ο καλλιτεχνικός διευθυντής, θα ήταν δύσκολα ελεγχόμενο. Μπορεί να μην έπαιρνε απόφαση για κατέβασμα της παράστασης. Και τότε θα δυσαρεστούνταν «η πρεσβεία». Γι' αυτό και ο Λιβαθηνός πήρε εντολή να κατεβάσει ο ίδιος την παράσταση, παρακάμπτοντας το ΔΣ. Και φυσικά, πήρε τη διαβεβαίωση ότι η αναμενόμενη καταγγελία από το ΔΣ δε θα κλονίσει τη θέση του. Θα εξακολουθήσει να έχει τις πλάτες του υπουργού (Μπαλτά) που τον διόρισε. Η πλάκα είναι πως το ΔΣ του Εθνικού «φωνάζει» κυρίως για το τυπικό της υπόθεσης. Κατηγορεί τον Λιβαθηνό ότι δεν είχε δικαίωμα να πάρει μόνος του την απόφαση, αλλά έπρεπε να θέσει το θέμα στο ΔΣ που είναι το αποκλειστικά αρμόδιο.
Δηλαδή, το ΔΣ του Εθνικού μετατρέπει το όλο ζήτημα σε «ζήτημα Λιβαθηνού» και όχι σε «ζήτημα λογοκρισίας κατ' απαίτηση της αμερικάνικης πρεσβείας».
Η πρωτοφανής ενέργεια λογοκρισίας του Λιβαθηνού προκάλεσε έκρηξη καταγγελιών, ακόμα και από ανθρώπους που είναι μέλη ή διάκεινται φιλικά στον ΣΥΡΙΖΑ (είναι γνωστά τα ερείσματά του στον «εναλλακτικό» καλλιτεχνικό χώρο). Και τότε άρχισε ένα μανιπουλάρισμα συνδικαλιστικού τύπου, που θύμιζε φοιτητικό αμφιθέατρο. Στόχος; Να μείνει στο απυρόβλητο η κυβέρνηση, να πέσει στα μαλακά ο Λιβαθηνός και παράλληλα να εκτονωθούν οι αντιδράσεις, ώστε σε λίγες μέρες το ζήτημα να ξεχαστεί.
Μολονότι υπήρξαν προσκλήσεις να μεταφερθεί η παράσταση αλλού (και είναι σίγουρο ότι θα σημείωνε τεράστια επιτυχία -από άποψη προσέλευσης θεατών- μετά το θόρυβο που προκλήθηκε), δε συζητήθηκαν καν. Οι συντελεστές τις πέρασαν στο ντούκου. Ποιος χαλάει τις «καλές σχέσεις» με το Εθνικό και το κύκλωμα των ανθρώπων του σε τέτοιες εποχές; Οι δυο υπεύθυνοι της Πειραματικής Σκηνής εξέδωσαν μια ανακοίνωση δήθεν για να καταγγείλουν τη λογοκρισία, στην πραγματικότητα όμως για να φτιάξουν την αγιογραφία του Λιβαθηνού και να εκφράσουν την… κατανόησή τους στο δράμα που πέρασε! Το 'να χέρι νίβει τ' άλλο και τα δυο τον ΣΥΡΙΖΑ. Μιλάμε για μνημείο υποκρισίας, αισχρού πολιτικαντισμού και λογικής κλίκας. Θαυμάστε τοποθετήσεις από νέους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι είναι προοδευτικοί: «Πρώτο μέλημά του (Λιβαθηνού) είναι να προστατευτούν οι άνθρωποι, η συνολική λειτουργία και ο ίδιος ο θεσμός του Εθνικού Θεάτρου» – «Η συγκεκριμένη απόφαση αποτέλεσε μια προσωρινή (σ.σ. sic!) ήττα για την ελευθερία της έκφρασης στην Ελλάδα» – «Κατανοούμε ωστόσο τη δύσκολη θέση, στην οποία είχε περιέλθει ο καλλιτεχνικός διευθυντής» – «Αυτή η απόφαση πιθανόν να είναι η οδυνηρότερη της ζωής του».
Ενώ κάλεσαν -με τη σύμφωνη γνώμη του Λιβαθηνού- «όλο τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας σε μια ανοιχτή συζήτηση με θέμα την ελευθερία της τέχνης στην σύγχρονη Ελλάδα», οι συγκεντρωμένοι απαιτούσαν να παιχτεί η παράσταση. Και τότε -με την άδεια του Λιβαθηνού- αποφάσισαν να παίξουν την παράσταση για τους συγκεντρωμένους (χωρίς τα κοστούμια της, που είχαν ήδη μεταφερθεί στην αποθήκη) και μετά να κάνουν τη συζήτηση. Ετσι, έφυγαν όλοι ευχαριστημένοι. Οι δυο επικεφαλής της Πειραματικής δε θα έχουν κανένα πρόβλημα με τη «Στέγη» του Ιδρύματος Ωνάση, με την οποία επίσης συνεργάζονται, ο Λιβαθηνός στηρίχτηκε απ' αυτούς που ο ίδιος στήριξε και ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε στο απυρόβλητο, αφού το όλο ζήτημα περιορίστηκε σε μια «οδυνηρή απόφαση που πήρε μόνος του ο καλλιτεχνικός διευθυντής για να σώσει το σημαντικό έργο του».
Εννοείται πως το μόνο που έσωσαν όλοι μαζί είναι η κλίκα τους. Πραγματικά, τέτοιοι άνθρωποι δεν αξίζουν ούτε το σάλιο για να τους φτύσεις.
Ας επιστρέψουμε τώρα στην ουσία. Οπως έγραψαν οι επικεφαλής της Πειραματικής Σκηνής, οι δημιουργοί της συγκεκριμένης παράστασης τους παρέδωσαν «μία σκηνική έρευνα γύρω από το ερώτημα της πολιτικής βίας, στη φιλοσοφική και θεωρητική του διάσταση, για να αναδείξουν μέσα από μια διαλεκτική διαπραγμάτευση την πρακτική αυτή ως μία σπείρα καταστροφής που συμπαρασύρει τους πάντες και να καταλήξουν με σαφήνεια στην καταδίκη της»! Τότε γιατί ενοχλήθηκε «η πρεσβεία»;
Γιατί «η πρεσβεία» διέπεται από το πνεύμα του μακαρθισμού και δε γουστάρει τις εκλεπτυσμένες προσεγγίσεις, που μπορεί ν' αντιμετωπίσουν κάποιους «τρομοκράτες» (όπως τον ανάπηρο Σάββα Ξηρό) ως δραματικά πρόσωπα. «Η πρεσβεία» δε θέλει τέτοιου τύπου καταδίκες «της τρομοκρατίας». Θέλει καταδίκες τύπου Γκουαντανάμο. Οσοι έχουμε ασχοληθεί μ' αυτό το θέμα (ιδιαίτερα από το καλοκαίρι του 2002 και μετά) είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε πολλές φορές τις απόψεις «της πρεσβείας». Και για να πάμε λίγο πιο πίσω, ας θυμηθούμε την υπόθεση του παλαιστίνιου Μοχάμεντ Χαμντάν (Ρασίντ). Δικάστηκε στην Ελλάδα με μάρτυρες κατηγορίας στελέχη του FBI (δηλαδή, οι Αμερικανοί νομιμοποίησαν τη δίκη). Καταδικάστηκε, εξέτισε την ποινή του στις ελληνικές φυλακές (οχτώ χρόνια), αποφυλακίστηκε, συνελήφθη στην Αίγυπτο από το αμερικανόδουλο καθεστώς του Μουμπάρακ, παραδόθηκε στους Αμερικανούς, δικάστηκε για δεύτερη φορά για την ίδια υπόθεση (κατά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου), καταδικάστηκε και διανύει ήδη τον εικοστό χρόνο φυλάκισής του στις αμερικάνικες φυλακές!
Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι «η πρεσβεία», που αποδείχτηκε συνεπέστατη με την αμερικάνικη λογική, αλλά η προθυμία και η δουλικότητα με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να ικανοποιήσει την ιταμή απαίτησή της. Η μεθόδευση (το ότι έβαλαν μπροστά τον Λιβαθηνό, υποχρεώνοντάς τον να εξαγοράσει το διορισμό του στην πολυπόθητη θέση) είναι το δευτερεύον. Το κύριο είναι η έλλειψη οποιουδήποτε δισταγμού και η ακαριαία συμμόρφωση προς την ιταμή αμερικάνικη απαίτηση. Αυτό θυμίζει εποχές Πιουριφόι. Εποχές του «στρατηγέ ιδού ο στρατός σας», που φαινόταν να έχουν παρέλθει μετά την πτώση της χούντας. Αμ δε…
Πέτρος Γιώτης